«Οι μάγοι δεν πρέπει να πεθαίνουν, οι μάγοι πρέπει να ζουν για πάντα, αλλά αυτό συμβαίνει μόνο στα παραμύθια. Ο μάγος μας, ο Λουκάς Σαμαράς, αποδείχθηκε εκπληκτικά ανθρώπινος. Διήρκεσε σχεδόν 60 χρόνια, η φιλία μου μαζί του ήταν μια από τις καλύτερες σχέσεις που είχα ποτέ. Αγαπούσαμε ο ένας τον άλλον και δουλέψαμε μαζί, μερικές φορές μαλώνοντας, αλλά πάντα γεμάτοι θαυμασμό ο ένας για τον άλλον. Δεν υπήρχε τίποτα που να μην μπορούσαμε να πούμε ο ένας στον άλλο. Αυτή είναι η απώλεια μου – η απώλεια μας – αλλά το έργο δεν θα χαθεί ποτέ. Θα συνεχίσει να επηρεάζει και να δίνει ενέργεια στον κόσμο της τέχνης για τις επόμενες γενιές» γράφει ο Arne Glimcher, ιδρυτής της Pace Gallery στη Νέα Υόρκη και προσωπικός φίλος του Λουκά Σαμαρά, στο website της γκαλερί.
Ο Λουκάς Σαμαράς, ο σπουδαίος εικαστικός και φωτογράφος, γεννήθηκε στην Καστοριά το 1936. Τα πρώτα του χρόνια μεγάλωσε με τη μητέρα του και τις θείες του, αφού ο πατέρας του είχε ήδη μεταναστεύσει στην Αμερική για να βρει μια καλύτερη δουλειά. Το 1948, και εν μέσω του σπαραχτικού εμφυλίου πολέμου μέσα στον οποίο το σπίτι τους ανατινάχτηκε από βόμβα μπροστά στα μάτια του μικρού Λουκά, έφυγε με την μητέρα του για την Αμερική και όλη η οικογένεια, ενωμένη πια, εγκαταστάθηκε στο Νιου Τζέρσεϊ της Νέας Υόρκης. Εκεί, στην Νέα Υόρκη, στο σπίτι του, πέθανε στις 7 Μαρτίου, σε ηλικία 87 ετών.
Από νωρίς έγινε αντιληπτό στους πρωτοποριακούς καλλιτεχνικούς κύκλους της Νέας Υόρκης το ταλέντο του. Η αυτοαναφορικότητα στα έργα του, η αποδόμηση της εικόνας του εαυτού και η ανασύνθεσή της, μεταμορφωμένης από τον χρόνο και την προσωπική εμπειρία και μνήμη, η ανίερη και άπληστη χρήση του χρώματος στις φωτογραφίες του, η χρήση κάθε είδους ευτελούς υλικού στα σκηνικά και τις κατασκευές του, το γυμνό αυτοπορτρέτο, οι φίλοι του γυμνοί, το γυμνό ως κατάλοιπο του δέρματος που αφαιρείται μεταμορφωτικά, το γυμνό ως απογύμνωση του ανθρώπινου από κάθε ερμηνευτική “πανοπλία”, το χιούμορ, η ειρωνεία, η σάτιρα, οι ερμητικά κλειστοί χώροι, τα ασφυκτικά εσωτερικά τοπία της καθημερινότητάς του, πάντα σε αταξία, κυριολεκτικά και τεχνικά, ο πειραματισμός, το συνεχές βουητό μιας διάνοιας σε κίνηση μέχρι το τέλος. Αυτός ήταν ο Λουκάς Σαμαράς, αταξινόμητος και απρόβλεπτος σαμάνος της σύγχρονης τέχνης, ένας περιπλανώμενος ταξιδευτής στο υπερωκεάνιο προς το όνειρο.
