Στο κομμωτήριο…
Της Μαρίας Παπαδημητρίου
Τη Δευτέρα πήγα κομμωτήριο.
Περιμένοντας τη σειρά μου άνοιξα το ipad.
Έπεσα στις δηλώσεις του κου Αχιλλέα Μπέου από το τηλεοπτικό κανάλι της Μαγνησίας, το TRT.
Ο κύριος Αχιλλέας Μπέος με ροζ πουκάμισο, ικανοποιημένος αλλά και οργισμένος μαζί, για τις αδικίες και τη λάσπη που τόσα χρόνια έχουν σπιλώσει το όνομα του, οπως είπε, είναι έτοιμος για εκδίκηση.
Και αφού λέει τη φοβερή ατάκα: «Δεν είμαι ο Ρουβάς είμαι ένας από εσάς…», φουντώνει επιτίθεται κατά του ανθυποψηφίου του, κατά των τεχνών, του πολιτισμού γενικώς, με ιδιαίτερη απαξία και εκφράσεις που σοκάρουν ενώ λευκά περιστέρα πετούν δεξιά και αριστερά του.
Τι το ήθελα και άνοιξα το ipad; Η κομμώτρια ακούγοντας όλα αυτά παθαίνει υστερία. Από την σύγχυση της πετσοκόβει την πελάτισσα και πετώντας την τσατσάρα και το ψαλίδι στο πάτωμα φωνάζει «Κλείστε το! Κλείστε το! Δεν μπορώ να ακούω αυτή την κακογουστιά, την αμορφωσιά, την υποκουλτούρα, τη χυδαιότητα, κλείστε το, σας παρακαλώ, δεν μπορώ να κουρέψω!»
Και το κούρεμα είναι τέχνη και θέλει ρεσπεκτ.
Η Μαρία Παπαδημητρίου είναι καλλιτέχνης και διδάσκει Εικαστικές Τέχνες στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας
Πατρίδα μου είναι εκεί που μίσησα και με μισήσαν περισσότερο απ’ οπουδήποτε αλλού*
Του Θεοδόση Μίχου
Έφυγα από τον Βόλο για να μετοικήσω στην Αθήνα τις πρώτες μέρες του Σεπτεμβρίου του 1998 και στα 16 χρόνια που έχουν μεσολαβήσει από τότε, με πρόχειρους υπολογισμούς δεν πρέπει να έχω περάσει στα πάτρια περισσότερες από 300 μέρες, που δεν ξέρω αν είναι πολλές ή λίγες, ξέρω απλώς ότι οι περισσότερες ήταν όταν ακόμη σπούδαζα, όταν ακόμη δεν είχα «σκυλιά-γατιά-δουλειές» (κυριολεκτικά). Έτσι πάει, που λέει και ο Kurt Vonnegut.
Το σημειώνω αυτό όχι τόσο για να τονίσω το προφανές, ότι θα ήθελα να μπορούσα ακόμη να περνάω όσες μέρες θα ήθελα στον τόπο που γεννήθηκα, που παραμένει ένας από τους πιο αγαπημένους μου τόπους γενικώς – και όχι μόνο γιατί γεννήθηκα εκεί αλλά γιατί είναι και ένας από τους πιο ωραίους τόπους που έχω επισκεφτεί μέχρι σήμερα, γιατί «είναι δίπλα το Πήλιο», γιατί «συνδυάζει το βουνό με τη θάλασσα», για τα «χαλαρά τσίπουρα το μεσημέρι μετά τη δουλειά» (με γλυκάνισο εννοείται, έτσι το πίνουμε οι Βολιώτες), για όλα τέλος πάντων τα ωραία κλισέ που χρησιμοποιούν όλοι όταν μιλάνε για το Βόλο.
