Δεκαπέντε σχεδόν μήνες έχουν περάσει από την ημέρα που ανασύρθηκαν στη δημοσιότητα πληροφορίες για το 12χρονο τότε κορίτσι από τον Κολωνό, οι οποίες ήθελαν τη μητέρα της να έχει καταγγείλει στην αστυνομία πως το παιδί είχε πέσει επανειλημμένα θύμα βιασμού και μαστροπείας. Ύστερα από σοβαρές καθυστερήσεις και συνεχείς καταθέσεις της ανήλικης που οδήγησαν στον επανα-τραυματισμό και την επαναθυματοποίησή της, ξεκίνησε σήμερα η πολύκροτη δίκη των παιδοβιαστών του Κολωνού στο Μικτό Ορκωτό Κακουργιοδικείο, η οποία θα συνεχιστεί την Τετάρτη 10/1, με πρώτη μάρτυρα τη θεία του θύματος.
Για την υπόθεση trafficking και παιδοβιασμού κατηγορούνται 26 άτομα – ανάμεσά τους και η μητέρα της ανήλικης. Μετά την έκδοση του παραπεμπτικού βουλεύματος, ορίστηκε η εκδίκαση της υπόθεσης, καθώς ήδη οι κατηγορούμενοι έχουν συμπληρώσει 12 μήνες προφυλάκισης. Η ογκώδης δικογραφία που έχει σχηματιστεί για την υπόθεση, φανερώνει πως στις δικαστικές αίθουσες θα αρχίσει να ξετυλίγεται το κουβάρι μιας δίκης που προμηνύεται μακρά, αποκαλυπτική και με έντονο κοινωνικό πρόσημο.
Βασικός κατηγορούμενος, είναι ο 53χρονος Ηλίας Μίχος, ο οποίος ήταν και ο πρώτος που προφυλακίστηκε στις 7 Οκτωβρίου 2022. Θα δικαστεί για βιασμό του 12χρονου τότε κοριτσιού και για διακεκριμένη μαστροπεία σε βάρος της ανήλικης. Μέχρι σήμερα, εκατοντάδες διαδικτυακές συνομιλίες με αγνώστους, χιλιάδες μηνύματα που στάλθηκαν από χρήστες για να επικοινωνήσουν με το παιδί και δεκάδες φωτογραφίες και βίντεο παιδικής πορνογραφίας, έχουν συμπεριληφθεί στη δικογραφία.
Tο παιδί – όπως αναφέρεται στο παραπεμπτικό βούλευμα και σύμφωνα με τις καταθέσεις της ίδιας της ανήλικης – είχε οδηγηθεί από τον Μίχο σε οίκο ανοχής στον Κεραμεικό τουλάχιστον πέντε φορές. Εκεί, ύστερα από προκαθορισμένα ραντεβού βιαζόταν από άνδρες και τα χρήματα τα εισέπραττε ο ίδιος ο μαστροπός.
Όπως είναι γνωστό από την δικογραφία, οι κατηγορούμενοι είχαν έρθει κατά βάση σε επαφή με τη «12χρονη» μέσω διαδικτυακών εφαρμογών που χειριζόταν ο ίδιος ο Μίχος, ενώ προκειμένου να υπερασπιστούν την αθωότητά τους, ισχυρίστηκαν στις καταθέσεις τους πως δεν γνώριζαν ότι η κοπέλα ήταν ανήλικη. Παρά τους ισχυρισμούς τους, ο εισαγγελέας Γιώργος Νούλης, ο οποίος εισηγήθηκε την παραπομπή των 26 σε δίκη, τόνισε πως, «Το νεαρότερον της ηλικίας της ουδόλως τους πτόησε ή τους αποθάρρυνε από την ικανοποίηση της γενετήσιας επιθυμίας τους με ένα κορίτσι του Δημοτικού Σχολείου», αφού όταν συνευρίσκονταν μαζί της μπορούσαν να καταλάβουν ότι μπροστά τους έχουν ένα παιδί και όχι μια γυναίκα.
