«Ο καλύτερος τρόπος για να εμποδίσεις έναν κρατούμενο να δραπετεύσει είναι να διασφαλίσεις ότι δεν κατάλαβε ποτέ πως βρίσκεται στη φυλακή», έγραφε ο Ντοστογιέφσκι. Είναι ο ίδιος που είχε πει πως «ο βαθμός πολιτισμού μιας κοινωνίας μπορεί να κριθεί μπαίνοντας κανείς στις φυλακές της». Με άλλα λόγια, το τι πιστεύει κανείς για τον άνθρωπο, τα δικαιώματά του και τον τρόπο λειτουργίας της κοινωνίας, καθρεφτίζεται εξαιρετικά στον τρόπο αντιμετώπισης όσων δεν ενήργησαν σύμφωνα με τον νόμο. Η δημοκρατία δεν αποτελεί προνόμιο των νομιμοφρονούντων, αλλά οφείλει να φροντίζει για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων όλων ανεξαιρέτως, αφού πυλώνες της είναι η αξία της ανθρώπινης ζωής και η διατήρηση της αξιοπρέπειας.
«Πάρα πολλοί κρατούμενοι στην Ελλάδα εξακολουθούν να κρατούνται σε συνθήκες που αποτελούν προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειάς τους». Αυτό ήταν το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε η επιτροπή του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας (CPT), μετά την επίσκεψη σε σωφρονιστικά καταστήματα της Ελλάδας στα τέλη του 2021.
Σύμφωνα με την έκθεση, ο υπερπληθυσμός αποτελεί σταθερό χαρακτηριστικό του ελληνικού σωφρονιστικού συστήματος εδώ και πολλά χρόνια. Κατά τον χρόνο της επίσκεψης, ο πληθυσμός των καταστημάτων κράτησης ανερχόταν σε 11.1827 θέσεις με χωρητικότητα 10.175 θέσεων (δηλ. ποσοστό πληρότητας 110%). 24 από τα 34 καταστήματα κράτησης ήταν υπερπλήρη, με 15 να έχουν ποσοστό πληρότητας άνω του 130%, συμπεριλαμβανομένων μεγάλων καταστημάτων κράτησης, όπως των Ανδρών Κορυδαλλού (152%), Λάρισας (134%) και Πάτρας (137%). Το κατάστημα κράτησης Κομοτηνής φιλοξενούσε 280 κρατουμένους με χωρητικότητα 166 θέσεων (πληρότητα 172%), ενώ το κατάστημα κράτησης Ιωαννίνων είχε 126 άτομα για 66 θέσεις (πληρότητα 190%).
Στο «σωφρονιστικό» κατάστημα της Κέρκυρας δε, η αντιπροσωπεία κατέγραψε ισχυρισμούς για σωματική κακομεταχείριση κρατουμένων (γροθιές και κλωτσιές) από ορισμένους σωφρονιστικούς υπαλλήλους, η οποία λάμβανε χώρα είτε στα κελιά είτε σε εγκαταλειμμένη πτέρυγα στην είσοδο του ιδρύματος και θεωρήθηκε ότι επιβαλλόταν ως τιμωρία για την αμφισβήτηση των εντολών που έδιναν οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι. Η επίσκεψη στην πτέρυγα έδειξε ότι είχε χρησιμοποιηθεί «με βρώμικες κουβέρτες και ένα αφρώδες στρώμα στο πάτωμα, καθώς και μερικά άδεια μπουκάλια νερού και περιττώματα στην τουαλέτα ενός κελιού.
