Πριν από μισό αιώνα, οι δρόμοι του Παρισιού γεμίζουν οδοφράγματα με τους σπουδαστές και τους εργάτες ενωμένους σαν μια γροθιά να εξεγείρονται ενάντια στο αυταρχικό καθεστώς και τις δυνάμεις καταστολής του προέδρου Σαρλ Ντε Γκωλ. Το 1968, είναι ένα έτος βίας και αντίστασης σε ολόκληρο τον κόσμο, όμως ο Γαλλικός Μάης είναι η κοινωνική εξέγερση που μετουσιώνεται σε πολιτιστική επανάσταση. Μια πολιτιστική επανάσταση επικεντρωμένη στην ελευθερία της έκφρασης, τη σεξουαλική απελευθέρωση και την αυτονομία από την γκωλική τεχνοκρατία και τις επιταγές μιας ξεπερασμένης ιεραρχικής και υλιστικής κοινωνίας. Ένα μοναδικό μείγμα πολιτικής και καλλιτεχνικής θεωρίας όπου ο μαρξισμός και η τέχνη στροβιλίζονται δημιουργώντας τις περίφημες αφίσες του Μάη του ’68.
Οι φοιτητικές διαμαρτυρίες στη Γαλλία ξεκινούν στην πανεπιστημιούπολη της Ναντέρ όπου σύντομα ακολουθούν οι εργαζόμενοι της αυτοκινητοβιομηχανίας και άλλων τομέων του γαλλικού εργατικού δυναμικού. Για τους φοιτητές, η Ναντέρ, που χτίστηκε το 1964 ως απάντηση στον υπερπληθυσμό της Σορβόνης, συμβολίζει τις αποτυχίες του γαλλικού εκπαιδευτικού συστήματος.
Οι φοιτητές πολεμούν ενάντια στη σύνδεση της εκπαίδευσης και του επαγγέλματος, το ταξικό πανεπιστήμιο και τον διαχωρισμό τους από τα πραγματικά ζητήματα της κοινωνίας. Γνωρίζουν πως πρέπει να ενωθούν με τους εργαζόμενους, τα θύματα του καπιταλιστικού συστήματος, ώστε να μπορέσουν να πολεμήσουν.
Το πανεπιστήμιο της Σορβόνης γίνεται η έδρα του φοιτητικού συμβουλίου και επίκεντρο της παλλαϊκής εξέγερσης ενώ η Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού αναδεικνύεται σε προπύργιο καλλιτεχνών που δημιουργούν επαναστατική τέχνη σύμφωνα με τα ιδεώδη της συλλογικής δουλειάς και της ανώνυμης πατρότητας. Η πιο αναγνωρισμένη καλλιτεχνική ομάδα είναι το Atelier populaire όπου ιδρύθηκε από μαρξιστές φοιτητές και καθηγητές.
Κατά την άφιξή τους στο κατεχόμενο εργαστήριο γράφουν στην πόρτα : «Ναι! Στο ατελιέ για τον λαό. Όχι! στο ατελιέ για την αστική τάξη». Επηρεασμένοι από το δόγμα του Guy Debord και των Καταστασιακών οι οποίοι υποστήριζαν πως το «θέαμα» είναι τόσο το αποτέλεσμα όσο και ο στόχος του κυρίαρχου τρόπου παραγωγής … και η καρδιά της πραγματικής αδιαφορίας της κοινωνίας , το Atelier Populaire γεννιέται καταδικάζοντας την πολιτιστική παραγωγή που αποπροσανατολίζει τις μάζες από την ιστορική πραγματικότητα.
Η δημόσια ραδιοτηλεόραση(ORTF) δεν καλύπτει τις διαμαρτυρίες και η τέχνη πρέπει να καλύψει το κενό μέσω της αφίσας. Μέχρι τότε, οι δρόμοι του Παρισιού γέμιζαν με αφίσες που διαφήμιζαν προϊόντα ή χρησίμευαν ως πολιτική προπαγάνδα. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής ήταν γεμάτες αντισημιτισμό και συχνά προωθούσαν αυστηρές οικογενειακές και πατριωτικές αξίες όμως τώρα οι τοίχοι της πόλης γίνονται μια οπτική κρυσταλλοποίηση των λαϊκών πεποιθήσεων και διεκδικήσεων. Η αφίσα παίρνει μια νέα ζωή, δεν περιορίζεται ως σύμβολο αλλά προορίζεται ως όπλο στην υπηρεσία του αγώνα.
Ο ιστορικός της τέχνης Michel Wlassikoff δηλώνει: «Οι προηγουμένως αποδεκτοί κανόνες επικοινωνίας αμφισβητήθηκαν από την αποτελεσματικότητα των γκράφιτι … και από τον αντίκτυπο των αφισών που παράγονται στα ατελιέ».
