«Υπάρχει τεράστια ανάγκη στην Ελλάδα για ανεξάρτητη έρευνα. Είναι σημαντικό να συσπειρώνονται οι δυνάμεις που μπορούν να φτάσουν στην αλήθεια. Φοβάμαι, ότι δεν απασχολεί μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας, αλλά είναι απαραίτητο να γίνεται επειδή η αλήθεια είναι μια έννοια πολύ εύπλαστη στις μέρες μας», τα λόγια του Στέφανου Λεβίδη -αρχιτέκτονα, υποψήφιου διδάκτορα και μέλους των Forensic Architecture– αντανακλούν ή συμπυκνώνουν μια κουβέντα που έχει φουντώσει και πάλι με αφορμή τα θολά νερά που πήγε να πνιγεί (και) η υπόθεση του Ζακ Κωστόπουλου.
Τρεις μέρες πριν το συμβάν της οδού Γλάδστωνος που κόστισε τη ζωή στον 33χρονο ακτιβιστή, στις 18 Σεπτεμβρίου, ακριβώς στην επέτειο των 5 χρόνων από τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, οι Forensic Architecture έμπαιναν δυναμικά στο δημόσιο διάλογο δημοσιεύοντας το 43λεπτο βίντεο-πόρισμά τους για το συμβάν του 2013. Το είχαν ήδη παρουσιάσει στην πολύκροτη δίκη της Χρυσής Αυγής και, παρά τις αντιδράσεις της πλευράς των κατηγορούμενων, είχαν πετύχει να συμπεριληφθεί στη δικογραφία προκειμένου να διερευνηθεί ο ρόλος (και οι πιθανές μοιραίες παραλείψεις) της αστυνομίας τη συγκεκριμένη βραδιά στο Κερατσίνι.
«Είμαστε μια διεπιστημονική, ερευνητική ομάδα που αναλαμβάνουμε υποθέσεις παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή περιβαλλοντικών εγκλημάτων μέσα από εργαλεία χωρικού και πολυμεσικού σχεδιασμού. Η έδρα μας είναι το Πανεπιστήμιο του Goldsmiths, παράλληλα τρέχουμε εκεί κι ένα ανεξάρτητο ακαδημαϊκό πρόγραμμα. Είμαστε κατά βάση αρχιτέκτονες. Αλλά έχουμε προγραμματιστές, κινηματογραφιστές, animators, δημοσιογράφους, δικηγόρους, μηχανικούς κ.ά. με τους οποίους συνεργαζόμαστε ανάλογα με το πρότζεκτ αφού η δουλειά μας είναι σύνθεση των προαναφερθέντων ιδιοτήτων», λέει από τη βάση των Forensic Architecture στο Λονδίνο η αρχιτέκτονας Χριστίνα Βαρβία. «Δεν μπορεί κάποιος να μας προσλάβει για να λύσει το θέμα που έχει με τον γείτονά του. Δουλεύουμε με ΜΚΟ και οικογένειες θυμάτων και πάντα βάζουμε όσα χρήματα χρειάζονται για να έχουμε τόση ιδιοκτησία στο κάθε πρότζεκτ όση έχει και ο partner μας», συμπληρώνει ο Στέφανος Λεβίδης.
Όλα ξεκίνησαν πριν από δεκα χρόνια ότσν ο καθηγητής, και διευθυντής του γραφείου που λειτουργεί από το 2013, Εγιάλ Βάιτσμαν μελετούσε την αρχιτεκτονική της ισραηλινής κατοχής στην Παλαιστίνη, με δεδομένο ότι ο πόλεμος πια είναι αστική υπόθεση κι εκεί υπήρχε ένα ερευνητικό κενό. Η Χριστίνα Βαρβία αναφέρει υποθέσεις με τις οποίες οι Forensic Architecture ασχολήθηκαν στη συνέχεια: «Είναι χτυπήματα με drones στο Πακιστάν, στη Γάζα δε μελετήσαμε τα κτίρια αλλά εικόνες κι αναρτήσεις στα social media προκείμένου να ταυτοποιήσουμε 300 βομβαρδισμούς σε μια μέρα, δολοφονίες συγκεκριμένων ανθρώπινων στόχων στην Παλαιστίνη, εξετάσαμε μαρτυρίες για όσα συμβαίνουν σε φυλακή της Συρίας, ερευνήσαμε περιβαλλοντικά ζητήματα στην Ινδονησία όπου καταστρεφονται τροπικά δάση για να γίνει εντατική καλλιέργεια φοινικόδεντρων. Οι αναφορές μας τίθενται στη διάθεση οργανώσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα, δημοσιεύονται στα media κι ενίοτε χρησιμοποιούνται από δικαστήρια κι εξεταστικές επιτροπές. Έχουμε μάλιστα συνεργαστεί, κι εν μέρει εκπαιδεύσει, μια ομάδα των NY Times για να κάνουν τέτοιου είδους ρεπορτάζ».