Επίσης, ο Μίχος ακολουθεί μέχρι σήμερα σταθερή υπερασπιστική γραμμή, δηλώνοντας πως είχε «ερωτική σχέση» με τη 12χρονη, και μεταθέτει τις κατηγορίες για μαστροπεία στη μητέρα της, η οποία παραμένει προφυλακισμένη για διακεκριμένη μαστροπεία – παρά την επιμονή της κόρης της και της υπεράσπισης της 37χρονης, πως είναι αθώα. Τώρα, θα λογοδοτήσει και για την επιπλέον κατηγορία της διακεκριμένης περίπτωσης πορνογραφίας, σύμφωνα με το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών.
Αναφορικά με τους υπόλοιπους 24 κατηγορούμενους – οι οποίοι είναι αντιμέτωποι με την κατηγορία της γενετήσιας πράξης με ανήλικο – πληροφορίες έχουν έρθει στη δημοσιότητα για τον συνταξιούχο ναυτικό, Μιχάλη Ιωάννου, ο οποίος κατηγορείται ότι παρακινούσε τη 12χρονη στην πορνεία με άγνωστο αριθμό ανδρών, για τον Ιωάννη Σοφιανίδη, ο οποίος συνελήφθη την ίδια μέρα με τον Ηλία Μίχο και κατηγορείται για κατ’ εξακολούθηση ασέλγεια της ανήλικης έναντι αντιτίμου, καθώς και για τον οδοντοτεχνίτη, πρώην διαιτητή της Α’ Εθνικής και πρώην υποψήφιο περιφερειακό σύμβουλο με τον συνδυασμό του Γιώργου Πατούλη, Φίλιππο Ντόβα.
Τον περασμένο Οκτώβρη, οι δικαστές του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών έκριναν ακόμα πιο ενοχοποιητική την εμπλοκή της μητέρας και αναβάθμισαν το κατηγορητήριό της. Σύμφωνα με το σχετικό βούλευμα, το οποίο κάνει δεκτή στο σύνολό της την πρόταση του εισαγγελέα, η μητέρα του κοριτσιού φέρεται ότι έστελνε γυμνές φωτογραφίες της κόρης της σε συγκεκριμένα πρόσωπα (που προσδιορίζονται στη δικογραφία), κατ’ εξακολούθηση και έναντι αμοιβής.
Αναλυτικότερα, οι κατηγορίες που αντιμετωπίζει η ίδια είναι η διακεκριμένη περίπτωση μαστροπείας κατά προσώπου νεότερου των 15 ετών με χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας, με προσφορά ή υπόσχεση πληρωμής χρημάτων ή οποιουδήποτε ανταλλάγματος της απόπειρας τέλεσης γενετήσιας πράξης με ανήλικο που συμπλήρωσε τα 12 έτη έναντι αμοιβής κατ΄εξακολούθηση, η διακεκριμένη περίπτωση πορνογραφίας ανηλίκου, και η προμήθεια και κατοχή μέσω πληροφοριακών συστημάτων όπου η παραγωγή υλικού παιδικής πορνογραφίας συνδέεται με τη χρησιμοποίηση ανηλίκου που δεν έχει συμπληρώσει το 12ο και το 15ο έτος κατ΄εξακολούθηση σε βάρος του.
Ιδιαίτερα κομβικό για την εξέλιξη της υπόθεσης, παρουσιάζεται το γεγονός ότι, η μητέρα του κοριτσιού θα κληθεί να δώσει απαντήσεις ως προς τα βασικά στοιχεία που την ενοχοποιούν, όπως γιατί επέτρεπε στην ανήλικη κόρη της να λείπει πολλές ώρες από το σπίτι και γιατί ζητούσε από εκείνη χρήματα χωρίς να αναρωτιέται ή να ανησυχεί για την προέλευσή τους.
Πέραν της γενικότερης κωλυσιεργίας στην εκδίκαση της υπόθεσης του Κολωνού, αδιανόητο είναι επίσης το ότι η έφηβη δεν έχει λάβει μέχρι σήμερα στήριξη από το κράτος, με τους κρατικούς φορείς να παραμένουν απόντες. Την ίδια στιγμή, η κυβέρνηση αφήνει εκτεθειμένη την ανήλικη, με την υφυπουργό εργασίας, Δόμνα Μιχαηλίδου να μην έχει διστάσει να αποκαλύψει τον τόπο κατοικίας της αλλά και το σχολείο της, στοχοποιώντας περαιτέρω το παιδί.
