«Το ΝΒΑ η καλύτερη λίγκα του πλανήτη. Αλλά, κάπου έχει χάσει τον σεβασμό της απέναντι στο ίδιο το άθλημα», λέει ο Δημήτρης Κατσιώνης aka Hoopfellas
Δημήτρης Κατσιώνης aka Hoopfellas (φωτό: Κατερίνα Σαμαρτζή/ FOSPHOTOS)
Κάπου στα τέλη των 90s η λίγκα του ΝΒΑ συγκάλεσε σύσκεψη με μερικούς από τους «σοφούς» του αθλήματος έχοντας στόχο την υπογραφή καινούργιών «πρωτοκόλλων» αναφορικά με την εξέλιξη του αθλήματος. Ο στόχος της αύξησης του pace ήταν μονόδρομος για να μπορέσει η λίγκα να συσπειρώσει γύρω της (σε μια εποχή που έχανε το πιο δυνατό χαρτί της, τον Μάικλ Τζόρνταν) μια μεγαλύτερη βάση οπαδών προάγοντας το άθλημα, πρωτίστως σε εμπορικό επίπεδο. Η επιστήμη των εξειδικευμένων στατιστικών προήγαγε την εκτέλεση από την περίμετρο και την αναζήτηση των lay ups μετατρέποντας το τρίποντο σε καινούργιο Θεό του αθλήματος. Την ίδια στιγμή το παραδοσιακό midrange shot («σουτ μέσης απόστασης») και η επίδραση των old school ψηλών παιχτών και του low post παιχνιδιού έμπαιναν αθόρυβα στο συρτάρι. Η γνωστή και ως freedom of movement-κατεύθυνση που έδωσε η λίγκα στο παιχνίδι με την αλλαγή των κανονισμών (μείωση των επαφών, μεγαλύτερη ελευθερία κίνησης) επέβαλλε ένα ευρύτερο πλαίσιο χώρων το οποίο προωθεί το γρήγορο τέμπο και τη χρησιμότητα του παίχτη που μπορεί να σουτάρει. Το κύμα των pace & space επιθέσεων και το μοντέλο ανάπτυξης που βασίζεται στη κυκλοφορία της μπάλας και τη κίνηση μακριά από αυτήν (το οποίο γεννήθηκε στις κεντρικές πολιτείες της Αμερικής και τελειοποιήθηκε στην Ανατολική Ευρώπη) χτύπησε τον Ατλαντικό και πάλι με διαφημιστικό αρωγό τη μεγάλη ομάδα των Golden State Warriors.
Σήμερα, η κορυφαία λίγκα του πλανήτη, μετρώντας τη δύναμη της εικόνας και την ταχύτητα με την οποία εξαπλώνεται η πληροφορία σε ολόκληρο τον πλανήτη προσπαθεί (με εργαλείο ακριβώς αυτή την αύξηση των διαθέσιμων χώρων και της ταχύτητας) να δημιουργήσει νέους «ήρωες» οι οποίοι θα σταθούν δίπλα στα τοτέμ του ένδοξου παρελθόντος (στα 60s τα απίστευτα νούμερα του Ουίλτ Τσάμπερλειν και του Όσκαρ Ρόμπερτσον γεννήθηκαν σε παιχνίδι ιλιγγιώδους ταχύτητας), όμως κάπου έχει χάσει τον σεβασμό της απέναντι στο ίδιο το άθλημα. Είμαστε στο σύνορο της εποχής των 200 πόντων. Η βραδιά που θα δούμε αυτό το παιχνίδι είναι πολύ κοντά. Αυτό που ξεκίνησε ως φλόγα με τους Σανς του Ντ’Αντόνι στα mid 00s (σκεφτείτε ότι αυτή η ταχύτατη ομάδα έπαιζε σε pace το οποίο σήμερα θα βρισκόταν στον πάτο της λίγκας) εξαπλώθηκε ως υγρό πυρ πάνω από τον πλανήτη του ΝΒΑ. Τα σημάδια στον ουρανό έρχονται ένα-ένα. Οι Ρόκετς πέρυσι έγιναν η πρώτη ομάδα στην ιστορία που σούταρε περισσότερα τρίποντα από δίποντα στη σεζόν. Ο κανόνας του “3 is more than 2” έχει ποτίσει τους πάντες. Ως άλλη «Ζαν ντ’Αρκ», ο Γκρεγκ Πόποβιτς δηλώνει συνεχώς την απέχθεια του στη νέα μορφή που έχει πάρει το παιχνίδι. «Είναι απλά βαρετό», λέει…
Συμφωνώ κόουτς.
