Tις μέρες του lockdown, το feed μας γέμισε με λογιών λογιών κέικ (μεγάλες στιγμές με το «κάθε σπίτι κι ένα banana bread»), με μπισκότα και ψωμιά, με ζύμες και γλυκά, σχεδόν μυρίζαμε από τις οθόνες μας φρεσκοφουρνισμένες συνταγές. Φυσικά, δεν πρόκειται για ελληνικό φαινόμενο. Ας δούμε με νούμερα τι συνέβη στη «μεγάλη αγορά»: Υπό κανονικές συνθήκες, το 96% του παραγόμενου αλεύρου στην Αμερική προορίζεται για εμπορική χρήση και μόλις το 4% για οικιακή. Τις πρώτες μέρες εγκλεισμού το ποσοστό οικιακής χρήσης διπλασιάστηκε ενώ παράλληλα, η πώληση μαγιάς αυξήθηκε κατά 600%. Η αύξηση αυτή δημιούργησε πρόβλημα στην τροφοδοσία των σούπερ μάρκετ που δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν στην ξαφνική ζήτηση.
Φαίνεται πως σε περιόδους έκτακτης ανάγκης ο κόσμος τρέχει να αγοράσει βασικά είδη που αντέχουν και διατηρούνται, όπως το αλεύρι που φάνηκε να αξιοποιήθηκε ιδιαίτερα στην πανδημία. Το ζύμωμα ψωμιού και η παρασκευή γλυκών – που μέχρι τώρα τα αγοράζουμε έτοιμα- υπήρξαν δραστηριότητες που συνδέθηκαν με την ψυχολογία του lockdown, γέμισαν τον χρόνο μας κι ενίσχυσαν το αίσθημα της αυτάρκειας.
Κι ενώ όλοι ήμασταν κλεισμένοι στο σπίτι, η Άννα Χαλικιά είδε μια πολύ εύκολη συνταγή της να γίνεται viral. Σε ένα άδειο στούντιο στην Κυψέλη, πήρε το κινητό της και γύρισε μια συνταγή που σκάρωσε την προηγούμενη μέρα για νηστίσιμα σοκολατένια κουλουράκια με λίγα υλικά, τα οποία μάλιστα σε εμφάνιση δεν ήταν και τα πιο ινσταγκραμικά. «Κάποιοι έφτιαξαν και δυο και τρεις φουρνιές, τα ανέβαζαν σε stories κάνοντάς μας mention κι έτσι, αυτά τα ταπεινά σοκολατένια κουλουράκια είναι σήμερα μια από τις αναρτήσεις του blog μας με τις περισσότερες επισκέψεις».
Στην Άννα δεν μπορείτε να ζητήσετε μέσω Instagram να φουρνίσει κάτι μόνο για εσάς. Όμως, κάθε Παρασκευή, στο madameginger.com και στο instagram του blog θα βρείτε τη στήλη της “Anna’s Sweet Tooth”, τις γλυκές συνταγές της και χρήσιμα tips που θα διευκολύνουν τα ψησίματά σας στο σπίτι. «Το ερασιτεχνικό ψήσιμο, το baking που θα κάνει κι ο πιο αρχάριος στο σπίτι του, είναι ακριβώς το αντικείμενο με το οποίο ασχολούμαι. Με τα Anna’s Sweet Tooth δεν απευθύνομαι σε επαγγελματίες ζαχαροπλάστες αλλά σε όλους όσους λιγουρεύονται σπιτικά γλυκά και κυρίως δεν θεωρούν τον χρόνο που περνούν στην κουζίνα χαμένο».
Η ίδια άρχισε να πειραματίζεται με μαρίζ, φουέ και λαδόκολλες -κι έκαψε κάμποσα κέικ μέχρι να τους πάρει τον αέρα- όταν οι ευκαιριακές εργασίες που έβρισκε γύρω από τη θεατρολογία την άφηναν ανικανοποίητη τόσο οικονομικά όσο και ψυχολογικά. «Για λίγη ώρα ξεχνάς οτιδήποτε σε ζορίζει κι απασχολείς το μυαλό σου και τα χέρια σου με υλικά τα οποία, αναλόγως πως θα τα διαχειριστείς, καταλήγουν σε ένα διαφορετικό αποτέλεσμα. Οι εποχές είναι δύσκολες κι ο κόσμος έχει ανάγκη από τετοιες διεξόδους: το baking είναι μια μορφή θεραπείας, μια πολύ υγιής δημιουργική απασχόληση, φιλική προς το πορτοφόλι και με χειροπιαστό αποτέλεσμα».