Πριν έρθουμε στις υποθέσεις με ελληνικό ενδιαφέρον είναι χρήσιμη μια παρατήρηση του Στέφανου Λεβίδη. «Μας ενδιαφέρει να μολύνουμε τον όρο forensics που δε μεταφράζεται επαρκώς ως “ιατροδικαστική” κι έχει καταλήξει να σημαίνει “η τέχνη της αστυνομίας”. Αυτό που κάνουμε είναι και counter forensics, με έναν τρόπο δηλαδή προσπαθούμε να ελέγξουμε την αλήθεια που παράγεται από τη δουλειά της αστυνομίας. Να καταδείξουμε ότι η πηγή της αλήθειας δεν μπορεί να είναι μια και μοναδική, αφού πλέον έχουμε τα επιστημονικά και τεχνολογικά εργαλεία στη διαθεσή μας. Για μας το forensics βγαίνει από το forum που σημαίνει “αγορά”, που σημαίνει όλα στο φως του δημόσιου διαλόγου. Αυτή είναι και η αποστολή μας. Δεν είμαστε εκεί για να βγάλουμε συμπεράσματα, είμαστε εκεί για να βοηθήσουμε τους υπόλοιπους να το κάνουν. Και για να προωθήσουμε την έρευνα, γι’ αυτό άλλωστε δημοσιεύουμε πάντα τα ερευνητικά μας εργαλεία – από εκεί εξάλλου ανανεώνεται και η χρηματοδότησή μας».
«Πριν την υπόθεση Φύσσα, δεν είχαμε δημοσιεύσει κάτι στην Ελλάδα. Μας προσέλαβαν οι δικηγόροι της οικογένειας, μαζί με την κυρία Μάγδα Φύσσα, και μας ζήτησαν να φωτίσουμε κάποια σημεία της δικογραφίας που ήταν σκοτεινά. Είχαν εντοπίσει, είχε φανεί και στο δικαστήριο, ότι η μαρτυρία των αστυνομικών ήταν προβληματική. Η κοπέλα του Παύλου έχει καταθέσει μάλιστα πώς τους παρακαλούσαν να επέμβουν κι εκείνοι δεν έκαναν τίποτα. Μας ανέθεσαν, μέσα από το διαθέσιμο υλικό, να κάνουμε μια χωροχρονική αναπαράσταση για το τι συνέβη εκείνο το βράδυ.
Το πρώτο που επρεπε να κάνουμε είναι να εντοπίσουμε τον ακριβή χρόνο της δολοφονίας. Ναι μεν υπήρχε υλικό από κάμερες, όμως άλλες έδιχναν ότι ήταν 2008 κι άλλες ότι ήταν 14.00 το μεσημέρι. Μια πρωτοτυπία όμως της δίκης είναι ότι ο εισαγγελέας ζήτησε τις διαβιβάσεις των αστυνομικών προς το κέντρο. Επομένως, υπήρχε μια βάση ως χρονική αφετηρία κάτι που μας βοήθησε -συγχρονίζοντας οπτικό κι ακουστικό υλικό- να βάλουμε τα γεγονότα στη σειρά. Η άφιξη του ασθενοφόρου μας έδωσε άλλο ένα “αδιαμφισβήτητο σημείο αναφοράς” προκειμένου να στηθεί το χρονικό πλαίσιο. Και η άφιξη του Ρουπακιά με το αυτοκίνητο (που κινείται για λίγο στο αντίθετο ρεύμα) μας έκανε να υπολογίσουμε ότι ο φόνος έγινε μεταξύ 00.03’23’’ – 00.04’06”. Πιο πριν στον Παύλο, που έχει μείνει πίσω σε σχέση με τους φίλους του, επιτίθενται ανά μικρές ομάδες».
