Από σήμερα, κάθε εργαζόμενο άτομο υποχρεούται να υποβληθεί σε αυτοδιαγνωστικό έλεγχο κάθε εβδομάδα και να το δηλώνει στην αντίστοιχη πλατφόρμα. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, τα self tests δεν φτάνουν σε εγκυρότητα τη διάγνωση από μοριακό έλεγχο, ο οποίος βάλλεται κι αυτός σε αξιοπιστία.
Εκτός αυτού, η Πανελλήνια Ένωση Ιατρικής Βιοπαθολογίας έχει προσφύγει στην Δικαιοσύνη, καταγγέλλοντας πως η διενέργεια αυτού του είδους τεστ από μη ειδικούς είναι μια απόφαση της κυβέρνησης για «show στις πλατείες». Συγκεκριμένα, η πρόεδρος της Ένωσης είχε αναφέρει ότι οι βιοπαθολόγοι ζητούσαν απεγνωσμένα τα τεστ να δοθούν στα μικροβιολογικά εργαστήρια έτσι ώστε να γίνεται υπεύθυνα και σωστά η όλη διαδικασία. «Πώς θα ανιχνευθεί το αντιγόνο με τα self test ανιχνεύοντάς το στο χιλιοστό και στην εξωτερική πλευρά της μύτης; Είναι σκάνδαλο και ξεπερνά την επιστήμη της Βιοπαθολογίας. Από την άνοιξη, ζητούσαμε την συνταγογράφηση των μοριακών τεστ και τώρα μοιράζουνε 25 rapid test που έχουνε κολλήσει απέξω στα κουτιά ελληνικές οδηγίες και μέσα μπορεί κανείς να δει τις οδηγίες της πολυεθνικής που αναφέρουν ότι χρειάζεται ρινοφαρυγγικό δείγμα. Γιατί κοροϊδεύουνε πάλι τον Έλληνα πολίτη;», σημείωσε χαρακτηριστικά. «Τα συγκεκριμένα τεστ δεν ανιχνεύουν τον ιό σε 7 στους 10 ασυμπτωματικούς ασθενείς με αποτέλεσμα να διασπείρουν τον ιό άνθρωποι που βγήκαν αρνητικοί».
Ωστόσο, έχει αναρωτηθεί κανείς που καταλήγουν όλα αυτά τα διαγνωστικά τεστ; Βάζει η ανθρωπότητα για άλλη μια φορά σε κίνδυνο τον πλανήτη, για αμφίβολα αποτελέσματα;
Η Μαργαρίτα Καραβασίλη, η πρώτη ειδική γραμματέας επιθεώρησης στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, που έχει ασχοληθεί εξαντλητικά με ζητήματα για τον υδροφόρο ορίζοντα, και ο Βασίλης Λύκος, Δρ. Βιολόγος – Περιβαλλοντολόγος ολοκληρωμένης περιβαλλοντικής διαχείρισης στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, μίλησαν στην Popaganda για τα εξής ζητήματα:
«Δεν έχουν γίνει ανακοινώσεις για το που πρέπει να τα πετάει κανείς και δεν έχουν γίνει μετρήσεις για να ξέρουμε σε ποια κατηγορία αποβλήτων θα ταξινομηθούν, αν είναι επικίνδυνα, αν όχι, αν είναι μολυσματικά. Ωστόσο, τελευταία, πολλές εταιρείες και φαρμακεία έχουν τοποθετήσει ξεχωριστούς κάδους για τις μάσκες και τα self test, αλλά κανένας δεν ξέρει που τα πάνε», σχολιάζει η Μαργαρίτα Καραβασίλη.
«Θεωρητικά, θα πρέπει να αντιμετωπιστούν όπως αντιμετωπίζονται και τα νοσοκομειακά απόβλητα. Πρέπει να έχουν γίνει από την Πολιτεία κατάλληλες μετρήσεις για να χαρακτηριστούν τα απόβλητα ως τοξικά ή μη τοξικά, για να ξέρουμε με ποιο τρόπο θα τα διαχειριστούμε μετά. Το ζήτημα δεν είναι μόνο που θα τα πετάξουμε, αλλά και τι γίνεται μετά. Δεν είναι το θέμα να τα πετάξουμε σε έναν ειδικό κάδο και μετά, να απορριφθεί σε ένα ΧΥΤΑ. Πρέπει να ξέρουμε που θα πάνε και ποια είναι η διαχείρισή τους. Υπάρχει ένα έλλειμμα σε αυτό το κομμάτι», συμπληρώνει.
