Τουλάχιστον 139 άνθρωποι που βρέθηκαν σε μια ροκ συναυλία για να διασκεδάσουν, δολοφονήθηκαν εν ψυχρώ το βράδυ της Παρασκευής στη Μόσχα όταν άγνωστοι άνοιξαν πυρ στο Δημαρχείο του Κρόκους βάζοντας στη συνέχεια φωτιά στον συναυλιακό χώρο. Το ISIS ανέλαβε την ευθύνη για την τρομοκρατική επίθεση, η οποία θεωρείται η πιο πολύνεκρη σε ρωσικό έδαφος μετά την επίθεση στο σχολείο Μπεσλάν το 2004. Βίντεο που τραβήχτηκε από τους ίδιους τους δράστες την ώρα της θηριωδίας και δημοσιεύτηκε από το Ισλαμικό Κράτος, τους έδειχνε να πυροβολούν με αυτόματα τουφέκια άνδρες και γυναίκες κάθε ηλικίας που παρακολουθούσαν το live, καθώς προέτρεπαν τους εαυτούς τους να «μην δείξουν έλεος» και να «τους σκοτώσουν όλους».
Το Σάββατο, δικαστήριο της Μόσχας διέταξε την προφυλάκιση τεσσάρων ατόμων που συνελήφθησαν την ίδια μέρα ως ύποπτοι για «τρομοκρατική ενέργεια» (άρθρο 205 παράγραφος 3), και, εάν κριθούν ένοχοι, μπορούν να καταδικαστούν έως και σε ισόβια κάθειρξη. Την ίδια στιγμή, κι ενώ αναμένεται η κρίση του δικαστηρίου, η Ρωσία απαντά στη βία με βία, διαπράττοντας βασανιστήρια στους κατηγορούμενους για το έγκλημα. Εκείνοι που εφάρμοσαν τις μεθόδους βασανισμού, φαίνεται να είναι αξιωματικοί που υπηρετούν στις ρωσικές στρατιωτικές και μυστικές υπηρεσίες.
Όταν οι κατηγορούμενοι για την αιματηρή επίθεση εμφανίστηκαν στο δικαστήριο, τα πρόσωπά τους ήταν πρησμένα και παραμορφωμένα. Ο ένας, που κατονομάστηκε ως Saidakrami Murodali Rachabalizoda, έφτασε με γάζα στο αυτί του. Ένα βίντεο που κυκλοφόρησε στο διαδίκτυο έδειχνε έναν από τους απαγωγείς του, να κόβει το αυτί του και να το του το βάζει στο στόμα, λέγοντάς του να το φάει. Άλλοι, τον χτυπούσαν με τα κοντάκια των τουφεκιών τους. Μετά τη σύλληψή του, ένας άλλος κατηγορούμενος, ο Shamsidin Fariduni, εμφανίστηκε σε μια φωτογραφία ξαπλωμένος στο πάτωμα ενός σχολικού γυμναστηρίου, με το παντελόνι του κατεβασμένο και με καλώδια συνδεδεμένα στην περιοχή των γεννητικών του οργάνων. Η φωτογραφία δημοσιεύθηκε από ένα κανάλι στο Telegram που συνδέεται με την παραστρατιωτική ομάδα Wagner και υποδηλώνει ότι ο Fariduni είχε υποστεί ηλεκτροσόκ με 80 βολτ.
Ο Dalerdzhon Barotovich Mirzoyev, ένας ακόμα κατηγορούμενος, έφτασε στο δικαστήριο με μώλωπες μετά την ανάκρισή του. Είχε επίσης μια πλαστική σακούλα τυλιγμένη γύρω από το λαιμό του, η οποία πιστεύεται ότι χρησιμοποιήθηκε για βασανισμό με πνιγμό. Ο Muhammadsobir Fayzov, μεταφέρθηκε στην αίθουσα του δικαστηρίου σε αναπηρικό καροτσάκι και φάνηκε να χάνει τις αισθήσεις του κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, ενώ φωτογραφίες που κυκλοφόρησαν στο διαδίκτυο φαίνεται να δείχνουν ότι έλειπε το ένα του μάτι, σύμφωνα με το Reuters.
Η προώθηση της βάναυσης μεταχείρισης των υπόπτων από τις διωκτικές αρχές και τους υψηλόβαθμους Ρώσους αξιωματούχους, εξέπληξε ακόμα και έμπειρους παρατηρητές των ρωσικών υπηρεσιών ασφαλείας. Μετά από δύο χρόνια πολέμου στην Ουκρανία, τα βίντεο με εικόνες θανάτου και βασανιστηρίων αποτελούν κομμάτι της καθημερινότητας στη Ρωσία.