Ο Γκρεγκ Πόποβιτς παραμένει old school, οι Spurs ανθίστανται στην επέλαση του τρίποντου. Πριν λίγες μέρες, η ομάδα του 154 πόντους (τους περισσότερους μετά τους Suns το 2010) με μόλις 19 προσπάθειες έξω από τα 7.25… (φωτο: EPA/JASON SZENES)
Ας θέσουμε τη συζήτηση όμως στη σωστή της βάση. Το ΝΒΑ παραμένει με διαφορά η καλύτερη λίγκα του πλανήτη. Η διαφορά στο φυσικό/αθλητικό πακέτο και στην ατομική δεξιότητα του αθλητή (όπως και στην τεχνογνωσία σχετικά με την προσωπική βελτίωση του παίχτη) είναι τεράστια σε σχέση με την Ευρώπη. Φιλοξενεί ακόμα τις περισσότερες προπονητικές ιδιοφυΐες του πλανήτη και ας είναι ξεκάθαρα η «λίγκα του παίχτη-σταρ». Ένα ATO του Μπραντ Στίβενς είναι στα μάτια ενός μύστη του αθλήματος το ίδιο θεαματικό με ένα σαρωτικό κάρφωμα του Λεμπρόν. Όμως αυτή η λίγκα έχει χάσει την πνευματικότητα της. Και αυτό είναι πολύ πιο σοβαρό από όσο ίσως νιώσατε διαβάζοντας την τελευταία αυτή φράση, γιατί καθορίζει τη σχέση με τον πελάτη της αλλά και τον ίδιο της τον εαυτό. Η ευκολία με την οποία οι ομάδες φτάνουν στο καλάθι και οι νέοι στόχοι που θέτουν για να προσαρμοστούν στη νέα πραγματικότητα οδηγούν σε υδροκεφαλισμό αναφορικά με την ιεράρχηση των αγωνιστικών προτεραιοτήτων, σε ομαδικό κι ατομικό επίπεδο, και μια ασυναίσθητη χαλάρωση στον αέρα που μπαίνει στα πνευμόνια των παιχτών και των θεατών. Πολλές από τις ομάδες δυσκολεύονται να είναι το ίδιο ανταγωνιστικές και στις δύο πλευρές του παρκέ.
Η ρομποτοποίηση θα φέρει «βία». Τα πρώτα καμπανάκια έχουν ήδη χτυπήσει. Οι «σοφοί» του αμερικανικού μπάσκετ έσπρωξαν το άθλημα προς μια θεμιτή κατεύθυνση με στόχο μια νέα εμπορική εκτόξευση του προϊόντος όμως πλέον κινδυνεύουν από το ίδιο τους το δημιούργημα που τείνει να στραφεί ενάντια στη φύση του αθλήματος. Το παιχνίδι στην Αμερική, κύριοι, έχει χάσει τη πνευματικότητα του. Αργά ή γρήγορα, το αόρατο χέρι της λίγκας θα αναγκαστεί, για μια ακόμα φορά, να παρέμβει..
