Εδώ και 15 εβδομάδες, ένα από τα πιο όμορφα πράγματα που συμβαίνουν στον βαθύ παρανοϊκό ωκεανό του ίντερνετ λέγεται “The Red Hand Files”. Είναι το newsletter μέσα από το οποίο ο Νικ Κέιβ επικοινωνεί απευθείας με τους fans του, χωρίς επίσημες ανακοινώσεις, φιοριτούρες και διαμεσολαβητές. Ξεκίνησε στα τέλη Σεπτέμβρη όταν ο Κέιβ λειτουργώντας ως επιμελητής μιας ανάλογης στήλης περιοδικού π.χ. ως editor μιας στήλης που αφορά θέματα σχέσεων/σεξ, αποφάσισε να εκδώσει το Issue #1 απαντωντας στην ερώτηση ενός θαυμαστή από το Λοτζ της Πολωνίας σχετικά με το «πώς νιώθει για τη διαδικασία του γραψίματος σήμερα, πόσο έχει αλλάξει μετά από όσα συνέβησαν τα τελευταία χρόνια». Ο πολωνός Γιάκουμπ, δεν το ανέφερε πουθενά αλλά, φυσικά αναφερόταν και στην απώλεια που βίωσε ο Κέιβ το 2015 χάνοντας τον 15χρονο γιο του Άρθουρ που έχασε την ισορροπία του κι έπεσε σε έναν γκρεμό λίγο έξω από το Μπράιτον. Ήταν ένα οδυνηρό γεγονός που μόνο έμμεσα αποτυπώθηκε στον τελευταίο του δίσκο με τους Bad Seeds, Skeleton Tree, μιας και τα τραγούδια είχαν ήδη γραφτεί κι απέμεναν μόνο μερικά sessions ηχογράφησης μετά το τραγικό συμβάν. Έδωσε, όμως, ένα έξτρα βάρος στις ζωντανές εμφανίσης της παγκόσμιας περιοδείας που ακολούθησε και ήταν από τις συγκλονιστικότερες που έχει δώσει ποτέ, όπως είδαμε δύο φορές τον τελευταίο χρόνο στην Αθήνα (κυρίως τον Νοέμβριο του 2017).
Προσπαθώντας να διαπραγματευθεί την απώλεια που, σε διάφορες κυριολεκτικές ή αλληγορικές εκφράσεις της, υπήρξε πάντα βασική θεματική του, ο Κέιβ έχει «ανοίξει» αυτά τα τρία χρόνια, ακόμα κι όταν δεν δεν είναι πάνω στην σκηνή. Κυκλοφόρησε το 2016 το φιλμ One More With Feeling που φώτισε τις ηχογραφήσεις του Skeleton Tree, ενώ έχει ξεκινήσει και μια σειρά ομιλιών σε όλον τον κόσμο με τίτλο “Conversations With Nick Cave”.
To newsletter όμως, “The Red Hand Files”, είναι το αποκορύφωμα της εξωστρέφειάς του. Εκεί ο Κέιβ μιλάει για το ελαφρύ (τη συμβουλή “Head high and fuck ‘em all” που κρατάει από όσες του έδωσε η μητέρα του) και το ασηκωτο (σε μια κοπέλα από τις ΗΠΑ που είχε χάσει τρία δικά της πρόσωπα, απάντησε ξεκινώντας με το “It seems to me, that if we love, we grieve. That’s the deal”), για το πολιτικό (δημοσιοποίησε την επιστολή που έστειλε στον ήρωά του Μπράιαν Ίνο όπου τον περνά μια στο καρφί και μια στο πέταλο επειδή τον εγκαλεί γιατί παίζει με τους Bad Seeds στο Ισραήλ) και το δυστοπικό («τι θα έκανες αν ήξερες ότι ο κόσμος θα καταστραφεί σε 72 ώρες;», τον ρώτησε η Ηλέτρα από το Βερολίνο κι εκείνος απάντησε απλά “I’d freak the fuck out”). Είναι τρυφερός, σκληρός, άλλοτε κοφτός κι άλλοτε πολύ εκφραστικός, είναι ένας άνθρωπος που πότε μοιάζει να θέλει να σπάσει την πανοπλία του σούπερ σταρ που τον (ξε)χωρίζει από τους πιστούς, κι άλλοτε να την ενισχύσει. Η αλήθεια και η αμεσότητα των σημειωμάτων του έφτασε και μέχρι τo New Yorker που επιχείρησε να τα αναλύσει.
Προφανώς, δεν άργησε να βγει στην επιφάνεια το θείο. «Ως άθεος βρίσκω την πίστη των άλλων ανθρώπων στον θεό ακατανόητη αλλά και γοητευτική. Υπάρχει κάποιος τρόπος που μπορείς να εξηγήσεις τη δική σου πίστη;», ρώτησε ο Άλι από το Λονδίνο. Απο εκεί και η Μάγκι που ρώτησε «Πιστεύεις στον Θεό; Εννοώ προσωπικά, όχι μέσω των τραγουδιών σου», ενώ από το Ντένβερ ο Πίτερ είχε την απορία «πώς μπορεί να συμβεί σε κάποιον να σταματά την αναζήτησή του για το Θεό;». Ο Ζοάο από το Ρίο ήταν λακωνικός: «Υπάρχει Θεός, Νικ;».