Κι εδώ ερχόμαστε στις προβληματικές καταθέσεις των αστυνομικών που είναι φανερό, ακούγοντας τα ηχητικά των διαβιβάσεων, ότι δεν έχουν έλεγχο της κατάστασης. Συνεχίζει ο Στέφανος Λεβίδης: «Οι πρώτοι αστυνομικοί έχουν φτάσει 23.54’18’’ κι όμως κατέθεσαν -για να καλύψουν τα νώτα τους- ότι έλαβαν κλήση να πάνε στο σημείο στις 23.59’00’’ (ενώ είχαν ήδη φτάσει). Επίσης, έχουν αποκρύψει την στροφή που έχουν κάνει στο τετράγωνο που συνέβη η δολοφονία. Έχει μεγάλη σημασία γιατί αποδεικνύει ότι περάσαν ανάμεσα από τους Χρυσαυγίτες που ήταν μαζεμένοι έξω από το καφέ “Κοράλι”. Οι δικηγόροι της οικογένειας Φύσσα μάλιστα λένε ότι αντάλλαξαν και μερικά λόγια τύπου “ρίξτε τους μερικές, αλλά μην το παρακάνετε”, ενώ στις διαβιβάσεις προς το κέντρο υπάρχει και η φράση “του γνωστού χώρου” που αποδίδουν στον Φύσσα και την παρέα του. Οι δικηγόροι λένε επίσης ότι μια από τις αστυνομικούς (Λεγάτου) που ήταν μπροστά από τον Ρουπακιά είπε “ε, δεν είπαμε και μαχαίρι”, η ίδια στο δικαστήριο το αρνήθηκε».
Από τη χωροχρονική αναπαράσταση προκύπτει ότι η επίθεση εκτυλίσσεται για δύο λεπτά μπροστά στα μάτια των αστυνομικών. Κι ο Ρουπακιάς πέρασε μπροστά τους. Αν είχαν επέμβει, θα είχαμε τη μοιραία κατάληξη; «Δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι είδαν το μαχαίρι, όταν το κάρφωνε ο Ρουπακιάς στον Φύσσα οι δύο αστυνομικοί έβλεπαν την πλάτη του δράστη. Διαβίβασαν όμως ψέματα ότι υπήρχε μόνο μια ομάδα 4 αστυνομικών στον τόπο του εγκλήματος, ενώ ξέρουμε ότι υπήρχαν 2 ομάδες από 2 μηχανές ΔΙΑΣ με 2 άτομα πάνω της η καθεμία. Το σύνολο 8 αστυνομικοί οπλισμένοι. Πώς γίνεται να μην μπορούν να διαλύσουν ένα μπουλούκι 30-40 ατόμων;».
Στην αλληλουχία των γεγονότων, όπως αναπαρίσταται στο παραπάνω βίντεο, βλέπουμε και το χρυσαυγίτικο κονβόι εν εξελίξει. Διαπιστώνουμε ότι η επίθεση ήταν οργανωμένη και συντεταγμένη. Έχει πέσει το σήμα και μετά την ιεραρχική επικοινωνία Πατέλη (πυρηνάρχη Νίκαιας)-Λαγού-Μιχαλολιάκου (που υπάρχει στη δικογραφία) έρχονται από τη Νίκαια 7-8 δικάβαλα μηχανάκια και 2-3 αυτοκίνητα, ανεβάζοντας τον αριθμό των Χρυσαγιτών στο σημείο σε 35 με 40. Αριθμοί που δεν μπορούν να επαληθεύσουν το σενάριο της συμπλοκής.
