Είχαμε το προνόμιο, εν μέσω της εκδημίας του έκπτωτου τέως βασιλιά Κωνσταντίνου Γλύξμπουργκ, και του κυβερνητικού, αν όχι πανεθνικού πανικού για το σουλούπωμα του Τατοΐου, το Σαββατοκύριακο πριν την ταφή του σε αυτό, να ζήσουμε στην πόλη που ξαφνικά ανακάλυψε με πάθος το βασιλικό life style, δυο ιστορικές συναυλίες. ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ! Από αυτές που θα μνημονεύουμε και θα μας συντροφεύουν, όταν τα τελευταία ιερά τέρατα της μουσικής μας θα μας έχουν αφήσει. Αναφέρομαι στη μεγαλειώδη συναυλία του Σταύρου Ξαρχάκου στο ΣΕΦ, μια πρωτοβουλία του ΚΚΕ, με μια λαοθάλασσα 25.000 ανθρώπων να δονείται από μουσικές, που πλέον μπορείς να χαρακτηρίσεις κλασικές, και την πιο «δωματίου», αλλά με περίσσευμα συναισθήματος αυτοβιογραφική συναυλία «Γεννήθηκα στη Σαλονίκη» του Διονύση Σαββόπουλου, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, όπου επιβεβαίωσε ξανά ότι οι μουσικές του έχουν εγγραφεί ανεξίτηλα στο DNA μας.
Ήταν εμφανώς πολύ συγκινημένοι και οι δυο συνθέτες. Ο Ξαρχάκος, πριν ξεκινήσει να διευθύνει την ορχήστρα και τους ερμηνευτές εντός της χαοτικής κλίμακας του ΣΕΦ -πώς λάμπει, διαπιστώσαμε ξανά, η φωνή του Γιώργου Νταλάρα, ακόμη κι όταν η ηχοληψία δεν είναι η αναμενόμενη!-, πέρασε μερικά δευτερόλεπτα συγκινημένος κρύβοντας με τα χέρια το πρόσωπο. Προσπαθούσε να συλλάβει το μεγάλο ιστορικό συμβάν, του οποίου ήταν το επίκεντρο;
Είπε πάντως αυτό που αισθάνθηκε, μόλις πήρε ανάσα: «Για μένα είναι μια ιστορική βραδιά, γιατί το ΚΚΕ ξεπέρασε το χαρακτηρισμό της προόδου και μπήκε στη σφαίρα της υπέρβασης. Μια υπέρβαση που θέλει κότσια να την κάνεις, και το μόνο κόμμα που μπορεί να την κάνει είναι το Κομμουνιστικό Κόμμα».
Κι ο εθνικός μας Νιόνιος, σε μια άλλη γωνιά της ίδια πόλης, από την σκηνή του Μεγάρου, συνομίλησε με τη συναυλία στο ΣΕΦ, δημιουργώντας ένα αόρατο νήμα διασύνδεσης. Συνεχάρη το ΚΚΕ για τη συναυλία-αφιέρωμα στον Ξαρχάκο. Για αυτή ακριβώς την υπέρβαση, για την οποία έκανε λόγο κι ο Ξαρχάκος, που ξεπερνά πολιτικούς διχασμούς και πολώσεις. (Ο Δημήτρης Κουτσούμπας πρόσφατα μας έχει εκπλήξει με ευελιξίες και πρωτοβουλίες που δεν έχουν προηγούμενο στο κόμμα.)
Αν πάντως δεν ήσουν παρών ώστε να ζήσεις τον παλμό, την ένταση, το ρίγος, τη συγκίνηση, με τραγούδια και μουσικές που έχουν γίνει μέρος του συλλογικού ασυνειδήτου της χώρας, τόσο στο ΣΕΦ όσο και στο Μέγαρο, είναι αδύνατο να αντιληφθείς τι ακριβώς συνέβη και τις δύο βραδιές του περασμένου Σαββατοκύριακου. Διήμερο στο οποίο, κατά τα άλλα, όλα τα κανάλια και οι ραδιοσταθμοί «βομβάρδιζαν» τους Έλληνες θεατές και ακροατές με τις βασιλικές και τις πριγκιπικές αφίξεις, και η υπουργός Πολιτισμού, σαν ηρωΐδα σε ταινία των Monty Pythons, έτρεχε εν εξάλλω με καρό πουκάμισο εργασίας στο Τατόι, μπας και συμμαζευτεί, ει δυνατόν, άρον άρον μετά την πυρκαγιά που άφησε πίσω της μια αποκαρδιωτική έρημο αποκαϊδιών και μαύρων ξερόκλαδων.
