Όπως δείχνουν τα στοιχεία της Ομοσπονδίας Σωματείων Επαγγελματιών Παραγωγών Πωλητών Λαϊκών Αγορών Μακεδονίας – Θεσσαλίας – Θράκης, το ποσοστό των παραγωγών-πωλητών που έχει εγκαταλείψει έως τώρα τους πάγκους στις λαϊκές αγορές, ανέρχεται στο 15%, με την κατάσταση να είναι παρόμοια στην Αθήνα και την Εύβοια. Οι φόβοι ότι το επόμενο διάστημα το ποσοστό αυτό θα αυξηθεί είναι αρκετοί, και αυτό διότι οι παραγωγοί αναγκάζονται να μειώσουν περαιτέρω τις καλλιέργειές τους αφού δεν αντέχουν το οικονομικό κόστος, το οποίο έχει πολλαπλασιαστεί το τελευταίο χρονικό διάστημα. Ως αποτέλεσμα, ωθούνται στην καλλιέργεια λιγότερων προϊόντων, σε αυξημένο κόστος παραγωγής.
Βασικοί παράγοντες που οδηγούν στη διαμόρφωση αυτής της συνθήκης φαίνεται πως είναι οι αυξήσεις στις τιμές των φυτοφαρμάκων -τα οποία ένας παραγωγός αγόραζε κάποτε με 30 ευρώ και πλέον φτάνουν τα 80- και στο λίπασμα -που από 17 ευρώ το τσουβάλι έχει φτάσει τα 47-, αλλά και στις αυξήσεις των λογαριασμών ενέργειας και τις ανατιμήσεις στο πετρέλαιο κίνησης.
Πέρα όμως από τους παράγοντες της οικονομίας, για την αύξηση του κόστους παραγωγής και τις καταστροφές με τις οποίες έρχεται αντιμέτωπη η γεωργική παραγωγή στην Ελλάδα ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό η «λιγότερο δημοφιλής» κλιματική κρίση. Θέτοντας στο επίκεντρο αυτή την παράμετρο, απευθυνθήκαμε στον Παύλο Σατολιά, πρόεδρο της Εθνικής Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών (ΕΘΕΑΣ), ο οποίος μίλησε στην Popaganda για τις απαιτήσεις με τις οποίες έρχονται αντιμέτωπες οι ελληνικές καλλιέργειες – από τα σανοδοτικά φυτά μέχρι τα κεράσια – εξαιτίας των έντονων καιρικών φαινομένων, καθώς και για τους τρόπους με τους οποίους θα μπορέσει να επιβιώσει η γεωργική παραγωγή μπροστά στις προκλήσεις της κλιματικής κρίσης.
«Το παραγωγικό σκηνικό αλλάζει στη χώρα σε πάρα πολλούς τομείς. Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής είναι εμφανείς στις υπαίθριες καλλιέργειες, όπως στα σανοδοτικά ψυχανθή που χρησιμοποιούνται ως ζωοτροφές, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται και η κτηνοτροφία, στη μελισσοκομία που επηρεάστηκε από τις συνεχόμενες βροχοπτώσεις οι οποίες δεν επέτρεψαν την ανθοφορία, στα κηπευτικά, στην αμπελουργία που υπέστη μεγάλο πλήγμα φέτος κ.ά. Σε όλους τους κλάδους της γεωργίας λίγο-πολύ που επηρεάζονται από τις καιρικές συνθήκες, βλέπουμε να έχουν προκληθεί δυσμενείς συνέπειες», λέει ο κ. Σατολιάς,
Οι επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης στον τομέα της γεωργίας σχετίζονται σημαντικά με τη μειωμένη παραγωγή και επομένως το υψηλότερο κόστος (σημειώνεται αύξηση τιμών σε πορτοκάλια, μανταρίνια, λεμόνια, κεράσια και βερίκοκα), ενώ το σοβαρότερο πρόβλημα εντοπίζεται στην αυξημένη εισαγωγή φυτοφαρμάκων στις καλλιέργειες. Μολονότι η ΕΕ βρίσκεται στη σωστή κατεύθυνση για την επίτευξη των στόχων μείωσης κατά 50% της χρήσης και του κινδύνου των χημικών και πιο επικίνδυνων φυτοφαρμάκων έως το 2030, πρέπει να καταβληθούν περαιτέρω προσπάθειες, δεδομένου ότι οι επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης στρέφουν τους αγρότες στη χρήση φυτοφαρμάκων ως μόνη διαθέσιμη εναλλακτική. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει επισημάνει την ανάγκη λήψης περαιτέρω μέτρων, ώστε να επιταχυνθεί η εισαγωγή εναλλακτικών λύσεων στην αγορά, και τα χημικά και πιο επικίνδυνα φυτοφάρμακα να χρησιμοποιούνται μόνο ως έσχατη λύση.