Όταν προβλήθηκε το βίντεο στη δίκη της Χρυσής Αυγής, η πλευρά των κατηγορούμενων «αρχικά έδειξε αλαζονεία, κατόπιν όμως ήταν φανερά μαζεμένοι από όσα αποκάλυπτε». Καθώς βρισκομαστε στο τελευταίο στάδιο της ανάγνωσης των συμπληρωματικών εγγράφων (οι Forensic Architecture παρέδωσαν στο δικαστήριο κι έναν ογκωδέστατο φάκελο με το report τους) υπάρχουν μερικά, από τα πολλά, ερωτήματα που δεν έχουν απαντηθεί. Όπως:
Δεν είναι μόνο αυτά, είναι και τα ευτράπελα της δίκης με τον αστυνομικό που… λιποθύμησε στο διάλειμμα ύστερα από «έντονη πίεση της προέδρου», τον ένα συνάδελφό του που άλλαξε την κατάθεσή του, τη… βράβευση των ΔΙΑΣ που παρέμειναν αδρανείς σε αντίθεση με τους αστυνομικούς του περιπολικού που τήρησαν υπεύθυνη στάση και συνέλαβαν τον Ρουπακιά, κάτι πολύ σημαντικό όπως λένε οι δικηγόροι. «Εμείς δε φέραμε νέο υλικό, δεν προσκομίσαμε νέο πειστήριο. Κάναμε όμως μια ανάλυση που θα μπορούσαν να έχουν επιχειρήσει στην αστυνομία. Καταθέσαμε το υλικό τον Ιούλιο στο δικαστήριο. Έχουμε δουλέψει σε πολύ δύσκολες περιοχές του πλανήτη, αλλά μια απάντηση -έστω τυπική- έχουμε πάρει σχετικά με τα ευρήματα. Από την πλευρά της ελληνικής αστυνομίας, καμία», καταλήγουν οι Forensic Architecture.
«Έχω εντυπωσιαστεί από τη δουλειά και τις αποκαλύψεις των ανεξάρτητων media όπως εσείς στην Popaganda που βοήθησαν να χυθεί φως στην υπόθεση. Όσον αφορά εμάς, επικοινώνησε μαζί μας ο αδερφός του Ζακ. Δε γινόταν να μην το αναλάβουμε. Μιλήσαμε με τους δικηγόρους και την οικογένεια κι αναζητούμε footage. Υπάρχουν κάμερες στη Γλάδστωνος που δεν έχουν συμπεριληφθεί στη δικογραφία και για τις οποίες η αστυνομία λέει ότι δεν έχουν τίποτα. Δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να ερευνηθούν επαρκώς όμως επειδή το λέει η αστυνομία.
Υποψιαζόμαστε ότι δεν είναι ακριβείς οι χρόνοι, πρέπει να καρφώσουμε το γεγονός στον χρόνο και να απαντήσουμε κι εδώ σε μια σειρά από ερωτήματα (ενώ στο μεταξύ οι αποκαλύψεις είναι συνεχείς και συνταρακτικές):
Ακούγοντας όσα λέει ο Στέφανος Λεβίδης, πριν τελειώσουμε την κουβέντα, τον ρωτάω αν αισθάνονται και λίγο κινηματογραφκοί ντετέκτιβ με όλη αυτή τη μεθοδολογία. Κι εκείνος βάζει τον επίλογο απαντώντας ταυτόχρονα και στην κριτική περί «επιβεβαίωσης προκαθορισμένων συμπερασμάτων»: «Ναι, θέλοντας και μη, γίνεσαι ντετέκτιβ. Βγαίνει αυτό το ένστικτο. Αλλά, στο τέλος της ημέρας κανείς μας δεν το βλέπει έτσι. Τεχνικοί σύβουλοι είμαστε. Η μεθοδολογία μας είναι φανερή, τα δεδομένα διαθέσιμα, επομενως δε μας αγγίζει η λάσπη όσων προσπαθούν να μας αποδομήσουν λέγοντας ότι κυνηγάμε συμπεράσματα που έχουμε ήδη βγάλει.
Η ιδεολογική μας καταγωγή σαφώς κι επηρεάζει τα πρότζεκτ που αναλαμβάνουμε. Ο τρόπος που ερευνούμε όμως είναι καθαρά επιστημονικός. Τασσόμαστε φυσικά στο πλευρό αδύναμων κοινοτήτων και είναι χαρά μας αν τα πορίσματά μας μπορούν να χρησιμοποιηθούν από ακτιβιστικές οργανώσεις που τους υπερασπίζονται».