Μιλώντας στην Popaganda αναφορικά με την απουσία κρατικής μέριμνας, η συνήγορος υπεράσπισης της οικογένειας, Ασπασία Ταραχοπούλου, επισημαίνει ότι, «Το μόνο που έχει αυτό το παιδί είναι μία ψυχολογική υποστήριξη και μάλιστα πολύ μακρινή. Μία φορά την εβδομάδα πηγαίνει μία παιδοψυχολόγος σε απόσταση 50 χιλιομέτρων από το σπίτι όπου ζει πλέον με έναν συγγενή – με τα έξοδα να βαραίνουν την οικογένεια – και δεν υπάρχει καμία άλλη μέριμνα από την πολιτεία. Έχει αφήσει απροστάτευτο το κορίτσι. Ενώ ζητήθηκε και από την εισαγγελέα ανηλίκων και από την παιδοψυχολόγο κατ’ οίκον διδασκαλία, αυτό που έλαβε ως απάντηση ήταν ένα “πάρε τα βιβλία και διάβαζε στο σπίτι σου μόνη σου”».
Όπως προσθέτει η ίδια, «Το κορίτσι είναι τόσους μήνες κλεισμένο σε ένα σπίτι, ερχόμενο αντιμέτωπο με σοβαρά ψυχολογικά ζητήματα, κυκλοφορεί με κουκούλα, και δεν θέλει να συναντήσει άντρες από τον φόβο του – κυρίως μεγάλης ηλικίας. Έχει μόνο μια μικρή εξωσχολική δραστηριότητα, αλλά ακόμη και σ’ αυτή έχει φοβία να συναναστραφεί άλλα άτομα».
Παράλληλα, η Επιτροπή Αλληλεγγύης στη 12χρονη, που καλεί τον κόσμο να βρίσκεται στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο για να εκφράσει τη στήριξή του στο κορίτσι, απαιτεί τη διαλεύκανση της υπόθεσης ώστε να μην επιτραπεί «καμία συγκάλυψη στα κυκλώματα trafficking και παιδοβιασμών».
Σε σχετική ανακοίνωσή της, επανέφερε μάλιστα στο προσκήνιο το συμβάν του περασμένου Φεβρουαρίου, κατά το οποίο ύστερα από την πέμπτη κατάθεση της 12χρονης μαζί με τον ανήλικο αδελφό της και τη θεία τους, «αργά τη νύχτα και αφού είχαν φτάσει στον τόπο κατοικίας τους, τους σταμάτησε αυτοκίνητο της ασφάλειας, με άνδρες με καλυμμένα τα πρόσωπά τους και όπλα στα χέρια. Κραδαίνοντας τους φακούς και τα όπλα κατέβασαν με φωνές τα παιδιά από το αυτοκίνητο για να τους κάνουν έλεγχο. Δεν τους πτόησαν ούτε οι άλλοι αστυνομικοί που συνόδευαν το 12χρονο κορίτσι και το αδελφάκι του».
«Το εν λόγω περιστατικό που ανέδειξε η συνήγορος υπεράσπισης, προκαλεί μείζονα ερωτηματικά για την εξέλιξη της υπόθεσης εμπορίας ανθρώπων και μαστροπείας στον Κολωνό και εύλογες υποψίες για τους πραγματικούς στόχους του εκδικητικού κράτους. Ποια κρατική υπηρεσία ασφάλειας και γιατί έδωσε εντολή να γίνει έλεγχος στο αυτοκίνητο της ασφάλειας που μετέφερε την 12χρονη στον τόπο κατοικίας της, λίγες ώρες μετά τη νέα της ανάκριση στην οποία αναγνώρισε πάλι τα πρόσωπα των βιαστών της;», τονίζει η Επιτροπή.
Από τη μέρα που το έγκλημα είδε το φως της δημοσιότητας, τα ΜΜΕ έστρεψαν την προσοχή τους στις καταθέσεις του κοριτσιού, χωρίς να δίνουν βαρύτητα στο πώς αυτή η υπερ-προβολή θα μπορούσε να επηρεάσει την ήδη επιβαρυμένη ψυχολογία του παιδιού, και μη διστάζοντας να διαρρεύσουν υλικό δικογραφίας – όπως είχε συμβεί με την προκαταρκτική γνωμάτευση ψυχολόγου για την 12χρονη. Τώρα, με το ενδιαφέρον για την εκδίκαση της υπόθεσης να είναι αυξημένο, ο κίνδυνος του εκ νέου τραυματισμού και της στοχοποίησης του θύματος από τα mainstream media τίθεται στο επίκεντρο.