Ο Λουκάς Σαμαράς δεν έδωσε ποτέ συνέντευξη στην Popaganda. Όλως τυχαίως, όμως, σε ένα βιβλιοπωλείο στα Εξάρχεια, βρήκαμε πριν λίγο καιρό ένα παλιό τεύχος του cult ελληνικού περιοδικού ΠΡΟΣΩΠΑ από το μακρυνό 1986 (Φεβρουάριος 1986/ τεύχος 4), και μέσα εκεί υπήρχε μια συνέντευξη του Σαμαρά στον “κοσμικό” και φίλο του περιοδικού Άγγελο Δρούλια (απεβίωσε κι αυτός το έτος 2011), λίγο πριν τη δεύτερη ατομική του έκθεση στην Αθήνα, στη γκαλερί Bernier. Η συνέντευξη έγινε στα γραφεία της PACE Gallery στην Νέα Υόρκη.
Στην συνέντευξη αυτή, ο Άγγελος Δρούλιας επιμένει σε ερωτήσεις για την ελληνικότητα του πνεύματος και τον ελληνικό πολιτισμό, ενώ διακατέχεται από φανερή προγονολατρεία, κάτι όχι ασυνήθιστο την εποχή της ελληνικής άνοιξης του μεταμοντέρνου λάιφ-στάιλ. Ο καλλιτέχνης αποκρίνεται στις ερωτήσεις με νηφαλιότητα και εκφράζει τους προβληματισμούς του για τη θέση του ελληνικού πνεύματος στον σύγχρονο κόσμο. Μιλάει επίσης για τη σχέση του με τη Φύση και την Τέχνη.
Σήμερα, η Popaganda αναδημοσιεύει αποσπάσματα από εκείνη την συνέντευξη-εύρημα:
Άγγελος Δρούλιας : Τι είναι αυτό που σας εμπνέει τελευταία και χαρακτηρίζει την δουλειά σας, που θα δούμε στο μέλλον;…
Λουκάς Σαμαράς : Η τελευταία μου έκθεση έκλεισε πριν μία εβδομάδα και μετά το τέλος μιας έκθεσης περιμένω να δω τις αντιδράσεις του κοινού και να διαμορφώσω τις τελικές προσωπικές μου κρίσεις. Έτσι βρίσκομαι σε μια “μουδιασμένη” κατάσταση, θα έλεγα, αυτή την στιγμή.
Α. Δ. : Δεν υπάρχει στο μυαλό σας, μια ιδέα, μια εικόνα, που θέλετε να υλοποιήσετε;
Λ. Σ. : Δεν μ’ αρέσει να μιλάω για μελλοντικά σχέδια, αφορούν μόνο εμένα, μέχρι την στιγμή που θα πραγματοποιηθούν. Αλλιώς μένουν ως σκέψη, ως ιδέα, απραγματοποίητα.
Α. Δ. : Νομίζετε ότι τώρα που είστε πιο γνωστός και έχετε αρκετή πείρα, καταφέρνετε να εκφράζετε αυτό που θέλετε καλύτερα, παρά στην αρχή της καρριέρας σας;
Λ. Σ. : Τώρα βλέπω ότι έχω διαβεβαιώσεις για την ποιότητα της δουλειάς μου. Πριν όταν έκανα κάτι, που μου άρεσε, υπήρχαν ένα-δύο φίλοι που τους άρεσε επίσης, αλλά τώρα το κοινό μου είναι πολύ μεγαλύτερο.
Α. Δ. : Αισθάνεστε δηλαδή πιο σίγουρος γι’ αυτό που κάνετε τώρα;
Λ. Σ. : Στην αρχή η δουλειά μου άρεσε σε λίγους, τώρα υπάρχει μια μεγάλη διαφορά. Στήσανε την δουλειά μου πολύ ψηλά… Ξέρεις μερικοί από μας δεν γεννιόμαστε πλούσιοι και χρησιμοποιούμε την τέχνη για να πάρουμε δύναμη…
______________-
Αν δεν έχεις κάνει τίποτα στην ζωή σου, χρησιμοποιείς την εθνικότητά σου για να γίνεις κάτι … χρησιμοποιείς τον Χριστιανισμό για να σου δώσει μια ταυτότητα.