Μέχρι τα μέσα Μαΐου, περισσότερα από 10 εκατομμύρια άτομα σε όλη τη Γαλλία έχουν κατέβει σε απεργία με την χώρα να έχει παραλύσει. Ο καλλιτέχνης του Atelier Populaire Gérard Fromanger έχει δηλώσει : «Ήμασταν οι μόνοι που δούλευαν. Ήταν πολύ ευχάριστο: όλη η χώρα ήταν σε απεργία, εκτός από εμάς! Ποτέ δεν είχαμε εργαστεί τόσο σκληρά στη ζωή μας!»
Παράλληλα με την παραγωγή των αφισών, εκδίδουν ένα μανιφέστο: «Πρέπει να επιδιώξουμε την αλλαγή στους εαυτούς μας και στην κοινωνία και για να το επιτύχουμε αυτό το κλειδί είναι να ανοίξουμε τα μάτια των καλλιτεχνών στα προβλήματα των εργαζομένων.»Το Atelier Populaire επαναλαμβάνει σαφώς τις καταγγελίες της αισθητικής αυτονομίας και της αστικής δημιουργικότητας του μανιφέστου του Salon de la Jeune Peinture που γράφτηκε τρία χρόνια νωρίτερα από τους Gilles Aillaud, Eduardo Arroyo και Antonio Recalcati. Οι οποίοι και μεταφέρουν τη συζήτηση από τη σφαίρα της αισθητικής και τη σφαίρα των σχέσεων μεταξύ της τέχνης και της ιστορίας της τέχνης στη σφαίρα των σχέσεων μεταξύ τέχνης και ιστορίας . Η θεωρία του Salon de la Jeune Peinture αντικατοπτρίζεται στον κολεκτιβισμό του Atelier Populaire, αλλά η κλίμακα και η ταχύτητα των διαμαρτυριών θέτουν χωροχρονικά εμπόδια.
Αρχικά οι αφίσες γίνονται με την τεχνική της λιθογραφίας όμως λόγω του ρυθμού των γεγονότων, το Atelier Populaire υιοθετεί την μεταξοτυπία (η οποία δεν διδάσκεται στη σχολή καλών τεχνών και σπάνια χρησιμοποιείται από καλλιτέχνες). Σε σύγκριση με την λιθογραφία ή την εκτύπωση όφσετ, η μεταξοτυπία είναι γρήγορη και απλή.
Ο Gérard Fromanger θυμάται: «Ο Guy de Rougemont είχε μόλις επιστρέψει από τη Νέα Υόρκη γνωρίζοντας την τεχνική μεταξοτυπίας, κατά την οργάνωση του εργαστηρίου βρίσκει τυχαία τον φοιτητή Éric Seydoux , ο οποίος συμφωνεί να τον βοηθήσει στην προμήθεια υλικών. Ήμασταν 200 άνθρωποι που παρακολουθήσαμε τη διαδικασία δημιουργίας μεταξοτυπίας, μεταξύ των οποίων 15 έως 20 ζωγράφοι, και το είδαμε σαν θαύμα.» Για να διευκολύνει τη δημιουργία εργαστηρίων αφισών σε διάφορα κατεχόμενα εργοστάσια και στις επαρχίες, το Atelier Populaire διανέμει ένα κείμενο που αναλύει λεπτομερώς τα βήματα της διαδικασίας για την εκτύπωση της μεταξοτυπίας.
Το «ατελιέ του λαού» λειτουργεί συλλογικά και με βάση τη συναίνεση, δεδομένου ότι δεν υπάρχει κεντρική «ηγεσία», η παραγωγή των αφισών πραγματοποιείται κατά αναρχικό τρόπο από πολλά διαφορετικά άτομα (καλλιτέχνες, σπουδαστές καλών τεχνών, φοιτητές, ή ακόμη και απλοί άνθρωποι). Κάθε βράδυ συστήνεται μια γενική συνέλευση όπου οι συμμετέχοντες συζητούν από δέκα λεπτά έως αρκετές ώρες μέχρι να ψηφίσουν για το ποια αφίσα πρέπει να εκτυπωθεί. Τα κριτήρια επιλογής πρέπει να απαντούν σε δύο βασικά ερωτήματα, πρώτον «Το πολιτικό μήνυμα είναι σωστό;» και δεύτερον «Η αφίσα μεταδίδει σωστά το μήνυμα;» Όλα αυτά, ενσωματωμένα σε ένα σλόγκαν, ένα ποίημα ή μια εικόνα.