Περισσότερες αναλύσεις και για τις δύο πλευρές του Ατλαντικού στο
hoopfellas.gr
«Οι Πουριτανισμοί του Σοφού Γέροντα», αυτός είναι ό τίτλος που βάζει στη δήλωση του Πέσιτς ο Χρήστος Καούρης
Ο Χρήστος Καούρης στο παρκέ της Ευρωλίγκας
Οι άνθρωποι που νιώθουν πως δεν έχουν πολλά να αποδείξουν κι ελάχιστα να χάσουν είναι χρήσιμοι. Ξεστομίζουν συνήθως το πρώτο πράγμα που τους κατεβαίνει στο κεφάλι: πρωτόγονες, κοφτερές απόψεις, χωρίς φτιασίδια και διπλωματία. Αυτή είναι η περίπτωση του 69χρονου Σβέτισλαβ Πέσιτς, ο οποίος μετά από 51(!) χρόνια ενασχόλησης με το μπάσκετ σαν παίκτης και προπονητής επέστρεψε μάλλον από σπόντα στους πάγκους, και λογικά σύντομα θα επιστρέψει στην τιμημένη αποστρατεία. Ο προπονητής της Μπαρσελόνα δεν ενδιαφέρεται να γίνει αρεστός, ουδόλως τον αγγίζουν τα social media και νιώθει άνετα με αυτό που είναι: ένας πουριτανός του μπάσκετ, ένας αληθινός basketball purist.
Το ζήτημα προφανώς δεν είναι αν το ΝΒΑ είναι μπάσκετ ή όχι, αφού το ίδιο το ερώτημα είναι τόσο αφοριστικό που καταρρίπτεται από την ίδια τη διατύπωσή του. Ακόμα όμως και να ξεπεράσουμε τον υπέρτιτλο ως μια πικρόχολη κουβέντα ενός σοφού γέροντα απέναντι στους αναιδείς καινοτόμους, είναι αδύνατον να μην υποψιαστεί κανείς πως αν το μπάσκετ ήταν στο χέρι του Πέσιτς, το χρονόμετρο θα ήταν ακόμη στα 30″, το τρίποντο στα 6.25 και τους αγώνες θα τους κέρδιζαν οι πιο έξυπνοι, ακόμη κι αν δεν πήδαγαν εφημερίδα και κάπνιζαν ένα πακέτο άφιλτρο με τον πρωινό εσπρέσο.
Η εξέλιξη των μπασκετμπολιστών σε αθλητές τοπ επιπέδου, το παιχνίδι που απαγκιστρώνεται από θέσεις χάρη στην τεχνική που είναι προϋπόθεση όλων, οι σουτέρ που καταργούν τις παραδοσιακές αποστάσεις, η χρησιμοποίηση της τεχνολογίας για να ανακαλυφθεί ο βέλτιστος τρόπος επίθεσης: όλα αυτά και πολλά ακόμη ξεκίνησαν από την μητέρα του παιχνιδιού, η οποία ζει στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού. Προφανώς δεν είναι όλα ρόδινα, αφού η υπεραπλουστευτική τάση που είναι ο κανόνας της ψηφιακής μας εποχής, επηρεάζει και το μπάσκετ. Η προστασία της επίθεσης σε σχέση με την άμυνα έχει πάρει διαστάσεις φανερής ανισορροπίας, εξέλιξη που οι ίδιοι οι Αμερικανοί συζητούν συχνά σχετικά με το αν αυτή ωφελεί ή βλάπτει το άθλημα.
Προσωπικά, δεν βρίσκω λόγο να μην περάσω καλά βλέποντας ένα παιχνίδι ΝΒΑ, όπως διασκεδάζω δουλεύοντας στην Ευρωλίγκα, με πολύ διαφορετικό φυσικά τρόπο. Οι θεμελιώδεις διαφορές στη νοοτροπία και την οπτική του αθλητισμού συνολικά και του μπάσκετ ειδικά είναι τόσο μεγάλες, που οι συγκρίσεις πρέπει να γίνονται προσεκτικά για να αποφύγουν την παγίδα της γραφικότητας.
Τι νούμερα άραγε θα έγραφε στο σημερινό smallball NBA o “Hakim the Dream”;
Ο Πέσιτς δεν θέλει, και πιθανότατα δεν μπορεί πια, να απαλλαγεί από τις μπασκετικές του προκαταλήψεις. Πιθανόν να είναι και άδικο να περιμένει κανείς κάτι τέτοιο. Το δεδομένο είναι πως αν ο Σέρβος θέλει να αξιοποιηθεί καλύτερα η εμπορική πλευρά του ευρωπαϊκού μπάσκετ, δεν είναι κακή ιδέα να δανειστούμε αρκετές ιδέές από τους γιάνκηδες, όπως άλλωστε κάνουμε ήδη. Όταν διάβασα τις δηλώσεις του, θυμήθηκα το 2016 και το υπέροχο κείμενο του Χακίμ Ολάζουον στο The Players Tribune, στο οποίο απαντά στο αν το small ball θα «εξαφανίσει» τους ψηλούς:
«Θα λάτρευα το σημερινό ΝΒΑ. Είναι όπως όταν ήμουν πρωτοετής στο κολλέγιο και δεν ήξερα τι υποτίθεται ότι έπρεπε να κάνει ένας σέντερ – οπότε έκανα τον γκαρντ. Δεν ήθελα να έχω θέση».