Α. Δ. : Πιστεύετε ότι το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον, είναι ένα ενιαίο πράγμα, ή το ξεχωρίζετε;
Λ. Σ. : Όχι. Προσπαθούμε εμείς να το κάνουμε ένα πράγμα. Νομίζω ότι όταν ακούμε “Σωκράτη” ή “Αθηνά”, προσπαθούμε να τους κάνουμε συγγενείς μας -σαν να μεγαλώσαμε παρέα- ενώ δεν είναι έτσι.
Α. Δ. : Το ελληνικό παρελθόν σας, λοιπόν, δεν έχει τόση σημασία για σας.
Λ. Σ. : Αν δεν έχεις κάνει τίποτα στην ζωή σου χρησιμοποιείς την εθνικότητά σου για να γίνεις κάτι -ένα μέλος μιας εθνικότητας. Αν είσαι Χριστιανός χρησιμοποιείς τον Χριστιανισμό για να σου δώσει μια ταυτότητα. Αλλά αν έχεις κάνει κάτι στην ζωή σου, μετά από σκληρή δουλειά, τότε γίνεσαι ενότητα, τότε αυτό που είσαι είναι το όνομά σου, τότε δεν νοιάζεσαι πια από πού είσαι. Έχεις γίνει ενότητα. Αλλά γι’ αυτούς που δεν έχουν επιτεύγματα είναι αναγκαίο.
Μ’ αρέσουν τα αρχαία μ’ αρέσουν και τα μοντέρνα και μ’ αρέσει να βλέπω τι λείπει από το καθένα.
Άγγελος Δρούλιας : Υπάρχουν πολλοί Έλληνες που ζουν κοντά στην Ακρόπολη και δεν εμπνέονται απ’ την αρχαία ποιότητα, αλλά προτιμούν άλλοι τους Ινδούς φιλοσόφους ή τους Άγγλους punk κ.τ.λ.
Λουκάς Σαμαράς : Ίσως επειδή ο Ελληνικός πολιτισμός είναι 2000 ετών παλιός. Τότε ήταν οπωσδήποτε θαυμάσιος και επηρέασε τις επόμενες γενιές για πολλά χρόνια. Αλλά τώρα υπάρχουν επιρροές δυνατότερες. Δεν πιστεύω ότι υπάρχουν ακραίες περιπτώσεις. Οι Punks δημιουργήθηκαν από επιρροές πριν 10 χρόνια. Όσο πιο έξυπνος είσαι, όσο πιο αναλυτικός είσαι, τόσο πιο πολλές πληροφορίες συγκεντρώνεις για τον εαυτό σου και τους άλλους και ό,τι συμβαίνει γύρω σου. Όσο για το παρελθόν, μ’ αρέσουν τα αρχαία μ’ αρέσουν και τα μοντέρνα και μ’ αρέσει να βλέπω τι λείπει από το καθένα. Λοιπόν, πηγαίνεις στην Ακρόπολη, είναι όμορφη, αλλά μετά πρέπει να πας στην Αθήνα να δεις τα κτίρια και να λες στον εαυτό σου, είναι αυτά τα δύο, ίσια σε ομορφιά; Πρέπει να το κάνεις αυτό αλλιώς δεν έχει νόημα. Η νέα Αθήνα δεν χρησιμοποιεί δυστυχώς τους καλύτερους αρχιτέκτονες. Και παράγουν σκουπίδια.