Όπως εξηγεί ο πρόεδρος της ΕΘΕΑΣ, «πέρα από το κόστος, δεν μπορούν πλέον οι αγρότες να σώσουν τα τρόφιμα που έχουν καλλιεργήσει, όταν για παράδειγμα έχουμε χαλάζι ή έντονες βροχοπτώσεις την άνοιξη και το καλοκαίρι, και επομένως η χρήση φυτοφαρμάκων είναι αναγκαία για να μη χαθεί η σοδειά. H φετινή χρονιά συγκεκριμένα, είναι πολύ ιδιαίτερη λόγω των απότομων εναλλαγών του καιρού μεταξύ καυσώνων και βροχοπτώσεων. Μιλώντας με ειδικούς, το συμπέρασμα είναι ότι όσα βιώνουμε αποτελούν απόρροια της κλιματικής κρίσης».
Τον περασμένο Απρίλιο συγκεκριμένα, πρωτοφανές χαλάζι έπληξε τις αγροτικές καλλιέργειες του νομού Ημαθίας, καταστρέφοντας καλλιέργειες με νεκταρίνια, βερίκοκα και κεράσια, σε ποσοστό 80 έως και 100%. Περίπου 500 αγρότες και 4.000 καλλιέργειες επλήγησαν. Αντίστοιχες ζημιές σημειώθηκαν και σε υπαίθριες καλλιέργειες στον νομό Ηλίας και στον νομό Λάρισας και συγκεκριμένα στον Τύρναβο. Ακόμα, οι άστατες καιρικές συνθήκες οι οποίες επικρατούν στον νομό Ιωαννίνων, με τις συνεχόμενες βροχοπτώσεις, έχουν επιφέρει ολοκληρωτική καταστροφή σε όλες τις καλλιέργειες, με αποτέλεσμα μέχρι σήμερα, που βρισκόμαστε στο μέσο του καλοκαιριού, οι αγρότες να μην έχουν κατορθώσει να συλλέξουν ούτε ένα δέμα μηδικής.
Αναφερόμενος στον ρόλο της υπερθέρμανσης του πλανήτη, ο πρόεδρος της ΕΘΕΑΣ τονίζει πως, «μπορεί η υπερθέρμανση του πλανήτη να μην έχει επηρεάσει άμεσα στο παρόν τη γεωργική παραγωγή, όμως αυτό θα συμβεί μελλοντικά, επηρεάζοντας τις επόμενες γενιές παραγωγών. Οι καύσωνες τους οποίους πάντα είχαμε στη χώρα, είναι προς το παρόν διαχειρίσιμοι. Το πρόβλημα έγκειται περισσότερο στις απότομες εναλλαγές του καιρού που είδαμε και φέτος. Κατά τους χειμερινούς όμως μήνες, βασικό πρόβλημα για τους παραγωγούς αποτελεί το ότι πλέον έχουμε πολύ ζεστούς χειμώνες, που επηρεάζουν αρνητικά ορισμένες καλλιέργειες, όπως τα φυλλοβόλα οπωροφόρα δένδρα».
Σε μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature Sustainability τον περασμένο Μάϊο, εκτιμάται ότι η θερμοκρασία στη Γη αναμένεται να αυξηθεί κατά 2,7 βαθμούς Κελσίου και ότι περίπου δύο δισεκατομμύρια άνθρωποι θα έρθουν αντιμέτωποι με μέσες ετήσιες θερμοκρασίες πάνω από 29 βαθμούς έως το 2030, επίπεδο που έχουν ζήσει πολύ λίγες κοινότητες στο παρελθόν. Αν όμως οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα μειωθούν σημαντικά, τότε ο αριθμός αυτός θα μπορούσε να μειωθεί σε 400 εκατομμύρια.
Για τους τρόπους με τους οποίους θα μπορούσε να επιβιώσει η γεωργική παραγωγή μπροστά στις προκλήσεις της κλιματικής κρίσης, ο κ. Σατολιάς μας λέει: «Είναι απαραίτητο και επιτακτικό να σχεδιαστεί εκ νέου ένας ασφαλιστικός φορέας αγροτικής παραγωγής. Η αναδιοργάνωση και αναδιάρθρωση του Οργανισμού Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΕΛΓΑ) είναι αναγκαία ώστε να απαντά σε αυτά τα σύγχρονα προβλήματα. Υπάρχουν ήδη μελέτες από Πανεπιστήμια του εξωτερικού, αλλά και της Ελλάδας, που μπορούν να μας βοηθήσουν προς αυτή την κατεύθυνση, και στο μέλλον θα έχουμε ακόμα περισσότερες. Αφού λοιπόν η γνώση υπάρχει, πρέπει να δημιουργήσουμε και έναν σύγχρονο φορέα ο οποίος θα καλύπτει το παραγώγιμο προϊόν».
«Το κράτος, πέρα από τους αγρότες, πρέπει να βάλει μεγαλύτερη συμμετοχή στον ΕΛΓΑ γιατί ο φορέας δεν μπορεί να σταθεί από μόνος του με τη συμμετοχή των αγροτών. Είναι αναγκαία η χάραξη μιας εθνικής στρατηγικής για την προσαρμογή της χώρα μας στην κλιματική αλλαγή και η καλύτερη οργάνωση ώστε να καταστεί εφικτή η συνεχής καταγραφή των θερμοκρασιών στις διάφορες περιοχές της Ελλάδας», προσθέτει.