Την ίδια στιγμή, στη δευτερογενή θυματοποίηση του παιδιού έχει συμβάλλει και το σύστημα δικαιοσύνης, αφού υπέβαλε την ανήλικη σε πολυάριθμες, πολύωρες και λεπτομερείς καταθέσεις, για μία διαδικασία, που, όπως είχαν καταγγείλλει στην Popaganda η συνήγορος υπεράσπισης και ο δικηγόρος της οικογένειας, Απόστολος Λύτρας, θα μπορούσε να έχει διεκπεραιωθεί μέσα σε δύο καταθέσεις.
Η κα. Ταραχοπούλου, είχε τονίσει πως, «Η συνεχής εξέταση του παιδιού πραγματοποιείται σε ένα διόλου φιλικά χώρο για εκείνο, σε ένα δωμάτιο στη ΓΑΔΑ που δεν είναι διαμορφωμένο σύμφωνα με τον νόμο για να εξεταστεί ένα παιδί. Έχει κληθεί ξανά και ξανά να αναγνωρίσει αυτούς που το κακοποίησαν, ερχόμενο σε επαφή με τραυματικές καταστάσεις που προσπαθεί να ξεχάσει. Όλες αυτές οι καταθέσεις επηρεάζουν και κακοποιούν το παιδί γιατί το φέρνουν αντιμέτωπο πάλι με αυτό που έχει γίνει».
Ένα θύμα βιασμού καλείται να καταθέσει για την κακοποίησή του πολλές περισσότερες φορές από όσες θα ήταν απαραίτητο σε ένα ορθά δομημένο δικαιικό περιβάλλον. Όπως μας είχε διασαφηνίσει ο δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Διονύσης Χιόνης, «Ειδικά στο ακροατήριο, το θύμα είναι στη δυσάρεστη θέση να καταθέτει τη στιγμή που δυο τρία βήματα πιο πίσω κάθεται στο εδώλιο ο/οι κατηγορούμενος/οι, εντείνοντας, όπως είναι λογικό, την αρνητική κατάσταση που ήδη αυτό βιώνει. Επίσης, τα θύματα, είτε είναι ενήλικα είτε ανήλικα, θα έπρεπε να λαμβάνουν ψυχολογική υποστήριξη κατά τη διάρκεια των καταθέσεων, όμως δεν προβλέπεται κάτι τέτοιο από το κράτος».
Όταν το θύμα είναι ανήλικο, πραγματοποιείται αρχικά μια προκαταρκτική αξιολόγηση, ως προς την ικανότητά του να εξεταστεί ως μάρτυρας. Η διαδικασία αυτή λειτουργεί και σαν ένα στάδιο προετοιμασίας του παιδιού για τη μετέπειτα κατάθεση. Σε μία υπόθεση παιδικής κακοποίησης, όπως αυτή του Κολωνού, το θύμα θα απευθυνθεί στη συνέχεια στην Υποδιεύθυνση Προστασίας Ανηλίκων της ΓΑΔΑ.
Απ’ εκεί και πέρα, η κατάθεση πρέπει να δοθεί σε ψυχολόγους της Αστυνομίας και να μαγνητοσκοπηθεί στην εξειδικευμένη, φιλικότερη προς το παιδί δημόσια δομή «Το Σπίτι του Παιδιού», η οποία – παρά τις μεγάλες καθυστερήσεις – άρχισε να λειτουργεί το 2022, στοχεύοντας στην αποφυγή του επανατραυματισμού των ανήλικων θυμάτων. Ωστόσο, η 12χρονη ουδέποτε βρέθηκε στην εν λόγω δομή (για λόγους που δεν έχουν γνωστοποιηθεί μέχρι σήμερα), αλλά αντιθέτως οδηγήθηκε αρκετές φορές στον αφιλόξενο χώρο της ΓΑΔΑ προκειμένου να καταθέσει.