_______________-
Α. Δ. : Ούτε όμως στην Νέα Υόρκη είναι πολλά κτίρια πολύ ωραία…
Λ. Σ. : Εδώ είναι διαφορετικά. Η Νέα Υόρκη είναι διαφορετική. Είναι η καλύτερη πόλις, οι άλλες έρχονται δεύτερες. Όσο και να λείπει η ομορφιά, υπάρχει τόση πολλή ποσότητα, τόσο ύψος, τόσο χάος, που δεν σε νοιάζει. Άλλο να κάνεις κάτι μικρό και βολικό και άλλο να κάνεις κάτι που επεκτείνεται για πάντα, σαν το Σινικό τείχος που δεν χρειάζεται να είναι όμορφο αφού είναι ατελείωτο. Το ίδιο και τα κτίρια της Νέας Υόρκης. Είναι 20ος αιώνας.
_______________-
Λ. Σ. : Τόσοι άνθρωποι θέλουν να ζήσουν στη Ν. Υόρκη. Ο ουρανοξύστης είναι θαυμάσια εφεύρεσις. Σκέψου το Los Angeles, είναι επίπεδο, τεράστιο. Για να αγοράσεις ψωμί πας 20 τετράγωνα μακριά, για παπούτσια 100 τετράγωνα, για διασκέδαση τρεις ώρες μακριά. Εδώ μένουμε ο ένας πάνω στον άλλο, αλλά όλα είναι κοντά μας, εδώ σ’ αυτό το θαυμάσιο ανθρωποφτιαγμένο βουνό. Αλλά πρέπει να ζεις εδώ για να το εκτιμήσεις, να μην πανικοβληθείς!
_______________-
Για μένα το πιο σπουδαίο πράγμα, δεν είναι να ζω καλά, αλλά να κάνω κάτι.
Α. Δ. : Τι νομίζετε για την φύση;
Λ. Σ. : Αν πάω στην εξοχή για μια μέρα νυστάζω.
Α. Δ. : Δεν παίρνετε τίποτα θετικό απ’ την φύση;
Λ. Σ. : Οχι, αντιθέτως με κουράζει!
Α. Δ. : Μήπως η πόλις σάς έχει γίνει εθισμός;
Λ. Σ. : Ξέρετε, εδώ έχουμε το Central Park, είναι μεγάλο πάρκο με δένδρα και λίμνες. Η Ν. Υόρκη είναι σαν ρωμαϊκή βίλλα με τον κήπο στην μέση. Περνάω απ’ τον κήπο, αυτό μου αρκεί. Για μένα το πιο σπουδαίο πράγμα, δεν είναι να ζω καλά, αλλά να κάνω κάτι. Εκεί που δουλεύω είναι ένα μικρό διαμέρισμα και τα παράθυρά μου βλέπουν έναν τοίχο, δεν βλέπω ούτε άστρα! Ό,τι υπάρχει είναι στο μυαλό μου. Πιέζοντας τα σωστά σημεία, παράγω κομμάτια τέχνης. Η σχέσις μου με την φύση είναι ουδέτερη, ενώ με έναν άλλο άνθρωπο γίνεται συζήτησις.
Α. Δ. : Και οι άνθρωποι μέρος της φύσης είμαστε…
Λ. Σ. : Όταν μικρός έφυγα απ’ την Καστοριά, δεν είχαμε μπανιέρα… πλενόμαστε στο νεροχύτη – ήταν πόλεμος, όταν έφυγαν οι Γερμανοί έσπασαν την τουαλέττα, υπήρχε ένα σινεμά που πηγαίναμε παιδιά. Τώρα 30-40 χρόνια αργότερα έχω το διαμέρισμά μου, μια τηλεόραση σαν σινεμά, είμαι ευγνώμων για τα αγαθά που έχω, κάποτε αυτά ήταν μόνο για βασιλιάδες, η Τέχνη…
Α. Δ. : Βρίσκεις ότι υπάρχει μοναξιά στην Ν. Υόρκη;
Λ. Σ. : Και πριν 2000 χρόνια υπήρξε μοναξιά, δεν νομίζω ότι αλλάζει η ανθρώπινη φύσις. Δεν αγαπούσαμε λιγότερο ή περισσότερο τότε. Η ζωή αλλάζει. Η σκληρότητα υπήρχε και υπάρχει.
