«Δεν υπάρχει επίσημη καταγραφή για την αστεγία». Είναι η φράση που ακούμε περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη από το 2010 -όταν η αστεγία άρχισε να ανάγεται σε φαινόμενο και στην Ελλάδα- μέχρι και σήμερα. Καθοριστικός παράγοντας, η οικονομική κρίση – με ό,τι αυτή συνεπάγεται.

Η πραγματικότητα είναι πως δεν υπήρξε ποτέ επίσημη εθνική στρατηγική για την καταγραφή των αστέγων συμπολιτών και συμπολιτισσών μας, οι οποίοι συναντώνται κυρίως σε μεγάλα αστικά κέντρα όπως η Αθήνα, ο Βόλος και η Θεσσαλονίκη. Το πολιτικό κόστος της τεκμηριωμένης αποτύπωσης του μεγέθους του φαινομένου αποτελεί και τον λόγο για τον οποίο οι κυβερνήσεις αποφεύγουν την ανάδειξη του στη δημόσια σφαίρα. Μια ανάδειξη, η οποία θα ισοδυναμούσε με την αφύπνιση και την άσκηση κοινωνικής πίεσης, που με τη σειρά της θα αναδείκνυε την επιτακτική ανάγκη σχεδιασμού ολιστικών πολιτικών δράσεων.

Η πιο πρόσφατη έρευνα-απογραφή για την αστεγία στη χώρα μας πραγματοποιήθηκε το 2018 από το Πάντειο Πανεπιστήμιο σε συνεργασία με το Υπ. Εργασίας και τις δημοτικές Αρχές, πιλοτικά σε επτά δήμους της χώρας. Συνολικά καταγράφηκαν 1645 άστεγοι στην Ελλάδα, ενώ στην Αθήνα καταγράφηκαν 353 στον δρόμο και 440 στις δομές φιλοξενίας και τα υποστηριζόμενα διαμερίσματα, συνολικά 793. Ωστόσο, οι αριθμοί πιστεύεται πως είναι αρκετά μεγαλύτεροι.

Τι ορίζουμε όμως ως αστεγία; Σύμφωνα με τη FEANTSA (Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Εθνικών Οργανώσεων που εργάζονται με τους Αστέγους), πρόκειται για ανθρώπους που παύουν να διαθέτουν τη φυσική, κοινωνική και νομική διάσταση της κατοικίας. Ως κοινωνική διάσταση, λαμβάνεται υπόψη η δυνατότητα του ατόμου να καλεί και να συνυπάρχει με δικούς του ανθρώπους στην κατοικία του, ενώ η νομική διάστασή της συνδέεται με τη στέρηση θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως εκείνο της ελευθερίας: για παράδειγμα, όταν γυναίκες βιώνουν ενδοοικογενειακή βία ή όταν άνθρωποι ζουν ανά 5-6 μαζί και δεν μπορούν να αναπτύξουν τα κατοχυρωμένα δικαιώματά τους.

Η πλειονότητα των αστέγων είναι άντρες, άνω των 50 ετών, και, πάνω από το 70%-80% είναι Έλληνες. Ο αποκλεισμός είναι μεγαλύτερος για τους ανθρώπους που διαθέτουν πολλαπλές ευάλωτες ταυτότητες, όπως τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα, οι πρόσφυγες/ισσες-μετανάστες/ριες και οι χρήστες/ριες ουσιών. Μάλιστα, στην περίπτωση των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων, παρατηρούνται περιστατικά κατά τα οποία, ενώ οι οικογένειές τους γνωρίζουν πως έχουν μείνει χωρίς στέγη, αρνούνται να τα φιλοξενήσουν καθώς δεν αποδέχονται την ταυτότητά τους.

Ένα από τα μεγαλύτερα στερεότυπα που συνδέονται με την αστεγία, είναι εκείνο που θέλει τα άτομα τα οποία βρίσκονται στον δρόμο να καταλήγουν στη συνθήκη αυτή επειδή δεν θέλουν να εργαστούν, κι ένα άλλο είναι εκείνο που τα θέλει να πεθαίνουν πρωτίστως από υπερβολική δόση. Στην πραγματικότητα, η συνολική συνθήκη στην οποία εκτίθεται λόγω της αστεγίας είναι εκείνη που θα οδηγήσει έναν άστεγο άνθρωπο στον θάνατο. Σημαντικό ρόλο φέρουν η έκθεση σε ακραίες θερμοκρασίες, η κακή διατροφή ή η έλλειψη τροφής και πόσιμου νερού, η απουσία ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, οι τραυματισμοί, αλλά και οι κακής ποιότητας ουσίες που προκαλούν ή εντείνουν διάφορα ζητήματα υγείας σε βάθος χρόνου.