Μία από τις πιο αθέατες πραγματικότητες των φυλακών διεθνώς, που αποτελεί ενδεικτικό παράγοντα της συνεχούς παραβίασης των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των κρατουμένων, είναι εκείνη των αυτοκτονιών. Σύμφωνα με το Λεξικό της Εγκληματολογίας και το παράρτημα σχετικά με τις αυτοκτονίες στις φυλακές το οποίο υπογράφει η Καθηγήτρια Εγκληματολογικής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, Όλγα Θεμελή, οι αυτοκτονίες στη φυλακή ανταποκρίνονται διεθνώς στο μεγαλύτερο ποσοστό θανάτων μεταξύ των κρατουμένων. Παρόλο που η αυτοχειρία στον γενικό πληθυσμό κατέχει τη δέκατη θέση στις αιτίες θανάτου, στον έγκλειστο πληθυσμό κατέχει την πρώτη. Η χώρα μας ωστόσο, διατηρεί έναν σχετικά χαμηλό δείκτη (μία αυτοκτονία ανά περίπου 10.000 κρατούμενους) έναντι άλλων ευρωπαϊκών χωρών.
Επιχειρώντας να κατανοήσουμε τους παράγοντες που επιδρούν επιβαρυντικά για τους κρατούμενους στις ελληνικές φυλακές, στερώντας τους τη δυνατότητα αξιοπρεπούς διαβίωσης και μετέπειτα ομαλής επανένταξης, απευθυνθήκαμε στην Δρ. Εγκληματολογίας, Άννα Κασάπογλου, η οποία μεταξύ άλλων έχει υπάρξει δημιουργός Ομάδας Λογοτεχνίας σε φυλακές, στην οποία συμμετείχαν άνδρες κρατούμενοι σε απεξάρτηση.
«Ξεκινώντας από τη συνθήκη του εγκλεισμού, αυτή βρίσκεται πολύ ψηλά στους παράγοντες που προκαλούν στρες και άλλου είδους ζητήματα ψυχικής υγείας – ειδικά αν πρόκειται για την πρώτη φορά που κάποιος βρίσκεται στη φυλακή», επισημαίνει αρχικά η εγκληματολόγος στην Popaganda, και εξηγεί παράλληλα ότι στα καταστήματα κράτησης «ο πληθυσμός δεν είναι ομοιογενής και δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ομοιογενής. Ο μέσος κρατούμενος, σύμφωνα με έρευνες, είναι άντρας, άγαμος, συνήθως προερχόμενος από χαμηλά κοινωνικά στρώματα και πολύ συχνά χρήστης ναρκωτικών, αλλοδαπός κ.ά. Υπάρχουν όμως και εκείνοι που έχουν διαπράξει οικονομικά εγκλήματα, άλλοι που έχουν διαπράξει σεξουαλικά εγκλήματα, ανήλικοι κρατούμενοι, γυναίκες, κ.ά., και σε κάθε περίπτωση ο τρόπος με τον οποίο η συνθήκη του εγκλεισμού επιδρά στο άτομο, μπορεί να είναι διαφορετική».
Το περιβάλλον της φυλακής βρίθει στερήσεων. Από τη στιγμή που ένας άνθρωπος εγκλείεται, ξεκινάει ο περιορισμός, όχι μόνο της έννοιας της ελευθερίας, την οποία ο Κώδικας αναφέρει ως μοναδικό περιορισμό, αλλά πολλών ακόμα ελευθεριών και δικαιωμάτων. «Οι συνθήκες κράτησης επομένως, μπορεί να λειτουργήσουν επιβαρυντικά για την ψυχική υγεία των ατόμων. Χαρακτηριστικά, την περασμένη εβδομάδα βρέθηκα στο κατάστημα Τρίπολης για μια έρευνα. Οι συνθήκες κράτησης εκεί κατά κοινή ομολογία των κρατουμένων, είναι ασφυκτικές. Υπάρχουν 120 περίπου οι κρατούμενοι –προσθέτουμε και τον υπερπληθυσμό στους επιβαρυντικούς παράγοντες που αφορούν στις συνθήκες κράτησης-, οι οποίοι είναι πολύ περισσότεροι απ’ όσους έχει προδιαγραφεί να σηκώσει το συγκεκριμένο κέντρο κράτησης. Παράλληλα, πρόκειται για μία πολύ παλιά φυλακή και, όπως συμβαίνει στις περισσότερες φυλακές της χώρας, βλέπουμε κτίρια πολλών ετών, κακοδιατηρημένα και με ακατάλληλες εγκαταστάσεις, κοριούς, μούχλα κ.ά.», λέει η κα. Κασάπογλου.