Στην αρχή της παραγωγής το θέμα των αφισών είναι κυρίως αλληλεγγύη υπέρ-εργάτη-φοιτητή ενάντια στο γκωλικό καθεστώς. Όμως, προς τα τέλη Μαΐου υπάρχουν αφίσες για τους μετανάστες και ζητήματα που σχετίζονται με τα δικαιώματα τους. Έτσι αποδεικνύεται πως οι αφίσες δεν αποτυπώνουν απλά την εξέλιξη των γεγονότων του Μαΐου του 68 αλλά επηρεάζουν άμεσα τις διεκδικήσεις του κινήματος. Η θεματολογία των αφισών ποικίλλει ευρέως, από την γελοιοποίηση του κράτους μέχρι τις φιλοσοφικές δηλώσεις για την κοινωνία και από τα σαφή εργατικά συνθήματα στην καλλιτεχνική απεικόνιση των κοινωνικών εναλλακτικών λύσεων. Οι αφίσες μπορεί να παρουσιάζουν διαφορετικά στυλ όμως αυτό που έχουν κοινό είναι η οικονομία έκφρασης: μονοχρωματικές τολμηρές μορφές και προκλητικά συνθήματα.
Η αρχική πρόθεση των καλλιτεχνών του Atelier Populaire είναι η έκθεση των αφισών σε γκαλερί όμως εν μέσω του χάους των γεγονότων, οι απαιτήσεις του δρόμου ξεπερνούν εκείνες των γκαλερί, με τον καλλιτέχνη Gérard Fromanger να δηλώνει «η ιδέα ήταν να εκθέσουμε τις αφίσες σε μια γκαλερί προς πώληση για την υποστήριξη των επαναστατικών κινημάτων. Αλλά 10 μέτρα έξω από το εργαστήριο μαθητές άρπαξαν τις αφίσες και άρχισαν να τις τοιχοκολλούν στο δρόμο. Αμέσως καταλάβαμε πως δεν ήταν πλέον μέσο της αστικής τέχνης.»Έτσι, οι καλλιτέχνες απομακρύνονται από τους κυρίαρχους τρόπους καλλιτεχνικής προβολής όπως οι εκθέσεις σε γκαλερί και η αναγραφή τους στα έργα. Διάσημοι νέοι καλλιτέχνες που ζουν στο Παρίσι όπως οι Eduardo Arroyo, Julio Le Parc αλλά και ο Martial Raysse που επιστρέφει από το εξωτερικό συμβάλλουν στο ‘Ατελιέ του λαού’ δίχως να υπογράψουν τα έργα τους. Πλέον τα έργα ανήκουν στον λαό και στον δρόμο ως άμεσος τόπος των πολιτιστικών συγκρούσεων και κοινωνικών διεκδικήσεων. Αφίσες με συνθήματα όπως «Το αφεντικό σας χρειάζεται, δεν τον χρειάζεστε», «Τρέξτε σύντροφοι, ο παλιός κόσμος βρίσκεται πίσω σας», «Τα οδοφράγματα κλείνουν το δρόμο αλλά ανοίγουν άλλο δρόμο»και «Να είστε ρεαλιστές, να απαιτήσετε το αδύνατο» καλύπτουν τους τοίχους των πανεπιστημίων, των εργοστασίων και των δρόμων του Παρισιού.
Σε μερικές αφίσες του Atelier Populaire η υψηλή διαλεκτική της pop art αντιστρέφεται και η ζωγραφική γίνεται συμβολική για τον σχεδιασμό των πολιτικών αφισών. Η χρήση pop art γραφικών στις αφίσες που αντιτάσσονται στον αμερικάνικο καπιταλισμό και ιμπεριαλισμό παραμένει ένα σημαντικό παράδοξο των γεγονότων του Παρισινού Μάη. Οι εκτιμήσεις για τον αριθμό των αφισών που σχεδιάστηκαν κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων κυμαίνονται μεταξύ 350 και 700. Ωστόσο, ο αριθμός των 500 είναι η πιο αξιόπιστη εικόνα για το πόσες αφίσες παρήχθησαν.
Τελικά, στις 27 Ιουνίου, «το ατελιέ του λαού», εκκενώνεται από την αστυνομία, οι Καταστασιακοί διασπώνται, οι εργαζόμενοι επιστρέφουν στις δουλειές τους και το κόμμα του de Gaulle βγαίνει πιο ισχυρό απ’ ότι πριν στις εκλογές του Ιουνίου. Στα μετέπειτα χρόνια οι περισσότεροι φοιτητές απορροφούνται από το καπιταλιστικό σύστημα. Παρ’ όλα αυτά, οι αφίσες δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται ως ένα πολιτιστικό κειμήλιο του Μάη του 68 αλλά ως ένα διαχρονικό εργαλείο για την εξεύρεση, από τις μάζες, νέων επιπέδων δράσης τόσο στο πολιτιστικό όσο και στο πολιτικό επίπεδο. Όπως πολύ εύστοχα είχε επισημάνει ο Jean-Paul Sartre «Αυτό που είναι σημαντικό είναι ότι η δράση έλαβε χώρα, όταν όλοι πίστευαν πως είναι αδιανόητο. Αν έλαβε χώρα αυτή τη φορά, μπορεί να συμβεί και πάλι».
Οι αφίσες του Μάη