To New York Times Magazine διεξήγαγε πρόσφατα μία έρευνα, στην οποία οι αναγνώστες του καλούνταν να απαντήσουν στο ερώτημα αν θα σκότωναν τον Αδόλφο Χίτλερ σε νηπιακή ηλικία, με σκοπό να αποφευχθεί ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος και το Ολοκαύτωμα. Το απόγευμα της Παρασκευής, το αμερικανικό περιοδικό έδωσε μέσω Twitter τα αποτελέσματα.
Η απάντησή μου στο ερώτημα θα ήταν αρνητική.
Το ερώτημα του New York Times Magazine αποτελεί μία ακραία εκδοχή του λεγόμενου «ζητήματος του τρόλεϋ», στο οποίο καλείται κανείς να επιλέξει μεταξύ ενός επιταχυνόμενου λεωφορείου που σκοτώνει πέντε ανθρώπους ενώ κινείται νόμιμα στο δρόμο και ενός τρόλεϋ που αλλάζει παράνομα κατεύθυνση και σκοτώνει έναν.
Ακόμη και αν ο πειρασμός είναι μεγάλος στο να σκοτώσει κανείς τον μικρό Αδόλφο, η απάντηση που θα έδινε το δημοκρατικό πολίτευμα, κατά του οποίου ο Χίτλερ εξαπέλυσε τον μεγαλύτερο πόλεμο όλων των εποχών, θα ήταν αρνητική.
Η αστική δημοκρατία αναγνωρίζει στο άτομο μία σειρά από δικαιώματα, τα οποία το προστατεύουν τόσο από την αυθαιρεσία της κρατικής εξουσίας – η οποία έτσι «αυτοπεριορίζεται» – όσο και από τα υπόλοιπα μέλη της πολιτείας. Ανάμεσα σε αυτά τα δικαιώματα είναι και αυτό στη ζωή, από το οποίο μάλιστα πηγάζουν πολλά παρεπόμενα αστικά δικαιώματα.
We asked @nytmag readers: If you could go back and kill Hitler as a baby, would you do it? (What’s your response?) pic.twitter.com/daatm12NZC
— NYT Magazine (@NYTmag) Οκτώβριος 23, 2015
Το δικαίωμα στη ζωή έχει χαρακτήρα απόλυτο. Δεν υπάρχει ζωή «πιο σημαντική από μία άλλη». Ούτε οι δύο ζωές «υπερτερούν» της μίας. Για να δώσουμε ένα παράδειγμα: ένας 90χρονος βρίσκεται στην εντατική σε κομματώδη κατάσταση. Εκείνη την ώρα φτάνει στο νοσοκομείο ασθενοφόρο, που μεταφέρει ένα σοβαρά τραυματισμένο νεογνό μετά από ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα. Δεν υπάρχει ελεύθερο κρεβάτι στην εντατική και η μόνη λύση για να σωθεί το μωρό είναι να αντικατασταθεί με τον 90χρονο, ο οποίος παραμένει στη ζωή με μηχανική υποστήριξη. Μία άποψη θα μπορούσε να επικαλεστεί ότι «το μωρό έχει όλη του τη ζωή μπροστά του», «ο ηλικιωμένος έχει ήδη ζήσει τη ζωή του», «είναι άδικο να πεθάνει το νεογνό έναντι κάποιου που έχει ήδη ζήσει 90 χρόνια». Απέναντι σε όλα αυτά, οφείλουμε να αντιτάξουμε ότι το δικαίωμα του 90χρονου στη ζωή είναι απόλυτο και δεν σταθμίζεται με το δικαίωμα του νεογνού, όσο και αν αυτό προκαλεί μία δυσαρέσκεια για το ατυχές που κρύβει μέσα της η ζωή. Και όσοι έχετε σκοπό να σκοτώσετε τον Χίτλερ στα γεννοφάσκια του για να σώσετε την ανθρωπότητα, σκεφτείτε ότι μπορεί αυτό το νεογνό να του μοιάσει.
Η ίδια θεωρητική βάση ισχύει και στο παράδειγμα με το τρόλεϋ: δεν μπορεί ο οδηγός να παρεκλίνει παράνομα από την πορεία του, γιατί το σκορ θα γράψει πέντε ζωντανούς και έναν νεκρό, ενώ αν ακολουθήσει τη νόμιμη πορεία του θα σκοτώσει πέντε και θα σωθεί ένας. Η ζωή του ενός είναι εξ ορισμού αστάθμητη με εκείνη των πολλών.