Η συζήτησή μας φτάνει στο προσωπικό των φυλακών στην Ελλάδα. «Όσο καλή διάθεση και να υπάρχει, όσο και να θέλει κάποιος να στηρίξει τους κρατούμενους, η απουσία της κρατικής στήριξης στις φυλακές έχει αντίκτυπο και στους κρατούμενους αλλά και στο προσωπικό», εξηγεί. «Το προσωπικό είναι το έμψυχο υλικό με το οποίο έρχονται σε επαφή οι κρατούμενοι. Εγώ η ίδια, έχω βιώσει στιγμές κατά τις οποίες το φυλακτικό προσωπικό έχει προλάβει αυτοκτονίες, χωρίς ωστόσο να διαθέτει την κατάλληλη εκπαίδευση. Το φυλακτικό προσωπικό θα έπρεπε να εκπαιδεύεται σε ζητήματα πρόληψης, καθώς μία αυτοκτονία ή κάποιο άλλο κρίσιμο για την ακεραιότητα του ατόμου περιστατικό, μπορεί να διαδραματιστεί τις ώρες που δεν βρίσκεται στις φυλακές επιστημονικό προσωπικό. Είναι σημαντικό να μπορούν να διακρίνουν ένα περιστατικό υψηλού κινδύνου και να το παραπέμπουν στους ειδικούς ψυχικής υγείας».
Βέβαια, οι ειδικοι ψυχικής υγείας (ψυχολόγοι, ψυχίατροι, κοινωνική λειτουργοί κ.ά.), οι οποίοι θα έπρεπε να αποτελούν τους πυλώνες του σωφρονιστικού συστήματος, απουσιάζουν δραματικά από τις ελληνικές φυλακές. Όπως αναφέρει η εγκληματολόγος, «Μπορεί για παράδειγμα να υπάρχουν δύο ψυχολόγοι για 650 κρατούμενους σε διάφορα καταστήματα. Στον Κορυδαλλό δε, το μεγαλύτερο κατάστημα κράτησης στη χώρα, οι ελλείψεις σε επιστημονικό προσωπικό είναι ακόμα μεγαλύτερες». Έτσι, το προσωπικό φύλαξης επιβαρύνεται ψυχολογικά με ευθύνες που δεν υπάγονται στις αρμοδιότητές του. «Έρευνες αποδεικνύουν μάλιστα ότι μεταξύ του προσωπικού εντοπίζονται μεγάλα ποσοστά burn out και ιδρυματοποίησης. Μαζί με τους κρατούμενους που βιώνουν τον εγκλεισμό, ο κίνδυνος ιδρυματοποίησης είναι μεγάλος και για το προσωπικό, καθώς δεν υπάρχει εξέλιξη για εκείνους – πέρα από το να μετατεθεί κάποιος σε διαφορετικό κατάστημα κράτησης ή, αν διαθέτει σχετικό πτυχίο, να μετατεθεί από τη φύλαξη στη διοίκηση. Σε κανένα κατάστημα της Ελλάδας δεν είναι επαρκές το προσωπικό».
«Τελικά έχουμε στόχο να επανεντάξουμε τους ανθρώπους που διέπραξαν κάποιο έγκλημα ή να τους τιμωρήσουμε, να τους εξοστρακίσουμε από την κοινωνία και να τους διαχειριστούμε ως απόβλητα;»
Στη φυλακή καταλήγουν άνθρωποι οι οποίοι αντιμετωπίζουν ποικίλα προβλήματα – από οικονομικά και ιατρικά, μέχρι κοινωνικά και ψυχολογικά. Όσον αφορά στην ψυχική υγεία των κρατουμένων, η εγκληματολόγος διευκρινίζει πως δεν τίθεται πάντα θέμα ύπαρξης κάποιας διάγνωσης ή συννοσηρότητας, και πολλές φορές δεν είναι μόνο ψυχολογικοί και ψυχιατρικοί οι λόγοι που οδηγούν έναν άνθρωπο στην διάπραξη ενός εγκλήματος, αλλά βασίζονται και σε κοινωνικούς παράγοντες. «Φυσικά και υπάρχει πληθυσμός στον οποίο μπορεί να υπάρχουν διαγνωσμένα ζητήματα ψυχικής υγείας και πριν τον εγκλεισμό, και μάλιστα σε υψηλό ποσοστό, όμως είναι σημαντικό να μην ψυχιατρικοποιούμε τους κρατούμενους χωρίς να έχει προηγηθεί διάγνωση».
