Αν το ΚΡΑΚ με κεφαλαία είναι το επιφώνημα της καψούρας σε pop art πίνακα του Lichtenstein, τότε το κρακ με πεζά είναι αυτό που χαράζει την καρδιά στα συγκρατημένα 40, σχεδόν όπως στα εκφραστικά 20. Μπορεί στα 40 το χωράφι να μην είναι πια απάτητο, όμως η καψούρα βρίσκει κατάλληλο έδαφος να οργώσει, να θερίσει ακόμα και αν δεν μπει στον κόπο να σπείρει. Δεν θα ήταν καψούρα, άλλωστε, αν έσπερνε και ακολουθούσε την ενδεδειγμένη πορεία όποιου θέλει να καλλιεργήσει φέτος για να αποκομίσει σοδειά του χρόνου.
Το κρακ με πεζά, απαλλαγμένο από τη μελοδραματική εικονοποιία των 20, μπορεί να εκδηλωθεί απλά δίπλα σε ένα μίξερ που παιδεύεται με τη μαρέγκα. Ο αναδευτήρας αλλοιώνει την υφή του ασπραδιού σε κάθε στροφή, το μείγμα φουσκώνει και αφρίζει, η καρδιά ραγίζει. Αυτό το κρακ με πεζά, αυτό το ράγισμα των 40, είναι ένα υπόκωφο ερέθισμα, μία σεισμική δόνηση χαμηλής έντασης και μικρού εστιακού βάθους. Φαντάσου μια καψούρα που χαρακώνει το αυτοκίνητο σου με κλειδιά, αλλά δεν σου τρυπάει τα λάστιχα.
Πού είναι σταθμευμένο το αυτοκίνητο; Στην πυλωτή, γιατί το χτύπημα δεν είναι τυχαίο. Υπολόγισε ο δράστης πότε θα το πάρεις χαμπάρι; Δεν χάνει χρόνο σε τέτοια, γιατί ξέρει να επαφίεται στο τυχαίο ερέθισμα της μαρέγκας, που προσδίδει την αίγλη του αιφνιδιασμού. Η καψούρα δεν χρειάζεται επίσημο ανακοινωθέν για να βανδαλίσει το αμάξι ή να αραδιάσει αυλακιές στην καρδιά δίπλα σε ένα μίξερ. Αυτό ισχυρίζεται η ίδια.
Μέχρι που ένα συγκρότημα από την Αμερική μυρίζεται ότι το καθεστώς μαρέγκα έχει φιλοδοξίες να εδραιωθεί και υψώνει το μεσαίο δάχτυλο στην καψούρα που σου χαρακώνει το αμάξι. Δεν είναι το αγαπημένο σου συγκρότημα, αλλά τελικά σε έχει συνοδεύσει αδιαμαρτύρητα σε πολλά ταξίδια. Μία ανθεκτική βαλίτσα με ελαφρύ σκελετό και ενδιάμεσο μέγεθος, με σταθερή χειραψία και αγονάτιστα ροδάκια που έχουν τραμπαλίσει ατάραχα στο ανηφορικό χαλίκι, στην ψιλή άμμο και στη φαγωμένη μοκέτα του πλοίου της γραμμής.
Στο σύμπαν του υπόκωφου κρακ που υπερισχύει των decibel ενός μίξερ σε φουλ λειτουργία, στο δικό μου δηλαδή, αυτό το συγκρότημα είναι οι Strokes. Ο τραγουδιστής τους, ο Julian Casablancas, έχει ψιθυρίσει φιλήδονα χιλιάδες φορές στα ακουστικά μου δονώντας την τυμπανική μου μεμβράνη, συνθήκη που κάνει τη σχέση ιδιαίτερα στενή, αν και όχι αποκλειστική.
Το The Adults Are Talking είναι το πρώτο τραγούδι του τελευταίου άλμπουμ των Strokes και μου έγνεψε ενθαρρυντικά, όταν αντάλλασσα μουσικές λίστες με τον 12χρονο γιο και μοναδικό μου συγκάτοικο σε μία συνωμοτική απόπειρα να συγκαλύψω τα υπόκωφα κρακ. Ήταν η μέρα της μαρέγκας ή, όπως αποδείχθηκε, το τέλος της χάρη στον ανυποψίαστο Casablancas που μπορεί να έφτιαχνε τα πρωινά αυγά του κάπου στη Νέα Υόρκη.
Πρώτο κρακ: το τραγούδι μπαίνει, το κέλυφος σπάει. Δεύτερο κρακ: η μελωδία είναι πεισματικά χαρούμενη, το ασπράδι γλιστράει στο μπολ. Τρίτο κρακ: ο Casablancas μεταδίδει ηχητικά κύματα που φιλτράρονται ως μήνυμα συμπαράστασης, o κρόκος απομονώνεται. Τέταρτο κρακ: το The Adults Are Talking μεταμορφώνεται σε απινιδωτή. Η μαρέγκα είναι απλώς μια μαρέγκα που μπορεί να κάτσει ή μπορεί και να μην κάτσει.
Μέρες τώρα ακούω το τραγούδι-απινιδωτή και ο φυσικός βηματοδότης της καρδιάς έχει αποκατασταθεί παρά τις ύπουλες γρατζουνιές και τα υπόκωφα κρακ. Μέρες τώρα έχω ενθρονίσει τον -μάλλον ιερόσυλο- Julian στο desktop μου, όπως κάνουν οι πιστοί με τον πολιούχο τους, τον προστάτη της πόλης και της καρδιάς τους. Μέρες τώρα δεν είναι η μέρα της μαρέγκας.