Περίπου ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι ανά τον κόσμο, ζουν με μία ψυχική διαταραχή, ενώ στις χαμηλού και μέσου εισοδήματος χώρες παραπάνω από το 75% των ατόμων με ψυχικές παθήσεις δε λαμβάνει κάποια θεραπεία. Τη στιγμή που κάθε 40 δευτερόλεπτα ένας άνθρωπος αυτοκτονεί, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, οι κυβερνήσεις επιλέγουν συνολικά να αφιερώνουν κατά μέσο όρο λιγότερο από το 2% του προϋπολογισμού υγείας στη ψυχική υγεία. Η στιγματοποίηση των ανθρώπων που έρχονται «αντιμέτωποι» με ένα ευρύ φάσμα ψυχικών διαταραχών εξακολουθεί να υφίσταται μέχρι και σήμερα, μολονότι η πληροφόρηση για τις ολοένα εξελισσόμενες ψυχοθεραπευτικές και ψυχιατρικές προσεγγίσεις διευρύνεται. Σε περιπτώσεις μάλιστα συννοσηρότητας, συνύπαρξης δηλαδή δύο ψυχικών διαταραχών, το στίγμα συχνά γίνεται διπλό. Η «διπλή στιγματοποίηση» εκδηλώνεται ιδιαίτερα και προς τα άτομα ευάλωτων κοινωνικά ομάδων, όπως προσφύγων ή ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων που παρουσιάζουν κάποια ψυχική ασθένεια.
«Είσαι τρελή», «είσαι άρρωστη», «κάνεις σαν παρανοϊκή», «πώς θα σε πάρουν στα σοβαρά εάν αντιδράς σε όλα έτσι;», είναι μερικές μόνο από τις φράσεις των οποίων έχω γίνει αποδέκτης, ούσα αντιμέτωπη με την αγχώδη, την ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή και την κοινωνική φοβία. Έχουν υπάρξει μέρες, κατά τις οποίες φοβόμουν ακόμη και να σηκώσω το τηλέφωνο, να έρθω σε επαφή με εργοδότες για να ξεκινήσω μία δουλειά. Το σώμα μου, μέσα από ποικίλα ψυχοσωματικά συμπτώματα, γινόταν ο πομπός της ψυχής μου που προσπαθούσε να με πείσει πως η ανθρώπινη επαφή είναι απειλητική. Ένιωθα ελαττωματική, ανίκανη και καταπονημένη. Παράλληλα, ο φόβος της στιγματοποίησης και της απουσίας κατανόησης από τον περίγυρό μου με έσπρωχνε να «πνίξω» το βίωμά μου, που μέρα με τη μέρα με βύθιζε στον πυθμένα του. Το σκοτάδι που αντίκρισα όταν έφτασα σε αυτόν ήταν αφυπνιστικό. Με καλούσε να ανακτήσω τη ζωή μου.
Ήταν τότε, πριν από δύο περίπου χρόνια, που πήρα την απόφαση να ξεκινήσω ψυχοθεραπεία. Τότε που συνειδητοποίησα πως το πρώτο βήμα για να απομακρυνθώ από τη ψυχική διαταραχή είναι να συμφιλιωθώ μαζί της. Να την αγκαλιάσω και να τη φροντίσω. Έπειτα, με τη ζωτική βοήθεια της ψυχοθεραπεύτριάς μου, άρχισα σταδιακά να εντοπίζω τις στρεβλές, μη ρεαλιστικές πεποιθήσεις που διαμόρφωνε το μυαλό μου και οι οποίες με απομάκρυναν από τη δημιουργία υγιών σχέσεων.
Ωστόσο, στο πρόσωπο ενός ειδικού ψυχικής υγείας, είναι σημαντικό να θυμόμαστε πως δε συναντάται μία «αυθεντία» με έτοιμες λύσεις για κάθε πρόβλημά μας. Η αλλαγή σημειώνεται μέσα από τη συνεργασία θεραπευτή και θεραπευόμενου. Οι ψυχοθεραπευτές είναι άνθρωποι ατελείς, με πάθη, όπως κι εμείς. Φυσικά, όπως συμβαίνει σε όλα τα επαγγέλματα, υπάρχουν κι εκείνοι που, μη διαθέτοντας επαρκή κατάρτιση και ενσυναίσθηση για το βίωμα του εκάστοτε θεραπευόμενού τους, λοξοδρομούν από το λειτούργημα που οφείλουν να ασκούν, με τη στάση τους συχνά να αποδεικνύεται επικίνδυνη για την ανθρώπινη ψυχή. Η Ευτυχία, η Γιώτα, η Νεφέλη και η Λύρα, είναι τέσσερα κορίτσια που γνωρίζουν καλά πώς είναι να ζεις με κάποια ψυχική διαταραχή. Μέσα από την εμπειρία τους, μιλούν στην Popaganda για το πώς η ψυχοθεραπεία τις βοήθησε να καταλάβουν ότι ο κόσμος τελικά είναι λιγότερο απειλητικός απ’ όσο πίστευαν. Σήμερα, ξεστομίζουν ότι: «Είναι ωραίο τελικά να αγαπάς τον εαυτό σου».