Τα διεθνή δεδομένα φανερώνουν ότι έξι στους δέκα κρατουμένους εκδηλώνουν σοβαρά προβλήματα ψυχικής υγείας, ενώ στις φυλακές της Ευρώπης το 40% παρουσιάζει διαταραχές σχετιζόμενες με ουσίες, το 25% πάσχει από διαταραχές της διάθεσης ή αγχώδεις διαταραχές, ενώ περίπου το 5% εκδηλώνει ψυχωσικές διαταραχές. Έρευνα που διεξήχθη στη χώρα μας, στη Δικαστική Φυλακή Κομοτηνής, διέγνωσε την ύπαρξη ψυχιατρικών διαταραχών στο 78% των κρατουμένων.
Ένας επιπλέον παράγοντας που προστίθεται στην καταπάτηση των ελευθεριών και δύναται να συμβάλλει στην επιδείνωση της ψυχικής υγείας των κρατούμενων, είναι η αυστηροποίηση του Κώδικα ο οποίος ορίζει πότε μπορεί να πάρει άδεια κάποιος: «Δεδομένου ότι ο εν λόγω κώδικας έχει αυστηροποιηθεί, το γεγονός ότι οι κρατούμενοι δεν έχουν τη δυνατότητα να παίρνουν άδεια στον βαθμό που έπαιρναν παλιότερα συντάσσεται εναντίον της ψυχικής ισορροπίας τους. Βλέπουμε πως αντί να ενισχύσουμε το σωφρονιστικό σύστημα, το αποδυναμώνουμε. Τελικά έχουμε στόχο να επανεντάξουμε τους ανθρώπους που διέπραξαν κάποιο έγκλημα ή να τους τιμωρήσουμε, να τους εξοστρακίσουμε από την κοινωνία και να τους διαχειριστούμε ως απόβλητα;», αναρωτιέται η Δρ. εγκληματολογίας.
«Χωρίς δημιουργικές δραστηριότητες, οι άνθρωποι εγκλωβίζονται στις σκέψεις τους, οι οποίες επικεντρώνονται στην παραβατικότητα καθώς δεν αποκτούν άλλα ερεθίσματα»
Εξέχουσας σημασίας είναι και η έλλειψη δημιουργικών και εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων. Στις ελληνικές φυλακές το κομμάτι αυτό στηρίζεται κατά βάση σε εθελοντικές και σε ορισμένες ιδιωτικές πρωτοβουλίες, όπως διαπιστώνει η κα. Κασάπογλου, η οποία ασχολήθηκε αμιγώς εθελοντικά επί 11 χρόνια με την Ομάδα Λογοτεχνίας στις ελληνικές φυλακές, έπειτα από παρότρυνση των ανθρώπων του ΚΕΘΕΑ όπου εργαζόταν τότε, και προσθέτει: «Δεν μπορείς να βασίζεις την επανένταξη των ανθρώπων σε εθελοντικές δράσεις, ούτε στις ΜΚΟ. Την πρωταρχική ευθύνη πρέπει να φέρει το επίσημο κράτος. Όλα αυτά τα προγράμματα, για να αποδώσουν, θέλουν χρόνο».