Σύμφωνα με τον ίδιο, εξίσου σημαντικό είναι το κράτος και οι παραγωγοί να μπορούν να διακρίνουν τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης στον αγροτικό τομέα, ώστε να υπάρχει ενεργητική προστασία και όχι εκ των υστέρων δράση. Όπως λέει ο κ. Σατολιάς, «Κάτι τέτοιο είναι δυνατό να επιτευχθεί με τη χρήση νέων τεχνολογιών και καινοτομιών. Για παράδειγμα, αφού δεν μπορούμε να μαζέψουμε σανοδοτικά φυτά λόγω των βροχοπτώσεων, θα πρέπει να μπορούμε να κάνουμε ενσύρωση, να δημιουργήσουμε δηλαδή καινούριους τρόπους συγκομιδής. Με τις ενσυρώσεις δεν απαιτείται μεγάλη ηλιοφάνεια, οπότε έτσι θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα των βροχοπτώσεων. Αντίστοιχα, αφού δεν μπορούμε να προστατέψουμε τα αμπέλια μας από το χαλάζι και τον περονόσπορο, πρέπει να μάθουμε να τα προστατεύουμε με άλλους τρόπους και να επενδύσουμε σε ένα πρόγραμμα χαλαζικής προστασίας για τη δημιουργία αντιχαλαζικών διχτυών».
«Δεν αποκλείεται στα επόμενα χρόνια ν’ αλλάξει ο τρόπος καλλιέργειας των οπωροφόρων, όπως και το κόστος της επένδυσης που θα απαιτείται. Ορισμένα οπωροφόρα μπορεί να αρχίσουν να καλλιεργούνται σε θερμοκήπιο ώστε να ελέγχονται οι συνθήκες καλλιέργειας των δένδρων. Οι τρόποι και η τεχνολογία υπάρχουν σε μεγάλο βαθμό. Δύο είναι λοιπόν οι κατευθύνσεις: Η αναμόρφωση του ΕΛΓΑ, ο εκσυγχρονισμός του και η ευθυγράμμισή του με τις σύγχρονες απαιτήσεις και προκλήσεις. Και δεύτερον, η παροχή κινήτρων για τη μεγαλύτερη συμμετοχικότητα των αγροτών σε αυτό το σχέδιο».
Κάνοντας λόγο και για τις ενέργειες των ίδιων των καταναλωτών, ο πρόεδρος της ΕΘΕΑΣ υπογραμμίζει ότι, «Ο ίδιος ο καταναλωτής πρέπει να προσαρμοστεί στις αλλαγές και να αγοράζει προϊόντα που, ναι μεν είναι στην εποχή τους, αλλά ανταποκρίνονται και στις νέες προκλήσεις. Μπορεί για παράδειγμα να αγοράσει καρπούζι αντί για κεράσια, τα οποία είναι πολύ ακριβά λόγω του ότι έχουν ζημιωθεί από τις έντονες βροχοπτώσεις. Να βρει δηλαδή το φρούτο που είναι σε αφθονία. Όλες αυτές οι συζητήσεις πρέπει να μπουν στο τραπέζι από το κράτος και τους ίδιους τους παραγωγούς ώστε να ενημερωθεί και ο κόσμος».
«Θα πρέπει να υπάρξει εκπαίδευση των αγροτών με τη συμβολή γεωργικών συμβούλων. Το κράτος προβλέπει μέσω ειδικού προγράμματος, που έχει όμως βαλτώσει τα τελευταία 3-4 χρόνια, να έχει γεωργικούς συμβούλους, δηλαδή γεωπόνους και τεχνικούς συμβούλους, που θα πληρώνονται από το κράτος και θα επιμορφώνουν τους αγρότες. Οι συνεταιρισμοί κάθε πόλης μπορούν και πρέπει να διαδραματίσουν ηγετικό ρόλο ώστε να συντονίσουν αυτή τη διαδικασία και να φτάσει στον αγρότη η πληροφορία της νέας τεχνολογίας», καταλήγει ο κ. Σατολιάς.
Αξίζει να σημειωθεί ότι νέο πρόγραμμα Γεωργικών Συμβουλών ύψους 80 εκατ. ευρώ αναμένεται να συγκροτηθεί το επόμενο διάστημα, σύμφωνα με ανακοινώσεις του υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Γιώργο Γεωργαντά, κατά την διάρκεια ημερίδας με θέμα «Νέα ΚΑΠ 2023-2027 Προκλήσεις και Ευκαιρίες», που συνδιοργανώνει το ΥπΑΑΤ και η Αγροτική Εταιρική Σύμπραξη Θεσσαλονίκης Α.Ε. Ο υπουργός έχει τονίσει τη σημασία της καθοδήγησης από τους επιστήμονες, επισημαίνοντας ότι με το νέο πρόγραμμα οι αγρότες θα μπορούν να έχουν δωρεάν συμβουλές που χρειάζονται.