Το σημειώνω αυτό για να τονίσω ότι ακριβώς επειδή όσο περνάει ο καιρός και η σχέση μου με τη γενέθλια πόλη μου υφίσταται ολοένα και περισσότερο στο σύμπαν του μυαλού μου παρά στη σφαίρα της καθημερινότητάς μου, η εκλογή Μπέου επί της ουσίας μου προκαλεί μόνο κατάτι μεγαλύτερη θλίψη από άλλα τραγελαφικά αποτελέσματα των πρόσφατων εκλογών – όλα πλην του 9,4% των χρυσαυγιτών στις ευρωεκλογές, που είναι τραγικό και τίποτα άλλο, μιας και επιβεβαιώνει πανηγυρικά ότι σχεδόν 540 χιλιάδες άξιοι συμπολίτες μας στηρίζουν πια συνειδητά τους εγκληματίες, δολοφόνους, ρατσιστές, νεοναζί.
Δε μπορώ να ξέρω για ποιους ακριβώς λόγους μπορεί κάποιος να επιλέξει ως δήμαρχο της πόλης στην οποία ζει κάποιον υπόδικο, κάποιον που «παραμένει ο άρχοντας της παράγκας, ο βασιλιάς των στημένων αγώνων. Παραμένει ο άνθρωπος που δήλωσε “ντρέπομαι που η μάνα μου με γέννησε στο Βόλο”», όπως σωστά επισήμανε το προφανές η Λώρη Κέζα σε άρθρο της στο Βήμα. Φαντάζομαι, όμως, ότι αν έπιανα την κουβέντα με κάποιον από αυτούς τους ψηφοφόρους (κάποιον που θα μπορούσε να βάλει πέντε λέξεις στη σειρά, και όχι κάποιον αούγκανο κάφρο των γηπέδων, σαν κι αυτούς που τον χειροκροτούσαν και αμολούσαν ελεύθερα λευκά περιστέρια, την ώρα που ο νέος τους δήμαρχος διακήρυττε στον παρθενικό του λόγο, πως ούτε λίγο ούτε πολύ θα μετατρέψει τον Βόλο σε ένα απέραντο σκυλάδικο – υποθέτω δηλαδή ότι αυτό εννοεί κάποιος που λέει ότι «θα γίνει της Πάολας») ίσως να μου έλεγε ότι «και οι προηγούμενοι έφαγαν τον αγλέωρα» ή ότι «και τους προηγούμενους τους τρέχουν στα δικαστήρια», για να κλείσουν με το κλασικό απόφθεγμα του θυμόσοφου λαού: «αυτός μας μάρανε δηλαδή;»
Μετά εγώ θα σκεφτόμουν να τον ρωτήσω αν περνάει από το μυαλό του ότι οι επιλογές που έχουμε σε αυτή τη ζωή, ως πολίτες που έχουν κατοχυρωμένο δικαίωμα ψήφου (αλλά και γενικώς ως άνθρωποι) δεν είναι μόνο ο πάτος και ο απόπατος – αυτό είναι ένα ψευδοδίλημμα που λειτουργεί ως ελαφρυντικό κυρίως για αυτούς που επιλέγουν τον απόπατο, γιατί είναι γούστο τους και καπέλο τους και καουμποϊλίκι τους, γιατί βλέπεις, τόσο τους κόβει – ή αν κατανοούν ότι το «χειρότερο» δεν είναι απλώς εχθρός του κακού, αλλά δυο φορές δικός τους εχθρός. Μάλλον δε θα το έκανα όμως.
Θα προτιμούσα να πάρω ένα τηλέφωνο (ή έστω να στείλω ένα μήνυμα στο facebook βρε αδερφέ) κάτι παλιούς φίλους μου από το σχολείο που έφυγαν από τον τόπο που γεννήθηκαν και μετά από χρόνια επέλεξαν να επιστρέψουν εκεί ή κάποιους άλλους που δεν έφυγαν ποτέ γιατί δεν ήθελαν να φύγουν και όχι γιατί δε μπορούσαν, και τώρα που ξέρουν ότι το τιμόνι της πόλης τους, της πόλης μου, είναι στα χέρια αυτού του ανεκδιήγητου τύπου, έχει αρχίσει να μην τους χωράει ο τόπος, αυτός ο τόσο ωραίος τόπος. Και με το δίκιο τους.