Παράγοντες που οδηγούν στην αστεγία: Μύθοι και αλήθειες

Επιχειρώντας να κατανοήσουμε αρχικά τους βασικούς λόγους που οδηγούν έναν άνθρωπο στην αστεγία, ο Χρήστος Κουφός, ιδρυτής και διευθυντής της Καθ’ Οδόν ΑΚΜΕ, που δραστηριοποιείται από το 2018 στο πεδίο, αναφέρει στη Popaganda ότι ενώ υπήρχαν άστεγοι και πριν την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης, «από το 2010 περισσότεροι άνθρωποι οδηγήθηκαν στην αστεγία, πράγμα το οποίο καταλάβαμε μέσω των φορολογικών δηλώσεων που αρχίσαμε να κάνουμε σε αστέγους». Ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων έχει απευθυνθεί στο Καθ’ Οδόν για να τακτοποιηθεί με την εφορία, να κάνει αίτηση για να πάρει σύνταξη, να δει ποιο κρατικό επίδομα δικαιούται κ.ά.

«Έρχεται σ’ εμάς ένας άνθρωπος που ζει σε αστεγία, δημιουργούμε κωδικούς TaxisNet -εφόσον δεν τους έχει- και κάνουμε τη φορολογική του δήλωση, ώστε στη συνέχεια να μπορεί να λάβει τη βεβαίωση αστεγίας από τον Δήμο και το ΚΕΑ (Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης), το οποίο είναι ύψους 200 ευρώ/μήνα και προσαυξάνεται ανάλογα με το αν υπάρχει κάποιο προστατευόμενο μέλος (συνήθως οι περισσότεροι άστεγοι είναι μόνοι). Φέτος κάναμε 512 φορολογικές δηλώσεις από τις οποίες το 50%-60% ανήκαν σε ελεύθερους επαγγελματίες», εξηγεί ο Χρήστος.

Πέρα από ανθρώπους που έχασαν τις δουλειές τους μέσα στην κρίση, η αστεγία αφορά άτομα που βγήκαν από σωφρονιστικά ιδρύματα, για τα οποία δεν υπάρχει επαρκής πλαισίωση ώστε να ενσωματωθούν και να (επαν)ενταχθούν στην κοινωνία. Επίσης, μέσα στην υπάρχουσα κρίση συνέβαλε και η κρίση του covid, ενώ στην αστεγία οδηγούνται συχνά και ενεργοί χρήστες ουσιών.

«Κάτι ακόμα που δεν γνωρίζει πολύς κόσμος», προσθέτει ο διευθυντής του Καθ’ Οδόν, «είναι πως χωρισμένοι άνθρωποι οι οποίοι δεν έχουν πάρει διαζύγιο, δεν μπορούν να υποβάλλουν φορολογική δήλωση μέχρι να ανοίξει η πλατφόρμα για τις ξεχωριστές φορολογικές δηλώσεις (ανοίγει μια φορά τον χρόνο, από Ιανουάριο έως Φεβρουάριο), με αποτέλεσμα να χάνουν έναν ολόκληρο χρόνο από τη δυνατότητα να λάβουν π.χ. ΚΕΑ ή παροχές προνομιακές, επειδή δεν έχουν φορολογική δήλωση. Έτσι, αρκετά άτομα που δεν έχουν δική τους κατοικία οδηγούνται στην αστεγία. Παρατηρούμε πως προ κρίσης, ο θεσμός της οικογένειας ήταν πιο δομημένος με αποτέλεσμα ένα άτομο να μην καταλήγει εξίσου εύκολα άστεγο. Πλέον πολλοί άνθρωποι δεν αισθάνονται άνετα να ζητήσουν βοήθεια από την οικογένεια – ιδίως οι άντρες λόγω των πατριαρχικών στερεοτύπων που κουβαλούν, εξού και τα μεγαλύτερα ποσοστά άστεγων ανδρών – αφού νιώθουν πως θα κλονιστεί το πολύ σημαντικό αίσθημα της αξιοπρέπειας αν το κάνουν. Ως αποτέλεσμα, οι άνθρωποι του πεδίου παρατηρούν πως τις περισσότερες φορές οι συγγενείς δεν γνωρίζουν ότι οι άνθρωποί τους είναι άστεγοι».

