Μιλώντας ή αρθρογραφώντας για το μέλλον, από το πώς θα είναι η κινητή τηλεφωνία σε μερικά χρόνια και πώς θα γίνονται οι συναλλαγές μας στα καταστήματα μέχρι τις εξελίξεις στην ιατρική και τις μεταφορές, ακόμα κι αν υπάρχουν ψήγματα που μαρτυρούν τι έρχεται, στην πραγματικότητα κάνουμε μόνο υποθέσεις.
Το μόνο βέβαιο είναι πως οι αλλαγές και οι εξελίξεις, όποιες κι αν είναι αυτές, θα μας βρουν μέσα στις πόλεις που ζούμε. Κι αν χρειάζεται κάτι κόπο για να αλλάξει είναι μια πόλη που έχει γερά θεμέλια, που έχει πυκνή και κατά τόπους άναρχη δόμηση, ας πούμε η Αθήνα. Ή μήπως δεν είναι έτσι;
«Η αρχιτεκτονική είναι η επιθυμία μιας εποχής εκφρασμένη στο χώρο», κατά τον Γερμανό αρχιτέκτονα Ludwig Mies van der Rohe. Κι ακόμα κι αν το αρχιτεκτονικό απόθεμα πόλεων, όπως η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη, είναι σημαντικό να διατηρηθεί, δεν μπορούμε να μην σκεφτόμαστε ποιο θα είναι το μέλλον τους. Τι θα δημιουργήσουν οι νέες γενιές; Πού και πώς θα ικανοποιήσουν τις ανάγκες των κατοίκων τους;
16 αρχιτεκτονικά γραφεία, στις δύο μεγαλύτερες ελληνικές πόλεις, προσπάθησαν να φανταστούν τις απαντήσεις…
Ζητήσαμε από 16 αρχιτεκτονικά γραφεία να μας μιλήσουν για τα σχέδια που θα ήθελαν να υλοποιήσουν στην πόλη που δραστηριοποιούνται. Μερικά απ’ αυτά, αν και σε μια πρώτη ανάγνωση φαντάζουν ουτοπικά, αρκεί η συμμετοχή μας για να υλοποιηθούν. Και κάπως έτσι συγκεντρώσαμε μερικά αστικά όνειρα, 16 ίσως όχι και τόσο μακρινές εικόνες της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης.
***
Το AREA φαντάζεται τις αθηναϊκές πολυκατοικίες ακραία εξωστρεφείς
Το άλλοτε επιτυχημένο οικονομικό μοντέλο της ανοικοδόμησης της Αθήνας που ξεκίνησε από το σύστημα της αντιπαροχής και οδήγησε ολόκληρες γενιές οικογενειών να είναι συγχρόνως δημιουργοί, ιδιοκτήτες και καταναλωτές του χώρου της πολυκατοικίας έχει πλέον καταρρεύσει. Η ιδιοκτησία παλαιωμένων πλέον διαμερισμάτων στο κέντρο της πόλης ισοδυναμεί με αβάσταχτη φορολογία.
Μία νέα, από κάτω προς τα πάνω, διαδικασία πρέπει να βρεθεί, από το επίπεδο της μονάδας του διαμερίσματος, έτσι ώστε η μηχανή της αθηναϊκής πολυκατοικίας να ανανεωθεί τόσο οικονομικά όσο και κοινωνικά. Ενώ μέχρι πρότινος, μέσα στα όρια της ιδιοκτησίας του κάθε διαμερίσματος, μετουσιώνονταν οι επιθυμίες και τα όνειρα της μεσοαστικής οικογένειας οδηγώντας σε αποξένωση και ακραίο ατομικισμό, σήμερα διαφαίνεται ότι ένας πολύ πιο εξωστρεφής κοινωνικά τρόπος κατοίκησης είναι απαραίτητος. Ενοικίαση διαμερισμάτων μέσω υπηρεσιών τύπου Airbnb, νέα μοντέλα συγκατοίκησης ή συνδυασμός εργασίας και κατοικίας είναι μερικά μόνο από τα σενάρια που αναμένεται να κυριαρχήσουν, καθιστώντας την τυπολογία του διαμερίσματος ακόμη βιώσιμη.
Οραματιζόμαστε έναν ριζικό επαναπρογραμματισμό της αθηναϊκής πολυκατοικίας σε μία παράλλαξη ακραίας εξωστρέφειας. Σκεφτόμαστε νέες υβριδικές χρήσεις και νέες σχέσεις ανάμεσα στα όρια ιδιωτικού – κοινόχρηστου, ανοιχτού – κλειστού που θα μετατρέψουν τα υποβαθμισμένα διαμερίσματα σε αυτάρκεις ζωντανούς ανοιχτούς οργανισμούς. Έτσι η κατοίκηση μπορεί να συνυπάρχει με παραγωγή μικρής κλίμακας, με υπηρεσίες εναλλακτικής οικονομίας ή ανταλλαγής γνώσης και δεξιοτήτων, ανοιχτά δημιουργικά εργαστήρια, συλλογικές κουζίνες ή πυρήνες εντατικού ηδονισμού και μεσογειακής ραστώνης.
Το A2 Architects πιστεύει ότι ήρθε η ώρα να επινοήσουμε αστικά δυναμό
Αν το Πεδίον του Άρεως γέμιζε αερόστατα που θα σε καλούσαν να δεις την Αθήνα από ψηλά; Aν υπήρχε εκεί το “Athens Eye”; Aν υπήρχε μια θέση για τα άγρια ζώα;
Με αφορμή το μοναδικό ανενεργό μητροπολιτικό πάρκο της Ευρώπης, η Αθήνα, που θέλουμε να μετατραπεί σε παγκόσμιο τουριστικό προορισμό, δεν έχει ανάγκη μόνο μοντέρνα ξενοδοχεία κι όμορφα επιπλωμένα δωμάτια. Χρειάζεται νέες πρωτότυπες αστικές χρήσεις που σε συνδυασμό με τον κατάλληλο σχεδιασμό θα χαρίσουν καινούρια σημεία αναφοράς για τον επισκέπτη και τον κάτοικο. Η δικαιολογία της έλλειψης χρημάτων για αστικές αναπλάσεις πρέπει πλέον να εκλείψει, άλλωστε η δημιουργικότητα και ο σωστός προγραμματισμός μπορούν σε μεγάλο βαθμό να υποκαταστήσουν τα χρήματα.