Ευτυχία, 26 ετών
Θεωρώ ότι κανένας άνθρωπος δεν ορίζεται από τις σκέψεις του, αντιθέτως μπορεί να τις ρυθμίσει και όχι να τον ρυθμίζουν. Για πολλά χρόνια εγώ αυτό δεν το αντιλαμβανόμουν. Δε δεχόμουν το τι μπορεί να σκέφτομαι, προσπαθούσα πάντοτε να αιτιολογήσω το γιατί το σκέφτομαι και προετοίμαζα τον εαυτό μου για το «χειρότερο συμβάν». Είχα φτάσει σε ένα σημείο να έχω ενστερνιστεί τόσο πολύ αυτόν τον κώδικα επικοινωνίας με τον εαυτό μου, που πίσω από κάθε πράξη μου καθρεφτίζονταν η αβεβαιότητα και ο πανικός. Με την εμφάνιση της πανδημίας και την αποδόμηση πολλών σταθερών αξιών γύρω μας, αυτά τα συναισθήματα εντάθηκαν. Υπέφερα έντονα από ψυχοσωματικές εκδηλώσεις κρίσεων πανικού. Έφευγα από τη δουλειά νωρίτερα, αδυνατούσα να σηκωθώ από το κρεβάτι, φοβόμουν να βρεθώ με κόσμο ή να οδηγήσω, μήπως ξανασυμβεί. Φοβόμουν τόσο το σώμα μου, όσο και τη σκέψη μου. Αποφάσισα τότε, μετά από ένα έντονο επεισόδιο που με οδήγησε στα επείγοντα του νοσοκομείου, να κάνω μία ουσιαστική αρχή με τη ψυχοθεραπεία.
Βρίσκομαι τώρα στον τρίτο μήνα συνεδριών και ήδη νιώθω πολύ καλύτερα. Μέσω της συνθετικής ψυχοθεραπείας, με στοιχεία γνωσιακής και Gestalt, εστιάζουμε πολύ στο «εδώ και το τώρα», αντιλαμβανόμαστε τις «λαθεμένες» συμπεριφορές και σκέψεις μου, και τις επαναπροσδιορίζουμε με διαφορετικό περιεχόμενο. Ακούγεται μια απλή διαδικασία και πολύς κόσμος θα σου πει ότι μπορεί να την πραγματοποιήσεις και μόνος σου, όμως ο θεραπευτής είναι εκείνος που θα σου δώσει τα εργαλεία για να το κάνεις. Πρόσφατα δοκίμασα και EMDR, με το να κλείσω τα μάτια και να επαναφέρω στο μυαλό μου, τραυματικές εμπειρίες (σ.σ. Το EMDR είναι μία θεραπεία που βοηθά τον άνθρωπο να αντιμετωπίσει τα συμπτώματα από την συναισθηματική δυσφορία που είναι αποτέλεσμα ενοχλητικών αντίξοων εμπειριών ή καταστάσεων). Σιγά σιγά, βλέπω την καθημερινότητά μου να βελτιώνεται, την παραγωγικότητά μου να επιστρέφει και την αγχώδη διαταραχή να με αποχαιρετά. Ο κόσμος πρέπει να καταλάβει ότι ψυχοθεραπεία δεν κάνει όποιος είναι «τρελός». Ψυχοθεραπεία μπορεί να κάνει ο οποιοσδήποτε επιθυμεί να αναγνωρίσει και να μάθει καλύτερα τον εαυτό του, να βελτιώσει τον τρόπο ζωής του. Εγώ προσωπικά, δεν θα τα είχα μάθει όλα αυτά με άλλον τρόπο.