Α. Δ. : Η τέχνη για σας είναι η ζωή σας;
Λ. Σ. : Η Τέχνη μου δίνει ταυτότητα, είμαι κάποιος… Αν πάω κάπου που δεν έχουν Τέχνη -είμαι κανένας. Θα αισθανόμουν απαίσια – χωρίς όπλα, αδύναμος.
_________________-
Άγγελος Δρούλιας : Αν είσαστε υπουργός πολιτισμού, θα μπορούσατε να κάνετε κάτι καλύτερο με τα αρχαία μας;
Λουκάς Σαμαράς : Το καλύτερο είναι να πηγαίνουν όσο λιγότεροι επισκέπτες γίνεται. Όπως στο 1950 στο Metropolitan Museum της Νέας Υόρκης πήγαιναν πέντε άνθρωποι. Τώρα πηγαίνουν χιλιάδες, δεν μπορείς να το ευχαριστηθείς. Αλλά για την Ελλάδα πιο πολύ μ’ ενδιαφέρουν οι καινούργιοι καλλιτέχνες παρά να διορθώσω κάτι από τα παλιά.
Α. Δ. : Τι νομίζετε ότι μπορεί να γίνει για να βοηθούνται οι καλλιτέχνες της Ελλάδας;
Λ. Σ. : Πρέπει να γίνει εισαγωγή κουλτούρας, δηλαδή να φέρουμε καθηγητές Τέχνης, να οργανωθούν εκθέσεις με τέχνη από το εξωτερικό, να έρθουν οι άνθρωποι πρόσωπο με πρόσωπο μ’ αυτά που γίνονται έξω.
_________________-
Α. Δ. : Η Polaroid είναι τεχνολογία, και εσείς την χρησιμοποιείτε πολλές φορές.
Λ. Σ. : Α, ναι βέβαια. Είμαι ευγνώμων όταν η Τεχνολογία υλοποιεί κάτι που μπορώ να διευθύνω, να κυριέψω.
Α. Δ. : Είναι κάτι που θα μπορούσες να πεις στους νέους καλλιτέχνες της Ελλάδος;
Λ. Σ. : Να φύγουν μακριά απ’ την Ελλάδα για ένα χρονικό διάστημα, όχι για πάντα, να μάθουν, να μελετήσουν.
________________-
Α. Δ. : Αν σας ζητούσαν να διδάξετε στην Ελλάδα ή να κάνετε διαλέξεις, θα σας ενδιέφερε;
Λ. Σ. : Για πολύ καιρό εκεί αισθανόμουν σαν να πολεμάω τις ορδές αυτών που μισούν την τέχνη, δεν θέλω να γυρίσω πίσω στο ίδιο συναίσθημα.
________________-
Α. Δ. : Πιστεύετε ότι πρέπει να γυρίσουν ορισμένοι θησαυροί που φύγαν απ’ την Ελλάδα με τον ένα ή άλλο τρόπο;
Λ. Σ. : Δεν χρειάζεται. Υπάρχουν ήδη τόσοι θησαυροί στην Ελλάδα. Δεν με ενοχλεί που η Ελληνική Τέχνη βρίσκεται διασκορπισμένη στον κόσμο. Εδώ (σ.σ. στην Νέα Υόρκη) υπάρχει ένας μικρός Αιγυπτιακός ναός, βέβαια θα φαινόταν καλύτερα στην Αίγυπτο, όπως και τα Ελγίνεια μάρμαρα, εκεί που είναι στην Αγγλία, είναι λίγο μακριά, θα προτιμούσα να είναι στην αυλή μου, αλλά δεν νομίζω να είναι αυτό μεγάλο πρόβλημα!
_______________-
Α. Δ. : Ελπίζω να έχετε καιρό, να μείνετε περισσότερο (σ.σ. στην Αθήνα)!