Επιβάλλεται πια να επινοήσουμε αστικά δυναμό, που θα αναβαθμίσουν την εμπειρία της πόλης και θα αναζωογονήσουν τις γύρω τους περιοχές. Όπως για παράδειγμα τα πυκνά αερόστατα που σε διαφορετικά ύψη δίνουν διαφορετικές εικόνες και εμπειρίες αλλά και μια υπενθύμιση που σου αφήνει το παιχνίδι, ότι μπορείς αν θες να πετάξεις.
Το Αρχιτεκτονικό Γραφείο 3 ανασύρει αναμνήσεις από το μέλλον μιας Αθήνας με ποτάμια ξανά
«Και αν δεν είχαν καλυφθεί τα ρέματα των ποταμών στην Αθήνα; ‘Η αν σε ένα φαντασιακό μέλλον, ένα απίθανο masterplan τα αποκάλυπτε ξανά; Δεν θα είχαμε να διασχίζουμε μόνο δρόμους, θα διασχίζαμε ρωγμές με νερό, στα Εξάρχεια, στο Σύνταγμα, στον Κεραμεικό. Όχι με γέφυρες όμως. Θα σχεδίαζα μονοπάτια για τους πεζούς. Με τρόπο τέτοιο, ώστε να έχουν δια-δραστικό ρόλο, να ενώνουν το νερό με την πόλη αντί να το απομονώνουν».
«Η Αθήνα με ποτάμια που να συνεισφέρουν ενεργά στην εικόνα και τη ζωή της; Δεν μπορώ να το φανταστώ. Το έχω δει μόνο σε μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, στο Λονδίνο, το Παρίσι, το Βερολίνο. Πώς θα αγκάλιαζαν οι Αθηναίοι κάτι τέτοιο;».
«Μα φυσικά έχω αναμνήσεις από τα ρέματα που διαπερνούσαν το κέντρο της Αθήνας, ήρθα εδώ το 1954. Είναι κρίμα που μπαζώθηκαν, και μάλιστα με καταστροφικές συνέπειες στο περιβάλλον. Θα έπρεπε να είχαν εφαρμοστεί πολύ διαφορετικές πολεοδομικές διατάξεις».
«Ήταν στην υπόγεια στάθμη ενός πολυώροφου parking στην πλατεία Μαβίλη. Ρώτησα για τον ήχο νερού που άκουσα να κυλάει, και απόρησα όταν με πληροφόρησαν ότι από εκεί περνάει ένα ρέμα, το οποίο μάλιστα πλημμυρίζει όταν βρέχει. Είχα ξεχάσει εντελώς ότι κάτω από την πόλη, εξαπλώνεται ένα τεράστιο δίκτυο ποταμών και ρεμάτων, κρυμμένο από τα μάτια του σύγχρονου κάτοικου της Αθήνας».
«Πάντα μπερδεύομαι οδηγώντας από το Παλαιό Φάληρο προς την Εθνική οδό, δεν ξέρω ποιο δρόμο ή ποια γέφυρα να διαλέξω. Ένα οδικό δίκτυο σχεδόν στον αέρα, και από κάτω, χώροι αθέατοι και απρόσιτοι».
Ξεδιπλώσαμε στο τραπέζι έναν τεράστιο χάρτη της Αθήνας του 1970 αναζητώντας τις ενδείξεις νερού. Τρία ποτάμια κι άπειρα ρέματα διέσχιζαν όλο το λεκανοπέδιο. Ήταν πάρα πολλά, διέσχιζαν ακόμα και τις αγαπημένες μας γειτονιές, αυτές που νομίζαμε ότι ξέρουμε τόσο καλά. Περάσαμε την υπόλοιπη μέρα συζητώντας έντονα, χρωματίζοντας τα υδάτινα χνάρια, σχεδιάζοντας μια έκδοση της ουτοπίας. Και το βράδυ γυρίσαμε σπίτι, περπατώντας δίπλα στα κανάλια που είχαν φουσκώσει με τη βροχή.
Το 4Κ έβαλε σε έναν χάρτη το όραμα των Αθηναίων για τον δημόσιο χώρο της πόλης τους
Ο δημόσιος χώρος της πόλης αποτελεί πάντα ένα ελκυστικό θέμα και μας προκαλεί να προτείνουμε ιδέες και να σχεδιάζουμε με μεγάλο ενδιαφέρον. Το μεγαλύτερο όμως ενδιαφέρον για εμάς, για το πώς προσεγγίζουμε το δημόσιο χώρο της πόλης έγκειται στην από κοινού συμμετοχή των κατοίκων. Οι κάτοικοι δεν δρουν απλά σε ένα χώρο δεδομένο, αλλά συμμετέχουν ενεργά στη σύνθεση της δικιάς τους εικόνας για την πόλη που ζουν, πλάθοντας μία ιστορία όπου σκηνικά, ηθοποιοί και θεατές, συμπράττουν.
Οι χώροι της πόλης δεν αρκεί να είναι καλά σχεδιασμένοι, πρέπει ταυτόχρονα να είναι ζωντανοί και ενεργοί, κάτι που οι αρχιτέκτονες επιχειρούμε συχνά να επικοινωνήσουμε.