Οι Οδηγίες της Γενικής Γραμματείας Συντονισμού Διαχείρισης Αποβλήτων του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας ορίζουν ότι μετά τη διενέργεια του τεστ, αν είναι αρνητικό, το απόβλητο «απορρίπτεται μαζί με τα λοιπά αστικά απόβλητα, δηλαδή τοποθετείται σε πλαστική σακούλα και απορρίπτεται στον κοινό κάδο απορριμμάτων (πράσινο ή γκρι κάδο)». Αν είναι θετικό το τεστ, «απορρίπτεται από κοινού με τα αναλώσιμα του ασθενούς, σε σακούλα καλά κλεισμένη η οποία τοποθετείται σε κλειστό κάδο εντός της οικίας και στη συνέχεια σε δεύτερη σακούλα, η οποία κλείνει το ίδιο σφιχτά, χωρίς να γεμίσει υπερβολικά για να αποφευχθεί τυχόν διάρρηξη αυτής και απορρίπτεται στον πράσινο ή γκρι κάδο. Τα απόβλητα των self tests δεν τοποθετούνται στους μπλε κάδους ανακύκλωσης και δεν απορρίπτονται στις αποχετεύσεις».
Σημειώνεται επίσης ότι οι ανωτέρω οδηγίες ισχύουν όταν δεν υπάρχει ειδική συσκευασία απόρριψης για τα self-test, ενώ τονίζεται ότι δεν πρέπει να απορρίπτονται στους κάδους ανακύκλωσης. Όσον αφορά στα μολυσματικά απόβλητα που προέρχονται από υγειονομικές μονάδες (νοσοκομεία, κλινικές, διαγνωστικά κέντρα κλπ), περιλαμβάνονται και τα γάντια, οι μάσκες προστασίας και άλλα επιμολυσμένα είδη. Αυτά ταξινομούνται ως επικίνδυνα απόβλητα και πρέπει να οδηγούνται – σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία- ανάλογα προς αποτέφρωση ή αποστείρωση, με ευθύνη της υγειονομικής μονάδας, σύμφωνα με τον Εσωτερικό Κανονισμό Διαχείρισης Αποβλήτων Υγειονομικών Μονάδων.
«Δεν έχω δει πουθενά καμία αναφορά από την Πολιτεία, τι κάνουμε ως πολίτες με το απόβλητο αυτό και τα τεστ και τις μάσκες και γενικότερα, όλα τα σκευάσματα που σχετίζονται με τον Covid-19. Έπρεπε η Πολιτεία να το είχε ήδη κάνει αυτό. Να έχει κατατάξει το είδος του αποβλήτου σε ποια κατηγορία ανήκει. Αν υπάρχει πρόβλημα, πρέπει να μας πουν τι είδους πρόβλημα είναι, αν είναι τοξικά, αν έχουν χαρακτήρα νοσοκομειακό και τι τρόπος διαχείρισης χρειάζεται να υπάρξει» σχολιάζει η κ. Καραβασίλη. «Σίγουρα κανένας δεν γνωρίζει τι να κάνει».
«Αν έχουν χαρακτήρα τοξικό, θα υπάρξει σοβαρό πρόβλημα για τη θάλασσα και τους υδροφόρους ορίζοντες» προσθέτει.
Από την άλλη πλευρά, ο Βασίλης Λύκος, Δρ. Βιολόγος – Περιβαλλοντολόγος ολοκληρωμένης περιβαλλοντικής διαχείρισης στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, δηλώνει ότι «Το πρώτο πρόβλημα είναι ότι αυτά είναι επικίνδυνα, χαρακτηρισμένα από τον FDA στην Αμερική ότι είναι ιατρικά απόβλητα». Ως επικίνδυνα ιατρικά απόβλητα, «θα πρέπει να υπάρχει ειδικός τρόπος διαχείρισης. Δηλαδή, θα πρέπει να τοποθετούνται σε ειδικές σακούλες που δεν τρυπάνε και αντέχουν τον ήλιο, έχουν κόκκινο ή πορτοκαλί χρώμα και ειδική σήμανση. Πρέπει η διαχείριση να είναι ίδια με τη διαχείριση των αποβλήτων των διαγνωστικών κέντρων».
