Βρισκόμαστε σε ένα λεωφορείο, πίσω στο 1956. Ένα 12χρονο κορίτσι, συνοδευόμενο από τους γονείς του, κατευθύνεται από το Prescot στο Manchester της Αγγλίας για έναν ποδοσφαιρικό αγώνα. Δεν επρόκειτο να τον παρακολουθήσει, αλλά να παίξει σε αυτόν. Μπορεί η πληροφορία αυτή να μην προκαλεί σήμερα κάποια αίσθηση, όπως τη δεκαετία του 1950, τα κορίτσια και οι γυναίκες βίωναν τον αποκλεισμό από το ποδόσφαιρο, εκ μέρους της ίδιας της FA (Αγγλική Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου).
Το 12χρονο αυτό κορίτσι, ήταν η Sylvia Gore. Αγαπούσε το ποδόσφαιρο απ’ όταν θυμάται τον εαυτό της και τις ημέρες που μαζί με τον πατέρα και τον θείο της, κλωτσούσε μια μπάλα μαθαίνοντας τις τεχνικές του αθλήματος – όπως εκατομμύρια άλλα παιδιά σε όλο τον κόσμο. «Η τοπική ομάδα ποδοσφαίρου, Prescot Cables, συνήθιζε να με αναζητά στο ημίχρονο για να μπω και να σκοράρω», δηλώνει η Gore τον Μάιο του 2016. «Έκανα αυτό που πολλοί άντρες στη χώρα δεν κατάφερναν να κάνουν τόσο καλά».
Πράγματι, η Sylvia Gore υπήρξε μία από τις κορυφαίες σκόρερ στην ιστορία του γυναικείου ποδοσφαίρου, σε μία περίοδο μάλιστα που το άθλημα ήταν «παράνομο» για τις γυναίκες.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, το γυναικείο ποδόσφαιρο βρέθηκε στην πρώτη γραμμή, συγκεντρώνοντας στα γήπεδα πολλές χιλιάδες θεατών. Υπεύθυνες για την προσέλευση του σημαντικά υψηλού αριθμού ατόμων, υπήρξαν διάφορες γυναικείες ομάδες, με πρωτεργάτριες τις Dick, Kerr Ladies, μια διάσημη ομάδα από το Preston, αποτελούμενη από γυναίκες που εργάζονταν σε εργοστάσια.
Δεδομένου ότι, εξαιτίας του πολέμου, οποιοσδήποτε άντρας ήταν αρκετά ικανός για να παίξει ποδόσφαιρο, βρέθηκε να πολεμάει στο πεδίο της μάχης, οι γυναίκες που έμειναν πίσω στην πατρίδα, όχι μόνο ανέλαβαν τις δουλειές των αντρών, αλλά πήραν και τις θέσεις τους στα γήπεδα. Μια δραστηριότητα που προηγουμένως θεωρείτο ακατάλληλη για το «ευαίσθητο» γυναικείο φύλο, ενθαρρύνθηκε θερμά και προάχθηκε ως καλή για την υγεία, την ευημερία και την ηθική.
Καθώς ο πόλεμος συνεχιζόταν, το γυναικείο ποδόσφαιρο εδραιώθηκε, με τις ποδοσφαιρικές ομάδες να αναδύονται από τα εργοστάσια πυρομαχικών της Μ. Βρετανίας. Αρχικά, η καινοτόμος αυτή συνθήκη, με τις γυναίκες να κυριαρχούν σε ένα άθλημα που μέχρι πρόσφατα αντιμετωπιζόταν ως βαθιά και αποκλειστικά «αντρικό», χρησιμοποιήθηκε προωθητικά, για τη συγκέντρωση χρημάτων για φιλανθρωπικές οργανώσεις την περίοδο του πολέμου. Σύντομα ωστόσο, η δημοφιλία του εξαπλώθηκε, διαμορφώνοντας τις δυναμικές εκείνες γυναίκες σε πραγματικούς «αστέρες της μπάλας».
Οι πρωταγωνίστριες του γυναικείου ποδοσφαίρου, Dick, Kerr Ladies FC, ιδρύθηκαν το 1917, με τον πρώτο τους αγώνα να συγκεντρώνει ένα πλήθος 10.000 ατόμων. Αποτελούνταν από 11 εργαζόμενες γυναίκες, οι οποίες κατάφεραν να αναδειχθούν σε παγκοσμίου βεληνεκούς διασημότητες, ενώ μέχρι σήμερα παραμένουν η πιο επιτυχημένη γυναικεία ομάδα όλων των εποχών.