Στα πλαίσια του 2ου αρχιτεκτονικού τριημέρου Arch Points 2017 με θέμα ΨΗΦΙΔΕΣ, καλέσαμε τους κατοίκους –τους ίδιους τους χρήστες της πόλης δηλαδή- να σημειώσουν στο χάρτη του κέντρου της Αθήνας τα σημεία που αγαπούν και αυτά που θα ήθελαν να αλλάξουν. Μας υπέδειξαν έτσι, είτε αναγνωρίσιμα τοπόσημα, είτε μικρής κλίμακας σημεία, ασήμαντα για πολλούς, που συχνά προσπερνάμε. Μέσα από την εμπειρία της χρήσης ανερμάτιστα σε μια πρώτη ματιά σημεία, συνθέτουν ένα ψηφιδωτό καθημερινής ζωής μετατρέποντας την πόλη σε ένα χώρο βιωμένο και οικείο. Ένα απέραντο πεδίο δράσης ανοίγεται και μας καλεί να μοιραστούμε τις σκέψεις μας για τους δημόσιους χώρους της Αθήνας και να συνθέσουμε μία πόλη αυτοσχέδια.
Προέκυψε έτσι ένας νέος ψηφιδωτός χάρτης του κέντρου που φιλοξενεί έστω και στιγμιαία τα όνειρα και τους μύθους των χρηστών του. Ο χάρτης αυτός απεικονίζει την επιθυμία για περισσότερο πράσινο, την ανάγκη ο πεζός και το ποδήλατο να αποκτήσουν τον δικό τους χώρο στους δρόμους της πόλης, τον προβληματισμό για διαχείριση της πυκνής δόμησης και την επιθυμία για περισσότερους ελεύθερους χώρους.
Ο χάρτης όμως αυτός και τα στοιχεία που προκύπτουν, θα μπορούσαν να αποτελέσουν τα βασικά ζητούμενα για ένα νέο σχέδιο της πόλης, το οποίο δεν είναι, και δεν πρέπει να μένει, ουτοπικό. Θα μπορούσαν επιμέρους προτάσεις να υλοποιούνται σταδιακά και με παρεμβάσεις μικρής κλίμακας η πόλη να γίνεται βιώσιμη για τους κατοίκους της.
Το Ecual θέλει να κάνει το Μεταξουργείο παιχνίδι
Η Αθήνα έχει στοιχειώδεις ελλείψεις οι οποίες θα μπορούσαν να διορθωθούν με απλά και όχι ιδιαίτερα δαπανηρά μέσα. Η λύση στα προβλήματα αυτής της πόλης δεν είναι υποχρεωτικά να γίνουν καινούργιες παρεμβάσεις μεγάλης κλίμακας αλλά να συντηρηθούν και να αξιοποιηθούν οι ήδη υπάρχοντα έργα, καθώς και να πραγματοποιηθούν κάποιες βραβευμένες προτάσεις αρχιτεκτονικών διαγωνισμών.
Η δύναμη πολλών παρεμβάσεων μικρής κλίμακας είναι πολύ πιο αποτελεσματική απ,ότι τα μεμονωμένα μεγαλειώδη έργα. Το ζητούμενο είναι η πόλη να γίνει πιο δίκαιη. Το πράσινο και το παιχνίδι να είναι καθημερινό «προνόμιο» για τον κάθε κάτοικο και όχι απομακρυσμένο κυριακάτικο αξιοθέατο. Ο φωτισμός να μην αμελείται στις πιο υποβαθμισμένες γειτονιές. Οι μικτές χρήσεις γης και τα ενοίκια να προστατευτούν στο κέντρο ώστε να αποτραπεί ο βίαιος εξευγενισμός.
Διάφοροι δημόσιοι χώροι σήμερα θα ήταν πιο ζωντανοί και λειτουργικοί, αν ανταποκρινόντουσαν περισσότερο στις ανάγκες των κατοίκων, μέσα πάντα σε κάποια πλαίσια. Έτσι σήμερα ο ρόλος του αρχιτέκτονα στον δημόσιο χώρο της ταλαιπωρημένης Αθήνας δεν έγκειται μόνο στο ντιζάιν, αλλά στη διευκόλυνση της συμμετοχικότητας των κατοίκων στον σχεδιασμό.
Καταθέτουμε λοιπόν ένα τμήμα της πρότασής μας για «αστικό παιχνίδι» στο Μεταξουργείο. Μια γειτονιά με τόσες οικογένειες και καθόλου παιδικές χαρές. Πρόκειται για την δημιουργία ενός παιχνιδιού σε όλη την γειτονιά που σχετίζεται με τις ιστορίες του τόπου, έχοντας εκπαιδευτικό και διαπολιτισμικό χαρακτήρα. Λειτουργεί σαν κυκλικό κυνήγι του θησαυρού που συνδέει διάφορα κομμάτια και κοινότητες της γειτονιάς, ενώ παράλληλα ο εκάστοτε γρίφος – σταθμός είναι ένα αυτόνομο παιχνίδι.
Κοιτάζοντας τις ταράτσες της πόλης, το Elastic Architects φαντάζεται εναέριες διαδρομές
Η Αθήνα χαρακτηρίζεται από το κέντρο της, που αποτελεί το κυριότερο σημείο έλξης τόσο των κατοίκων της, όσο και των επισκεπτών.
Η Αθήνα είναι όμορφη όταν την περπατάς και μεταμορφώνεται όταν την κοιτάς από ψηλά, από τις ταράτσες των κτιρίων. Εκεί το πρωί σε λούζει ο αθηναϊκός ήλιος, το απόγευμα μπορείς να θαυμάσεις τη ειδυλλιακή θέα προς τον Παρθενώνα και το Λυκαβηττό, και καθώς πέφτει η νύχτα τα φώτα λαμπυρίζουν και η πόλη μοιάζει να κινείται.