Ας μη φοβόμαστε λοιπόν την εξέλιξη. Και ας κρατάμε τους συντηρητικούς για να μας τραβούν το χαλινάρι: χώρος υπάρχει για όλους.
Ο
Χρήστος Καούρης κάνει ρεπορτάζ και μεταδίδει Ευρωλίγκα κάθε εβδομάδα για τα κανάλια
Nova Sports. Τις σημειώσεις του μπορείτε να τις διαβάζετε
εδώ
«Το ΝΒΑ δεν είναι (πρώτα απ’ όλα) μπάσκετ. Είναι (πάνω απ’ όλα) θέαμα…», ο Παναγιώτης Μένεγος κάνει τον δικηγόρο του διαβόλου
Δηλαδή, πόσο μας αρέσει το μπάσκετ του Τζέιμς Χάρντεν και των Houston Rockets; (φωτό: EPA/JOHN G. MABANGLO)
Δε θα ξεκινήσω από τον Σβέτισλαβ Πέσιτς. Θα ξεκινήσω από το εκ διαμέτρου αντίθετό του, από κάθε απόψη. Τον Τζέιμς Χάρντεν.
Μισώ το μπάσκετ του Τζέιμς Χάρντεν. Όχι φυσικά αμφισβητώντας – πώς θα μπορούσα άλλωστε; – τα ασύλληπτα προσόντα του (τον συγκλονιστικό τρόπο που περνάει από παθητική ντρίμπλα σε μια σταυρωτή που γελοιοποιεί τους αντιπάλους του/ το πρώτο βήμα του που αφήνει πίσω συντρίμμμια/ το πυρηνικό step back του που όλοι ξέρουν ότι θα το κάνει, αλλά όλοι το τρώνε). Μισώ τους 34 πόντους σε 37 λεπτά που βάζει φέτος στα μισά της κανονικής σεζόν. Μισώ πιο πολύ τους 40.8 που σκοράρει στα τελευταία δέκα παιχνίδια. Μισώ τα 29 σουτ που χρειάζεται σε καθένα από αυτά τα ματς για να τα καταφέρει (17 από αυτά είναι τρίποντα, τα 7 εύστοχα). Μισώ τα πανηγυρικά ποστ σχετικά με αυτά τα κατορθώματα που δεν αναρωτιούνται «δηλαδή ένας παίκτης αυτής της ικανότητας αν σουτάρει 30 φορές κάθε βράδυ, πόσους πόντους περιμένετε να βαλει; 4;». Μισώ τους Houston Rockets και τον προπονητή τους Μαικ Ντ’ Αντόνι που τους ενθαρρύνει να σουτάρουν 43 τρίποντα έναντι 42 διπόντων σε κάθε ματς μέχρι τώρα. Μίσω την επιφοίτηση που δέχθηκε ο Ντ’ Αντόνι, κάποτε πλέι μέικερ της Τρέισερ Μιλάνο, με την «επίθεση 7 δευτερολέπτων ή λιγότερο» – ευτυχώς δεν κέρδισε τίποτα με τους Phoenix Suns, δυστυχώς επηρέασε δίκαιους (τη σημερινή δυναστεία των Golden State Warriors) κι άδικους (όσους προσπαθούν να παίξουν αυτό το μπάσκετ χωρίς να έχουν τον Στιβ Νας). Μισώ τον GM των Rockets, Ντάριλ Μόρεϊ, τον άνθρωπο που εξάπλωσε ως ιό τη δική του ερμηνεία περί advanced stats στη λίγκα και σε σχεδόν μια βραδιά το ΝΒΑ έγινε ρολόι με δέκα παίκτες να ανεβοκατεβαίνουν το παρκέ σουτάροντας τρίποντα στη δεύτερη πάσα. Μισώ ότι μια εξέλιξη αυτής της κατάστασης