Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
popaganda
popagandaΘΕΑΤΡΟ

Οι  Σφήκες τσιμπάνε ακόμα

Η Λένα Κιτσοπούλου δεν χαιδεύει αυτιά. Έκανε αυτό που κάνει πάντα. Σκληρό το έργο; Πολύ. Μας άρεσε; Δεν την ενδιαφέρει καθόλου. Συζητήθηκε; Πού ζείτε;
Είδε και γράφει η Ιωάννα Μιχελάκου
Γράφει η Ιωάννα Μιχελάκου
Σφήκες - Λένα Κιτσοπούλου

Βράδυ Σαββάτου στην Επίδαυρο, σκαρφαλώνοντας προς το θέατρο εν μέσω καύσωνα, στη σκηνή μας περίμενε μια υπερμεγέθης μπασκέτα και άσπρες πλαστικές καρέκλες, οι αποκαλούμενες του γύφτου. Αυτό έπρεπε να μας προϊδεάσει για το τι θα ακολουθούσε, ακόμα κι αν δεν είχαμε προσέξει στην αφίσα της παράστασης το όνομα Λένα Κιτσοπούλου δίπλα στη φράση «σε ελεύθερη διασκευή».

Τι ακολούθησε; Ξύλο. Ναι, η Λένα Κιτσοπούλου μας έδειρε αλύπητα. Μας έτριψε στα μούτρα όλο τον μικροαστισμό μας, όλο τον ελιτισμό μας, όλη την αρχαιοθεατρολαγνεία μας. Πήρε τον Αριστοφάνη και τον έφερε στην εποχή μας, και αυτό ήταν το μόνο που όφειλε να κάνει.

Το έργο

Πρωταγωνιστής ο μικροαστός νοικοκυραίος που τα ξέρει όλα, που κατηγορεί και κριτικάρει μόνο, που δεν γνωρίζει τη λέξη αυτοκριτική, που μας κουνάει συνεχώς το δάχτυλο για το τι πρέπει να κάνουμε και πώς πρέπει να ζούμε, προκειμένου να δικαιολογήσει την ύπαρξή του. Ο οποίος έχει καταλήξει δεσμώτης από τον γιο του, τον γιο που κάνει την επανάστασή του ακολουθώντας τη φυσική εξέλιξη, και απορρίπτει τον πατέρα και όσα αυτός πρεσβεύει. Για λίγο βέβαια, καθώς λυγίζει από τη ναρκισιστική χειραγώγιση του αρχετυπικού έλληνα πατέρα, ο οποίος υποβιβάζει τον γιο του σε μια τρίχα από τους όρχεις του, (η Κιτσοπούλου το είπε πιο χοντρά), και εξελίσσεται κατ’ εικόνα του.

Αμέσως μετά, η κλασσική ελληνίδα μάνα που περήφανα αποδεικνύει πόσο η δική της χειραγώγηση είναι πιο αποτελεσματική όταν οπλίζει το χέρι του γιου της σε έναν φόνο δια ασήμαντον αφορμή. Όλη η παθογένεια της ελληνικής οικογένειας επί σκηνής.

Τα μέχρι σε αυτό το σημείο αμήχανα αστεία και οι απλοϊκοί διάλογοι του κειμένου της Κιτσοπούλου, τελικά εκτυλίσσουν στρατηγικά την πλοκή. Τα «κρύα» κλισεδάκια, όπως οι κάλτσες με πέδιλο που φορούν άμπαλοι τουρίστες, όταν αντηχούν σε κακοποιημένα αυτιά, γίνονται επικίνδυνη προπαγάνδα που οπλίζει χέρια. Κι όταν αυτό μας έγινε κατανοητό, ακολούθησε η πρώτη «κιτσοπουλική»  κορύφωση, με τους ηθοποιούς να τρέχουν πάνω κάτω υστερικά, βοντβιλικά, και να αποδομούν, εκτός από τα σκηνικά, την κοινωνία που έχουμε φτιάξει.

Κάτω από αριστοφανικού ύφους βωμολοχίες που επαναλαμβάνονταν εμμονικά για να τρυπήσουν τα αυτιά μας και άρρωστες εικόνες φόνων και βιασμών, η Κιτσοπούλου μας χαστουκίζει για να αντικρίσουμε τι έχουμε φτιάξει. Ο συγκαλυμμένος ρατσισμός, τα τηλεοπτικά πάνελ-δικαστήρια, η δικολαγνεία στα σόσιαλ μίντια, ο σεξισμός, η εξουσιομανία,  οι πολιτικοί, ο ρατσισμός, η εκούσια εθελοτυφλία μας και οι φούσκες από γκουρμέ ροζ ζάχαρη μέσα στις οποίες επιλέγουμε να ζούμε για να πέφτουμε κάθε φορά από το συννεφάκι μας.