Χωρίς τη σταθερή παρουσία αυτών των δραστηριοτήτων, οι άνθρωποι αποκτούν νεκρό χρόνο και ο νεκρός χρόνος της φυλακής – κάτι το οποίο επίσης έχει μελετηθεί ερευνητικά – είναι ένας εξίσου επιβαρυντικός παράγοντας για τη διαβίωση και την ψυχική ισορροπία των κρατούμενων. «Χωρίς δημιουργικές δραστηριότητες, οι άνθρωποι εγκλωβίζονται στις σκέψεις τους, οι οποίες επικεντρώνονται στην παραβατικότητα και την παρανομία, καθώς δεν αποκτούν άλλα ερεθίσματα», λέει η εγκληματολόγος.
Παρά το γεγονός ότι βάσει νόμου πρέπει σε όλες τις φυλακές να υπάρχουν σχολεία όλων των βαθμίδων, στα μισά περίπου από τα 34 συνολικά καταστήματα κράτησης υφίστανται σχεδόν αποκλειστικά Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας, τα οποία αντιστοιχούν στο επίπεδο Γυμνασίου. Το γεγονός αυτό, αναδεικνύει τις μεγάλες αποκλίσεις που εξακολουθούν να εντοπίζονται στις ευκαιρίες που έχουν οι κρατούμενοι μαθητές να εκπαιδευτούν και να έρθουν σε άμεση επαφή με την κοινωνία, και αυτό σε συνδυασμό με το ότι προτεραιότητα των Σχολείων Δεύτερης Ευκαιρίας είναι η καλλιέργεια κοινωνικών δεξιοτήτων και όχι η διδασκαλία της ύλης την οποία διδάσκονται οι μαθητές κάθε βαθμίδας εκτός φυλακών.
Πέρα από την ύπαρξη Σχολείων Δεύτερης Ευκαιρίας και την προσήλωση των ανθρώπων που διδάσκουν σε αυτά, το κράτος οφείλει να σχεδιάσει και να εγγυηθεί την πρόσβαση όλων των κρατούμενων σε κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης. Σε συνέντευξή της στο Red ‘n’ Noir, η καθηγήτρια στο σχολείο των φυλακών Κορυδαλλού, Αντιγόνη Ευστρατόγλου, είχε πει: «Με αρρωσταίνει η σκέψη ότι ανοίγουμε την όρεξη των ανθρώπων να προσπαθήσουν να καλύψουν, μέσα στις πιο δυσχερείς συνθήκες, τεράστιες ελλείψεις, και μετά την αποφοίτηση μπορεί να επιστρέψουν στο τίποτα – για άγνωστο πόσα χρόνια. Μία εξαιρετική συνάδελφος, η Άννα η Τσίγκου, που διδάσκει χρόνια στη φυλακή των Χανίων είχε κάνει μία ερώτηση σε ένα σεμινάριο που δεν την ξεχνώ ποτέ: Έχουμε δικαίωμα να καλούμε τους ανθρώπους να ονειρεύονται αν ξέρουμε μέσα μας ότι τα όνειρά τους από τα πράγματα είναι πολύ πιθανό να ματαιωθούν;».
Μάλιστα, σύμφωνα με την Εγκύκλιο του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, από το 2022 έχει καταργηθεί το κίνητρο των ενήλικων κρατουμένων να μορφώνονται στις φυλακές, αφού τα μεροκάματα για κάθε μήνα φοίτησης σε σχολεία των σωφρονιστικών καταστημάτων υπολογίζονται σε 16, ενώ προηγουμένως ισοδυναμούσαν με 30, με αποτέλεσμα ελάχιστοι κρατούμενοι επιλέγουν τη φοίτηση, καθώς, αν για παράδειγμα, εργαστούν στο μαγειρείο της φυλακής, θα έχουν 30 μεροκάματα έναντι 16 που θα έχουν αν πάνε στο σχολείο.