Οι παράγοντες που οδηγούν στην αστεγία μπορούν να είναι πολυδιάστατοι και διαφορετικοί από άτομο σε άτομο. Για τον λόγο αυτό, είναι αναγκαία η ανάπτυξη εξατομικευμένων μοντέλων που θα αντιμετωπίζουν το κάθε άτομο ως μοναδικό – μια αντίληψη που κρίνεται αναγκαία και για τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζουμε τις επιπτώσεις της αστεγίας. Προκειμένου αυτό να συμβεί αποτελεσματικά, πρέπει πρώτα να αναπτύξουμε ενσυναίσθηση και να προσπαθήσουμε μπούμε στον κόσμο του ευάλωτου ατόμου.

Η συμβολή της ψυχοθεραπείας στον άστεγο πληθυσμό – Απουσία εξειδικευμένων δομών

Η συνθήκη της αστεγίας μπορεί να επιδεινώσει υπάρχουσες ψυχικές ασθένειες και διαταραχές,, όπως παρατηρούν οι ειδικοί (ψυχίατροι, ψυχολόγοι, ψυχοθεραπευτές, κοινωνικοί λειτουργοί),  χωρίς ωστόσο να είναι σωστό να καταφεύγουμε στη γενίκευση πως ο άστεγος πληθυσμός αντιμετωπίζει ζητήματα ψυχικής υγείας στο σύνολό του. Η κατάθλιψη που αναπτύσσεται λόγω της έλλειψης στέγης και των κακουχιών εκδηλώνεται ή οξύνεται σε αρκετούς αστέγους, όπως και το στρες και οι φοβίες, ενώ στην περίπτωση προΰπαρξης ψυχωσικών διαταραχών, αυτές μπορούν να οξυνθούν, αφού τα άστεγα άτομα συχνά δεν έχουν πρόσβαση στην αγωγή που πρέπει να ακολουθούν ή δεν την ακολουθούν συστηματικά, καθώς δεν υπάρχει ένα σταθερό πλαίσιο εποπτείας από ειδικό.

Στο ΚΥΑΔΑ και στις υπόλοιπες δομές φιλοξενίας υπάρχουν ειδικοί ψυχικής υγείας που παρακολουθούν τους αστέγους, ωστόσο ο αριθμός τους δεν επαρκεί για την κάλυψη των αναγκών. Στις περιπτώσεις, δε, ψυχιατρικού ιστορικού, οι άνθρωποι δεν λαμβάνουν επαρκώς την ψυχιατρική φροντίδα που χρειάζονται. Μετά από εισαγγελική παραγγελία, μπορεί να νοσηλευτούν για ελάχιστο χρονικό διάστημα σε κάποιο από τα ψυχιατρικά νοσοκομεία της Αττικής, τα οποία είναι πολύ επιβαρυμένα και δεν έχουν χωρητικότητα. Για τον λόγο αυτό, απαιτείται η δημιουργία εξειδικευμένων δομών με ψυχιατρικό χαρακτήρα για τους αστέγους.

Στο Καθ’ Οδόν, οι ωφελούμενοι έχουν τη δυνατότητα να πραγματοποιήσουν εβδομαδιαίες συνεδρίες με την ψυχολόγο της οργάνωσης, Ιωάννα Βασδέκη. «Συνήθως έρχονται οικειοθελώς για ψυχοθεραπεία μετά από έναν ή ενάμιση χρόνο συζητήσεων, όταν αισθάνονταν πια ασφαλείς και έτοιμοι να κάνουν αυτό το βήμα. Ορισμένες φορές θα τους παραπέμψουν και άλλοι οργανισμοί αστέγους σ’ εμάς«, λέει στην Popaganda η κα. Βασδέκη. «Υπάρχει ένα μεγάλο κομμάτι που δουλεύεται υποστηρικτικά. Μπορεί δηλαδή όταν έρχονται για κάποια άλλη υπηρεσία, όπως για μία φορολογική δήλωση, να κάνουμε έναν διάλογο υποστηρικτικό, πιο “επιφανειακό” ως προς τη θεραπευτική διαδικασία. Στις εβδομαδιαίες συνεδρίες, γίνεται λήψη ιστορικού, στοχοθεσία και εις βάθος παρέμβαση. Επίσης, υπάρχει συνεργασία με νοσοκομεία και ψυχιάτρους, όταν πρέπει να γίνει παραπομπή για φαρμακευτική αγωγή ή νοσηλεία. Μας ενδιαφέρει σε κάθε περίπτωση να δημιουργούμε ένα φροντιστικό πλαίσιο».