Ωμή, καυστική, προβοκατόρικη, η Κιτσοπούλου δεν άφησε τίποτα όρθιο.

Σόκαρε; Σίγουρα. Έβγαλε συναίσθημα; Πολύ. Από αυτή την παράσταση δεν φεύγεις ανάλαφρος. Φεύγεις με το στομάχι σφιγμένο.

Σφήκες - Λένα Κιτσοπούλου

Η αποδοχή

Από νωρίς στην παράσταση κάποιοι θεατές εξέφρασαν την αποδοκιμασία τους και αποχώρησαν. Από το «αίσχος» και «ντροπή για την Επίδαυρο» μέχρι το «μας κακοποιείτε» που ακούστηκαν από το κοινό, η κακοποίηση που υπέστησαν οι ηθοποιοί την ώρα που προσπαθούσαν να δώσουν το είναι τους, αποδείκνυε, λες και ήταν κομμάτι της παράστασης, όσα η Κιτσοπούλου έθιγε. Την ανθρωποφαγία μας.

Να σημειώσω πως οι θεατές που αντιδρούσαν και αποχωρούσαν ήταν κατά κανόνα μεγαλύτερης ηλικίας, πάνω κάτω στην ηλικία του Χορού, του ηλικιωμένου Χορού της παράστασης, του Χορού που είχε μείνει μόνος να αντιπροσωπεύει το παλιό, το ξεπερασμένο, το αποσυρμένο και να αναρωτιέται πώς θα εμφανιστεί στον Λεωνίδα στο Λυγουριό για παϊδάκια όταν έχει κλείσει τραπέζι για τον Χορό και θα εμφανιστεί μόνος ενώ περιμένουν 15.

Όπως ακριβώς δηλαδή κάποιοι πήγαν στην Επίδαυρο περιμένοντας να δουν Αριστοφάνη (με τον Χορό του και με τα όλα του) για να τους τύχει η Κιτσοπούλου. Ομολογουμένως (κατά δική τους ομολογία), ήταν ατυχής η επιλογή τους.

Σε ποιον ανήκει τελικά η Επίδαυρος; Σε ποια ελίτ; Και ποια είναι η ελίτ που αποφασίζει ποιος θα παίξει εκεί και ποιος όχι; Γιατί η Επίδαυρος κάλεσε την Κιτσοπούλου χωρίς να ρωτήσει εμάς που τα ξέρουμε όλα καλύτερα; Είδαμε δεν είδαμε την παράσταση. Γιατί οι Σφήκες καταδικάστηκαν κυρίως από όσους δεν είδαν την παράσταση, διαβάζοντας άλλους που επίσης δεν την είδαν, περιμένοντας την Κιτσοπούλου έτσι κι αλλιώς στη γωνία.

Ήταν τελικά καλή ή κακή η παράσταση; Η απάντηση είναι πως είναι πολύ πιο εύκολο να απορρίπτεις από το να προσπαθείς να κατανοήσεις.

Σαφώς και όλοι μας έχουμε δικαίωμα να μας αρέσει ή να μην μας αρέσει μια παράσταση, αλλά και να εκφράσουμε την άποψή μας δημόσια. Γιατί πολιτισμός είναι να υπάρχει χώρος για όλους. Και για μια κλασσική προσέγγιση αλλά και για την προσέγγιση της Κιτσοπούλου. Από αυτό μέχρι το να πέφτουμε να φάμε τους καλλιτέχνες, από το δεν μου αρέσει κάτι μέχρι την ανθρωποφαγία, η απόσταση είναι πολύ μικρή όπως απέδειξε, σχεδόν καταστασιακά, η Κιτσοπούλου με την παράστασή της αλλά και με τον ντόρο που προκλήθηκε πριν αυτή προλάβει να τελειώσει.

POP TODAY
popaganda
© ΦΩΤΑΓΩΓΟΣ ΕΠΕ 2024 / All rights reserved
Διαβάζοντας την POPAGANDA αποδέχεστε την χρήση cookies.