Τα γλυκά που αγαπά πολύ και φτιάχνει συνήθως ενάντια στα Sunday blues είναι συνήθως τα πιο απλά, «τα “ευκολάκια”, αυτά που φαίνεται να αγαπά περισσότερο και ο κόσμος. Τώρα τελευταία που πειραματίζομαι με εναλλακτικά υλικά, με συνταγές δίχως αυγά, βούτυρο και λευκή ζάχαρη η προσπάθειά μου γύρω από κάθε γλυκό έχει αυξηθεί. Κανείς δε θέλει γεύση “σοδίλας” (σ.σ. από τη μαγειρική σόδα) σε ένα vegan κέικ ή ακόμα ένα vegan παγωτό με γεύση καρύδα. Όλα αυτά θέλουν πειραματισμό, επιμονή και πολλή υπομονή».
Υπάρχουν λοιπόν εκείνοι που με το που ανεβαίνει η γλυκιά συνταγή της Παρασκευής στο IGTV, πάνε στην κουζίνα, την ετοιμάζουν γρήγορα-γρήγορα κι ένα μισάωρο μετά τη δημοσίευση της στέλνουν μηνύματα όπως «είναι ήδη στο φούρνο/θα σπάσει η μύτη μου από τη μυρωδιά/ μπορώ να βάλω μαύρη ζάχαρη αντί για μέλι στο γλάσο;». «Γουστάρω που ακόμα και άνθρωποι που δεν έχουν ξαναφτιάξει στη ζωή τους γλυκό, βλέπουν τη συνταγή, σκέφτονται ότι το “έχουν” και μπαίνουν δίχως φόβο στην κουζίνα. Γουστάρω που ένα κορίτσι μου έστελνε εν μέσω καραντίνας φωτογραφίες από το banana bread που έφτιαξε κι ήταν προβληματισμένη για το σκούρο χρώμα του, που με ρωτούσε αν υπάρχει περίπτωση να το έκαψε γιατί ήθελε να το προσφέρει στον γείτονα του διπλανού μπαλκονιού με τον οποίο υπήρχε ένα φλερτ».
Όταν πριν από περίπου 10 χρόνια η Έρη Καρακούση αποφάσισε να ακολουθήσει τη χορτοφαγική διατροφή, δεν υπήρχαν πουθενά vegan γλυκά. Γι’ αυτό ξεκίνησε να πειραματίζεται για να ικανοποιήσει μία δική της ανάγκη. Παράλληλα, οι περισσότεροι φίλοι της ανήκουν στην punk και DIY σκηνή της Αθήνας και κάπως έτσι βρέθηκε να κάνει vegan catering σε punk μπάντες που επισκέπτονταν την Αθήνα για συναυλίες. Αυτή είναι η σύντομη ιστορία για το πώς προέκυψε το Eri Bakes Vegan, για όσα ψήνει στην κουζίνα του σπιτιού της και μπορείτε να τα παραγγείλετε 5 με 6 μέρες πριν από την ημέρα που θέλετε να τα απολαύσετε.
Πέρα απ’ αυτούς που έχουν πάθος με τη μαγειρική και της αφιερώνουν πάντα χρόνο, παρατηρεί ότι το internet -και πιο συγκεκριμένα, το Instagram- έχει ωθήσει περισσότερο κόσμο να ασχοληθεί με τα ψησίματα, έστω κι ερασιτεχνικά. «Μπορείς να βρεις αμέτρητες συνταγές από bloggers για όλα τα γούστα, για όλες τις διατροφικές συνήθειες, συνταγές υγιεινές ή junk, εύκολες ή δύσκολες αναλόγως τι αναζητά ο καθένας. Συνήθως, οι συνταγές προβάλλονται με ωραίες καλοστημένες εικόνες ή βίντεο που σε κάνουν να θες να δοκιμάσεις να τις φτιάξεις κι εσύ. Σίγουρα το σπιτικό έχει άλλη αξία, όταν έχεις καταφέρει να φτιάξεις κάτι με τα χέρια σου και σου πετυχαίνει στη γεύση παίρνεις άλλη ικανοποίηση».
«Το baking είναι μια μορφή θεραπείας, μια πολύ υγιής δημιουργική απασχόληση, φιλική προς το πορτοφόλι και με χειροπιαστό αποτέλεσμα».