«Όσο πιο άμεσα γίνεται η ψυχοθεραπευτική παρέμβαση στον/στην άστεγο/η, και συγκεκριμένα σε διάστημα μικρότερο των 2 χρόνων από τη στιγμή που βρέθηκε σε συνθήκη αστεγίας, τόσο περισσότερες πιθανότητες υπάρχουν να θελήσει να επανενταχθεί»

Σε σειρά podcast του Καθ’ Οδόν, η Ιωάννα Βασδέκη καταρρίπτει την πεποίθηση αρκετών ανθρώπων ότι οι άστεγοι επιλέγουν να ζουν στον δρόμο επειδή νιώθουν ελεύθεροι, αλλά καταθέτει ότι έχει ακούσει αρκετούς αστέγους να λένε ότι «προτιμούν τον δρόμο από μια δομή φιλοξενίας, γιατί έχουν την ελευθερία τους. Στον δρόμο μπορούν να καπνίσουν, να κάνουν χρήση, να βάλουν μουσική δυνατά κ.ά., γιατί δεν υπάρχει ένα αυστηρό πλαίσιο. Αν υπήρχε όμως ένα περιβάλλον ασφαλές και ελεύθερο σαν το σπίτι, δεν θα διάλεγε κανείς τον δρόμο – εκτός αν υπάρχει κάποια μορφή ψύχωσης που μπορεί να ωθεί το άτομο σε τέτοιου είδους σκέψεις και ενέργειες».

Όπως έχει διαπιστώσει η ψυχολόγος, και επιβεβαιώνουν έρευνες, όσο πιο άμεσα γίνεται η ψυχοθεραπευτική παρέμβαση, και συγκεκριμένα σε διάστημα μικρότερο των 2 χρόνων από τη στιγμή που βρεθεί κάποιος/α σε συνθήκη αστεγίας, τόσο περισσότερες πιθανότητες υπάρχουν να θελήσει να επανενταχθεί. Αυτό συμβαίνει καθώς στο διάστημα αυτό δεν έχει διαμορφωθεί ακόμα μια παγιωμένη ρουτίνα αστεγίας, η οποία αποτελεί πλέον τη νέα κανονικότητα του ατόμου και αποδυναμώνει το κίνητρο για αλλαγή.

Αιτία στιγματισμού η ταύτιση της χρήσης ουσιών με την αστεγία

Όσον αφορά στην αστεγία και την εξάρτηση, η οποία υπάγεται στις διαταραχές χρήσης ουσιών, αυτές συνυπάρχουν σε σημαντικό βαθμό, σύμφωνα με τον Εθνικό Συντονιστή για την Αντιμετώπιση των Ναρκωτικών, Δρ Χρήστο Κουϊμτσίδη, ο οποίος σε ρεπορτάζ του Vice επισημαίνει ότι «η σχέση αστεγίας και χρήσης ουσιών (συμπεριλαμβανομένου και του αλκοόλ) είναι κυκλική για τους χρήστες, με αφετηρία είτε την έλλειψη εργασίας και στη συνέχεια στέγης που οδηγεί στη χρήση, είτε ξεκινά από τη χρήση ουσιών, η οποία οδηγεί στην απώλεια εργασίας και στέγης».

Ωστόσο, δεν υπάρχουν επίσημα δεδομένα σχετικά με το ποσοστό του άστεγου πληθυσμού που είναι εξαρτημένο από ουσίες. Επίσης, παρά τη διαπιστωμένη σύνδεση αστεγίας και χρήσης, δεν πρέπει να θεωρούνται ταυτόσημες, αλλά κάθε περίπτωση αστέγου είναι αναγκαίο να αντιμετωπίζεται εξατομικευμένα ως προς τα ζητήματα ψυχικής υγείας που μπορεί να αντιμετωπίζει. Όπως τονίζει ο κ. Κουϊμτσίδης, «Υπάρχει φυσικά πληθυσμός αστέγων χωρίς εξαρτήσεις. Πρέπει να προστατεύουμε τους ανθρώπους που βοηθάμε και όχι να τους εκθέτουμε σε γενικεύσεις που μπορούν να επιφέρουν στιγματισμό». 