Η μαγεία της πόλης από ψηλά, η συνεχόμενη αλλαγή του τοπίου κατά τη διάρκεια της ημέρας, μπορεί να αποτελέσει ξεχωριστή εμπειρία, εάν μπορούσε να ενταχθεί σε ένα δίκτυο διαδρομών. Ένα σύμπλεγμα εναέριων και μη διαδρομών που θα έχουν ως σημεία αναφοράς τις ταράτσες των κτηρίων. Τα χιλιάδες αχρησιμοποίητα δώματα θα λειτουργούν σαν οάσεις πρασίνου, ενοποιημένα θα δημιουργούν ένα παράλληλο επίπεδο πορειών, δίνοντας μία διαφορετική οπτική της πόλης.
Στο συνεχές σύστημα δόμησης του κέντρου, η ενοποίηση αυτή μπορεί να γίνει αβίαστα. Σε σημεία όπου υπάρχει απόσταση μεταξύ των κτιρίων, θα μπορούσε να γίνει σύζευξη μέσω εναέριων γεφυρών. Οι υψομετρικές διαφορές, καθώς και τα σημεία εισόδου των περιπάτων, θα συνδέονται με ανελκυστήρες. Έτσι οι εναέριες αυτές διαδρομές θα είναι ανεξάρτητες των κτιρίων που βασίζονται, όπως και κατά τον ίδιο τρόπο είναι και αυτόνομα τα σημερινά πεζοδρόμια.
Έτσι αυτή η υπέροχη και ανατρεπτική πόλη θα είχε να δείξει σε όλους μια όψη που τώρα δείχνει σε λίγους.
Το Hiboux σχεδίασε το ΚΤΕΛ Utopia, ένα φουαγιέ – πλαγιά αναμονής στον σταθμό του Κηφισού
Το ξεσκέπασμα των χειμάρρων της Αθήνας ελευθερώνει χώρους και συνέργειες χώρων στην κοινή χρήση, συνέργειες επίσης τεχνολογίας και φύσης. Οι ροές που εξυπηρετούν τα ποτάμια – ροές νερού, συγκοινωνιών, αέρα, εμφανίζονται ταυτόχρονα και διαπλέκονται σε μια συγχρονία. Γέφυρες κουβαλούν αυτοκίνητα, τραμ περνάνε στα γρασιδια, πεζοί η έφιπποι βολτάρουν, παιδιά παίζουν γύρω από τη γραμμή απορροής του νερού. Οι αλλεπάλληλες γραμμές της πόλης επικοινωνούν χωρίς να θάβει η μια την άλλη.
Στους παρόχθιους χώρους δημιουργούνται δυνατότητες για νέες χρήσεις, ένα φουαγιέ-πλαγιά αναμονής στα ΚΤΕΛ του Κηφισού. Χαμηλότερα επίπεδα της πόλης, που θάφτηκαν με τη δημιουργία των λεωφόρων πάνω απ’ τους χείμαρρους ξανά συμμετέχουν στο ανοιχτό παλίμψηστο, χωστές εκκλησίες, μικροί δρόμοι στα πλάγια του Ιλισσού.
Το Kokosalaki Architecture θα αξιοποιούσε τα άδεια οικόπεδα ως υπαίθριες γκαλερί
Οι αστικοί υπαίθριοι χώροι διαμορφώνουν την ταυτότητα του αστικού τοπίου και η σημασία τους για το κοινωνικό σύνολο και για το ευρύτερο φυσικό περιβάλλον είναι καθοριστικά. Στην Αθηνα, μια άναρχα και πυκνά δομημένη πολη, ανέκαθεν υπήρχε μια υποβάθμιση του δημόσιου χώρου, όμως πιο πρόσφατα σε πολλές περιοχές του κέντρου, παρατηρείται και η προκλητική καταπάτησή του, κυρίως από ιδιώτες μαγαζάτορες. Το αποτέλεσμα για τον κάτοικο του κέντρου, είναι η συρρίκνωση του δημοσίου χώρου αν όχι η ουσιαστικά έλλειψή του.
Ποια είναι μια άμεση και ανέξοδη λύση; Περπατώντας στο κέντρο της Αθήνας, στο εσωτερικό μετασχηματισμένων οικοδομικών τετραγώνων κρύβονται αθέατα, άδεια οικόπεδα και παλαιά εγκαταλελειμμένα κτίρια χωρίς χρήση, διαχείριση και αξία. Προτείνουμε λοιπόν αυτοί οι χώροι να χρησιμοποιηθούν ως υπαίθριες γκαλερί με πλήρη πρόσβαση στο κοινό. Η έμπνευση προέρχεται από την κίνηση του Banksy να πουλήσει αυθεντικά έργα του για λίγα δολάρια σε ένα πάγκο στο Central Park της Νέας Υόρκη, μια προκλητική κίνηση που υπενθυμίζει ποια είναι η μήτρα που γεννάει την τέχνη: ο δρόμος, ο δημόσιος αστικός χώρος δηλαδή, τόσο παραμελημένος από την ελίτ που συρρέει στις δημοπρασίες για να επενδύσει μέσω της τέχνης.
Η λύση δεν χρειάζεται να είναι μονολιθική και δεν χρειάζεται να διαρκεί για πάντα. Μια εφαρμογή θα μπορούσε να προβάλλει και να διαφημίσει αυτούς τους αθέατους χώρους καθώς και τι συμβαίνει εκείνη τη μέρα για το κοινό. Θα ήταν ζωντανοί χώροι τέχνης, πρωτοποριακοί και ανεξάρτητοι, όπου σε πραγματικό χρόνο και σε προσωρινή βάση θα πρόσφεραν την ευκαιρία σε όλους να καταναλώσουν τέχνη με λίγα χρήματα και συγχρόνως να απολαύσουν μια αδρανή επιφάνεια του αστικού τοπίου, διακριτή από τη μαζική αγορά του τουριστικού δρόμου.