Θέλω -κι έχω λόγο- να σταθώ στην ομιλία του Γ.Γ., της ΚΕ του ΚΚΕ Δημήτρη Κουτσούμπα, που επιβεβαιώνει την «κυτταρική» σχέση του Κομμουνιστικού Κόμματος με τις τέχνες -και δη τη μουσική. Γιατί ήτανε μια εξαιρετική ανάλυση-παρουσίαση του έργου του Ξαρχάκου, που μας ξάφνιασε, τοποθετώντας τον αδιαπραγμάτευτα στη “σειρά” των Μεγάλων: «ανήκει μαζί με τον Μίκη Θεοδωράκη και τον Μάνο Χατζηδάκι στους μεγάλους της ελληνικής μουσικής που, ο καθένας μέσα από τον δικό του δρόμο, πραγματοποίησαν το άλμα της στην αποκαλούμενη “έντεχνη λαϊκή μουσική”», ξεκαθάρισε, τονίζοντας ότι «τα εμβληματικά κινηματογραφικά ή θεατρικά έργα που συμμετείχε είναι αδιαχώριστα από τη μουσική του». Πόσο δίκαιο έχει.
Αναφέρθηκε συγκεκριμένα στο «Ταξίδι» του Ντίνου Δημόπουλου, για το οποίο ο Ξαρχάκος, 23 μόλις ετών, όπως μας θύμισε ο Δ. Κουτσούμπας, συνέθεσε τη «Βαρκαρόλα» και στη «Λόλα» του ίδιου σκηνοθέτη, όπου άφησε ο συνθέτης το στίγμα του με το «Χάθηκε το φεγγάρι». Και συνέχισε με την «Άπονη ζωή» και το «Στα χέρια σου μεγάλωσαν» από τα «Κόκκινα Φανάρια» του Γεωργιάδη, καθώς και με τις αξεπέραστες μουσικές του στο «Ρεμπέτικο» του Φέρρη, που ακόμη τραγουδάνε οι πάντες. Και οι νεότερες γενιές στα ρεμπετάδικα του 2023.
Αμέσως μετά, ο Γ.Γ. του ΚΚΕ έπιασε το νήμα του θεάτρου, από την πλούσια βιογραφία του Ξαρχάκου. Αναφέρθηκε στο «Μεγάλο μας τσίρκο» του Καμπανέλλη, με ερμηνευτή τον Ξυλούρη και πρωταγωνιστές τους Καζάκο και Καρέζη, και στο «επίτευγμα» της εμβληματικής μελοποίησης του «Θρήνου για τον Ιγνάθιο Σάντσιεθ Μεχίας» του Λόρκα, με αφηγητή τον Μάνο Κατράκη, για το οποίο μάθαμε από τον Γ.Γ. του ΚΚΕ ότι εντυπωσίασε ακόμη και έναν Νταλί αλλά και τον Μαλρό!
«“Θέλει αρετή και τόλμη η μουσική”, έχει πει ο Σταύρος Ξαρχάκος. Πραγματικά θέλει ταπεινοφροσύνη, σεμνότητα, σεβαστικότητα, όταν «ακουμπάς» τη μουσική μας κληρονομιά (ρεμπέτικη, επτανησιακή, δημοτική, βυζαντινή)», συνόψισε ο Δημήτρης Κουτσούμπας, που μιλώντας για τον συνθέτη δεν μέτρησε λέξεις. Είπε πολλά ακόμη. Ουσιαστικά και καίρια. Για την ανιδιοτέλεια του Ξαρχάκου, με την οποία προσεγγίζει το αντικείμενό του, ενώ, χωρίς ίχνος ματαιοδοξίας, «δεν διστάζει να εγκαταλείψει το κατακτημένο προσωπικό του ύφος, αξιοποιώντας οποιοδήποτε μουσικό υλικό διαθέτει στην καλλιτεχνική φαρέτρα του, όπως για παράδειγμα το στοιχείο της ποπ στο κινηματογραφικό έργο “Κορίτσια στον ήλιο”».
