To Pasticcio έκανε διακοπές και τώρα σου δίνει αυτό που θες. Ξεκινάμε χαλαρά, στα ρηχά στην αρχή, με λίγο ακόμη παγωτό όσο το τραβάει ο καιρός, με τα καλύτερα του καλοκαιριού που πέρασε και τα εν δυνάμει καλύτερα του επόμενου, πατάμε play στο πιο όμορφο καλοκαιρινό μιξ και γελάει καλύτερα όποιος φτάσει μέχρι το τέλος.
Ήταν ένα ηλιόλουστο πρωινό στην Καλιφόρνια και ο Τομ Γουίτλοκ βοηθούσε έναν φίλο του να μεταφέρει στο αυτοκίνητο κάτι ηχεία, όταν ξαφνικά πέρασε από μπροστά του μία Φεράρι με τον οδηγό της έξαλλο να προσπαθεί να κάνει το αυτοκίνητο να ανταποκριθεί στις εντολές του. Τα φρένα στη Φεράρι του Τζόρτζιο Μορόντερ δε δούλευαν σωστά και αυτή ήταν η πρώτη φορά που ο Τομ άκουσε τον Μορόντερ να βρίζει από κοντά. Ο Τομ δεν έχασε χρόνο, αναγνώρισε τον οδηγό και την ευκαιρία που του έδινε η ζωή και πετάχτηκε σε ένα συνεργείο κοντά στο σπίτι του, αγόρασε ειδικά λάδια για τα φρένα, η Φεράρι επανήλθε και ο Μορόντερ ευχαριστημένος από αυτό που είδε, προσέλαβε τον Τομ για βοηθό του.
Ο Τομ έγραφε στίχους από τα 15 του, μετακόμισε στην Καλιφόρνια για να κυνηγήσει καριέρα στη μουσική και πλέον μπορούσε να περνάει τα βράδια του στην Βένις Μπιτς, περιμένοντας την οδική βοήθεια για τη Λαμποργκίνι (πια) του Μορόντερ που είχε μείνει για ακομη μια φορά στον δρόμο και τα πρωινά του παρακολουθώντας τον να συνθέτει τα σάουντρακ για τις ταινίες Flashdance και Scarface. Όταν οι παραγωγοί της ταινίας Top Gun ζήτησαν από τον Μορόντερ να τους γράψει δύο τραγούδια για την ταινία τους, o Τομ ήταν έτοιμος. Έχοντας ήδη δύο αποτυχημένες πρώτες προσπάθειες για τα τραγούδια του Top Gun και με τους συνηθισμένους συνεργάτες – στιχουργούς του να είναι απασχολημένοι σε άλλα προτζεκτ, ο Moroder έδωσε την ευκαιρία στον Tom να γράψει τους στίχους για το “Danger Zone” που μαζί με το “Take my breath away” αποτέλεσαν τα βασικά τραγούδια του φιλμ, και 30 χρόνια μετά ο κόσμος ακόμα, όταν τα ακούει, σκέφτεται τον Τομ Κρουζ να φοράει τα Rayban του και να απογειώνεται με θόρυβο για να προσγειωθεί λίγο μετά στην αγκαλιά της Κέλι Μακ Γκίλις.
Το Top Gun 2 ανακοινώθηκε ότι θα κυκλοφορήσει το καλοκαίρι του 2019 κι όσο προσεγμένο κι αν είναι, δε θα μπορέσει να ξεπεράσει όλα τα στοιχεία που έκαναν την πρώτη εκείνη ταινία να έχει τόσα γκάζια όσα μια καλολαδωμένη Φεράρι.
Εχω ομολογήσει σε τούτη δω την στήλη και στο παρελθόν ότι το πρώτο cd που αγόρασα ήταν το πρώτο cd των Ace of Base. Τραγουδώντας για καιρό κι εμμονικά το “All that she wants” στην τρυφερή ηλικία των 10 (και των επόμενων λ̶ί̶γ̶ω̶ν̶ χρόνων που ακολούθησαν), χωρίς τα αγγλικά να είναι η μητρική μου γλώσσα, δεν πήγε αμέσως το μυαλό μου ότι όταν οι Ace of Base τραγουδούσαν “All that she wants is another baby”, εννοούσαν ότι αυτό που θέλει η γυναίκα του τραγουδιού είναι ακόμα ένα μωρό, να βρει απλά κάποιον να κάνει μαζί του ένα παιδί δηλαδή, και μετά να τον παρατήσει και να φύγει από τη ζωή του. Όπως και να το σκεφτείς, το κόνσεπτ «μένω αλλεπάλληλα έγκυος, γιατί απλά θέλω ακόμα ένα μωρό» ήταν λίγο ευφάνταστο ως σύλληψη (no pun intended), ενώ ένα one night stand, έστω και σε εκείνη την ηλικία, ήταν ο πιο εύκολος δρόμος για μένα να καταλάβω αυτούς τους στίχους.
