Αν το καλοσκεφτείς είναι παράξενο, αλλά τα Χριστούγεννα είναι μια γιορτή που (προσπαθεί και καταφέρνει να) μας εκμαιεύει συναισθήματα. Πολλοί από μας είναι η αλήθεια πως κάνουμε χάζι και χαιρόμαστε τις φωταψίες, τα έλατα, τα τραπέζια και τα δώρα και κάπως βρίσκουμε λιγότερο ή περισσότερο το δικό μας νόημα σε όλη αυτή τη γιορτινή ατμόσφαιρα.
Για πολλούς όμως αυτή η γιορτινή διάθεση είναι ακριβώς ο λόγος (ή η αφορμή) που τους κάνει να αισθάνονται μελαγχολία και θλίψη. Οι τηλεφωνικές γραμμές ψυχολογικής υποστήριξης έχουν πολλή δουλειά αυτές τις μέρες. Και δεν είναι παράξενο: τις μέρες των γιορτών των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς θέλοντας και μη γινόμαστε συναισθηματικοί και δεν νιώθουμε μόνο χαρά, ευτυχία και αγάπη αλλά και θλίψη, ανασφάλεια, ανησυχία, μοναξιά.
Όλα ξεκινάνε (κι εδώ…) από την παιδική ηλικία. Ακόμα κι αν σαν ενήλικες έχουμε πετύχει να απομυθοποιήσουμε πλήρως τα Χριστούγεννα και να τα γιορτάζουμε με τον δικό μας τρόπο ή να μην τα γιορτάζουμε καθόλου γιατί «δε μας λένε τίποτα», ωστόσο υπήρξαμε όλοι παιδιά και δεν υπάρχει παιδί που να μην τρελαίνεται για τα Χριστούγεννα. Είτε μας αρέσει είτε όχι, το παιδί αυτό κλωτσάει μέσα μας κάθε Χριστούγεννα–το λιγότερο. Το πώς ζήσαμε τα Χριστούγεννα σαν παιδιά μας στοιχειώνει.
Αν τα ζήσαμε θλιμμένα και με παιδική αγωνία γιατί έλειπαν πολλά απ΄αυτά που χρειάζεται ένα παιδί για να είναι χαρούμενο (ασφάλεια, αγάπη, σταθερότητα), τότε ξεφεύγουμε από τη μελαγχολία μόνο αν έχουμε καταφέρει στη ζωή μας να ανατρέψουμε την κατάσταση: αν έχουμε καταφέρει, η δική μας ζωή να έχει όλα αυτά (την ασφάλεια, τις αγαπημένες σχέσεις, τη σταθερότητα) κι έτσι έχουμε νοηματοδοτήσει διαφορετικά τα Χριστούγεννα στην ενήλικη ζωή μας.
Αν τα ζήσαμε χαρούμενα, τότε το πιο ήπιο συναίσθημα που μας καταλαμβάνει είναι νοσταλγία και λίγη μελαγχολία που μεγαλώνουμε, για την ανεμελιά που χάσαμε ή για αγαπημένους ανθρώπους που δεν είναι πια στη ζωή και που οι μνήμες μας των γιορτών συνδέονται μαζί τους.
Η σύγκριση της (όχι σπάνια ωραιοποιημένης) ανάμνησης παιδικών Χριστουγέννων με το τώρα, αν το τώρα δεν είναι έτσι όπως θα θέλαμε, είναι επώδυνη. Ακόμα και μια ζωή που τη χαρακτηρίζουμε «υποφερτή» ή μια ζωή που κυλάει σχετικά ήρεμα επειδή τα βασικά είναι λυμένα μπορεί, υπό το πρίσμα αυτών που δεν καταφέραμε, αυτών που χρεώνουμε στον εαυτό μας σαν –συναισθηματικές κυρίως- αποτυχίες να μας γεμίζει με μελαγχολία και απογοήτευση.
Κι επειδή οι γιορτές των Χριστουγέννων θεωρούνται -και είναι, λόγω εποχής, λίγο περισσότερο από άλλες, πιο εξωστρεφείς γιορτές- σπιτική, οικογενειακή γιορτή, αυτό που πονάει περισσότερο απ΄όλα είναι η μοναξιά. Η μοναξιά τρώει μαζί μας τα Χριστούγεννα σε κάθε τραπέζι, παρίσταται σε κάθε πάρτυ κι έχει ελεύθερη είσοδο στα πιο λαμπερά ρεβεγιόν. Ο καθένας από μας, κάποια στιγμή (στιγμές) στη ζωή του κάθεται δίπλα της .
Το βάρος των συναισθημάτων που θα μας προκαλέσει αυτή η αίσθηση της μοναξιάς έχει πολύ να κάνει με τις προσδοκίες που έχουμε από τον εαυτό μας και τους άλλους, ειδικά αναφορικά με τις γιορτές. Υπό την πίεση του να είμαστε χαρούμενοι, να περνάμε τόσο καλά όσο –πιστεύουμε ότι-περνάνε οι άλλοι, τα πράγματα φαίνονται πιο θλιβερά από όσο μπορεί να είναι αν τα δούμε ψύχραιμα. Όσο ψηλότερες οι προσδοκίες, τόσο λιγοστεύουν οι πιθανότητες να είμαστε ευχαριστημένοι με αυτά που έχουμε.
Ο μόνος τρόπος για να καθησυχάσουμε το παιδί μέσα μας που έχει ξυπνήσει με άγριες διαθέσεις είναι, σαν ενήλικες που είμαστε να του δείξουμε εμείς πώς είναι τα Χριστούγεννα: αποδομημένα και ξαναστημένα με το δικό μας γούστο και κυρίως, χωρίς προσδοκίες.