Ακροβατώντας ανάμεσα στον σουρεαλισμό και τη σκληρή πραγματικότητα, το μιούζικαλ του Τζόσουα Οπενχάιμερ, The End, αντιμετωπίζει σοβαρά θέματα με μια αυτοπεποίθηση που δεν θα έπρεπε να λειτουργεί, κι όμως τελικά το καταφέρνει. Γνωστός για τα αποκαλυπτικά του ντοκιμαντέρ όπως το The Act of Killing, ο Οπενχάιμερ κάνει εδώ μια τολμηρή στροφή, συνδυάζοντας τη μεγαλοπρέπεια του μουσικού θεάτρου με αιχμηρή κοινωνική κριτική. Όταν ένας απογοητευμένος μεγιστάνας (Mάικλ Σάνον) έρχεται αντιμέτωπος με την κατάρρευση της πολυτελούς αυτοκρατορίας του, αναγκάζεται να αντιμετωπίσει το ανθρώπινο κόστος της προνομιακής του ζωής.
Με φόντο μια σκηνή πολυτελούς παρακμής, η ταινία ακολουθεί το ταξίδι αυτοκριτικής του μέσα από μια σειρά μουσικών ερμηνειών, καταλήγοντας σε μια έντονη κριτική του πλούτου και της εξουσίας. Ο Σάνον, υποδυόμενος έναν χαρακτήρα στο χείλος της υπαρξιακής κατάρρευσης, ενσαρκώνει ένα σύμβολο ταυτόχρονα επίκαιρο και διαχρονικό, ενώ η φωνή του μεταφέρει το συναισθηματικό βάρος της ταινίας, από τις ήρεμες στιγμές μιας μπαλάντας έως τις εκρηκτικές κορυφώσεις των ομαδικών κομματιών.
Με τον πλανήτη Γη να έχει γίνει ακατοίκητος εξαιτίας μιας περιβαλλοντικής καταστροφής 25 χρόνια πριν, ο Πατέρας (Σάνον), η Μητέρα (Τίλντα Σουίντον) και ο Γιος (Τζορτζ Μακέι) ζουν σε ένα υπόγειο παλάτι, αποκομμένοι από την επιφάνεια, και διατηρούν την ψευδαίσθηση της κανονικότητας μέσα από την τήρηση των καθημερινών τους συνηθειών και τελετουργικών. Τις ισορροπίες διαταράσσει η άφιξη του Κοριτσιού (Μόουζες Ίνγκραμ), που συναρπάζει τον 25χρονο Γιο, ο οποίος δεν έχει δει ποτέ τον έξω κόσμο και βρίσκει την τυφλή αισιοδοξία που έχει καλλιεργήσει η οικογένειά του να κλονίζεται. Καθώς βγαίνουν στην επιφάνεια καταπιεσμένα συναισθήματα και ενοχές, η οικογένεια δεν έχει άλλη διέξοδο πέρα από το τραγούδι και τον χορό για να προχωρήσει μπροστά. Εδώ ο Οπενχάιμερ τολμά με τρόπο πρωτοφανή για τη φιλμογραφία του: για παράδειγμα, ένα νούμερο διαδραματίζεται σε μια ερειπωμένη έπαυλη, όπου πολυτελή φωτιστικά κρέμονται επικίνδυνα καθώς το καστ θρηνεί για την κενότητα της υπερβολής.
Το ενορχηστρωμένο χάος του The End εκφράζει κάτι σκοτεινό και ανατρεπτικό, δημιουργώντας έναν κόσμο που μοιάζει οικείος και ταυτόχρονα εξωπραγματικός, στα όρια της πολυτέλειας και της αποσύνθεσης. Για τον Οπενχάιμερ, η ύπαρξη του 1% αποτελεί κάτι αποκρουστικό και αξιολύπητο, όχι μόνο σε επίπεδο υλικού πλούτου. Η ταινία εμβαθύνει στην ψυχολογία του προνομίου για να δείξει πώς ο πλούτος διαβρώνει την ενσυναίσθηση και απομονώνει τους κατόχους του από την πραγματικότητα. Αποκηρύσσοντας τον ρομαντισμό και τη νοσταλγία, το όραμα του Οπενχάιμερ είναι αμείλικτα σύγχρονο και ξεκάθαρα πολιτικό.