είναι ο βασικός σέντερ των Bucks, Μπρουκ Λόπεζ, να σουτάρει 7 τρίποντα σε κάθε ματς (πριν 3 χρόνια σούταρε μόλις 0.2 με τoυς Nets στο Μπρούκλυν). Μισώ, σόρρυ Γιάννη, ότι οι Bucks είναι με τέτοιον σέντερ δεύτεροι σε όλη τη λίγκα. Μισώ ότι η λίγκα παρότι περνάει «τα καλύτερα χρόνια της ιστορίας της από πλευράς δημοτικότητας και ταλέντου» έχει εξελιχθεί σε ένα video game που παράγει ασύλληπτα ατομικά στατιστικά, υπέροχα 2λεπτα βίντεο για να βλέπουμε με την τσίμπλα στο μάτι κάθε πρωί, αλλά ένα θανάσιμα ομοιόμορφο παιχνίδι αν ξενυχτήσεις για να το παρακολουθήσεις επί 48 λεπτά και δεν είναι αγώνας πλέι οφ ή εθνικής τηλεοπτικής κάλυψης.
….
O Παναγιώτης Μένεγος είναι συνιδρυτής κι αρχιυντάκτης της Popaganda
Τώρα που ηρέμησα από το 25th Hour ξέσπασμα, με εξαίρεση τον τελευταίο αφορισμό, δεν μισώ φυσικά κανέναν. Ο «Μούσιας» είναι κάτι μοναδικό, ο Ντ’ Αντόνι ένας σπουδαίος μπασκετάνθρωπος, ο Λόπεζ οφείλει να συνιστά απειλή από μακριά για να ανοίγουν οι διάδρομοι για τον Γιάννη. Όμως το άθλημα χάνει στοιχεία (1 εναντίον 1, midrange, αμυντικά intangibles που δεν καταγράφονται στατιστικά) που φοβάμαι ότι θα επηρεάσουν, αν δεν το έχουν κάνει ήδη, κι αυτό που παίζουμε στη Γηραιά Ήπειρο. Γιατί ότι και να λέει ο Πέσιτς, οι Αμερικάνοι είναι οι πρωτοπόροι του αθλήματος. Και η Ευρωλίγκα, ναι μεν έχει πιο αναπτυγμένο το στοιχείο της τακτικής, αλλά δεν καθορίζει τις τάσεις. Αφήστε που έχει τα δικά της προβλήματα (όχι μόνο το πώς προωθείται) ως αιχμάλωτη της μονοτονίας του pick n’ roll και του 3&D μοντέλου που επιβάλλει εργάτες στη θέση πληρέστερων επιθετικά παικτών.
Το ΝΒΑ άφησε πίσω του γα τα καλά την gangsta περίοδο των early 00s με τα χαμηλά σκορ, τους προβληματικούς σταρ και την ξεθωριασμένη λάμψη. Εκτοξεύθηκε ξανά κι αργά ή γρήγορα θα δώσει μια νέα κατεύθυνση πατώντας ή καταργώντας το φρένο. Ας πούμε, το τρίποντο μάκαρι θα πάει πιο μακριά ή έλεος θα καλωσορίσουμε το σουτ 4 πόντων;
Μην είστε σίγουροι για τίποτα. Μέσα στην ξινισμένη «πλάβι» μούρη του, ο Πέσιτς έχει και λίγο δίκιο. Το ΝΒΑ δεν είναι (πρώτα απ’ όλα) μπάσκετ. Είναι (πάνω απ’ όλα) θέαμα…
* διόρθωση: στην αρχικη βερσιόν του τελευταίου σημειώματος αναφερόταν λανθασμένα ότι ο Ντάριλ Μόρεϊ έχει αποχωρήσει από τη θέση του, ενώ παραμένει ο General Manager των Rockets