Η ιστορία έχει δείξει ότι ακόμη και το πιο απεχθές ιστορικό γεγονός έχει θετικές αντανακλαστικές συνέπειες σε σύντομο ή μακρόπνοο ορίζοντα. Ο ναζισμός και ο φασισμός ουσιαστικά καταδικάστηκαν ιστορικά από τη μεγαλύτερη καταστροφή που οι ίδιοι προκάλεσαν, τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
‘Ολα αυτά εδράζονται σε αυτό που ο Ιταλός νομικός και φιλόσοφος, Νορμπέρτο Μπόμπιο, αντιλαμβάνονταν ως το πιο θεμελιώδες επιχείρημα στη φιλοσοφική «φαρέτρα» κατά της θανατικής ποινής. Και αυτό δεν είναι άλλο από τον απλό κανόνα που απευθύνεται προς το συλλογικό υποκείμενο του κράτους και εξαντλείται σε δύο λέξεις: «Μην σκοτώνεις». Αν ο οδηγός του τρόλεϋ παρεκκλίνει από την πορεία του, ξέροντας ότι θα σκοτώσει κάποιον, χρησιμοποιεί τη ζωή αυτού, ως «μέσο» για την επίτευξη ενός άλλου σκοπού. Ακριβώς αυτός ο βίαιος μετασχηματισμός του ανθρώπου από «αυτοσκοπό» – όπως θεωρείται στη φιλελεύθερη θεωρία – σε μέσο, για την επίτευξη ενός άλλου στόχου, αποτελεί την πιο κατάφωρη και επικίνδυνη παραβίαση της υπόστασής του ως φορέα δικαιωμάτων. Η ανθρώπινη αξία ως αναγκαιότητα ενός δημοκρατικού πολιτεύματος πραγματώνεται σε ένα πολιτειακό πλαίσιο που απαγορεύει σε οποιονδήποτε σκοπό να τεθεί πάνω από τον άνθρωπο, ο οποίος αποτελεί απόλυτη προτεραιότητα.
Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορούμε να «παζαρέψουμε» τη δολοφονία του μικρού Αδόλφου, ακόμη και αν απέναντι βρίσκονται τα 7 εκατομμύρια Εβραίων, τα 30 εκατομμύρια Ρώσων, τα συνολικά 65 εκατομμύρια νεκρών του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η ζωή του καθενός – οποιουδήποτε – δεν μπαίνει σε καμία ζυγαριά.
Εκτός από φιλοσοφικούς-νομικούς λόγους, υπάρχει και μία επιχειρηματολογία ιστορική που μας κάνει να απαντήσουμε αρνητικά στο ερώτημα του αμερικανικού περιοδικού. Είμαστε σίγουροι ότι η «απουσία» του Χίτλερ από τα ιστορικά τεκταινόμενα θα απέτρεπε τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και το Ολοκαύτωμα;
Ο Χίτλερ αποτέλεσε αναμφισβήτητα μία από τις σημαντικότερες μορφές στη σύγχρονη πολιτική ιστορία και δικαιολογημένα οποιαδήποτε ιστορική ανάλυση του 20ού αιώνα περιστρέφεται (και) γύρω από τα πεπραγμένα του. Ωστόσο, η προσκόλληση στην προσωπικότητά του αποσπά την προσοχή μας από τις ευρύτερες ζυμώσεις που λάμβαναν χώρα στην γερμανική κοινωνία του Μεσοπολέμου. Ο Χίτλερ δεν επινόησε ούτε τον φασισμό, ούτε τον μιλιταρισμό, ούτε φυσικά τον αντισημιτισμό, αν και κατάφερε να τα αξιοποιήσει άριστα για να καρπωθεί πολιτικά οφέλη. Ο Χίτλερ δεν ήταν ο πρώτος μαξιμαλιστής ηγέτης που μίλησε στους Γερμανούς για την ανάγκη να παρθούν από άλλες χώρες τα εδάφη που «δικαιωματικά» ανήκαν στο γερμανικό έθνος. Πριν από τον Χίτλερ, ήταν η δημοκρατική Γαλλία και οι ΗΠΑ που εφάρμοσαν πολιτικές στείρωσης σε ανθρώπους με νοητική καθυστέρηση.
