Εάν βρεθεί κανείς στο Βόλο, η αλληλεγγύη είναι ένα από τα πρώτα πράγματα που θα διακρίνει. Πυρήνας της, είναι ο «Χώρος Κινημάτων – Στέκι Μεταναστ.ών/ριών» και οι άνθρωποί του. Το Στέκι αποτελεί ένα εγχείρημα πολιτικής και κοινωνικής αυτοοργάνωσης, έμπρακτης αλληλεγγύης, αντιεμπορευματικής, αγωνιστικής και δημιουργικής διαχείρισης. Ενάντια σε ρατσιστικές, εθνικιστικές, φασιστικές και σεξιστικές πρακτικές, προτάσσει τη συλλογικότητα ως απάντηση σε πολλές από τις καθημερινές ανάγκες των ανθρώπων.
Αυτο-οργανωμένα, αμεσο-δημοκρατικά και ισότιμα, τα μέλη του συναποφασίζουν για τις κοινωνικές και πολιτικές τους λειτουργίες. Από το 2005, όταν και δημιουργήθηκε, το κίνημα επιχειρεί να αποτελέσει ένα υγιές παράδειγμα οργάνωσης, σε συλλογικό, κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο, αγωνιζόμενο ενάντια στην κοινωνική εξαθλίωση που μαστίζει στη σύγχρονη καπιταλιστική δομή της κοινωνίας.
Ο Φώτης Σκούφης, μόνιμος κάτοικος Βόλου, είναι ένα από τα βασικά μέλη του κινήματος, που ενεργεί με γνώμονα το ενδιαφέρον για τον συνάνθρωπο. «Συμμετέχω στο Στέκι από το 2015, όταν και απέκτησε εξ ολοκλήρου αυτο-οργανωμένη μορφή. Πλέον είμαστε μία κοινωνική, αυτο-οργανωμένη δομή και η Συνέλευσή μας αποτελείται από δέκα περίπου άτομα. Τα τελευταία πέντε χρόνια, το στέκι στεγάζεται σε έναν ενοικιαζόμενο χώρο, στην Ιωλκού 33», μου εξηγεί καθώς ξεκινάμε την κουβέντα μας.Οι άνθρωποι της συνέλευσης και οι αλληλέγγυοι, βρίσκονται όπου τους καλεί το καθήκον, ενώ το Στέκι αποτελείται από πέντε βασικά προτάγματα: Εκείνο της πάλης των τάξεων, το αντιφασιστικό, το αντιρατσιστικό, το περιβαλλοντικό και το προσφυγικό. «Στην περιοχή μας έχουμε έντονα περιβαλλοντικά ζητήματα, τα οποία αυξάνονται διαρκώς. Πολύ άμεσα, πρόκειται να μας φέρουν μονάδα υγροποίησης αερίου στο λιμάνι του Βόλου, ενώ σκοπεύουν να ιδιωτικοποιήσουν τα νερά του Πηλίου και συγκεκριμένα την πηγή της Κρύας Βρύσης. Θα γίνουμε η αποθήκη αερίου της νοτιοανατολικής Ευρώπης, θα είναι σα να έχουμε μία τεράστια πυρηνική βόμβα στο λιμάνι. Επίσης, απόβλητα από την Ιταλία και τη Νότια Ευρώπη, έρχονται στο Βόλο για καύση. Αντιμετωπίζουμε σημαντικά περιβαλλοντικά ζητήματα» καταγγέλλει ο Φώτης.