Ο συντάκτης όμως αυτού του άρθρου στο The Paris Review, με τα αγγλικά ως μητρική του γλώσσα, είχε διαφορετική άποψη. Αναλύοντας ποπ τραγούδια γραμμένα στα αγγλικά από σουηδούς μουσικούς, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι αυτές οι (ελάχιστες) αστοχίες στα τραγούδια των Ace of Base και των ABBA οφείλονται στο γεγονός ότι έμαθαν αγγλικά ως δεύτερη γλώσσα στο σχολείο κι ακούγοντας τα τραγούδια των Beatles, χωρίς να μπορούν να αντιληφθούν το πολιτιστικό πλαίσιο κάποιων φράσεων ή λέξεων που είναι συνδεδεμένο με την αγγλική γλώσσα. Αυτό βέβαια δε στάθηκε εμπόδιο να γράψουν εξαιρετικά πετυχημένους αι εύηχους ποπ στίχους στα αγγλικά, όπως έκαναν στο “Take A Chance on Me” οι ABBA, με το τραγούδι να εξελίσσεται σαν ένα παγωτό μηχανής που βγαίνει σιγά σιγά πάνω στο χωνάκι, με τη βανίλια να μεταμορφώνεται σε ένα απαλό ευχάριστο γλυπτό που καταλήγει φυσικά σε αυτή την παιχνιδιάρικη στριφτή άκρη του στο τέλος.
Άλλωστε, όπως έγραψε και η Μάρα Θεοδωροπούλου για την καλύτερη ταινία του φετινού καλοκαιριού, «το Mamma Mia σε όλες του τις εκδοχές, θεατρικές και κινηματογραφικές, βασίζει την ύπαρξή του σε μια επικίνδυνα άστατη αρχή: τη σιγουριά ότι τα τραγούδια των ΑΒΒΑ θα αρέσουν σε όλους μας, για πάντα».
Ο Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ, πρώην μπασκετμπολίστας του ΝΒΑ, έγινε ο πρώτος σκόρερ όλων των εποχών με 38.387 πόντους, κατέκτησε 6 πρωταθλήματα και 6 βραβεία MVP, ενώ για τους μυημένους είχε κάνει κι ένα πέρασμα από τον κινηματογράφο, με cameo στo θρυλικό Airplane! Κάθε φορά, στα χρόνια που ακολούθησαν, που κάποιος νέος παίκτης κατέρριπτε κάποιο από τα ρεκόρ του Καρίμ, κάποιος δημοσιογράφος τον καλούσε για να σχολιάσει πώς νιώθει. «Μπορώ να σας πω πώς νιώθω: όταν έκανα αυτά τα ρεκόρ, τα πανηγύριζα γιατί επιβεβαίωναν ότι όλη η σκληρή δουλειά και η πειθαρχία από την παιδική μου ηλικία απέδωσαν, ώστε να καταφέρω τον στόχο μου να γίνω ο καλύτερος αθλητής που μπορούσα. Αλλά δεν ήταν αυτός ο μόνος στόχος μου. Η ακόμα μεγαλύτερη σημασία που είχαν αυτά τα ρεκόρ για εμένα, και εξακολουθούν να έχουν ακόμα και τώρα, είναι ότι αποτέλεσαν μία πλατφόρμα για να κρατήσω ανοιχτή τη συζήτηση για τις κοινωνικές ανισότητες και να ενωθούμε όλοι μαζί προκειμένου να τις καταπολεμήσουμε. Όλα τα αθλητικά ρεκόρ κάποια στιγμή θα καταρριφθούν, αλλά την επόμενη μέρα, ο κόσμος δε θα έχει αλλάξει. Κάθε μέρα, όμως, που μιλάμε για την αδικία, η επόμενη μέρα ίσως να είναι λίγο καλύτερη για κάποιον στον κόσμο».
Ο Καρίμ ξέρει ότι τα αθλητικά είναι η πιο δημοφιλής μορφή διασκέδασης, καθώς οι Αμερικάνοι ξοδεύουν σχεδόν 56 δις δολάρια στη σπορ βιομηχανία κάθε χρόνο. Το ίδιο γνωρίζει και η Nike. Το ίδιο γνωρίζει και το πρόσωπο των ημερών, ο Κόλιν Κάπερνικ, πρώην quarterback στο αμερικανικό ποδόσφαιρο, ο οποίος κατά τη διάρκεια του εθνικού ύμνου πριν από έναν αγώνα του 2016, γονάτισε αντί να σταθεί προσοχή, σε μία ένδειξη διαμαρτυρίας κατά της ρατσιστικής αντιμετώπισης των Αφροαμερικανών στις ΗΠΑ. Μετά από τις αντιδράσεις που προκάλεσε η κίνησή του αυτή, ο Κάπερνικ διέκοψε το συμβόλαιο με την ομάδα του και συνέχισε εκτός γηπέδων την ακτιβιστική δραστηριότητά του. Στο πλαίσιο του συμβολαίου του με τη Nike, ο Κάπερνικ είναι πλέον το πρόσωπο της 30ης επετείου της καμπάνιας Just do it, κάτι που προκάλεσε εκ νέου αντιδράσεις, όχι μόνο σε αυτούς που εξακολουθούν να τον κατηγορούν για αντιπατριωτική στάση, αλλά και σε όσους κρίνουν την καμπάνια αυτή της Nike ως ακόμα μια ακόμα απόπειρα πολυεθνικής να αγκαλιάσει ένα κοινωνικό κίνημα προκειμένου να κερδοσκοπήσει.