Αν κάτι αποτέλεσε εθνικοσοσιαλιστική επινόηση, αυτό ήταν η Τελική Λύση στο Εβραϊκό Ζήτημα, τα μέτρα του οποίου – οι νόμοι της Νυρεμβέργης, η Νύχτα των Κρυστάλλων, οι πορείες θανάτου και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης – οδήγησαν στη θηριωδία του Ολοκαυτώματος. Όμως και εδώ, θα πρέπει να δώσουμε στα πράγματα την πραγματική τους διάσταση. Ο Χίτλερ προπαγάνδισε τις ρατσιστικές ιδέες του σε ένα γερμανικό και ευρωπαϊκό ακροατήριο, το οποίο είχε ήδη εξοικειωθεί με τον αντισημιτικό λόγο ήδη από τα χρόνια που ο Χίτλερ ήταν ακόμη αγέννητος.
Η εμμονή στην ευθεία ιστορική σύνδεση του Χίτλερ με το Ολοκαύτωμα δεν μας επιτρέπει ακόμη να έρθουμε αντιμέτωποι με πικρές αλήθειες γύρω από τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα. Η απουσία του από την ιστορία δεν θα εξαφανίσει τις επικρατούσες πολιτικές ιδεολογίες και τα κοινωνικά κινήματα του Μεσοπολέμου, τα οποία επέτρεψαν μάλιστα στο Χίτλερ να ανέλθει στην εξουσία. Προτού οι Ναζί κάνουν κομμάτια τη δημοκρατία της Βαϊμάρης, οι ευγονικές θεωρίες είχαν βρει ευήκοα ώτα σε χώρες της Δύσης. Ο αντισημιτισμός είχει «μολύνει» την κρατική πολιτική στις δημοκρατίες της Ευρώπης και τις ΗΠΑ. Ιδεολογικές αντιλήψεις που μιλούσαν για ιεραρχία μεταξύ των εθνών και φυλετική υπεροχή έπαιζαν κυρίαρχο ρόλο συνολικά στην Ευρώπη και όχι μόνο στη Γερμανία. Πριν τα βάλει με τον Εθνικοσοσιαλισμό, ο Τσόρτσιλ επιχειρηματολογούσε με μία κάποια εύνοια προς το φασιστικό καθεστώς της Ιταλίας, γιατί, όπως υποστήριζε, ο φασιστικός τρόπος διοίκησης ταίριαζε στους «κατώτερους» Ιταλούς, την ώρα που η δημοκρατία προορίζονταν για τους «κατά γενική ομολογία ανώτερους» Βρετανούς. Όποιος επκεντρώνεται στο χωρίς αμφιβολία κυρίαρχο ρόλο που έπαιξε ο Χίτλερ στο Ολοκαύτωμα, κινδυνεύει ακόμη να αγνοήσει τις χιλιάδες των ανθρώπων που συνέβαλαν στο να εκτελεσθεί το σχέδιο της Τελικής Λύσης, τόσο στη Γερμανία, όσο και σε ολόκληρη την κατεχόμενη από τους Ναζί Ευρώπη.
Η αφαίρεσή του από την πορεία της ιστορίας θα αναιρέσει μία αλήθεια στην οποία θα συμφωνήσουμε όλοι: ότι ο Αδόλφος Χίτλερ και η ιδεολογική σαπίλα που αναπαρήγαγε ηττήθηκαν.
Με άλλα λόγια, δεν αποκλείεται σε ένα πλαίσιο οικονομικής κρίσης και «επιστημονικού ρατσισμού» – όπως αυτό του Μεσοπολέμου – να εμφανίζονταν ένα άλλος Γερμανός ηγέτης, που θα κρατούσε μία ανάλογη στάση απέναντι στο εβραϊκό στοιχείο της Ευρώπης.