Το Στέκι πήρε το όνομά του από τις πρώτες δράσεις του, που αφορούσαν τον μεταναστευτικό πληθυσμό. Η σημερινή του ονομασία, «Χώρος Κινημάτων – Στέκι Μεταναστ.ών/ριων», οφείλεται στην πολιτική που ακολουθεί, ενάντια στις σεξιστικές λογικές. Η οικονομική του στήριξη, προέρχεται από τις δράσεις που διοργανώνει. «Από τις προβολές ταινιών, μέχρι τις παρουσιάσεις βιβλίων, ο χώρος μας αγκαλιάζει τον πολιτισμό. Η τελευταία παρουσίαση, ήταν εκείνη του βιβλίου της δικηγόρου Μαριάνθης Νταφούλη, με τίτλο Ίκλι Αβρίκ». Ακόμη, στο στέκι παραδίδονται δωρεάν μαθήματα Ιταλικών, Γερμανικών, Ισπανικών και Ελληνικών κατά περιόδους, τόσο σε πρόσφυγες, όσο και σε όσους επιθυμούν να μάθουν μία ξένη γλώσσα.
«Οι περισσότεροι πρόσφυγες που βρίσκονται στο Βόλο, έχουν έρθει από τη Συρία, το Αφγανιστάν και την Αφρική», με πληροφορεί ο Φώτης καθώς μιλάμε για τον προσφυγικό πληθυσμό του τόπου. «Στην πόλη έχουμε το ανοιχτό στρατόπεδο του Μόζα, ενώ στην κλειστή δομή της Παιδόπολης τα πράγματα είναι πιο οργανωμένα. Στο camp του Μόζα – όπου απαιτήσαμε να έχουμε πρόσβαση – συνεισφέρουμε δίνοντας είδη ρουχισμού, ενώ οργανώνουμε καλέσματα, συλλογικές κουζίνες και μαζώξεις στα πολιτικά καφενεία. Βασική πολιτική μας είναι να μην προσφέρουμε αλκοόλ στους πρόσφυγες που επισκέπτονται τα καφενεία. Έχουμε επιλέξει να τους προσφέρουμε μονάχα υγιεινά πράγματα».
Αν και τα τελευταία πέντε χρόνια οι συλλογικές κουζίνες στήνονταν σποραδικά, από την ημέρα που ανακοινώθηκε το δεύτερο lockdown – δεδομένου ότι η εκκλησία διέκοψε τα συσσίτια για τους άπορους – το στέκι αποφάσισε να λάβει δράση. «Στις 8 Νοεμβρίου θέσαμε σε λειτουργία τις έκτακτες συλλογικές κουζίνες, κάθε Κυριακή. Στο τέλος του lockdown ένιωσα πολύ περήφανος, γιατί με τις μικρές μας δυνατότητες (διαθέταμε μόνο μία κουζίνα αερίου), καταφέραμε να προσφέρουμε ό,τι μπορούσαμε στους ανθρώπους που είχαν ανάγκη. Ξεκινώντας από οχτώ μερίδες την πρώτη Κυριακή, καταλήξαμε να μοιράζουμε περίπου 75 μερίδες τη βδομάδα μέχρι το τέλος του lockdown (συχνά ακόμη και διπλές). Δράσαμε πολύ γρήγορα παρά τους περιορισμένους πόρους».
«Καθώς εκείνη την περίοδο μεσολάβησε η Επέτειος της 17 Νοέμβρη και του Γρηγορόπουλου, η πόλη ήταν αστυνομοκρατούμενη. Εμείς συνεχίσαμε να μαγειρεύουμε και να μοιράζουμε μερίδες φαγητού μέσα στη βροχή, παρά την ισχυρή αστυνομική παρουσία και τις απαγορεύσεις λόγω του lockdown».