Την καλύτερη απάντηση σε όσους κατηγορούν τον Κάπερνικ για αντιπατριωτισμό την έδωσε ο Αμερικάνος γερουσιαστής Μπέτο Ο’ Ρουρκ, o πιο δυνατός υποψήφιος των Δημοκρατικών στο Τέξας απέναντι στον συντηρητικό δεξιό Τεντ Κρουζ. Για την άποψη ότι «το μαρκετινγκ αποστειρωνει τα κινηματα και τα μετατρεπει σε τασεις», έναν αναλυτικότερο σχολιασμό έδωσε η Ελένη Μαραγκού, ενώ η υπογράφουσα θα έρθει να συμφωνήσει με κάτι που διάβασε στα σόσιαλ μίντια: «Στο τελος της ημερας, μπορει να ειναι “ηθικο” το μαρκετινγκ; Εδω δεν υπαρχει απαντηση. γιατι η ερωτηση ειναι απολυτα αστοχη».
Το W magazine αφιερώνει ένα σπέσιαλ τεύχος του στις γυναίκες καλλιτέχνες. Με μούσα τους την Κέιτ Μπλάνσετ και θέμα το female gaze, γυναίκες φωτογράφοι, σκηνοθέτες, στυλίστριες, μακιγιέζ δηλώνουν ότι είναι εδώ και ήρθε η ώρα να ακουστούν. H Κέιτ Μπλάνσετ φωτογραφίζεται από 9 γυναίκες μόνο με ένα μαύρο φόρεμα Alexander McQueen, με ένα λεοπάρ παλτό και ένα κόκκινο κραγιόν, πάνω σε ένα καπό αυτοκινήτου ως άλλη Μισέλ Φάιφερ ξαπλωμένη στο πιάνο στην ταινία The Fabulous Baker Boys, γονατιστή πάνω σε ένα γραφείο σε πόζα Μάγκι Τζίλενχαλ στην Γραμματέα, φορώντας αθλητικά παπούτσια κι ένα κομμάτι χαρτί, ως πρωταγωνίστρια παλιού οικογενειακού βίντεο, ως θαμώνας του Studio 54 που φεύγει τρέχοντας στους δρόμους της πόλης για να καταλήξει ξημερώματα σε ένα deli με χανγκόβερ.
Και στο τέλος, ένα βίντεο σκηνοθετημένο από την καλλιτέχνη Σιρίν Νεσάτ με την Κέιτ Μπλάνσετ με λουλούδια στα μαύρα μαλλιά της να τραγουδάει “The Carnival is over” με τη φωνή της Anohni, φέρνοντας στο μυαλό την Μπίλι Χόλιντεϊ, και να αποχωρεί από τη σκηνή αφαιρώντας το μακιγιάζ και την περούκα της. Η Σιρίν Νεσάτδήλωσε “That part was Cate’s idea. Fuck the beauty”.
Όλο το cover story του περιοδικού εδώ, ενώ για όποια/ον ενδιαφέρεται, περισσότερες πληροφορίες εδώ για τη Σιρίν Νεσάτ και το έργο της σχετικά με τη γυναικεία ταυτότητα και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι σύγχρονες γυναίκες στο Ιράν και τον ισλαμικό κόσμο
Για το τέλος, θέλω να σας ζητήσω για πρώτη φορά να με εμπιστευτείτε τυφλά και να διαβάσετε το πιο αστείο άρθρο που δημοσιεύτηκε πρόσφατα, χωρίς να προλογίσω εγώ κάτι για αυτό, σε μεγάλο βαθμό επειδή δεν ξέρω πώς. Θα επιβραβευθείτε με τα σκίτσα που περιέχει και θα θαυμάσετε την ενδελεχή δημοσιογραφική έρευνα που μπορεί να προκύψει ακόμα κι από μία ερώτηση όπως «γιατί οι άντρες μπαίνουν σε μία μπανιέρα για αφρόλουτρο βουτώντας πρώτα τα χέρια και τα γόνατά τους στο νερό;»