Ακριβώς 25 χρόνια μετά τη θριαμβευτική πρεμιέρα του Pulp Fiction στο Φεστιβάλ Καννών που επισφραγίστηκε με τον Χρυσό Φοίνικα, ο Κουέντιν Ταραντίνο επέστρεψε στην Κρουαζέτ και κατενθουσίασε κοινό και κριτικούς με την ένατη ταινία του Κάποτε… στο Χόλιγουντ, μια ερωτική επιστολή στο Χόλιγουντ της παιδικής του ηλικίας με χιούμορ, τρομερή αισθητική κι ένα βίαιο φινάλε που σίγουρα θα διχάσει. Στο walk of fame στο κόκκινο χαλί λίγα λεπτά πριν την πρώτη προβολή της ταινίας συνόδευσαν το σκηνοθέτη οι 3 βασικοί πρωταγωνιστές του, Λεονάρντο Ντι Κάπριο, Μπραντ Πιτ και Μάργκο Ρόμπι, ενώ συγκινητική ήταν και η σύντομη αναφορά στον αδικοχαμένο Λουκ Πέρι, που εμφανίζεται στον τελευταίο του ρόλο σε αυτή την ταινία.
Έχοντας ακόμα την ικανότητα να συγκεντρώνει τις καλύτερες κριτικές της καριέρας του, ο Ταραντίνο αφηγείται γενναιόδωρα την ιστορία της φιλίας ενός ξεπερασμένου τηλεοπτικού σταρ (Ντι Κάπριο) και του κασκαντέρ του (Πιτ), οι οποίοι κυνηγούν τη δόξα στο Χόλιγουντ του 1969, και συνειδητοποιούν ότι μια καλή ευκαιρία βρίσκεται κυριολεκτικά δίπλα τους, αφού είναι γείτονες με την πανέμορφη ανερχόμενη ηθοποιό Σάρον Τέιτ (Ρόμπι) και τον σύζυγό της, σκηνοθέτη Ρομάν Πολάνσκι. Εκείνο το καλοκαίρι, όμως, ένας άντρας ονόματι Τσαρλς Μάνσον αλλάζει τις ζωές τους -και το Χόλιγουντ, και την Αμερική- για πάντα. (Η Manson Family, όπως έμενε στην ιστορία, η κοινότητα των πιστών του Τσαρλς προχώρησε σε μια σειρά από δολοφονίες και μικροεγκλήματα – η Σάρον Τέιτ ήταν το πιο διάσημο θύμα τους.)
Μιλώντας για το συνεχές ενδιαφέρον που δείχνει η κοινή γνώμη για το πρόσωπο του Μάνσον ακόμα και μισό αιώνα μετά τις αποτρόπαιες πράξεις του, ο Ταραντίνο δίνει τη δική του εξήγηση: «Μας συναρπάζει ακόμα γιατί η ιστορία του είναι τελικά είναι μια απίστευτη ιστορία», λέει. «Έκανα πολλή έρευνα, παρατήρησα ότι πολλοί έχουν διαβάσει βιβλία, ακούσει podcasts ή παρακολουθήσει ντοκιμαντέρ για τη δράση του και είναι απλώς απίστευτο το πώς κατάφερε να κάνει αυτά τα αγόρια και τα κορίτσια να τον ακολουθήσουν τόσο τυφλά. Κι όσα περισσότερα πράγματα μαθαίνεις γι’αυτόν, τόσο πιο ακατανόητη είναι η ιστορία του, κι αυτό νομίζω την κάνει συναρπαστική». Ωστόσο ξεκαθάρισε ότι δεν προσέγγισε τον Πολάνσκι κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας της ταινίας, αν και τον έχει συναντήσει στο παρελθόν. «Ο Ρικ [ο χαρακτήρας του ΝτιΚάπριο] αναφέρει σε ένα σημείο ότι είναι ο πιο σημαντικός εν ζωή σκηνοθέτης. Είναι ασύλληπτη η εμπορική επιτυχία του Μωρού της Ρόζμαρι εκείνη την εποχή. Είμαι φαν της δουλειάς του Πολάνσκι, αλλά ειδικά το Μωρό της Ρόζμαρι μου αρέσει πάρα πολύ».