To MoY Studio μας καλεί να περπατήσουμε την πόλη με τα αυτιά μας
Η βιωσιμότερη και δραστικότερη πρόταση που μπορούμε να καταθέσουμε ως μοχλό βελτίωσης της Αθήνας είναι να στραφεί το ενδιαφέρον από την πόλη στους πολίτες. Αντί να αλλάξουμε την ίδια την πόλη, αλλάζουμε πρώτα τον τρόπο που την βλέπουμε μέσω μιας διαδικασίας εκπαίδευσης, ώστε να αναδείξουμε νέες δυνατότητες κατά την καθημερινή εμπειρία του αστικού περιβάλλοντος.
Μια τέτοια διεργασία συνίσταται αφενός στην κατανόηση του παρελθόντος, του πώς, πότε και γιατί διαμορφώθηκαν οι χώροι έτσι, και αφετέρου στη δημιουργία ενός οράματος για το μέλλον. Τέτοιες ιδέες έχουν διατυπωθεί θεωρητικά στο παρελθόν από τους σουρεαλιστές και τους καταστασιακούς, υπό την ευρύτερη έννοια της «ψυχογεωγραφίας». Στην περίπτωσή μας εξετάζουμε την πρακτική τους εφαρμογή και τις προεκτάσεις που μπορούν να έχουν ως εργαλείο ανανέωσης του αστικού χώρου.
Επενδύοντας στην «αστική εκπαίδευση» ένας άνθρωπος αποκτά συλλογική συνείδηση και πραγματική εμπλοκή με το περιβάλλον όπου ζει. Ενδυναμώνεται η αίσθησή του ότι μαζί με άλλους, μπορεί να παρέμβει ενεργά και να συνδιαμορφώσει το δημόσιο χώρο είτε ως καθημερινός χρήστης, είτε διεκδικώντας ενημερωμένα τη βελτίωσή του. Είναι σε θέση να αναγνώσει την ιστορικότητα, την υλικότητα και τη σημασία των κτιρίων, παρά την παρούσα τους εμφάνιση, να οξύνει την κριτική του ματιά και την αισθητική του. Είναι ο ίδιος άνθρωπος που, σε δεύτερο επίπεδο, για παράδειγμα, θα φροντίσει να μην απαξιωθεί το παρκάκι της γειτονιάς του. Ένας τέτοιος άνθρωπος μπορεί να βρεθεί κατόπιν και στη θέση του πολιτικού, του φορέα υλοποίησης, του αρχιτέκτονα.
Στη λογική αυτής της πρότασης, έχουμε δημιουργήσει μια σειρά ηχητικών περιπάτων που αφορούν διάφορες γειτονιές της Αθήνας, με αφηγήσεις, ιστορικά γεγονότα, νύξεις προτάσεων, επεξηγήσεις κτιρίων και άλλα στοιχεία, που καθοδηγούν τους χρήστες (με μόνο εξοπλισμό ακουστικά και κινητό τηλέφωνο) να τις ξανα – ανακαλύψουν υπό ένα διαφορετικό πρίσμα.
Το Nikos Ktenas φαντάζεται την οδό Αθηνάς ως μια υδάτινη επιφάνεια μέσα στην πόλη
Σε μια αρχιτεκτονική προσέγγιση του θέματος του νερού μέσα στην πόλη της Αθήνας, το νερό θα όφειλε να αναδείξει μια καινούρια σχέση μέσα στην μάζα του αστικού ιστού. Με αυτή την οπτική το νερό επιλέγεται ως το αρχιτεκτονικό υλικό για να εγκαταστήσει τρόπο τινά ένα Land-Art μέσα στον αστικό ιστό ενώ ταυτόχρονα οργανώνει και αποδίδει νέες ποιότητες στους χώρους που οριοθετεί.
Επιλέγεται η οδός Αθηνάς, όπου στα μεν όμορα της οδού μεγάλα αστικά κενά, όπως οι πλατείες έναντι του δημαρχείου και της Βαρβακείου αγοράς, διαμορφώνονται μεγάλες υδάτινες επιφάνειες, ενώ κατά την φορά της οδού ορίζεται ένας κάναβος, χωρίζοντας σε κατά προσέγγιση ίσα τμήματα το μήκος της. Σε κάθε ένα από αυτά τοποθετούνται ανά δυάδες τοιχία τα οποία ορίζουν ταυτόχρονα, τα σημεία της κάθετης διάσχισής της. Τα τοιχία αυτά αναβλύζουν νερό και λειτουργώντας ως συγκοινωνούντα δοχεία, διατηρούν το ύψος τους στην ίδια πάντα υψομετρική στάθμη.
Η επιλογή αυτή εγκαινιάζει τρεις ταυτόχρονες νέες σχέσεις μέσα στην πόλη: Αναδεικνύει μια νέα κλίμακα μέσα στον ιστό χωρίζοντας τον άξονα της οδού Αθηνάς σε επιμέρους αστικά κενά που λειτουργούν εν είδει αστικών δωματίων. Επαναφέρει το μέτρο της φυσικής γεωγραφίας πάνω στον αστικό άξονα που συνδέει την πλατεία Ομόνοιας με αυτή του Μοναστηρακίου καθώς το ύψος των τοιχίων μένει σταθερό ενώ η κλίση του δρόμου, λόγω της τοπογραφίας, αλλάζει. Ενισχύει τον οπτικό άξονα προς την ακρόπολη, μια υπερβατική κίνηση του βλέμματος μέσα στην πόλη.
Το Plaini and Karahalios Architects περιγράφει ένα όνειρο, μια τελευταία νύχτα στην Αθήνα, στην πλατεία Κεραμεικού του 2048
«Η μέρα έφευγε απαλά. Ήταν ένα από τα τελευταία ζεστά απογεύματα του φθινοπώρου. Κατηφόρισα από την Ομόνοια προς την πλατεία Κεραμεικού. Το δυτικό κομμάτι της πόλης ήταν ο τόπος των αναμνήσεων μου και ας μιλούσαν όλο οι παλιότεροι για το Σύνταγμα και τα ωραία χρόνια που έφυγαν. Τώρα το τρίγωνο της Αθήνας είχε ολοκληρωθεί. Η πόλη ήταν ισότιμη.
