33_01 1199564. (1)

Όπως εμφανίζεται σήμερα στις ‘The Opinion Pages’ των New York Times, ο Paul Krugman προβαίνει σε έναν απολογισμό που δε μοιάζει και τόσο ζοφερός και δεν ενστερνίζεται το γενικότερο ηττοπαθές κλίμα που επικρατεί σε σχέση με την τροπή των διαπραγματεύσεων. Υποστηρίζει, συγκεκριμένα, πως αν κάποιος διάβαζε όλα αυτά που γράφονται τις τελευταίες μέρες, θα πίστευε πως η όλη διαδικασία κατέληξε σε μια μεγάλη καταστροφή και πως ο ΣΥΡΙΖΑ παραδόθηκε άνευ όρων. Στην πραγματικότητα, οι διαπραγματεύσεις απέδωσαν καρπούς, παρ’όλο που οι μεγάλες μάχες ακόμα μαίνονται. Πριν από ο,τιδήποτε άλλο, σημειώνει πως πριν εξετάσει κανείς το αποτέλεσμα, πρέπει να λάβει υπ’ όψιν το γεγονός πως το θέμα που βρίσκεται στο προσκήνιο είναι το μέγεθος του πρωτογενούς πλεονάσματος. Το συνολικό χρέος αποτελεί περισσότερο έναν πιο «αφηρημένο παράγοντα» και έχει σημασία μόνο σε σχέση με το πρωτογενές πλεόνασμα που η υποχρεούται η χώρα να έχει κάθε φορά. Το ίδιο το γεγονός της ύπαρξης πρωτογενούς πλεονάσματος, δεδομένων των συνθηκών, αποτελεί εξαιρετικό κατόρθωμα και ήταν το αποτέλεσμα αιματηρών θυσιών. Ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν πάντοτε ξεκάθαρος πως θα επέλεγε την οδό ενός μέτριου πρωτογενούς πλεονάσματος για να μην υποχρεωθεί σε πρόσθετες επιβαρύνσεις των πολιτών.

Το κυρίαρχο ερώτημα άρα περιστράφηκε γύρω από το αν θα αναγκαζόταν η Ελλάδα να επιβάλλει κι άλλα μέτρα λιτότητας. Η προηγούμενη κυβέρνηση είχε συμφωνήσει με ένα πρόγραμμα, κατά το οποίο το πρωτογενές πλεόνασμα θα τριπλασιαζόταν μέσα στα επόμενα χρόνια εις βάρος, βέβαια, της εθνικής οικονομίας αλλά και του ίδιου του λαού. Εύκολα μπορούμε να φανταστούμε γιατί θα συμφωνούσε σε κάτι τέτοιο μία κυβέρνηση, εξηγεί ο Krugman, από τη στιγμή που πολλές κυβερνήσεις δεν τόλμησαν να εναντιωθούν στα σκληρά μέτρα που τους επιβλήθηκαν από το φόβο της επερχόμενης «τιμωρίας.»

Η Ελλάδα κέρδισε, ουσιαστικά, ένα μικρό διάστημα ελαστικότητας ενώ, ταυτόχρονα, αυτά που ειπώθηκαν για τις μελλοντικές απαιτήσεις που αφορούν στο πλεόνασμα ήταν αρκετά θολά. Οι πιστωτές συμφώνησαν στο να συνεχίσουν τη χρηματοδότηση για λίγους ακόμη μήνες, προσφέροντας μια μικρή ανάσα πριν τη μεγάλη μάχη που αναμένεται να διεξαχθεί λίαν συντόμως. Οι ισορροπίες κρατήθηκαν χωρίς να υποκύπτει ή να ολισθαίνει σε προκλήσεις η ελληνική πλευρά και αυτό από μόνο του είναι μια νίκη.

Η δημοσιονομική πολιτική της χώρας δεν είναι, βέβαια, το μοναδικό ζήτημα που έχει να αντιμετωπίσει. Υπήρχαν και υπάρχουν διαφωνίες σε σχέση με την ιδιωτικοποίηση της δημόσιας περιουσίας, σημείο στο οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ κατέληξε στο να μην επέμβει σε αυτά που έχουν ήδη συμφωνηθεί. Εκκρεμούν, από την άλλη, οι ρυθμίσεις στα εργασιακά, όπου αναμένεται δομική αναδιάρθρωση σε σχέση με την εποχή της λιτότητας. Επίσης, το φορολογικό αποτελεί ένα ακόμη κομβικό σημείο που θα πρέπει να τεθεί επί τάπητος και παρά τη ‘δυσάρεστη θέση’ στην οποία έρχεται μια αριστερή κυβέρνηση όταν καταπιάνεται με αυτό-για λόγους που δεν είναι για τον Krugman εύκολα αντιληπτοί- o ΣΥΡΙΖΑ δεσμεύτηκε να καταστείλει τη φοροδιαφυγή.

Τίποτα, λοιπόν, από όσα εξαγγέλθηκαν, δηλώθηκαν, συζητήθηκαν και συμφωνήθηκαν δε δικαιολογεί όλη τη ρητορική περί αποτυχίας που ακολούθησε και κατά πάσα πιθανότητα οφείλεται σε ματαιωμένες προσδοκίες τόσο ονειροπόλων αριστερών όσο και των σκληροπυρηνικών του επενδυτικού τύπου. Στην πραγματικότητα, η Ελλάδα φαίνεται να κλείνει έναν κύκλο ολοένα και πιο βάναυσων μέτρων λιτότητας και καλό είναι να θυμόμαστε πως αυτό είναι καλό όχι μόνο για την ίδια τη χώρα αλλά και για ολόκληρη την Ευρώπη, καθώς πίσω από το ελληνικό δράμα κρύβεται μια ευρωπαϊκή οικονομία η οποία, παρά τα τελευταία θετικά «νούμερα», ολισθαίνει διαρκώς σε μια αποπληθωριστική παγίδα. Η Ευρώπη οφείλει να θέσει ένα τέλος στην παράνοια της λιτότητας που έχει επιβληθεί και αξίζει να αναφερθεί πως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να μην επιβάλλει πρόστιμο σε Γαλλία και Ιταλία που απέτυχαν στην επίτευξη των στόχων σε σχέση με το οικονομικό τους έλλειμμα. Στη Γαλλία, συγκεκριμένα, δόθηκε η δυνατότητα να δανείζεται για τα επόμενα πέντε χρόνια με τόκο της τάξεως του 000,2%. Σε όλες αυτές τις εξελίξεις, θα έπρεπε ίσως να αναλογιστούμε αν η Ελλάδα έπαιξε κάποιο ρόλο σε σχέση με την επαναφορά μιας κοινής λογικής έπειτα από τη φρενίτιδα των προηγούμενων ετών. Ακόμη κι αν δεν το πιστεύει ακόμη κανείς, φαίνεται πως αρχίζει να ξεπροβάλλει η πρώτη αντίσταση από τους οφειλέτες εναντίον των μέτρων λιτότητας που τους επιβάλλονται.

Πηγή: www.nytimes.com