Είναι αυτοδίδακτη στη vegan ζαχαροπλαστική και γι’ αυτό πειραματίζεται διαρκώς, οι περισσότερες προσπάθειες και αλλαγές που έχει κάνει είναι κυρίως στις ζύμες για cinnamon rolls, για τα donuts, για τη babka (εβραϊκό γλυκό ψωμί), για το τσουρέκι.«Με κολακεύει ιδιαίτερα το ότι πολλοί δεν καταλαβαίνουν ότι τα γλυκά μου είναι vegan, το ακούω κυρίως από άτομα που δεν ακολουθούν αυτόν τον τρόπο ζωής και διατροφής, από ανθρώπους που περίμεναν πως θα γευτούν κάτι περίεργο».
Ποιος θα ήθελε να δοκιμάσει τα εναλλακτικά γλυκά της; «Σίγουρα θα ήθελα να κάνω cinnamon rolls για τον Σεθ Ρόγκεν και να φτιάξουμε παρέα κεραμικά».
Η Ιωάννα Μαστροκόλια θυμάται το προζυμένιο καρβέλι να βγαίνει από τον ξυλόφουρνο, τη γεύση που είχαν τα καλοκαίρια της στην Κεφαλονιά ως παιδί. Η αγάπη της για τα ψησίματα είναι ένα μικρόβιο που νιώθει ότι κληρονόμησε από τη γιαγιά της κι έτσι, μεγαλώνοντας, σπούδασε αρτοποιία και ζαχαροπλαστική. «Όταν ξεκίνησα να ψήνω ασχολήθηκα με άλλα είδη ψωμιού, δεν έπιασα αμέσως το προζύμι. Ένας φίλος μου σεφ μου έδωσε λίγο από το δικό του και τότε άρχισα να διαβάζω, να ψάχνω, να πειραματίζομαι. Αυτό που με γοητεύει στο χειροποίητο ψωμί είναι ότι ποτέ δεν θα βγει ακριβώς το ίδιο με την προηγούμενη φορά, οπότε, ενώ μου πήρε καιρό να βρω την ιδανική για μένα συνταγή πάντα η γεύση του έχει κάτι άλλο να μου δείξει».
Η ενασχόληση με το ψωμί απαιτεί χρόνο, είναι μια διαδικασία που μπορεί να απορροφήσει πλήρως όποιον την ακολουθήσει, «γυρνάς σε μια τέχνη τόσο αρχέγονη που -ειδικά αν ζεις σε ένα αστικό περιβάλλον- σε απομακρυνει απ’ όλη τη φασαρία και τους γρήγορους ρυθμούς, σε χαλαρώνει. Βλέπω ότι όλο και περισσότεροι έχουμε αρχίσει να βάζουμε μεγαλύτερη προσπάθεια στο φαγητό που φτιάχνουμε στο σπίτι». Την ίδια στιγμή, πολλά από τα εστιατόρια της πόλης προσφέρουν πλέον το δικό τους ψωμί. «Κι όσα δεν το κάνουν μέχρι τώρα είναι θέμα χρόνου να το ξεκινήσουν».
Σε μια εκδρομή με φίλους, η Ιωάννα είχε κουβαλήσει στις αποσκευές τα ψωμιά της προκειμένου να φτιάξει πρωινό για όλους. «Αν και ήταν μια απλή φέτα με βούτυρο και μαρμελάδα, όλοι ενθουσιάστηκαν, τους έβλεπα να το τρώνε με τόση λαχτάρα και χαρά, δεν μπορώ να σκεφτώ τίποτα πιο όμορφο από αυτή την αντίδραση». Ετσι κι αλλιώς, πιστεύει ότι το ψωμί είναι κάτι που πρέπει να μοιράζεσαι με μια ωραία παρέα. «Είναι για μένα συνδεδεμένο με τη φιλοξένια, μου βγάζει ένα συναισθημα ζεστασιας κι όπου μαζεύονται φίλοι πρέπει να υπάρχει κι ένα νόστιμο ψωμί, με κάποια απλά συνοδευτικά, με καλό λάδι, ελιές αφράλα, με βούτυρο και μέλι».
Σε μία από τις καλύτερες κωμωδίες της δεκαετίας που μας πέρασε, στο Bridesmaids του Πολ Φιγκ, η Κρίστεν Γουίγκ κρατάει τον ρόλο της Άνι που κάπως πεσμένη από τις αναποδιές της ζωής κι ενώ ανησυχεί για το που πάνε οι φιλίες της, βγάζει μια φόρμα ψησίματος κι αφιερώνεται στο να φτιάξει ένα και μόνο εντυπωσιακό cupcake, για να το απολαύσει μόνη της. Στην πραγματική ζωή, η Μαριεττα Κωστούρου βάφτισε το εγχείρημά Anthos Cupcakes αφού όλα τα γλυκά της μοιάζουν ανθισμένα από τη βουτυρόκρεμα που χρησιμοποιεί για να τα στολίσει με πολλή λεπτομέρεια. «Το baking είναι για μένα μια μορφή ψυχοθεραπείας, χαλάρωσης και μείωσης άγχους από την καθημερινότητα και τους έντονους ρυθμούς, εκφράζει τη δημιουργικότητα που έχει καθένας μέσα του, δίνει χαρά και ζεστασιά. Και με την περίοδο του lockdown όλο αυτό βρήκε ένα χώρο να ανθίσει ακόμη περισσότερο».
Τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί με το σπίτι που μυρίζει φθινόπωρο από τα μήλα που καραμελώνουν σε μια μηλόπιτα που φουρνίζεται. Ή κανένα συναίσθημα που θα σου προσφέρει ένα έτοιμο γλυκό δεν μπορεί να συγκριθεί με την πρώτη μπουκιά από το δικό σου που πέτυχε.
Τις πρωινές ώρες εργάζεται ως παιδαγωγός κι όταν επιστρέφει σπίτι ψήνει δεκάδες cupcakes, παραγγελίες για γενέθλια, γάμους και πάρτι γενεθλίων. «Από μικρή είχα την ταση να ανακατεύομαι στα πόδια του παππού μου, ο οποίος είχε ένα παραδοσιακό καφενείο κι έφτιαχνε γλυκά ταψιού και παγωτά. Έπειτα, ο μπαμπάς μου πάντα είχε τις καλύτερες συνταγές με αλεύρι, έφτιαχνε από ψωμί και πίτες μέχρι κάθε λογής γλυκά. Το baking με γοήτευσε νωρίς και πραγματικά».
Σε μια βάπτιση με θέμα τη ζούγκλα της ζήτησαν να φτιάξει cactus cupcakes. «Μια καλεσμένη που είδε το cupcake σε σχήμα γλαστράκι και από πάνω τον κάκτο το πέρασε για αληθινό και το πήρε σπίτι γιατί ήθελε να το φροντίσει. Μου το είπαν αργότερα και μου φάνηκε τόσο χαριτωμένη και γλυκιά ιστορία». Όπως είδαμε και στην ταινία του 2011, η Μαριέττα πιστεύει ότι το να προσφέρουμε ένα μόλις cupcake είναι ικανό να φτιάξει τη διάθεση σε εκείνον τον φίλο ή τη φίλη που δεν είναι στα καλύτερα του, και γι΄αυτό μας προτείνει να τα προσφέρουμε πέρα από κοινωνικές εκδηλώσεις. «Τo baking ως έκφραση αγάπης είναι πραγματικότητα. Καμιά φορά είναι δύσκολο να εκφράσεις την αγάπη σου σε κάποιον, αλλά μπορείς να τη δείξεις φτιάχνοντας και προσφέροντάς του κάτι γλυκό».
Αν δεν υπήρχε το baking στον κόσμο πόσα θα είχαμε χάσει, σε στιγμές, γεύσεις, συναισθήματα; «Δεν μπορώ καν να το φανταστώ. Και μένα μου αρέσει να παίρνω γλυκά από καλά ζαχαροπλαστεία, όμως τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί με το σπίτι που μυρίζει φθινόπωρο από τα μήλα που καραμελώνουν σε μια μηλόπιτα που φουρνίζεται. Ή κανένα συναίσθημα που θα σου προσφέρει ένα έτοιμο γλυκό δεν μπορεί να συγκριθεί με την πρώτη μπουκιά από το δικό σου που πέτυχε, είναι εκείνη η στιγμή που υπόσχεσαι στον εαυτό σου ότι ποτέ ξανά δεν θα αγοράσεις μπουγάτσα απ’ έξω. Χωρίς το baking θα είχαμε σίγουρα περισσότερο εκνευρισμό, ο πάγκος της κουζίνας θα έμοιαζε θλιμμένος χωρίς την πιατέλα με το κέικ που εξαφανίζεται σταδιακά, κομμάτι-κομμάτι. Θα χάναμε αυτό το μοναδικό συναίσθημα, ότι ακόμα κι όταν όλα γύρω μας καταρρέουν, τουλάχιστον τα μπισκότα βγήκαν απ’ τον φούρνο όπως τα φανταστήκαμε», λέει η Άννα ενώ απλώνει το λαχταριστό frosting της σε ένα αφράτο carrot cake που ετοιμάζεται να φωτογραφηθεί και να γοητεύσει.