Όλοι με ρωτούσαν τι θα έκανα την τελευταία μέρα μου στην Αθήνα. Θα μπορούσα να κατέβω στον αρχαιολογικό χώρο του Κεραμεικού εκεί που δεν υπάρχουν σώματα. Ίσως να ανέβαινα στην αιωρούμενη πλατεία, τη «φούσκα», και το σώμα να έχανε την βαρύτητα. Τελικά μπήκα στο κτίριο της Γέφυρας, εκεί που τα άυλα σώματα ταξιδεύουν. Θα συναντούσα παλιούς φίλους από κάθε γωνιά της Ευρώπης. Κατευθύνθηκα προς τα κελιά των ψηφιακών εκδηλώσεων. Χορέψαμε μέχρι που άρχισε να σκοτεινιάζει. Ήταν μία όμορφη γιορτή αποχαιρετισμού.
Η Ακρόπολη είχε φωταγωγηθεί. Βρέθηκα στη μέση της πλατείας. Συνειδητοποίησα ότι αυτό που πραγματικά επιθυμούσα για απόψε ήταν να περάσω τις τελευταίες ώρες με τους ανθρώπους της πόλης, τυχαία, χωρίς επιλογή. Απλά να συνυπάρξουμε.
Η πλατεία ήταν άδεια, μόνο η φούσκα είχε ακόμα λίγο κόσμο. Ξημέρωνε. Η μεγάλη μέρα είχε έρθει. Ξεκίναγε το ταξίδι μου για την Beta547 αποικία του Άρη. Σε 30 χρόνια που θα επιστρέψω πώς θα είναι άραγε η αγαπημένη μου Αθήνα;»
Το SOUTH θέλει να αποκαλύψει τις «μικρές αθηναϊκές ιστορίες» που κρύβονται στις στοές
Ονειρευόμαστε να ενισχύσουμε τις ποιότητες της πόλης της Αθήνας, που πολλές φορές παραγνωρίζονται ή χάνονται στην αφάνεια. Δίνουμε σημασία στην πολυπλοκότητα των ανθρώπινων συμπεριφορών, την ποικιλία και τις αντιθέσεις της ζωής μέσα στο χώρο της πόλης.
Μιλάμε για τη μετατόπιση από την αισθητική του κτιρίου και της πρόσοψης, στην αισθητική της ανθρώπινης ενέργειας, της τεχνικής και της χρήσης του χώρου. Αυτό μετατοπίζει τη σημασία στα διάσπαρτα αντικείμενα και τις συνθήκες που συγκροτούν τους μικρούς δημόσιους χώρους.
Αντιτίθεται στην αισθητική μιας ομοιόμορφης πόλης. Αυτή ακριβώς την πολυπλοκότητα που έχει η Αθήνα, θέλουμε να την ενισχύσουμε. Εστιάζοντας στο ιστορικό, εμπορικό τρίγωνο της Αθήνας, παρατηρούμε τις στοές, τα μικρά εργαστήρια παραγωγής, τους μεταβατικούς χώρους περάσματα, τους χώρους συνάθροισης, οι οποίοι φιλοξενούν συναντήσεις, συναλλαγές, και γενικότερα αλληλεπιδράσεις μεταξύ των κατοίκων της.
Σε αυτούς τους «κρυμμένους» χώρους εκτυλίσσονται οι «μικρές καθημερινές ιστορίες» της πόλης, επιτρέποντας διαφορετικές εκφράσεις και οικειοποιήσεις του χώρου της. Η ανάδειξή τους δίνει προτεραιότητα στην πολυμορφία σαν άποψη στο σχεδιασμό.
Η στοά της Αγίας Φιλοθέης στις παρυφές του αθηναϊκού τριγώνου είναι ένα τέτοιο παράδειγμα συνόλου από μικρές καθημερινές ιστορίες. Είναι ένα πεδίο παρατήρησης και εξάσκησης για εμάς τους ίδιους και συχνά αποτελεί αναφορά στο σχεδιασμό μας.
Το γραφείο Stefanos Skarlakidis θα τολμούσε την ολοκλήρωση μερικών «μισών» μνημείων
Μια πόλη που οι δυνάμεις, τα θέλω, τα οράματα περίσσεψαν στο διάβα του χρόνου. Δεκαετίες ολόκληρες ζούμε την αέναη αναζήτηση της ταυτότητάς της, η «αδελφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου», «ερωτική», «βυζαντινή», «πρωτεύουσα των Βαλκανίων», «φτωχομάνα», «ρεμπέτικη». Μια πόλη ζωντανή που σε κάθε βήμα σου αποκαλύπτει «ξεδιάντροπα» τα εσώψυχα της, το παλίμψηστό της. Σκάμματα, αρχαιολογικές τομές και η εικόνα της πόλης ένα εργοτάξιο με σπαράγματα του παρελθόντος παντού.
Αν κάτι λοιπόν θα αλλάζαμε, θα ήταν την επαφή με το έδαφος. Θα ήταν το σύγχρονο αποτύπωμα, ενισχύοντας τους μύθους, την ιστορία. Επηρεασμένοι από το έργο του καλλιτέχνη Edoardo Tresoldi, προτείνουμε κάποια από τα μνημεία που στέκουν «μισά», να τα ολοκληρώναμε, εφήμερα, προσωρινά. Διάτρητα ολογράμματα κατασκευασμένα από μεταλλικό πλέγμα που ιδεατά θα αποδίδουν τον όγκο, το μέγεθος, την αρχιτεκτονική των σπαραγματικών μνημείων γύρω μας που πολλοί αδυνατούν να φανταστούν.