Γιώτα, 23 ετών
Έχοντας πάρει το πτυχίο μου στη Ψυχολογία, είναι απαραίτητο ως μελλοντική ψυχοθεραπεύτρια να κάνω ατομική ψυχοθεραπεία, προκειμένου να αντιμετωπίσω τα προσωπικά μου ζητήματα, ώστε να μπορέσω με τη σειρά μου να επικοινωνήσω με τους θεραπευόμενούς μου. Πέραν αυτού, πήρα την απόφαση να ξεκινήσω ψυχοθεραπεία, γιατί ήθελα να εξερευνήσω τη διαδικασία. Πλέον, κάνω σχεδόν δύο χρόνια, Gestalt προσέγγιση συγκεκριμένα (σ.σ. πρόκειται για μία ψυχοθεραπευτική μέθοδο που ωθεί τον θεραπευόμενο να αποκτήσει επίγνωση αυτού που συμβαίνει μέσα του κάθε στιγμή, να αναλάβει την ευθύνη και να το αποδεχτεί), την οποία θεωρώ πολύ παρεξηγημένη και ελπίζω σε ένα μέλλον στο οποίο θα είναι πιο διαδεδομένη. Το σπουδαιότερο για ΄μένα είναι ότι με βοηθάει να αντιμετωπίσω τα δικά μου ψυχικά τραύματα, όπως παιδικά αναπτυξιακά τραύματα, τα οποία αντιλαμβανόμουν ότι υπήρχαν μέσα από συγκεκριμένες εμπειρίες, οπότε ήθελα να έρθω σε πιο βαθιά επαφή μαζί τους. Ήταν ένας πολύ καλός συνδυασμός, καθώς απαιτούσαν από τη μία οι σπουδές μου να κάνω ψυχοθεραπεία, αλλά και η δική μου πραγματικότητα που με καλούσε να τη φροντίσω.
Αυτό είναι η ψυχοθεραπεία για ΄μένα, μία φροντίδα. Πλέον την έχω αγαπήσει και καταλαβαίνω ότι όσο μου αρέσει να είμαι στη διαδικασία αυτή ως θεραπευόμενη, άλλο τόσο θα μου αρέσει ως ψυχοθεραπεύτρια. Πράγματα που αρνιόμουν να δω, «αναγκάστηκα» να τα «κοιτάξω κατάματα». Έχω βρει την ειρήνη μέσα μου. Όσο επίπονες καταστάσεις και να ‘χω βιώσει, έχουν συμφιλιωθεί μέσα μου και θεωρώ πώς όλοι αξίζει να έρθουν σε επαφή με την εμπειρία της ψυχοθεραπείας. Πρέπει να πάψει να υφίσταται στιγματοποίηση ο κλάδος. Όχι, δε σημαίνει πως για να κάνεις ψυχοθεραπεία πρέπει να ‘σαι «τρελός». Αρκεί να αγαπάς τον εαυτό σου, ή να προσπαθείς να τον αγαπήσεις. Ο ψυχοθεραπευτής είναι «εκεί», έτοιμος, να αναδύσει τον καλύτερό μας εαυτό. Για να μας βοηθήσει να καταλάβουμε πως δεν είμαστε μόνοι.
Νεφέλη, 24 ετών
Η ιστορία μου με την ψυχοθεραπεία ξεκίνησε μέσω της σχέσης μου με τις κρίσεις άγχους και κατ’ επέκταση κρίσεις πανικού. Ένα βράδυ που ήμουν με τη μητέρα μου, έπαθα κρίση πανικού, με αποτέλεσμα στην κορύφωσή της να αισθάνομαι να μουδιάζει όλη μου η δεξιά πλευρά, να στραβώνει το στόμα μου και να οδηγηθώ στο νοσοκομείο. Μετά το περιστατικό αυτό και με τη βοήθεια της αδερφής μου, που είναι ψυχολόγος, άρχισα να αντιλαμβάνομαι ότι αυτό που μου συνέβαινε ήταν κάτι που είχε άμεση σύνδεση με τη ψυχή μου. Όταν συνειδητοποίησα ότι κάτι πάει πολύ λάθος, μου έγινε ακόμη μεγαλύτερη η ανάγκη να το αντιμετωπίσω, απευθυνόμενη σ’ αυτό το σημείο σε ψυχοθεραπευτή. Μέσω της επαφής μου με την ψυχοθεραπεία, επικοινώνησα την ιστορία μου, απέβαλα μέρος του συναισθηματικού βάρους που κουβαλούσα, απεγκλωβίστηκα από τραύματα. Έμαθα να νιώθω καλά με τον εαυτό μου, εξέλιξα την προσωπικότητά μου, ανακάλυψα τις δυνάμεις μου και το μέχρι που μπορώ να φτάσω. Έμαθα να παρατηρώ με περισσότερη προσοχή όλα όσα γίνονται στη ζωή μου, να βρίσκω ασφαλείς διεξόδους σε έντονα φορτισμένες στιγμές.
