Τους δύο τελευταίους μήνες, έχει χυθεί αρκετό μελάνι παραθέτοντας, αναλύοντας και σχολιάζοντας την κατάσταση που επικρατεί στα μεγαλύτερα Πανεπιστημιακά ιδρύματα της χώρας. Τόσο, ως προς την αναστολή της λειτουργίας τους, όσο και ως προς την εφαρμογή σε αυτά του μέτρου της διαθεσιμότητας.
Η κρίση στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση ωστόσο, είναι απλώς ένα ακόμη γνώρισμα της γενικευμένης κρίσης που διανύουμε. Άλλωστε, τα Πανεπιστήμια ανέκαθεν υπήρξαν πυρήνας πολιτικών αντιπαραθέσεων και πειραματισμών, μέσω των ποικίλης ύλης και αμφισβητούμενης συνταγματικότητας, επεμβάσεων και αλχημειών.
Έχοντας όλοι πάρει ήδη μια γεύση το προηγούμενο διάστημα από την πάγια πλέον μνημονιακή τακτική της Κυβέρνησης «πονάει χέρι, κόβει χέρι», (βλ. ΕΡΤ, ΕΟΠΥΥ κ.α), κάθε άλλο παρά έκπληκτοι μείναμε οι περισσότεροι όταν μπήκε πόδι στο…πληγωμένο χέρι των Πανεπιστημίων.
Θα ήταν βέβαια τουλάχιστον αφελής αν υποστήριζε κανείς ότι το ελληνικό Πανεπιστήμιο δεν κατατρεχόταν από μύριες τόσες κακοδαιμονίες σχεδόν εξ υπαρχής του. Όπως και κάθε άλλος δημόσιος φορέας που λειτουργεί κατά βάση μέσω της διαδραστικότητας και του ελεύθερου λόγου, όπως ήταν η ΕΡΤ, όπως είναι το Πανεπιστήμιο. Και μάλιστα με το δεύτερο να αποτελεί την κατεξοχήν κοιτίδα στην ελευθερία διακίνησης απόψεων, δράσεων, εκδηλώσεων, διαμόρφωσης κουλτούρας και προσωπικοτήτων και μάλιστα με συνταγματικής προστασίας κατοχύρωση. Όλα τα παραπάνω, συνηγορούν στο να επιθυμεί κανείς το Πανεπιστήμιο ανοιχτό.
Η μεγάλη όμως προπαγάνδα που διαχέεται όλο αυτό το διάστημα, αφήνει να εννοηθεί ως κοινή γνώμη άνευ ετέρου, ότι η απεργία των διοικητικών υπαλλήλων που απειλούνται με διαθεσιμότητα και οι αλληλέγγυοι σ’αυτούς φοιτητές, είναι η πληγή του ελληνικού Πανεπιστημίου. Με λάβαρο τις ριζικές αλλαγές σε όλο το φάσμα της διοίκησης και με λαϊκίστικα τσιτάτα του αδέκαστου ταγού-πρωθυπουργού που δε διστάζει να «φτάσει το μαχαίρι στο κόκκαλο», επιχειρείται μια διαστρέβλωση της πραγματικής κατάστασης. Αυτή η διαστρέβλωση ορίζει τους μεν διοικητικούς ως πλεονάζοντες υπαλλήλους οι οποίοι κατέλαβαν παράνομα τις θέσεις τους και τους δε φοιτητές-αναλόγως την τοποθέτησή τους- είτε ως «θύματα»,μια «χαμένη γενιά», είτε ως «αλήτες», που με το να συντάσσονται με τους απεργούς, παρακωλύουν την επώδυνη ,αλλά απαραίτητη διαδικασία της Μεταρρύθμισης.
Προφανώς και θα έπρεπε να έχουν προνοήσει οι απεργοί για προσωπικό ασφαλείας και άλλες προϋποθέσεις, ώστε να μην ενισχύσουν στο να κριθεί η απεργία τους παράνομη, προφανώς και θα μπορούσαν να έχουν γίνει από μέρους τους καλύτεροι χειρισμοί.
Παρ’όλα αυτά, η εμπειρία οποιουδήποτε έχει φοιτήσει σε ελληνικό ΑΕΙ είναι ότι τα προβλήματα που αντιμετώπιζε ήταν απόρροια του ελλιπούς προσωπικού και των υποδομών λόγω της συνεχώς μειωμένης χρημοτοδότησης, παρά στην ανεπάρκεια του υπάρχοντος προσωπικού και του επιπέδου παρεχόμενων σπουδών.
Στοιχεία που βγαίνουν στη δημοσιότητα επιβεβαιώνουν την παραπάνω αίσθηση, αναφέροντας τα κυβερνητικά κριτήρια που θέλουν στα Ελληνικά Παν/μια να υπάρχει ένας υπάλληλος ανά 100 φοιτητές και ένας ανά 10 διδάσκοντες. Τη στιγμή κατά την οποία η Ευρωπαϊκή πρακτική θέλει 10 και 70 φορές αντίστοιχα μεγαλύτερες αναλογίες. (Στοιχεία που δημοσιεύονται στην προσωπική σελίδα του Πρύτανη του Α.Π.Θ, Γιάννη Μυλόπουλου).
Γίνεται σαφές ότι ο διάλογος που επικαλείται το Υπουργείο, αυτοαναιρείται, εφ’όσον ούτε διαλλακτικότητα από μέρους του υπάρχει, ούτε δεδομένη η μέριμνα και η προστασία του δημόσιου χαρακτήρα του Πανεπιστημίου. Αντιθέτως, αυτός υποσκάπτεται και απειλείται εδώ και χρόνια, κάνοντας όλο και πιο ρεαλιστικό το σενάριο της εν τέλει διάλυσής του και υποκατάστασής του από ένα νέο μοντέλο ιδιωτικοποίησης. Ένα κέντρο παραγωγής εξειδικευμένων πτυχιούχων άμεσα ανταποκρινόμενων στις ανάγκες της οικονομίας και βέβαια της εκάστοτε πολιτικής των εισηγμένων στα Πανεπιστήμια εταιριών-χορηγών.
Και αν αυτό για κάποιους δε φαντάζει και τόσο κακό, μια καλή ιδέα θα ‘ταν να ξαναδούμε το σκοπό και τη σημασία του Πανεπιστημίου από την αρχή. Με τα αμφιθέατρα, τις εκδηλώσεις, τις συνελεύσεις, τις βιβλιοθήκες, τα πάρτι, ανοίγοντας βιβλία, το μυαλό και τα χέρια μας, μαθαίνοντας ότι Πανεπιστήμιο είναι σπίτι. Όχι τσιφλίκι. Το Πανεπιστήμιο είναι κατά βάση το έμψυχο δυναμικό του. Οι φοιτητές και το-απαραίτητο-προσωπικό του. Ο χώρος που για πρώτη φορά μπορούμε να συμμετέχουμε ενεργά στη διαμόρφωσή του και να αναπτυχθούμε στους κόλπους του αυτόνομα, ενήλικα και συνειδητά. Και αυτό είναι το πιο σημαντικό που διακυβεύεται να σωθεί και να αφομοιωθεί από όποιον έχει την τύχη και τη χαρά να σπουδάσει εδώ.