Ακόμη, όσοι θα σκότωναν το «μωρό Χίτλερ», θα πρέπει να απαντήσουν στο εξής ερώτημα: «Πώς θα κινούνταν ο τροχός της ιστορίας αν δεν υπήρχε ο Χίτλερ;». Πώς θα έμπαινε ένας τέλος στην επιθετική αυτοκρατορική Ιαπωνία; Πώς θα πείθονταν η Γαλλία και η Μεγάλη Βρετανία να αποσυρθούν από τις αποικίες του σε Ασία και Αφρική; Και το κυριότερο: Πώς θα αντιμετώπιζε η Ευρώπη τη φασιστική απειλή, που αποτελούσε πολιτικό φαινόμενο από την εποχή που οι Ναζί έπαιρναν 2% στις εθνικές εκλογές της Γερμανίας;
Όλα αυτά τα ερωτήματα – και πολλά άλλα σημαντικότερα, όπως το τι θα γίνονταν, αν ο φασισμός ήταν «πιο φιλικός» χωρίς τους Ναζί και έτσι αγκάλιαζε ιδεολογικά όλους τους επιστήμονες, που τρομοκρατημένοι από τη ναζιστική θηριωδία, προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στις ΗΠΑ, συμβάλλοντας έτσι στην ήττα των Ναζί – προκαλούν ένα αίσθημα «αγνωστικισμού»: ποτέ δεν θα μάθουμε τι τροπή θα έπαιρνε ο κόσμος, αν απλώς προσπαθήσουμε να αφαιρέσουμε θεωρητικά ένα σημαντικό του κομμάτι. Η ιστορία έχει δείξει ότι ακόμη και το πιο απεχθές ιστορικό γεγονός έχει θετικές αντανακλαστικές συνέπειες σε σύντομο ή μακρόπνοο ορίζοντα. Ο ναζισμός και ο φασισμός ουσιαστικά καταδικάστηκαν ιστορικά από τη μεγαλύτερη καταστροφή που οι ίδιοι προκάλεσαν, τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Τελευταία φορά που η Δύση επιχείρησε με έναν πόλεμο να «βάλει τάξη» στη Μέση Ανατολή, οι προκείμενες του ιστορικού συλλογισμού της κατέληξαν όχι σε ένα δημοκρατικό Ιράκ, όπως σχεδιάζονταν, αλλά σε εθνικό κατακερματισμό, πολιτικές εθνικών εκκαθαρίσεων, εμφύλιο πόλεμο και, τελικά, το Ισλαμικό Κράτος.
Η όλη συζήτηση γύρω από τα «αν» της ιστορίας ίσως προκαλεί και κάποιο συναίσθημα «ανακούφισης». Οι καιροί που ζούμε είναι χαλεποί, όμως πίσω από αυτό κρύβεται μία πραγματικότητα ανεπανάληπτη στην ιστορία της ανθρωπότητας. Οι βιοπραγίες αποτελούν καθημερινότητα σε μία σειρά από χώρες του πλανήτη, όμως τα ανθρώπινα δικαιώματα αποτελούν τη νόρμα για πολλά κράτη ανά τον κόσμο. Δεν υπάρχει δευτερόλεπτο που να περνάει χωρίς να βρίσκεται κάποιος πόλεμος σε εξέλιξη ανά την υφήλιο, όμως οι παγκόσμιες υπερδυνάμεις κατάφεραν μέχρι σήμερα να αποφύγουν έναν τρίτο παγκόσμιο πόλεμο για επτά δεκαετίες. Ο ρατσιμός και ο αντισημιτισμός δεν έχουν εξαληφθεί, όμως η αποικιοκρατία και τα πογκρόμ δεν επαναλαμβάνονται με την ένταση που λάμβαναν χώρα στο παρελθόν.
Αυτές οι κατακτήσεις, ακόμη και μέσα σε ένα δύσκολο διεθνές πλαίσιο, δεν είναι το μέλλον για το οποίο πάλεψε η Ναζιστική Γερμανία. Είναι οι αρχές για τις οποίες πολέμησαν οι αντίπαλοί της. Και αυτό μας δίνει τον τελευταίο λόγο για τον οποίο δεν πρέπει σκοτώσουμε τον Χίτλερ στην κούνια: η αφαίρεσή του από την πορεία της ιστορίας θα αναιρέσει μία αλήθεια στην οποία θα συμφωνήσουμε όλοι: ότι ο Αδόλφος Χίτλερ και η ιδεολογική σαπίλα που αναπαρήγαγε ηττήθηκαν.