Για τα αποθέματα τόλμης του, προκειμένου να συνδυάσει τη δυτικότροπη κλασική μουσική ή τη σύγχρονη με τη δημοτική και τη βυζαντινή μουσική, τον Χατζηδάκη, τον Παπαϊωάννου.
Στιγμές από τη συναυλία στο ΣΕΦ
Θα έκανε ποτέ την υπέρβαση το ΚΚΕ να τιμήσει (και) τον Σαββόπουλο;
Θα έκανε ποτέ την υπέρβαση το ΚΚΕ να τιμήσει (και) τον Σαββόπουλο;
Θα έκανε ποτέ την υπέρβαση το ΚΚΕ να τιμήσει (και) τον Σαββόπουλο;
Θα έκανε ποτέ την υπέρβαση το ΚΚΕ να τιμήσει (και) τον Σαββόπουλο;
Θα έκανε ποτέ την υπέρβαση το ΚΚΕ να τιμήσει (και) τον Σαββόπουλο;
Θα έκανε ποτέ την υπέρβαση το ΚΚΕ να τιμήσει (και) τον Σαββόπουλο;
«Σταύρο Ξαρχάκο, με αφορμή αυτή την μεγάλη συναυλία που γράφει ιστορία για την σύγχρονη Ελλάδα, θέλουμε να σου πούμε, εκ μέρους της ΚΕ του ΚΚΕ, ότι σε ευχαριστούμε από το βάθος της καρδιάς μας, γιατί με την τέχνη, το ήθος και τη στάση σου, μας μαθαίνεις να μην ανεχόμαστε την ασκήμια, να αγαπάμε το καλό και να αποκηρύσσουμε το κακό σε κάθε του μορφή, αισθητική, ηθική, κοινωνική. Σε ευχαριστούμε για τον αγώνα σου να δημιουργήσεις στα παιδιά μας αντισώματα απέναντι στον καταιγισμό των φτηνών, των πρόστυχων πολιτιστικών ερεθισμάτων, για την έγνοια και τη φροντίδα σου προς τους νέους καλλιτέχνες. Σε ευχαριστούμε για την ασυμβίβαστη ειλικρίνεια της τέχνης σου, της ελεύθερης από ιδεολογικές, πολιτικές προκαταλήψεις».
Η συγκλονιστική ομιλία του Γ.Γ. του ΚΚΕ Δημήτρη Κουτσούμπα δημιούργησε τις θερμοκρασίες και το ικανό πλαίσιο για να κατακλύσουν το ΣΕΦ με ορμή οι εμβληματικές μουσικές του Ξαρχάκου, που σαν παιδάκι αεικίνητο, όργωνε τη σκηνή, διευθύνοντας την ορχήστρα και καθοδηγώντας τους ερμηνευτές. Κάνοντας πράξη αυτό που είχε πει λίγα λεπτά νωρίτερα ο Δ. Κουτσούμπας: «Σπίθες βγαίνουν από τα χέρια του καθώς σχίζουν τον αέρα, τα πόδια του χτυπούν με δύναμη το πάτωμα, σαν να θέλουν να το εκδικηθούν που μένει ασάλευτο και απαθές μέσα στις φλόγες της μουσικής. Κι όλο του το σώμα σείεται και τραντάζεται, με τέτοια δύναμη και πάθος που ανάβει στο χιόνι πυρκαγιά».