«Εντός των φυλακών θα έπρεπε να υπάρχει εξειδικευμένο προσωπικό στο κομμάτι της απεξάρτησης, ενώ θα βοηθούσε σημαντικά ένας διαχωρισμός των κρατουμένων σύμφωνα με τα αδικήματα που έχουν διαπράξει και το προφίλ τους»
Ένα ακόμα ζήτημα των ελληνικών φυλακών το οποίο αξίζει να αναδειχθεί, είναι ότι περίπου ο μισός πληθυσμός είναι χρήστες ουσιών. «Πέρα από το Πρόγραμμα “Προμηθέας” του ΚΕΘΕΑ στη Θεσσαλονίκη και το “Εν δράσει” στην Αθήνα, δεν παρέχεται κάποιου είδους κρατική στήριξη στους κρατούμενους», εξηγεί η κα. Κασάπογλου. «Στην Αθήνα, η κοινότητα παλαιότερα ήταν οκτάωρη και αποτελεί σημαντική εξέλιξη το γεγονός ότι πλέον είναι 24ωρη. Οι χρήστες που παρακολουθούν το πρόγραμμα έχουν την ευκαιρία να απομονωθούν σημαντικά από το περιβάλλον της φυλακής και να έρθουν σε επαφή με ψυχοθεραπευτικές ομάδες και δραστηριότητες. Αυτό ωστόσο δεν είναι αρκετό. Εντός των φυλακών θα έπρεπε να υπάρχει εξειδικευμένο προσωπικό στο κομμάτι της απεξάρτησης, ενώ θα βοηθούσε σημαντικά ένας διαχωρισμός των κρατουμένων σύμφωνα με τα αδικήματα που έχουν διαπράξει και το προφίλ τους».
Θετικό βήμα, αποτελεί ο διαχωρισμός των κρατούμενων που έχουν διαπράξει σεξουαλικά εγκλήματα από τον υπόλοιπο πληθυσμό. «Κάτι τέτοιο βέβαια υφίσταται στην περίπτωσή τους και για λόγους ασφαλείας, αφού συχνά κινδυνεύουν από άλλους κρατούμενους για τους οποίους αποτελούν “κόκκινο πανί” και μπορεί να επιχειρήσουν να τους δολοφονήσουν. Ο συγχρωτισμός ωστόσο αυτών των ανθρώπων κατά τις μεταγωγές, αποτελεί επίσης έναν παράγοντα υψηλού κινδύνου για κάποιον κρατούμενο, καθώς κατά τη μεταγωγή του μπορεί να δεχτεί βία από συγκρατούμενο».
Όσον αφορά στο ζήτημα της αυτοχειρίας στις ελληνικές φυλακές, τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία έρχονται από το 2017, όταν και σημειώθηκαν στις φυλακές της χώρας 5 απόπειρες αυτοκτονιών. Το 2015 είχαν λάβει χώρα 14 απόπειρες και μία τετελεσμένη αυτοκτονία στη Θεσσαλονίκη, ενώ το 2016 έγιναν 19 απόπειρες και μία αυτοκτονία στη φυλακή της Νιγρίτας Σερρών. Τα προηγούμενα χρόνια, όπως προκύπτει από το βιβλίο θανάτων κρατουμένων, και συγκεκριμένα από το 1977 έως το 2000, είχαν καταγραφεί συνολικά 116 αυτοκτονίες.
Στην Ελλάδα, το φαινόμενο παρουσιάζεται με μεγαλύτερη συχνότητα στη Δικαστική Φυλακή Κορυδαλλού, το Νοσοκομείο και κυρίως στο Ψυχιατρείο Κρατουμένων Κορυδαλλού. Ο αυτόχειρας στις φυλακές της χώρας είναι συνήθως έγγαμος άντρας ηλικίας από 25 έως 35 ετών, υπόδικος για αδικήματα υψηλής ηθικοκοινωνικής απαξίας, που απαγχονίζεται στο κελί του τους πρώτους μήνες του εγκλεισμού.