Μείζον πρόβλημα για τους άστεγους χρήστες, αποτελεί η έλλειψη εξειδικευμένων ξενώνων. Ο μεγάλος ξενώνας και το υπνωτήριο στο Πολυδύναμο Κέντρο Αστέγων του Δήμου Αθηναίων αφορούν αποκλειστικά τον γενικό πληθυσμό και όχι τους χρήστες ουσιών. Εξαίρεση αποτελεί ο ξενώνας που έφτιαξε ο Δήμος για άστεγους τοξικοεξαρτημένους τον Απρίλιο του 2020, και συνεργάζεται με το ΚΕΘΕΑ, τον ΟΚΑΝΑ (ο οποίος έχει και δικό του ξενώνα που τώρα λειτουργεί και ως θερμαινόμενος χώρος) και το υπ. Υγείας. Οι ωφελούμενοι μπορούν να μείνουν στον ξενώνα έως και 6 μήνες. Για τους άστεγους χρήστες στην Αθήνα, ο δήμος διαθέτει επίσης μια δομή φιλοξενίας, το Ξενοδοχείο ‘‘My Athens’’, δυναμικότητας 70 ατόμων.  

Παράλληλα, κατά τη διακομιδή ενός άστεγου χρήστη στο νοσοκομείο, παρατηρείται πως σχεδόν κανένα από τα νοσηλευτικά ιδρύματα δεν διαθέτει ουσίες υποκατάστασης (μεθαδόνη/βουπρενορφίνη). Δεδομένου ότι τα υποκατάστατα είναι απαραίτητα για να μπορέσει να βγάλει τη μέρα του ένα άτομο χωρίς να κάνει χρήση και να μην εκδηλώσει συμπτώματα στέρησης, ο/η χρήστης/ρια αναγκάζεται να φύγει από το δημόσιο νοσοκομείο στο οποίο νοσηλεύεται και να απευθυνθεί στον ΟΚΑΝΑ για να βρει.

Όσον αφορά στα κέντρα απεξάρτησης, (ΚΕΘΕΑ, ΟΚΑΝΑ, 18 ΑΝΩ κ.ά.), δεδομένου ότι στα περισσότερα κλειστά προγράμματα υπάρχει αναμονή που μπορεί να φτάνει και τους δύο μήνες (η κατάσταση διαφέρει στα ανοιχτά προγράμματα), αρκετοί άστεγοι χρήστες εγκαταλείπουν την προσπάθεια στο μεσοδιάστημα, αφού δεν έχουν το ψυχικό σθένος να παραμείνουν καθαροί χωρίς παρακολούθηση – συνθήκη αναγκαία για να μπορέσουν να μπουν στο πρόγραμμα.

Αυξημένος αλλά όχι επαρκής αριθμός ξενώνων για τον γενικό πληθυσμό αστέγων

Για τον γενικό πληθυσμό αστέγων, ο αριθμός ξενώνων φιλοξενίας είναι σημαντικά αυξημένος σε σχέση με μερικά χρόνια πριν, ωστόσο, λόγω των δικαιολογητικών που απαιτούνται, η διαδικασία δεν είναι εύκολη. Το Πολυδύναμο Κέντρο Αστέγων στη συμβολή Αχαρνών και Λιοσίων διαθέτει έναν ξενώνα βραχείας φιλοξενίας, ένα υπνωτήριο (μια λύση έκτακτης ανάγκης για τον άστεγο, καθώς οι γραφειοκρατικές διαδικασίες για να περάσει εκεί το βράδυ του είναι αρκετά απλοποιημένες), και ένα Κέντρο Ημέρας, στο οποίο περίπου 150 άνθρωποι πίνουν δωρεάν καφέ καθημερινά, ενώ διανέμονται 1.200 μερίδες φαγητού. Το Πολυδύναμο Κέντρο άνοιξε κατά την πρώτη καραντίνα ως μια δομή που διαθέτει 400 κλίνες. Σήμερα διαθέτει 290 κλίνες. Ειδικότερα, ο ξενώνας είναι δυναμικότητας 146 φιλοξενουμένων και το υπνωτήριο 144 φιλοξενουμένων. 