Σήμερα, στο camp του Μόζα, υπάρχουν περίπου 150 πρόσφυγες, με τον αριθμό τους να είναι για πρώτη φορά τόσο μειωμένος, καθώς πέρυσι σε αυτό βρίσκονταν περίπου 220 άτομα. Όπως με πληροφορεί ο Φώτης, οι περισσότεροι από τους ανθρώπους που έχουν φύγει πλέον από το camp, έχουν καταφέρει να βρουν κάποιο σπίτι στην Ελλάδα. «Θέλουμε να είμαστε αισιόδοξοι και να σκεφτόμαστε ότι συνεχίζουν τις ζωές τους έξω. Φυσικά, παραμένει ο κίνδυνος της εργατικής σκλαβιάς, καθώς πολλοί πρόσφυγες εργάζονται στα χωράφια της περιοχής για μηδαμινά χρήματα. Αυτή βέβαια είναι και η γροθιά στο στομάχι του κάθε νοικοκυραίου: Όλοι έχουν πρόβλημα με τους μετανάστες, ωσότου τους χρειαστούν ως φθηνά εργατικά χέρια».Αν και ο Βόλος φημίζεται για την αντιφασιστική φύση του, τα ακροδεξιά και ναζιστικά μορφώματα δεν απουσιάζουν ανά καιρούς. «Πριν τρία χρόνια, όταν και είχαν έρθει ορισμένοι πρόσφυγες από τη Συρία, στο άκουσμα ότι θα φιλοξενηθούν σε ένα ξενοδοχείο της πόλης, οι ντόπιοι συγκεντρώθηκαν και άρχισαν τα “παρατράγουδα”. Εμείς δράσαμε άμεσα, βρεθήκαμε 60-70 αλληλέγγυοι στο χώρο του ξενοδοχείου, μοιράσαμε τρικάκια και φωνάξαμε συνθήματα υπέρ των μεταναστών. Υπήρξαν ακόμη και ντόπιοι που απείλησαν ότι θα βάλουν φωτιά στο ξενοδοχείο. Και τελικά, η “απειλή” τους ήταν τα προσφυγόπουλα που λίγο καιρό αργότερα έπαιζαν χαρούμενα στην παιδική χαρά παραπέρα. Αυτή ήταν η κατακλείδα του φόβου τους».
Μία από τις υποθέσεις που συγκλόνισαν την κοινωνία του Βόλου και απασχόλησαν τη δράση του Στεκιού, είναι εκείνη του Βασίλη Μάγγου, που ξυλοκοπήθηκε βάναυσα από αστυνομικούς. «Ο Βασίλης ήταν φίλος μου. Στην πορεία ενάντια στην ΑΓΕΠ στην οποία και βρισκόταν, έφτασα μια ανάσα από το να πεθάνω από τα δακρυγόνα. Η διάθεση της αστυνομίας εκείνη την ημέρα ήταν ξεκάθαρα δολοφονική. Έχω συμμετάσχει σε πολλές διαδηλώσεις και ήταν η πρώτη φορά που συνάντησα τόσο μένους προς όλους τους παρευρισκόμενους».
Την επόμενη ημέρα της πορείας, στο ίδιο σημείο, έγιναν δύο συλλήψεις, όπως μου αναφέρει ο Φώτης. «Η μία κοπέλα που συνελήφθη, ήταν μέλος του στεκιού. Κατά την απελευθέρωση των δύο ατόμων στην Εισαγγελία, διαδραματίστηκε το σκηνικό με τον Βασίλη – ο οποίος ήταν κι εκείνος αλληλέγγυος. Πέρασε από το σημείο δύο λεπτά προτού ελευθερωθούν οι συλληφθέντες και απευθύνθηκε στους αστυνομικούς. Τότε τον έδειραν αλύπητα. Του έσπασαν εφτά πλευρά και τον παράτησαν εκεί. Αυτό το συμβάν έχει στιγματίσει τον τόπο μας, αλλά και όλη την Ελλάδα».
«Αυτή την περίοδο, είναι πιθανό να βρεθούμε σε μία διαδικασία μετεγκατάστασης», μου εξηγεί ο Φώτης λίγο πριν ολοκληρώσουμε τη συζήτησή μας. Δεδομένου ότι τελειώνει η μίσθωση, οι άνθρωποι του στεκιού έχουν αρχίσει να αναζητούν καινούριο χώρο – με τις παράλληλες προσπάθειες να παραμείνουν στον κτίριο που επί χρόνια στεγάζει τις δράσεις και τις ελπίδες τους, να συνεχίζονται.