Πέρα όμως από αυτές τις εφήμερες κατασκευές από μεταλλικό πλέγμα, θα επεμβαίναμε σημειακά αλλά καταλυτικά και στις όψεις της πόλης. Εφαρμόζοντας μια ενιαία φιλοσοφία με γνώμονα να αποφύγουμε τη σημερινή πάγια λογική-αισθητική που έχει μια δόση κρυψίματος κάτω από το χαλί.
Η σημερινή κατάσταση, με διάχυτη την αντίληψη «μην το βλέπω εγώ, αλλά ας το βλέπει ο γείτονας» φυσικά έχει οδηγήσει στο γνωστό και οικείο μας αποτέλεσμα: ταράτσες αποθήκες, αμέτρητες κεραίες, κλιματιστικά σώματα και λέβητες αερίου ατάκτως ειρημένα σε όψεις και δώματα. Στον αντίποδα προτείνουμε μια δημόσια εικόνα με προσεγμένες όψεις, με δώματα κεραμοσκεπή ή φυτεμένα. Μια επιμέλεια όχι ιδεατή, αλλά ρεαλιστική γιατί πέρα από κάθε τσιτάτο, «η πόλη μας, είμαστε εμείς».
Το Taf Architects οραματίζεται τη Σαλαμίνα ως «το Μανχάταν της Μεσογείου»
Με αφορμή τις συζητήσεις περί ανάπτυξης της οικονομίας και της, πολυαναμενόμενης για την Αθήνα, επένδυσης του Ελληνικού, και γενικά της ανάπλασης του θαλασσίου μετώπου της πρωτεύουσας, έρχεται στο προσκήνιο η ανάγκη για την αντιμετώπιση και εξεύρεση λύσεων και για την παραμελημένη και γενικά υποβαθμισμένη περιοχή της Δυτικής Αττικής.
Το χωροταξικό σχέδιο του Ελληνικού, σύμφωνα με την μελέτη του αρχιτεκτονικού γραφείου του Λόρδου Norman Foster, εφόσον προχωρήσει, θα ανοίξει τον δρόμο για την ανοικοδόμηση κτηρίων με μεγάλο ύψος στα πρότυπα των υπολοίπων ανεπτυγμένων χωρών.
Στα πρότυπα του σχεδιασμού της ανάπλασης του Ελληνικού αλλά παίρνοντας και για παράδειγμα την πρόσφατη επιτυχημένη λειτουργία του Κέντρο Πολιτισμού του Ιδρύματος Σταύρου Νιάρχου, μπορεί να αναπτυχθεί τόσο οικονομικά όσο και περιβαλλοντολογικά η περιοχή της δυτική Αττικής και πιο συγκεκριμένα το παραλιακό της μέτωπο.
Ως κεντρικός γενεσιουργός πυρήνας της ανάπτυξης αυτής θα μπορούσε να λειτουργήσει το νησί της Σαλαμίνας που βρίσκεται, ως γνωστό, στο επίκεντρο της περιοχής.
Στα θετικά χαρακτηριστικά της Σαλαμίνας συγκαταλέγονται η εγγύτητα της στο λιμάνι του Πειραιά και στα αεροδρόμια των Μεγάρων και της Ελευσίνας, καθώς και το όνομά της που λειτουργεί ως brand name υψηλής αναγνωρισιμότητας εξαιτίας της ιστορικής και πολιτιστικής της σημασίας τόσο για την Ελλάδα, όσο και για το Δυτικό πολιτισμό.
Η πιθανή ένωση του νησιού με γέφυρα τόσο από τα Καμίνια όσο και τα Μέγαρα μηδενίζει την απόσταση από το Κέντρο του Πειραιά και παρέχει άμεση πρόσβαση σε διεθνείς πτήσεις μέσω του αεροδρομίου των Μεγάρων.
Αυτή η πρόταση ανάπλασης θα ολοκληρώσει την πρόσφατη προσπάθεια ανάπτυξης του παραλιακού μετώπου της Αττικής από τα Ανατολικά προς Δυτικά και σε συνδυασμό με το μεγάλης σημασίας Λιμάνι του Πειραιά, η Σαλαμίνα θα μπορούσε να μετατραπεί σε ένα πρότυπο Οικονομικό και Πολιτιστικό Κέντρο της Μεσογείου με νέες μεγάλες καθ΄ ύψος κτιριακές μονάδες (ουρανοξύστες) που θα μπορούσαν να φιλοξενήσουν διεθνείς οικονομικές, εκπαιδευτικές και πολιτιστικές δραστηριότητες με χρήση τεχνολογίας αιχμής και ελάχιστο μηδενικό ενεργειακό αποτύπωμα.
Το Urban Soul Project φαντάζεται το κέντρο της Θεσσαλονίκης ως ένα τεράστιο workshop με παλιούς τεχνίτες και νέους επαγγελματίες
Στην ατζέντα της συζήτησης αρχιτεκτόνων, πολεοδόμων και αρχών των πόλεων διεθνώς, βρίσκεται η τάση για προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή καθώς και η σταδιακή μετατροπή σε μια έξυπνη πόλη.
Στην σάρωση των περισσότερων τομέων της ανθρώπινης δραστηριότητας από τις έξυπνες
συσκευές, οι πόλεις μένουν πίσω, με πρωτόγονα δίκτυα και υποδομές. Ο βαθμός συνδεσιμότητας παραμένει χαμηλός, αν συγκριθεί με όλους τους άλλους τομείς όπως η καθημερινότητα και η επαγγελματική ζωή, στους οποίους εφαρμόζεται κι επιλύει ζητήματα.