Πλέον δεν παθαίνω κρίσεις πανικού με την ίδια συχνότητα, έμαθα να τις κοντρολάρω και πολλές φορές να αναγνωρίζω ότι έρχονται και να τις προλαβαίνω. Εντόπισα από πού πηγάζουν, τις αιτίες και τις αφορμές και ξεκίνησα με μικρά και σταθερά βήματα να επαναπροσδιορίζω τη ζωή μου και τον ίδιο μου τον εαυτό. Επίσης, μέσω αυτής της γνωριμίας με τον τομέα της ψυχολογίας, κατάλαβα ότι θέλω κι εγώ να βοηθήσω τον κόσμο να νιώσει τη λύτρωση. Αυτή η εσωτερική ανάγκη με οδήγησε και στις μεταπτυχιακές σπουδές μου πάνω στη ψυχοθεραπεία και τη συμβουλευτική και σ’ ένα νέο επαγγελματικό δρόμο, για τον οποίο είμαι περήφανη κι αντιλαμβάνομαι ότι για πρώτη φορά στη ζωή μου η επιλογή αυτή που έκανα είναι καθαρά προσωπική και συνειδητή.
Λύρα, 22 ετών
Όταν ήμουν περίπου 15 ετών, αυτοτραυματιζόμουν αρκετά, ενώ παράλληλα εκείνη την περίοδο είχα αρχίσει να μην τρώω. Οι γονείς μου, καθώς ανησυχούσαν, αναζήτησαν ψυχίατρο κι έτσι κατέληξα σε έναν «τυπάκο», ο οποίος ήταν ό,τι δε θα έπρεπε να είναι ένας ψυχίατρος… Μου έλεγε πως δε συμβαίνει τίποτα κι ότι όλοι οι έφηβοι κόβονται! Ήθελε να με μειώσει. Δε θέλησα να ξαναπάω σε αυτόν, ο αυτοτραυματισμός μου γινόταν όλο και χειρότερος κι εν τέλει πήγα σε μία άλλη ψυχίατρο που ακολουθούσε Γνωσιακή – Συμπεριφορική προσέγγιση. Ενώ αρχικά ταιριάξαμε, μετά από κάποιο σημείο ισχυριζόταν ότι αυτοτραυματιζόμουν για να τραβήξω την προσοχή, γιατί ήμουν ένα παιδάκι 16 ετών που έλεγε ότι θέλει να πεθάνει. Μια μέρα είχα πάει στο γραφείο, έχοντας πάρει προηγουμένως δέκα Xanax. Τα έβλεπα όλα θολά κι εκείνη γελούσε. Έλεγε μάλιστα ψευδώς στη μητέρα μου ότι σημειώνουμε πολλή πρόοδο. Και την επόμενη μέρα έκανα απόπειρα αυτοκτονίας. Εκείνη δεν αναλάμβανε την ευθύνη, ήθελε να με κλείσουν σε κλινική.
Από τότε έμεινα επί μήνες χωρίς θεραπευτή, έπειτα από μία πολύ ευάλωτη κιόλας περίοδο, κατά την οποία ωστόσο είχα έντονη υποστήριξη από τους γονείς μου κι από μία εκπληκτική λυκειάρχισσα. Υπήρξαν πολλοί θεραπευτές που δεν ήθελαν να αναλάβουν ένα παιδί με διαταραχή προσωπικότητας, δεν ήθελαν να ρισκάρουν την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος. Πλέον, τα τελευταία πέντε χρόνια, κάνω ψυχοθεραπεία με μία γυναίκα που απ’ την πρώτη συνεδρία μου έκανε «κλικ». Νιώθω πλήρως διαφορετική απ’ ότι ήμουν όταν ξεκίνησα, νιώθω γεμάτη. Με έχει μάθει να βάζω όρια στους ανθρώπους, να ρυθμίζω το συναίσθημά μου, να έχω υγιείς σχέσεις, γιατί ήμουν πολύ χειριστική. Μου έκανε εντύπωση το ότι με έβαλε να υπογράψω ένα θεραπευτικό συμβόλαιο, για το ότι δε θα αυτοτραυματίζομαι. Στην αρχή, φοβόμουν να της το πω, αν είχα κάνει κακό στον εαυτό μου, αλλά στην πορεία με ταρακούνησε και καθυστέρησα πολύ να επαναλάβω την πράξη. Όταν τελικά έκανα ξανά απόπειρα, δε με έκρινε καθόλου και με ευχαρίστησε που την εμπιστεύτηκα. Εκεί συνειδητοποίησα ότι βρήκα κάποιον που μπορώ πραγματικά να εμπιστευτώ και άρχισα να εξοικειώνομαι.