Ακόμα, ο Δήμος Αθηναίων διαθέτει την Εστία των Αθηνών που απευθύνεται σε ηλικιωμένους άστεγους και έχει δυναμικότητα 50 ατόμων. Επίσης, ο Ερυθρός Σταυρός διαθέτει τον Κοινωνικό Ξενώνα Αστέγων και οι Γιατροί του Κόσμου λειτουργούν Υπνωτήριο. Παρά την ύπαρξη ξενώνων, εξακολουθεί να τίθεται το ζήτημα του κατά πόσο οι δομές είναι ελκυστικές. Λόγω του μεγάλου αριθμού ατόμων που συγκεντρώνεται σε αυτές, δεν υπάρχει ιδιωτικότητα, με αποτέλεσμα αρκετοί άστεγοι να επιλέγουν μονάχα να διανυκτερεύσουν σε ακραίες καιρικές συνθήκες. Υπάρχουν, επίσης, αρκετές μαρτυρίες αστέγων για κλοπές προσωπικών τους αντικειμένων εντός των υπνωτηρίων. 

«Πρέπει να είναι προσωρινή η συνθήκη της διαμονής, για να κινητοποιηθεί το άτομο να αναζητήσει εργασία και να υπάρξει μετάβαση σε δική του στέγη»

«Ο αριθμός των δομών εξακολουθεί να μην είναι αρκετός για τις ανάγκες του άστεγου πληθυσμού», λέει ο διευθυντής του Καθ’ Οδόν. «Για τον λόγο αυτό οι ΜΚΟ δημιουργούν τους δικούς τους χώρους. Εμείς έχουμε φτιάξει μία υποστηριζόμενη-κοινωνική κατοικία, (η διαφορά από τον ξενώνα είναι ότι δεν διαβιούν σε αυτή πάνω από 10 άτομα). Το κάθε άτομο έχει το κλειδί του στο διαμέρισμά του, και μια φορά την εβδομάδα ελέγχουμε αν όλα κυλούν καλά. Σε ένα διαμέρισμα μπορούν να μείνουν μαζί μέχρι και 4-5 άτομα. Το άτομο γνωρίζει εξαρχής και έχει συμφωνήσει πως μπορεί να μείνει στο διαμέρισμα μέχρι και έναν χρόνο.

Στην κοινωνική κατοικία του Καθ’ Οδόν

Πρέπει άλλωστε να είναι προσωρινή η συνθήκη της διαμονής, για να κινητοποιηθεί το άτομο να αναζητήσει εργασία και να υπάρξει μετάβαση σε δική του στέγη. Όσο βρίσκεται στην κοινωνική κατοικία, ακολουθούμε ποικίλες προσεγγίσεις με στόχο να ενταχθεί ξανά στην κοινωνία. Όσο όμως δεν υπάρχει κεντρική πολιτική αντιμετώπιση για την αστεγία, το πρόβλημα δεν θα λύνεται από τη ρίζα του και η επανένταξη των ατόμων θα βασίζεται σε πρωτοβουλίες οργανώσεων», προσθέτει ο Χρήστος.

«Στο streetwork που κάνουμε κάθε Πέμπτη βράδυ, και μοιράζουμε φαγητό, τσάι κ.ά. στους αστέγους, ερχόμαστε σε επαφή με άτομα που ενδιαφέρονται να ενταχθούν στην υποστηριζόμενη κατοικία και τους ενημερώνουμε για τις παροχές και τη διαθεσιμότητα. Επίσης, ανάλογα με το φύλο που υποστηρίζει το κάθε άτομο πως έχει, βάζουμε τους άντρες μαζί με άντρες και τις γυναίκες μαζί με γυναίκες. Στη συνέχεια, κάνουμε μια εξέταση ούρων, ώστε να δούμε αν έχει γίνει κάποια χρήση. Εάν δεν έχει γίνει χρήση, γίνεται μια πρώτη συνάντηση με την ψυχολόγο και οι συνεδρίες μπορούν να συνεχιστούν σε εβδομαδιαία βάση. Αν έχει κάνει χρήση, παραπέμπουμε τον/την ωφελούμενο/η σε πρόγραμμα απεξάρτησης – ανοιχτό ή κλειστό – ανάλογα το πρόβλημα, τον βαθμό χρήσης και την ουσία».