Η απάντηση λοιπόν δεν είναι καθαρά σχεδιαστική, όπως ποτέ δεν ήταν στα ζητήματα της πόλης. Στη Θεσσαλονίκη συγκεκριμένα, το πρόβλημα ορίζεται επιπλέον από τη δυσαναλογία τάξης μεγέθους πόλεως ως προς τις διαθέσιμες δραστηριότητες σε δημιουργικό και καλλιτεχνικό και κοινωνικό επίπεδο. Θα μπορούσαμε να ορίσουμε ένα λειτουργικό τρίγωνο με βάση τους κυρίαρχους πυλώνες της πολιτισμικής δραστηριότητας: το ανθρώπινο δυναμικό, τις υποδομές και τις δυνατότητες και προοπτικές που μπορεί να προσφέρει η πόλη. Στην περίπτωση της Θεσσαλονίκης το σχήμα αυτό χωλαίνει θλιβερά.
Δεν είναι τόσο η απουσία ενός ανθρωπίνου δυναμικού που θα προωθούσε και θα ενίσχυε τις δραστηριότητες στην πόλη, όσο κυρίως ή απομόνωση των ενεργών μονάδων ή ομάδων, απαραίτητων για μια ζωντανή κοινωνική και πολιτισμική λειτουργία. Με ένα σύστημα υποδομών απαρχαιωμένο και ανεπαρκές, να οξύνει την α-συνδεσιμότητα, το μόνο που περισώζεται είναι η δυναμική που προσφέρει ο αστικός σχεδιασμός, ή χωροταξία και το λειτουργικό πληθυσμιακό μέγεθος της πόλης.
Σε ένα αυστηρά καθορισμένο αστικό κέντρο όπως αυτό της Θεσσαλονίκης, η πολιτισμική εκμετάλλευση των δημοσίων χώρων, για την οργάνωση και συγκέντρωση των δημιουργικών δραστηριοτήτων των πολιτών, είναι μια πολυτέλεια που είναι υποχρεωτικό να αξιοποιηθεί. Οραματιζόμαστε ένα Urban Hub στην καρδιά της πόλης, όπου θα συνυπάρχουν άνθρωποι με βαθιά γνώση των παλιών τεχνικών και επαγγελμάτων, με νέους επαγγελματίες και δημιουργούς που θέλουν να γνωρίσουν και να αναβιώσουν δημιουργικές δραστηριότητες του παρελθόντος και να τις μπολιάσουν με νέες τεχνολογικές μεθόδους.
Ένα δημιουργικό δίκτυο που θα αναβαθμίσει την πόλη και θα ενεργοποιήσει τις κρυμμένες της δυνατότητες. Ένα τεράστιο Workshop για όλων των ειδών τα arts & crafts, έναν χώρο που θα προσελκύει τη διεθνή καλλιτεχνική σκηνή, περιστοιχισμένο από ένα μητροπολιτικό πάρκο, διακόπτοντας τον αστικό και ενεργοποιώντας τον κοινωνικό ιστό.
Το YolkStudio σκαρφίστηκε ένα κέλυφος που θα κάνει τα κτίρια χαμαιλέοντες
Σε υπάρχουσες προσόψεις κτιρίων προτείνεται η εφαρμογή ενός δεύτερου κελύφους, το οποίο θα λειτουργεί ως μία «επιδερμίδα» που θα διαδρά με το αστικό περιβάλλον. Αυτές οι διπλές αεριζόμενες όψεις θα είναι ελαφρές κατασκευές, θα ανταποκρίνονται στις συνεχείς κλιματικές μεταβολές και στις φωτιστικές συνθήκες. Τα απλά ή σύνθετα περιβλήματα θα δρουν με τη συμμετοχή και τις απαιτήσεις των χρηστών, ως φίλτρα ή συλλέκτες των εξωτερικών συνθηκών, ως στοιχεία ανάσχεσης ή καμουφλαρίσματος στο αστικό τοπίο, ως παράσιτα στην ετερογένεια της πόλης.
Θα επιδρούν στην ενεργειακή κατανάλωση του κτιρίου, στις συνθήκες θερμικής και οπτικής άνεσης στους εσωτερικούς και στους ημιυπαίθριους χώρους. Τα επιπλέον κελύφη θα προσαρμόζονται σαν τις επιδερμίδες των ζωντανών οργανισμών στις ανάγκες του κατοίκου, χωρίς τη χρήση υψηλής τεχνολογίας· θα είναι ένας δυναμικός οργανισμός με τις ιδιότητες του χαμαιλέοντα. Θα αξιοποιείται ο άνεμος, ο ήλιος και το κτίριο θα ενσωματώνεται στο περιβάλλον ουσιαστικά και όχι μόνο μορφολογικά. Εξάλλου η προσπάθεια μορφολογικής ένταξης ενός κτιρίου στο αστικό περιβάλλον της Αθήνας ή της Θεσσαλονίκης, μάλλον είναι αδύνατη τις περισσότερες φορές ή οδηγεί σε αμήχανους χειρισμούς.
Ένας τύπος διπλής πρόσοψης θα μπορούσε να είναι μια περσιδωτή κατασκευή. Οι περσίδες μπορεί να είναι κατασκευασμένες από μεγάλη γκάμα υλικών: ξύλο, μέταλλο, γυαλί, μάρμαρο, κ.α. Οι περιστρεφόμενες περσίδες λειτουργούν ως στοιχείο ηλιοπροστασίας, οπτικού διαφράγματος, αλλά και ως κανάλια εισροής ανέμου κατά τους θερινούς μήνες ή ως ανεμοφράκτες το χειμώνα, εξασφαλίζοντας ελεγχόμενο φυσικό αερισμό και δροσισμό.
Μια άλλη τυπολογία θα μπορούσε να είναι μια ικριωματική κατασκευή, η οποία θα λειτουργεί ως υποδοχή για κατακόρυφες φυτεύσεις με γηγενή φυτά. Έτσι θα δημιουργούνται πράσινα πετάσματα στην πόλη, ειδικά σε πυκνοδομημένες περιοχές.