Παράλληλα, τα συστημικά βασανιστήρια από τις ρωσικές δυνάμεις επιβολής του νόμου για τα οποία μέχρι τώρα υπήρχαν μόνο μαρτυρίες και ευρέως διαδεδομένοι ισχυρισμοί, τώρα προωθούνται με περηφάνια στο διαδίκτυο από τους ίδιους τους δράστες, καθώς δημοσιεύουν φωτογραφίες και βίντεο της κτηνωδίας που διαπράττουν για να καυχηθούν. Το 2017, μετά τη βομβιστική επίθεση του ISIS σε σταθμό του μετρό της Αγίας Πετρούπολης, το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων διαπίστωσε ότι ένας ύποπτος κατά τη διάρκεια της κράτησής του απειλήθηκε με βιασμό με ραβδί, ενώ σε άλλους δύο έγινε ηλεκτροσόκ στα γεννητικά τους όργανα. Ωστόσο, εκείνα τα γεγονότα είχαν αποκαλυφθεί μέσω μαρτυριών σε ερευνητές και δεν κυκλοφόρησαν ως βίντεο από τους ίδιους τους βασανιστές.
Ερευνητές στο πεδίο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αναφέρουν πως δεν αποτελεί έκπληξη ότι οι ρωσικές υπηρεσίες ασφαλείας χρησιμοποιούν βασανιστήρια εναντίον υπόπτων για τρομοκρατία, παρά το γεγονός ότι, όπως διευκρίνισε η Όλγα Σαντόβσκαγια, Μέλος Επιτροπής Κατά των Βασανιστηρίων ρωσικής οργάνωσης ανθρωπίνων δικαιωμάτων, «τα βασανιστήρια απαγορεύονται από τον Ρωσικό Ποινικό Κώδικα και η Ρωσία έχει υπογράψει τη Σύμβαση του ΟΗΕ Κατά των Βασανιστηρίων». Η ίδια σχολίασε επίσης πως, «αυτό που είδαμε ήταν ένα έγκλημα σε ζωντανή μετάδοση».
Τα βασανιστήρια αποτελούν πράξεις απεχθείς και απάνθρωπες χωρίς να μπορούν να δικαιολογηθούν. Την πραγματικότητα αυτή την αποδέχτηκαν τα κράτη ανά την υφήλιο αμέσως μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, με την Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του 1948, η οποία προέβλεπε την απαγόρευση κάθε μορφής κακομεταχείρισης και βασανισμού. Αργότερα, αυτή η προσπάθεια ενισχύθηκε με το Διεθνές Σύμφωνο για τα Αστικά και Πολιτικά Δικαιώματα του 1966, ενώ η προσπάθεια για την καταπολέμηση των Βασανιστηρίων ενισχύθηκε με τη Σύμβαση του ΟΗΕ ενάντια στα Βασανιστήρια (1984), υιοθετώντας μια σειρά μέτρων για την πρόληψη και την καταπολέμηση των βασανισμών.
Πλέον, το δικαίωμα να είναι ένας άνθρωπος ασφαλής απέναντι σε κάθε μορφή κακομεταχείρισης και βασανισμού, είναι θεμελιώδες στο Διεθνές Δίκαιο. Τα βασανιστήρια απαγορεύονται διεθνώς χωρίς να υπάρχουν εξαιρέσεις. Αυτός ο περιορισμός αναφέρεται ακόμα και σε έκτακτες καταστάσεις, όπως πόλεμο ή εσωτερικές αναταράξεις, ενώ υπό συγκεκριμένες συνθήκες τα βασανιστήρια αποτελούν και εγκλήματα για το Διεθνές Δίκαιο.
«Εάν διαπραχθεί βασανισμός, είναι επίσης έγκλημα και πρέπει να αντιμετωπιστεί ως τέτοιο»
Σχολιάζοντας την ιδιαιτερότητα των βασανιστηρίων στην περίπτωση των υπόπτων της επίθεσης της Παρασκευής, το Ελληνικό Τμήμα της Διεθνούς Αμνηστίας επισημαίνει σχετικά: «Αντί να υποστηρίζουν τη λογοδοσία των θυμάτων, τα βασανιστήρια και άλλες μορφές σκληρής, απάνθρωπης και ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας, χρησιμεύουν μόνο για να υπονομεύσουν την πορεία προς την αλήθεια και τη δικαιοσύνη. Το δικαίωμα να είναι κανείς ελεύθερος από βασανισμό και άλλες μορφές κακομεταχείρισης είναι απόλυτο και χωρίς εξαίρεση. Εάν διαπραχθεί βασανισμός, είναι επίσης έγκλημα και πρέπει να αντιμετωπιστεί ως τέτοιο. Τα θύματα δεν θα δικαιωθούν αν οι υπεύθυνοι αυτής της θηριωδίας δεν λογοδοτήσουν σε δίκαιες δίκες, σε πλήρη συμφωνία με τα διεθνή πρότυπα. Άλλωστε, οι εξαναγκαστικές ομολογίες που λαμβάνονται μέσω βασανιστηρίων είναι ως γνωστόν αναξιόπιστες, αφού, κάποιος στον οποίο έχουν συνδεθεί καλώδια ηλεκτροσόκ στα γεννητικά του όργανα, για παράδειγμα, θα ομολογήσει λίγο-πολύ τα πάντα».