Αναγκαία η εύρεση εργασίας για την επανένταξη – Η διαδικασία

Εστιάζοντας στο κομμάτι της εύρεσης εργασίας για τον άστεγο πληθυσμό, υπάρχουν ορισμένα κρατικά προγράμματα όπως το Στέγαση και Εργασία (περίπου 450 ωφελούμενοι) στο οποίο συμμετέχουν 43 δήμοι και φορείς. «Σε αυτά τα προγράμματα, οι εργαζόμενοι/ες έρχονται σε επαφή με δομές που φιλοξενούν αστέγους και τους παρέχουν κατοικία μέχρι και για 2 χρόνια, με στόχο την εύρεση εργασίας», μου εξηγεί ο ιδρυτής του Καθ΄ Οδόν.

«Παρέα με τον/την κοινωνικό/ή λειτουργό, αναζητούν δουλειά αφού εγκατασταθούν. Απ’ εκεί και πέρα, το ΚΥΑΔΑ και ορισμένοι οργανισμοί όπως το Ithaca διαθέτουν εργασιακούς συμβούλους που αναλαμβάνουν από το μηδέν να δημιουργήσουν βιογραφικό με τους αστέγους, και τους προτείνουν σε συνεργαζόμενες επιχειρήσεις. Φυσικά, υπάρχουν και άνθρωποι που έχουν το ψυχικό σθένος να αναζητήσουν μόνοι τους εργασία». 

«Στο Καθ΄ Οδόν, σε όσους/ες έχουμε κάνει φορολογικές δηλώσεις, είναι γραμμένοι/ες και στον ΟΑΕΔ και αν ανοίξει κάποια θέση μπορούν να πάρουν και από τον ΟΑΕΔ κάποιον άνθρωπο. Επίσης, έχουμε ανοίξει στο Μεταξουργείο το φυσικό μας κατάστημα (Κωνσταντίνου Παλαιολόγου 18), που λειτουργεί και online, στο οποίο προσφέρουμε θέσεις εργασίας σε αστέγους. Η επιλογή γίνεται ύστερα από συνεντεύξεις που πραγματοποιούν με την ψυχολόγο μας».

Θάνατοι αστέγων στον δρόμο

Όπως μου λέει ο Χρήστος Κουφός καθώς φτάνουμε στο τέλος της συζήτησής μας, για ένα ζήτημα που έχει απασχολήσει τελευταία τις οργανώσεις, «Ερχόμαστε αντιμέτωπες με πολλούς θανάτους αστέγων υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες. Επειδή έχουμε βοηθήσει ανθρώπους να βγάλουν ταυτότητα, μας έχουν καλέσει σε περιπτώσεις αναγνώρισης, γιατί δεν υπήρχε κάποιος συγγενής. Παραλαμβάναμε εμείς τη σορό, αναλαμβάναμε τη νεκροψία, τη νεκροτομή, την κηδεία.

Και εδώ εντοπίζεται ένα μεγάλο πολιτικό κενό, που υπάγεται στην απουσία ολιστικής αντιμετώπισης του φαινομένου. Αν για παράδειγμα ένας άνθρωπος δεν έχει εγγραφεί στα μητρώα των αστέγων, δεν μπορεί να κηδευτεί με δημόσια δαπάνη και αναλαμβάνουμε εμείς όλο το κόστος. Επίσης, αν κάποιος νοσηλευτεί και δεν ξέρει το ΑΦΜ ή το ΑΜΚΑ του, ψάχνουμε εμείς να το βρούμε για να μπορέσει να καλύψει τα έξοδα της νοσηλείας».

Δεδομένης της αξιοπρέπειας που οι άστεγοι συνάνθρωποί μας θέλουν να διατηρήσουν, αλλά και του φόβου της επίκρισης ή της μη εκπλήρωσης των οικογενειακών προσδοκιών, καταλήγουν να απομακρύνονται από τους δικούς τους, με αποτέλεσμα εκείνοι να μην γνωρίζουν πως οι άνθρωποί τους είναι άστεγοι και να δηλώνουν εξαφάνιση. Ο κ. Κουφός διηγείται μια περίπτωση, όπου «ένας άστεγος κύριος μπήκε στην εντατική και μας πήραν από την κοινωνική υπηρεσία για να δώσουμε τα στοιχεία του, την ασφάλειά του, κ.λπ. Και τότε βρέθηκε ένας αδελφός στο San Francisco τον οποίο είχε να δει 40 χρόνια. Όταν ο άνθρωπος πέθανε τελικά, παρέλαβε με δική μας μεσολάβηση τη σορό του και μας είπε πως δεν είχε ιδέα ότι ο αδελφός του ήταν άστεγος».