Ο Dick, Kerr Ladies και οι άλλες γυναικείες ομάδες που αναδύθηκαν εκείνη την εποχή, αποτέλεσαν πραγματική απειλή – μια απειλή που σύντομα οδήγησε στην απαγόρευση του γυναικείου ποδοσφαίρου από την FA, η οποία ήρθε κάποια χρόνια αργότερα ως ένα χτύπημα «κάτω από τη μέση», στην διαρκώς αυξανόμενη δημοτικότητά του. Ήταν μερικούς μήνες αφότου, το 1920, 53.000 θαυμαστές κατέκλυσαν το γήπεδο στο Goodison Park, σε έναν αγώνα τους εναντίον των St Helen’s Ladies, ενώ άλλοι 14.000 περίπου άνθρωποι, ήταν κλειδωμένοι έξω από το γήπεδο και προσπαθούσαν με μανία να μπουν στον χώρο που διεξαγόταν το ματς.
«Όταν βλέπω τα στατιστικά και γίνεται λόγος για τους καλύτερους παίκτες ποδοσφαίρου όλων των εποχών, κανείς δεν σκέφτεται ποτέ τις Dick, Kerr’s Ladies και όλα όσα κατόρθωσαν», εξηγεί η Gail Newsham, συγγραφέας του “In A League of Their Own!”, του βιβλίου για την πορεία της διάσημης ομάδας και την ιστορία του γυναικείου ποδοσφαίρου. «Θα πρέπει να συμπεριληφθούν. Χωρίς αυτές, δεν θα είχαμε αυτή την ιστορία στο γυναικείο ποδόσφαιρο. Καμία άλλη χώρα στον κόσμο δεν έχει αυτή την ιστορία εκτός από εμάς», συμπληρώνει.
Με τον πόλεμο να έχει πλέον τελειώσει, ένα έθνος κατεστραμμένο από την απώλεια τόσων πολλών ανθρώπων, προσπάθησε να επανενωθεί και να αναδομηθεί. Ένα-ένα, τα εργοστάσια στα οποία εργάζονταν οι γυναίκες άρχισαν να κλείνουν και έτσι όσες είχαν απελευθερωθεί κατά τη διάρκεια του πολέμου, βρέθηκαν να αποσύρονται αθόρυβα πίσω στην οικιακή τους ζωή, επιστρέφοντας στη «σωστή και παραδοσιακή» θέση τους στην κοινωνία.
Στις 5 Δεκεμβρίου του 1921, η FA εξέφρασε σημαντικές ανησυχίες σχετικά με την ακαταλληλότητα του ποδοσφαίρου για τις γυναίκες, καλώντας τους συλλόγους που ανήκουν στις ενώσεις «να αρνηθούν τη χρήση των γηπέδων τους για τέτοιους αγώνες». Το διοικητικό όργανο του αγγλικού ποδοσφαίρου ενέκρινε ψήφισμα που κήρυττε το άθλημα ως «αρκετά ακατάλληλο για γυναίκες» και ενημέρωσε τους συλλόγους ανδρών ότι πρέπει να σταματήσουν να επιτρέπουν στις γυναίκες να παίζουν στα γήπεδά τους.
Τα επιτεύγματα των Dick, Kerr’s Ladies, βρέθηκαν σύντομα στο περιθώριο από ένα ποδοσφαιρικό κατεστημένο που ντρεπόταν για την επιτυχία των γυναικών. Η απαγόρευση, άλλαξε για πάντα την πορεία του γυναικείου ποδοσφαίρου. Παρόλα αυτά, ορισμένες γυναικείες ομάδες συνέχισαν να παίζουν για κάποια χρόνια. Το 1937 χαρακτηριστικά, οι Dick, Kerr Ladies έπαιξαν το Edinburgh City Girls στο “Championship of Great Britain and the World”, κερδίζοντας με 5-1. Η Lily Parr έγινε τότε μία από τις καλύτερες σκόρερ στην αγγλική ιστορία, σημειώνοντας περισσότερα από 1.000 γκολ σε μια καριέρα 31 ετών. Ωστόσο, το παιχνίδι των γυναικών σύντομα επισκιάστηκε από την επιστροφή και την εκ νέου ανάπτυξη του ανδρικού παιχνιδιού.
Η FA, είχε κάνει κι άλλες προσπάθειες στο παρελθόν για να θέσει περιορισμούς στο γυναικείο παιχνίδι: Στη δεκαετία του 1890, το Συμβούλιο της FA έστειλε προειδοποιήσεις στους συλλόγους σχετικά με τη χρήση των γηπέδων τους για τη διεξαγωγή αγώνων μεταξύ γυναικών. Το 1902, η FA ενέκρινε μια πρόταση που απαγόρευε τα παιχνίδια μεικτού φύλου, αλλά υπάρχουν και ορισμένα στοιχεία που δείχνουν ότι αυτή η απαγόρευση επεκτάθηκε και στις γυναικείες αμιγώς ομάδες.