Λ. Σ. : Ξέρεις τον Ιωακειμίδη; Τον Ελληνογερμανό κριτικό Τέχνης; Μένει στο Βερολίνο. Το μόνο λέει που μπορώ να πω σ’ όλους τους ρομαντικούς, που προσπαθούν να φέρουν “επίκαιρες” ιδέες τέχνης στην Ελλάδα, είναι ότι θα εμποδιστούν απ’ τους ίδιους τους Έλληνες. Θα ταπεινωθούν όπως ο Ιόλας.
Λίγα λόγια για το περιοδικό ΠΡΟΣΩΠΑ
Ίσως το πρώτο αμιγώς “λάιφ στάιλ” περιοδικό στην Ελλάδα, το περιοδικό ΠΡΟΣΩΠΑ άρχισε να εκδίδεται τον Νοέμβριο του 1985 από τον Άρη Δαβαράκη, που ήταν και ο διευθυντής του. Η έκδοση διακόπηκε γύρω στο 1987 ή 1988. Θεωρείται, σαν στυλ, θεματολογία και ύφος γραφής, ο “πρόδρομος “του ΚΛΙΚ. Ο Άρης Τερζόπουλος, εκδότης των περιοδικών ΓΥΝΑΙΚΑ και ΚΛΙΚ, είχε μάλιστα δώσει συνέντευξη στα ΠΡΟΣΩΠΑ, στον Άρη Δαβαράκη και τον Τάσο Μελετόπουλο, έναν χρόνο πριν βγάλει το πρώτο τεύχος του ΚΛΙΚ. Τυπωνόταν ασπρόμαυρο -δημιουργώντας “άποψη”, αλλά μάλλον λόγω χαμηλότερου κόστους- με πανκ γραφιστική στις σελίδες του και νεογκλάμ αισθητική στις φωτογραφίες του. Κύριος φωτογράφος του περιοδικού ήταν ο Τάκης Διαμαντόπουλος, που στα ΠΡΟΣΩΠΑ έκανε μερικές ιστορικές φωτογραφήσεις.
Το ύφος του περιοδικού, γενικά, ήταν επηρεασμένο από τα δύο ξένα περιοδικά που μεσουρανούσαν εκείνη την εποχή στο εκρηκτικό τοπίο των πιο πρωτοποριακών, σε ντιζάιν και θεματολογία, περιοδικών του πλανήτη: το νεοϋρκέζικο Interview του Andy Warhol και το λονδρέζικο FACES.
Λίγο πριν τα sweet 90s, η εποχή είχε τα δικά της χαρακτηριστικά: οικονομική ευρωστία, πανεπιστημιακά πτυχία, αποδομητική λογοτεχνία. Ντεριντά και Μοσχολιού, Πικασό και Μπιλάλ, Μιμή και Αλίκη Βουγιουκάκη, Μαλβίνα Κάραλη και Φλωρινιώτης, Boy George και Κούρκουλος, μεταμοντερνισμός, ελευθεριακότητα, ντραγκς και κλαμπς, ταξίδια στο εξωτερικό, διακοπές στις ανεβασμένες Κυκλάδες, Parthenis στη Μύκονο και τεκίλες στην Αντίπαρο, μουσικές ροκ, πανκ, ποπ και γκλαμ, γκέι friendly και ιλουστρέ. Αυτή η θεματολογία του ήταν και η επιτυχία του περιοδικού. Αλλά και άρθρα με κοινωνικό και ενίοτε αιχμηρό περιεχόμενο, όπως η μεγάλη καμπάνια που έκανε εναντίον της ηρωίνης, με ολοσέλιδες καταχωρήσεις σε κάθε τεύχος.
Ο Άρης Δαβαράκης προσπάθησε να το επανεκδώσει το 1993 μαζί με τον Τάσο Μελετόπουλο, τον ιδιοκτήτη του κλαμπ ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟ, αλλά δεν κράτησε πολύ ούτε αυτή η προσπάθεια. Το ΚΛΙΚ έτρεχε, πια, ασταμάτητο.