Ο Θεοδόσης Μίχος είναι δημοσιογράφος και ιδρυτικό μέλος της Popaganda.
* στίχος του Γιάννη Αγγελάκα από τον δίσκο Κεφάλι Γεμάτο Χρυσάφι που κυκλοφόρησαν οι Τρύπες το 1996.
Με το καλό και δήμαρχοι*
Του Πέτρου Μανταίου
Δεν την επιβεβαίωσαν μεν, αλλά την άφησαν να τσουλήσει και δεν την μάζεψαν ακόμα («Εφ.Συν.» 7/1) την υποψηφιότητά τους για δήμαρχοι: ο «αδειούχος», τέως πρόεδρος του Νοσοκομείου Παίδων «Αγλαΐα Κυριακού» Χάρης Τομπούλογλου («αδειούχος», διότι στις… συνθηματικές τηλεφωνικές συνομιλίες του, έτσι… υπολογίζονταν οι μίζες, σε «μέρες αδείας»? μέρα και χιλιάρικο!), και ο παράγων στημένων ποδοσφαιρικών στοιχημάτων, πρώην τρόφιμος φυλακών, Αχιλλέας Μπέος. Στη Νέα Φιλαδέλφεια ο πρώτος, στα στέκια της οποίας είναι γνωστός με το… εύηχο προσωνύμιο «λαδιάς». Στον Βόλο ο έτερος, μετά την… ιστορική δήλωση: «Πάω για δήμαρχος τώρα, έχει τελειώσει για μένα το ποδόσφαιρο».
Διάβαζα στην «Εφ.Συν» τα στάδια της πολιτικής διαδρομής του Τομπούλογλου, όπως τα καταγράφει ο Φώτης Παπούλιας, και σκεφτόμουν ότι περίπου έτσι κάνουν –ή επιχειρούν να κάνουν– πολιτική καριέρα όλοι οι παραγοντίσκοι και κομματαρχίσκοι κωμοπόλεων, συνοικιών και προαστίων: ΟΝΝΕΔ, «Ρέιντζερς» (ποιος θυμάται!), Μεϊμαράκης, Αβέρωφ, Μιχάλης Λιάπης (η «οδηγάρα»!), υποψηφιότητες για δημοτικός σύμβουλος και βουλευτής, όπου γάμος, κηδεία και βαφτίσια πρώτος… Ο δημοτικός συνδυασμός του, τον οποίο ανακοίνωσε, ανεπίσημα, το φθινόπωρο, έχει την… αισιόδοξη ονομασία «Καλημέρα, όμορφη πόλη»! Όλα καλά, όλα ανθηρά (κινηματογραφική ατάκα του Βουτσά, αν δεν απατώμαι). Όλα καλά, όλα ανθηρά και περίπου έτσι κάνουν όλοι, αν ο «Τόμπης» (ένα ακόμα παρατσούκλι του) δεν ήταν επιρρεπής στις «μέρες αδείας». Για τον Μπέο, δεν έχω τι άλλο να προσθέσω πέραν της μνείας του ονόματος? τα λέει όλα. Τις δημαρχίες σκέφτομαι, Ν. Φιλαδέλφειας-Ν. Χαλκηδόνας και Βόλου. Όχι αν τους ανωτέρω «αστέρες» του… σκότους εκλέξουν οι δημότες πρώτους πολίτες της πόλης τους? αλί και τρις αλί μας τότε! Αλλά και μόνο που το σκέφτηκαν, οι εν λόγω «ρύποι», να βάλουν υποψηφιότητα, και οι αντίστοιχες πόλεις αδικούνται και –προπαντός αυτό– ο θεσμός της τοπικής αυτοδιοίκησης διασύρεται. Κάποια νομική πρόληψη έπρεπε, νομίζω, να υπάρχει!
Ο Πέτρος Μανταίος είναι δημοσιογράφος.
*Το συγκεκριμένο χρονογράφημα που μας έστειλε ο κ. Μανταίος δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών στις 10.1.14