Όμως το πραγματικό selling point της ταινίας δεν είναι οι φρικιαστικές δολοφονίες της Manson Family, αλλά η κεντρική σχέση μεταξύ Ντι Κάπριο και Πιτ και η αβίαστη, απολαυστική χημεία τους στην οθόνη. Ούτε ένας τεράστιος σταρ όπως ο 44χρονος Ντι Κάπριο δεν κατάφερε να αποφύγει το κλισέ «περνάμε καλά κι αυτό βγαίνει και στον κόσμο» αναφερόμενος στη συνεργασία του με τον 55χρονο Πιτ. «Υπήρχε τεράστια άνεση και οικειότητα στο πλευρό του Μπραντ», λέει. «Μεγαλώσαμε κατά κάποιο τρόπο στην ίδια γενιά, αρχίσαμε την πορεία μας την ίδια στιγμή. Και, για να είμαι ειλικρινής, ο Κουέντιν μάς έδωσε τρομερό backstory για τους χαρακτήρες μας. Ήρθε κυριολεκτικά με μια βίβλο της κοινής τους δουλειάς, της φιλίας τους, των περιπετειών τους στη βιομηχανία, της κατάληξής τους στο περιθώριο της νέας εποχής στο Χόλιγουντ. Όλο αυτό συνέβαλε στην άμεση οικειότητα που αναπτύξαμε μεταξύ μας. Ήταν πανεύκολη η συνεργασία μας και θεωρώ ότι μαζί δημιουργήσαμε έναν σπουδαίο κινηματογραφικό δεσμό σε μια ταινία για την ίδια τη βιομηχανία μας».
Ο Πιτ συνεχίζει: «Γέλασα πολύ μαζί του. Είναι αυτό που ξέρεις ότι έχεις τον καλύτερο των καλύτερων απέναντί σου και απογειώνει τη σκηνή μαζί σου. Είναι τεράστια ανακούφιση και, όπως είπε και ο Λίο, έχουμε τα ίδια σημεία αναφοράς, τις ίδιες εμπειρίες, τις ίδιες αστείες ιστορίες. Ελπίζω να ξαναδουλέψω μαζί του, ήταν πολύ διασκεδαστικό».
Η ταινία είναι πολύ προσεκτική με τη μνήμη της Σάρον Τέιτ, ίσως υπερβολικά θα έλεγαν κάποιοι, γι’αυτό και σε αντίθεση με τα υπόλοιπα projects για τη ζωή και το θάνατό της που κυκλοφόρησαν πρόσφατα, έχει τις ευλογίες της οικογένειάς της. Η Ρόμπι φρόντισε να κάνει εκτεταμένο homework πριν την ενσαρκώσει: «Έψαξα, είδα ό,τι μπορούσα, προσπάθησα να καταλάβω τι σκοπό εξυπηρετεί ο χαρακτήρας της στη συγκεκριμένη ιστορία. Γιατί υπάρχει εδώ; Ο Κουέντιν είπε ότι είναι η καρδιά της ιστορίας και την είδα σαν ηλιαχτίδα. Ήθελα να είναι το φως και αυτή ήταν η αποστολή μου. Θεώρησα ότι θα μπορούσα να τιμήσω τη μνήμη της αληθινής Σάρον Τέιτ».
Μένει να δούμε αν η κριτική επιτροπή θα μαγευτεί εξίσου από την επιστροφή του Ταραντίνο, ειδικά εφόσον ένα από τα μέλη της, η Ελ Φάνινγκ, θα αναγκαστεί να την υποστηρίξει σθεναρά αφού η αδερφή της, Ντακότα, βρίσκεται ανάμεσα στο καστ…