Κορυφαία στιγμή της συναυλίας ήταν όμως η κατακλείδα: όταν ακούσαμε τη «Φτωχολογιά», την «Υπομονή», την «Άπονη ζωή» και τα «Μάτια βουρκωμένα» να τα τραγουδά δειλά, δίπλα στον Ξαρχάκο, τη Δήμητρα Γαλάνη, τον Μανώλη Μητσιά, τη Νατάσσα Μποφίλιου, τον Γιώργο Νταλάρα, τον Μίλτο Πασχαλίδη, την Ηρώ Σαΐα, και ο ίδιος ο Κουτσούμπας, σε μια βραδιά που επεφύλασσε ακόμη μια δυνατή στιγμή: όταν ο πιτσιρίκος γιος του Ξαρχάκου πήδησε στη σκηνή, και ο συνθέτης τον πήρε και τον κράτησε σφικτά στην αγκαλιά, κι εν μέσω των χειροκροτημάτων έμεινε αγκαλιασμένος, ακίνητος, σαν άγαλμα, κρατώντας την ανάσα, για λίγα δευτερόλεπτα, που θα τα ένιωσε, υπό τις χιλιάδες επευφημίες, ως μια μικρή αιωνιότητα πληρότητας. Εικάζω.
Λίγα χιλιόμετρα πιο μακριά, μέσα στην ίδια πόλη, ο Διονύσης Σαββόπουλος, αδυνατισμένος, χωρίς τιράντες, μας αφηγούνταν ξανά, με νέα προσέγγιση, σαν να πρόκειται για ένα μεταφυσικό αποχαιρετισμό, τις ιστορίες της ζωής του, συγκινώντας κι ενθουσιάζοντας, όπως εκείνος μόνο ξέρει. Μας ξαναείπε πώς μεταφέρθηκε για τη γέννα του η μάνα του στη Σαλονίκη, μέσα στο κουβούκλιο μοτοσυκλέτας ΕΛΑΣίτη. Για την απομόνωση όπου τον έριξαν οι Χουντικοί, αλλά επειδή από το μικρό παραθυράκι έβλεπε στα γραφεία των διοικητών μια λάμπα οροφής, που ήταν ίδια με του πατρικού του, αισθανόταν αλλόκοτη αγαλλίαση. Για τη γενιά-«μαγιά» των ποιητών τη Σαλονίκης (Χριστιανόπουλος, Ιωάννου, Ασλάνογλου κ.ά.) που τον μπόλιασε, τον διαμόρφωσε, είναι μέρος, συνέχειά της. Αλλά και για το άγριο, αλλά τόσο ανθρώπινο δίλημμα του Ιωάννου, «να ταφώ στην Αθήνα ή στη Θεσσαλονίκη», που σιγά σιγά θα αντιμετωπίσουμε, ομολόγησε, όλοι. Τι παραμυθάς! Τι αφηγητής! Εμπεριέχει κυτταρικά τον θεατρίνο του Αριστοφάνη. Του Φελίνι. Και τι τραγούδια!
Ήταν μια αυτοβιογραφική, μπολιασμένη με μια αδιόρατη μεταφυσικότητα, σε μεγάλο βαθμό συναυλία, παρόλο, που είχε μεγαλύτερο μέγεθος από το σύνηθες: το έργο του το ερμήνευσαν η Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα της ΕΡΤ και η Χορωδία του Δήμου Αθηναίων, υπό τον Μίλτο Λογιάδη, καθώς είχε διασκευαστεί για συμφωνική ορχήστρα από τους ταλαντούχους Αντώνη Σουσάμογλου και Λάζαρο Τσαβδαρίδη. Παρότι απέδειξαν με τη νέα ενορχήστρωση ότι οι μουσικές του Σαββόπουλου αντέχουν και την μεγάλη κλίμακα, όταν στο τέλος με ένα πιάνο και ένα βιολί μαζί με τον Νιόνιο έβαλαν την τελεία, μας έκαναν να συνειδητοποιήσουμε εκ νέου ότι τα τραγούδια του απλά και μόνο με μια κιθάρα μπορούν να απογειώνονται και να απογειώνουν.
Και μιας και η λέξη-κωδικός εν προκειμένω είναι η υπέρβαση, αναρωτιέμαι. Άραγε, θα μπορούσε να γίνει ποτέ ακόμη μεγαλύτερη υπέρβαση από το ΚΚΕ και να τιμήσει και τον Σαββόπουλο; Όσο είναι ακόμη στη ζωή;