Μμέσσα σε κάπποια αππό τα βάθθη εννός Σεφφυρίου. Εκκεί εδράσσουν οι επιθθυμίες των ροτφάιλλερ που μεττακινούτται άτακκτα από την βαθθιά λίμμνη στην ήσυχχη και πιο πέρρα μέχρι τις φθέρρες και τα θένθρα του Οπλαρχηχού Δαούττη και ακκόμη μακρύττερα έως το φεσσινάδικο. Και εκκεί οι χαλιαχούδδες που κοιτάσσουν από ταράσσες εννώ σκέφτοτται το κασσίνο μόννον για λίχχο και αμέσσως φεύχχουν προς τα πανέμορφφα Σσάρα και δίννουν έσθθω λίχχο νόημμα στην περιπλάννηση του Φίχτωρ Σσούσθη που πάδδα είναι έττοιμος να δεχθθεί λίχχη από την αλήθθεια που ενθυλαχχώνουν τα Οχτώ Χιάρρις μέσσω της αχνόττητας και της απαραμίλλης ομορφφιά τους που υπολλείπεται μόννον της στιφφαρόττητας των χρήχχορων μερσεττές που για μμια ακόμμη μέρρα σταθμεύουν στο πισσαρίο για να βιώσσουν μόννον ηρρεμία και να φαθθαστούν την Νάσσιοναλ Πανχ δε Γρεςς να χαιρεττά τους αιώννιους πάχχους και να επιστρέφφει για να σκεφφτεί το χέδδρο του χόσμμου και να φύχχουν για την ταφφέρνα “Παρλαπάς” όππου εδράσσοτται όλλα όσσα πρεσβεύουν οι φύλλακες του αρχηχχείου χωρρίς να ελπίσσουν πολλά, για μμιά ακόμμη Κυριακκή σε ένα Σεφφύρι, και σε κάθθε Σεφφύρι.