«Αν κάνουμε 10.000 τεστ την εβδομάδα, που πηγαίνουν αυτά;» αναρωτιέται ο Βασίλης Λύκος.
«Στα θετικά δείγματα μπορεί ο ιός να επιβιώσει για μέρες. Άρα, πως γίνεται η διαχείριση αυτή; Στα ΧΥΤΥ (Χώρων Υγειονομικής Ταφής Υπολειμμάτων) ή στα ΧΥΤΑ (Χώροι Υγειονομικής Ταφής Απορριμμάτων); Εδώ θα έπρεπε να υπάρχει μια ειδική εταιρεία, πιστοποιημένη, η οποία θα κάνει τη διαχείριση, με συγκεκριμένους κάδους και ειδικό χρώμα. Σε άλλες χώρες, τα καίνε. Ο ΠΟΥ δεν έχει τοποθετηθεί ακόμα για το θέμα.»
Τι γίνεται αν τα πετάμε μαζί με όλα τα υπόλοιπα σκουπίδια; «Όπως δείχνουν διεθνείς πρακτικές και κανόνες, τότε ολόκληρος ο κάδος θεωρείται επικίνδυνο ιατρικό απόβλητο», σχολιάζει ο κ. Λύκος.
«Στην Ελλάδα, δεν έχει ασχοληθεί κανένας. Η Ένωση Βιοπαθολόγων το έχει επισημάνει. Κανένας δεν ενδιαφέρεται κι απλά βγαίνουν κάποιοι στα τηλεπαράθυρα, οι οποίοι λένε ότι αν είναι αρνητικό το βάζουμε σε ένα σακουλάκι, αν είναι θετικό, το βάζουμε σε δύο σακουλάκια. Δηλαδή, ακόμη περισσότερο πλαστικό. Πέρα από τις ουσίες πετρελαιοειδών, εμείς το επιβαρύνουμε με επιπλέον σακούλες και θα τα πετάμε πάλι στους ίδιους κάδους, στους πράσινους και γκρι κάδους. Κι όλα αυτά μαζί στους ΧΥΤΑ» αναφέρει.
«Το θέμα είναι ακόμη χειρότερο, γιατί μιλάμε και για τόνους πλαστικού. Την ώρα που εμείς υποτίθεται θέλουμε να μειώσουμε τα πλαστικά καλαμάκια ή οτιδήποτε άλλο, δεν μας ενδιαφέρει καθόλου όχι μόνο τα πλαστικά, αλλά τα επικίνδυνα ιατρικά απόβλητα», συνεχίζει ο κ. Λύκος.
«Τώρα εμείς θέλουμε να λύσουμε το πρόβλημα του κορωνοϊού με το υπερόπλο των self test, όπως είχε ειπωθεί κάποτε, ενώ δεν ξέρουμε πως γίνεται η διαχείριση αυτών των επικίνδυνων ιατρικών αποβλήτων. Και κατά τα άλλα, μιλάμε για κλιματική κρίση, μείωση του πλαστικού και μια σειρά από τέτοιου είδους πράγματα.»
Το υγρό που περιέχεται στο αντιδραστήριο των self tests κάποιων εταιριών, όπως μας ενημερώνει ο κ. Λύκος, περιέχει μια χημική ουσία από την ομάδα των οκτυλο-/εννευλοφαινυλαιθοξυλικών και η ουσία «είναι πολύ υψηλής επικινδυνότητας και θα πρέπει να χρησιμοποιείται η διαδικασία P280 για την εκτέλεση. Γι’ αυτό η εκτέλεση θα πρέπει να γίνεται in vitro και όχι in vivo σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων. Στο Αμβούργο, ήδη ανακαλέστηκαν παρτίδες αυτοδιαγνωστικών tests, σύμφωνα με δημοσίευμα της Welt. Παράλληλα θα ήταν σκόπιμο να δοθούν όλα τα χημικά υλικά των αυτοδιαγνωστικών στη δημοσιότητα, καθώς και των ρυθμιστικών διαλυμάτων που χρησιμοποιούν για την αντίδραση.»