Η απάντηση του Νικ Κέιβ, είτε την κρατάς είτε την αφήνεις, είναι μια θαυμάσια τροφή για σκέψη. Καλά Χριστουγεννα σε όλους…
Αγαπημένοι Άλι, Μάγκι, Ζοάο και Πίτερ, αλλά και όλοι όσοι έχετε κάνει παρόμοιες, σχετικές με τον Θεό, ερωτήσεις.
Στριφογυρίζω γύρω από την ιδέα του Θεού για δεκαετίες. Σέρνομαι αργά στην περιφέρεια της Μεγαλειότητάς του, κρατώντας την πένα μου στο χέρι, προσπαθώντας να τον περιγράψω με ζωντανό τρόπο. Μερικές φορές, νομίζω, σχεδόν τα κατάφερα. Όσο περισσότερο αφήνομαι να ανοίξω το μυαλό μου στο άγνωστο, τη φαντασία μου στο αδύνατο και την καρδιά μου στην έννοια του θεϊκού, τόσο πιο πολύ ο Θεός γίνεται εμφανής. Νομίζω ότι πάντα αυτό που παίρνουμε είναι αυτό που είμαστε πρόθυμοι να πιστέψουμε και ότι η εμπειρία μας για τον κόσμο φτάνει ακριβώς μέχρι τα όρια του ενδιαφέροντος και της πίστης μας. Εμένα αυτό που με ενδιαφέρει είναι η ιδέα της πιθανότητας και της αβεβαιότητας. Η πιθανότητα, από την ίδια της την φύση, εκτείνεται πέρα από τα δεδομένα που μας παρέχονται, και η αβεβαιότητα είναι αυτή που μας πάει μπροστά. Προσπαθώ, λοιπόν, να αντιλαμβάνομαι τον κόσμο με ανοιχτό και περίεργο μυαλό, χωρίς να επιμένω σε τίποτα άλλο πέρα από τη διεκδίκηση της ελευθερίας του να κοιτάμε πέρα από αυτά που νομίζουμε ότι ξέρουμε.
Υπάρχει Θεός; Δεν έχω κανένα στοιχείο για να δώσω κάποια απάντηση, καταφατική ή αρνητική, αλλά δεν είμαι σίγουρος ότι αυτή είναι η σωστή ερώτηση. Για μένα, η ερώτηση είναι τι σημαίνει να πιστεύεις. Το θέμα είναι ότι, κόντρα στην καλύτερη μου κρίση, το βρίσκω αδύνατο να μην πιστεύουμε, ή τουλάχιστον να μη μας απασχολεί η αναζήτηση της πίστης – που με έναν τρόπο είναι το ίδιο πράγμα. Η ζωή μου κυριαρχείται από την ιδέα του Θεού, είτε πρόκειται για την παρουσία είτε για την απουσία Του. Ειμαι πιστός και στις δύο, και στην παρουσία και στην απουσία Του. Είμαι πιστός στην ίδια την αναζήτηση, περισσότερο από το όποιο αποτέλεσμά της. Κατ’ επέκταση αυτής της πεποίθησης, τα τραγούδια μου είναι ερωτήσεις, σπάνια είναι απαντήσεις.
Στο φινάλε, με κάθε σεβασμό, δεν έχω το στομάχι για να σηκώσω την αθεϊα και την επιμονή της σχετικά με το τι γνωρίζουμε. Την αισθάνομαι ως αδιέξοδο, ως κάτι που δε με βοηθάει και είναι κακό για τη διαδικασία του γραψίματος. Μοιράζομαι με τους άθεους την διαπίστωση πολλών προβληματικών σημείων σχετικά με τη θρησκεία – το δόγμα, τον εξτρεμισμό, την υποκρισία, την έννοια της αποκάλυψης που συνοδεύεται από πανταχού παρόντα τρόμο – απλά αμφιταλαντεύομαι όσον αφορά τη, συχνά ναρκισσιστική, βεβαιότητα που πάει μαζί με την ιδέα ότι ο Θεός δεν υπάρχει. Δεν είναι απλά στη φύση μου μια τέτοια θεώρηση. Έχω, για καλό και για κακό, μια προδιάθεση στον διεστραμμένο κι αντιφατικό τρόπο σκέψης. Ίσως είναι κάτι σαν κατάρα, αλλά η ιδέα της αμφιβολίας, της άγνοιας, είναι ο κινητήριος μοχλός πίσω από οτιδήποτε κάνω. Ίσως ζω μια αυταπάτη, δεν ξέρω, αλλά είναι τελικά μια αρκετά εξυπηρετική αυταπάτη που βελτιώνει ραγδαία τη ζωή μου, τόσο δημιουργικά όσο και με άλλους τρόπους.
Άρα, πιστεύω τελικά στον Θεό; Κοιτάχτε, ενεργώ σαν να πιστεύω για το δικό μου γενικότερο καλό. Υπάρχει Θεός; Ίσως, δεν ξέρω. Αυτήν την στιγμή, ο Θεός είναι ένα έργο υπό διαμόρφωση.
Με αγάπη, Νικ.