Οι περιορισμοί του 1902 και η αποτυχία της FA να αγκαλιάσει το γυναικείο παιχνίδι, θα μπορούσαν ίσως να δώσουν μια εξήγηση για την πτώση της δημοτικότητας του παιχνιδιού μετά τα τέλη του 19ου αιώνα, αλλά και για την ανάπτυξη της αμφισβήτησης του κύρους της ίδιας της FA. Μέχρι και σήμερα, το γεγονός ότι δεν έχουν αναγνωριστεί εκ μέρους της τα εμπόδια που αντιμετώπισαν οι προηγούμενες γενιές γυναικών, αφήνει το περιθώριο στα λάθη του παρελθόντος, να επαναληφθούν.
Τελικά, από το έτος της επίσημης απαγόρευσής του, χρειάστηκαν 50 ολόκληρα χρόνια για να επιστρέψει το γυναικείο ποδόσφαιρο στα γήπεδα και οι γυναίκες ποδοσφαιρίστριες να νιώσουν ξανά ίσες και ελεύθερες. Το 1971, η FA ήρε την απαγόρευσή του. Την ίδια χρονιά η UEFA συνέστησε ότι το παιχνίδι των γυναικών πρέπει να τεθεί υπό τον έλεγχο των εθνικών ομοσπονδιών σε κάθε χώρα. Αυτή η κίνηση σηματοδότησε την έναρξη μιας αναγέννησης του γυναικείου ποδοσφαίρου, όχι μόνο στη Βρετανία, αλλά σε ολόκληρη την Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο.
Τα χρόνια που διαδέχτηκαν την απαγόρευση, το πρώτο επίσημο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα διεξήχθη στη Σουηδία το 1984 με το εναρκτήριο Παγκόσμιο Κύπελλο να λαμβάνει χώρα το 1991. Φτάνοντας στη σύγχρονη εποχή, με τη γυναικεία ομάδα της Αγγλίας να εξασφαλίζει το μεγαλύτερο κοινό της στο Γουέμπλεϊ, με 40.181 ανθρώπους οι οποίοι παρακολούθησαν πρόσφατα ένα φιλικό ματς εναντίον της Γερμανίας, χρειάστηκαν σχεδόν 43 χρόνια για να πετύχει η νέα γενιά γυναικών κάτι πολύ κοντά στην επιτυχία των προκατόχων τους.
Και τι γίνεται με τη Lily Parr; Τα επιτεύγματά της αναγνωρίστηκαν τελικά το 2002, όταν έγινε η πρώτη γυναίκα που μπήκε στο Football Hall of Fame στο Εθνικό Μουσείο Ποδοσφαίρου στο Preston, 24 χρόνια μετά τον θάνατό της. Είναι εκπληκτικό το γεγονός ότι, μόνο τώρα, σχεδόν 100 χρόνια μετά, οι γυναίκες προσελκύουν τα πλήθη και την προσοχή που βίωσαν κάποτε οι πρωτεργάτριες.
Αυτές οι πρωτοπόρες γυναίκες, όχι μόνο κατάφεραν να σημειώσουν την ασύλληπτη επιτυχία τους και τη διεθνή αναγνώριση, αλλά το έκαναν σε μια εποχή που κάτι τέτοιο έμοιαζε σχεδόν ακατόρθωτο. Αψήφησαν την κοινωνία, άλλαξαν τη νοοτροπία ενός έθνους και οδήγησαν το γυναικείο ποδόσφαιρο σε πρωτοφανή επίπεδα – και όλα αυτά μέσα σε μερικά μόλις χρόνια.
Αυτή θα μπορούσε κάλλιστα να είναι η ανατολή μιας δεύτερης χρυσής εποχής για το γυναικείο ποδόσφαιρο, αλλά και μία ευκαιρία να μην ξεχάσουμε την υπέροχη αυτή ιστορία γυναικείας ενδυνάμωσης και τις γυναίκες που τη διαμόρφωσαν – συμπεριλαμβανομένου εκείνου του 12χρονου κοριτσιού από το Prescot, που τη δεκαετία του ’50 ήξερε πως ο μόνος δρόμος για να συνεχίσει να κάνει αυτό που αγαπάει, ήταν εκείνος της «παρανομίας».