Και προσθέτει πως: «Αυτό λοιπόν που προκαλεί τώρα εντύπωση, είναι ο σαφής επιδεικτικός χαρακτήρας των βασανιστηρίων. Τα πλάνα από τα βασανιστήρια φαίνεται ότι δημοσιεύονται διόλου τυχαία, αλλά με σκοπό να προειδοποιήσουν άλλους που σχεδιάζουν επιθέσεις στη Ρωσία ότι θα αντιμετωπίσουν τις ίδιες συνέπειες. Οι ρωσικές αρχές δεν ντρέπονται πλέον να δείξουν ότι οι υπηρεσίες ασφαλείας τους βασανίζουν ανθρώπους. Βίντεο και εικόνες σαν αυτές που διέρρευσαν στα social media δείχνουν τον βαθμό στον οποίο έχει κανονικοποιηθεί η βία στη Ρωσία τα τελευταία δύο χρόνια του πολέμου. Τα βασανιστήρια είναι μορφή εγκλήματος, και όλοι οι υπεύθυνοι πρέπει να τιμωρηθούν γι’ αυτά».
Ωστόσο, μέχρι σήμερα, όχι μόνο δεν έχουν τιμωρηθεί οι υπεύθυνοι των βασανιστηρίων, αλλά το ρωσικό υπουργείο Άμυνας έδωσε τη Δευτέρα στη δημοσιότητα πλάνα από μια τελετή απονομής βραβείων από τον διοικητή της στρατιωτικής περιφέρειας του Λένινγκραντ, σε μέλη επίλεκτης συνοριακής μονάδας που έπιασε τους ενόπλους και ενδέχεται να συμμετείχαν στη βάναυση μεταχείρισή τους. Το VChK-OGPU, ένας λογαριασμός στο Telegram που διαρρέει τακτικά πληροφορίες από τις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες, ανέφερε ότι στρατιώτες της συνοριοφυλακής ήταν εκείνοι που είχαν κόψει το αυτί του υπόπτου Rachabalizoda, λέγοντας πως μέλη της υπηρεσίας ασφαλείας FSB και της στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών GRU συμμετείχαν επίσης σε βασανιστήρια. «Όλοι τους “διασκέδαζαν” με τους τρομοκράτες όσο μπορούσαν», υποστήριξε ο λογαριασμός.
Σύμφωνα με τον Guardian, ο αξιωματικός που έκοψε το αυτί του Rachabalizoda είχε στρατιωτικά διακριτικά, μεταξύ των οποίων και ένα Totenkopf (κεφάλι νεκρού) που φορούσαν παλαιότερα οι μονάδες των ναζιστικών SS. Το μαχαίρι που χρησιμοποίησε, δε, βγήκε σε δημοπρασία στο διαδίκτυο ως «κόφτης αυτιών», σύμφωνα με τον Evgeny Rasskazov, μέλος του ακροδεξιού παραστρατιωτικού τάγματος Rusich, ο οποίος φαίνεται πως διευκόλυνε την πώληση.
Παρά τις έντονες αντιδράσεις που έχουν ξεσπάσει, το Κρεμλίνο διά του εκπροσώπου του Ντμίτρι Πεσκόφ αρνήθηκε να απαντήσει στους ισχυρισμούς ότι οι ύποπτοι για την επίθεση βασανίστηκαν – τη στιγμή που Ρώσοι αξιωματούχοι έχουν επαινέσει δημοσίως τη βάναυση μεταχείρισή τους. Ο πρόεδρος της Ρωσίας, Βλαντίμιρ Πούτιν δήλωσε ότι η τρομοκρατική επίθεση, την ευθύνη για την οποία ανέλαβε το Ισλαμικό Κράτος, διαπράχθηκε από «ριζοσπαστικούς ισλαμιστές» που «επιχείρησαν να διαφύγουν προς την Ουκρανία».
Ο Ρώσος πρωθυπουργός, Μιχαήλ Μισούστιν, τόνισε ότι οι ύποπτοι «δεν αξίζουν κανένα έλεος». «Μπράβο σε όλους εκείνους που τους έπιασαν», είπε με τη σειρά του ο πρώην πρόεδρος Ντμίτρι Μεντβέντεφ και πρόσθεσε: «Θα έπρεπε να σκοτωθούν; Θα έπρεπε. Και θα σκοτωθούν. Αλλά είναι πολύ πιο σημαντικό να σκοτωθούν όλοι οι εμπλεκόμενοι. Αυτοί που τους βοήθησαν, που τους στήριξαν. Σκοτώστε τους όλους». Παράλληλα, στον απόηχο της επίθεσης, ορισμένοι Ρώσοι βουλευτές έχουν ζητήσει την επαναφορά της θανατικής ποινής, παρά το γεγονός ότι υπάρχει συμφωνημένη προσωρινή αναστολή στις εκτελέσεις στη Ρωσία από το 1996. Κόντρα στις σκοταδιστικές τοποθετήσεις, η Ρωσίδα επίτροπος για τα ανθρώπινα δικαιώματα, Τατιάνα Μοσκάλκοβα, πήρε θέση λέγοντας πως «η χρήση βασανιστηρίων εις βάρος κρατουμένων είναι απαράδεκτη».