Φυσικά, πέρα από τους προαναφερθέντες επιβαρυντικούς παράγοντες που δύνανται να ωθήσουν ένα έγκλειστο άτομο να βάλει τέλος στη ζωή του, ο παράγοντας της απελπισίας διαδραματίζει τον δικό του ρόλο. Την περίοδο της οικονομικής κρίσης χαρακτηριστικά, άνθρωποι -μη έγκλειστοι- που προηγουμένως δεν φανταζόμασταν ότι θα οδηγούνταν στην αυτοκτονία, είδαμε να βάζουν τέλος στη ζωή τους καθώς δεν μπορούσαν να ανταπεξέλθουν στις βασικές υποχρεώσεις τους. «Φανταστείτε λοιπόν πόσο μεγαλύτερος είναι αυτός ο κίνδυνος για ένα έγκλειστο άτομο», τονίζει η κα. Κασάπογλου.
«Είναι οι άλλοι που θα σου πουν πότε θα πας στον γιατρό και όχι εσύ που θα το επιλέξεις»
Όσο αφορά στο ιατρικό κομμάτι, όπως συμβαίνει και με τα ζητήματα ψυχικής υγείας, συνήθως οι ανάγκες των κρατούμενων δεν βρίσκουν ανταπόκριση εντός της φυλακής, αφού δεν υφίσταται ο ίδιος βαθμός προσβασιμότητας και ποιότητας στην κάλυψη των ιατρικών αναγκών. «Το άτομο είναι εξαρτώμενο από ένα σύστημα δαιδαλώδες και χρειάζεται μια απίστευτη διαδικασία για να λάβει στήριξη», λέει η κα. Κασάπογλου. «Το περιβάλλον είναι τόσο ασφυκτικό και εξουσιαστικό, που οι κρατούμενοι βιώνουν την εξουσία να πάσα ώρα και στιγμή – από τους φύλακες μέχρι τους συγκρατούμενούς τους. Η ίδια σου η υγεία εξαρτάται άμεσα από το περιβάλλον της φυλακής και αυτή είναι μια χαρακτηριστική ένδειξη της εξουσίας που έχουν οι άλλοι πάνω σου. Είναι οι άλλοι που θα σου πουν πότε θα πας στον γιατρό και όχι εσύ που θα το επιλέξεις. Στην Τρίπολη για παράδειγμα, πέραν του ότι δεν υπήρχε κανένας ψυχολόγος και κανένας ψυχίατρος, δεν υπήρχε διαθέσιμος/η νοσοκόμος/α και χρέη νοσοκόμου/ας εκτελούσε το φυλακτικό προσωπικό!».
«Λύσεις και εργαλεία υπάρχουν διαθέσιμα, όμως το ελληνικό κράτος επιμένει να αντιμετωπίζει τους έγκλειστους σαν τα απόβλητα της κοινωνίας που αξίζουν μονάχα την τιμωρία»
Όλοι οι παράγοντας που λειτουργούν αποτρεπτικά, εντός της φυλακής, στην επανένταξη των κρατούμενων, καταλήγουν στην εγκληματική απουσία πρόληψης. Ειδικότερα, αν λάβουμε υπόψη πως το περιβάλλον των κρατούμενων εκτός της φυλακής, στη συντριπτική του πλειοψηφία, έχει πάψει να διατηρεί μαζί τους δεσμούς, είναι ακόμα πιο επιτακτικό γι’ αυτούς τους ανθρώπους να αποκτούν κάποια επαφή εντός της φυλακής με άτομα τα οποία θα αναλάβουν το κομμάτι της ψυχοκοινωνικής υποστήριξης.
«Ενώ όλα αυτά έχουν ερευνηθεί εδώ και χρόνια, χωλαίνουμε στο να εφαρμοστούν γιατί δεν υπάρχει η θέληση και η πρόθεση. Λύσεις και εργαλεία υπάρχουν σίγουρα διαθέσιμα, όμως το ελληνικό κράτος επιμένει να αντιμετωπίζει τους έγκλειστους σαν τα απόβλητα της κοινωνίας που αξίζουν μονάχα την τιμωρία και τη βαρβαρότητα και όχι μια δεύτερη ευκαιρία στη ζωή», καταλήγει η εγκληματολόγος.