Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης είχε δίκιο. Σε 10 χρόνια κανείς δε θα θυμόταν την ιστορία του «Μακεδονικού» (ή «Σκοπιανού», αν έχετε ξυπνήσει πολύ πατριώτες σήμερα). Μόνο που εννοούσε όλον τον υπόλοιπο κόσμο, και όχι τη χώρα που διετέλεσε πρωθυπουργός. Σε όλον τον πλανήτη, λοιπόν, επειδή δεν είχαν και καμιά σκασίλα να αναφέρουν και τα πέντε γράμματα του FYROM, υιοθέτησαν το Macedonia και καθάρισαν. Έζησαν αυτοί καλά κι εμείς, μάλλον όχι, καλύτερα χωρίς όμως να είναι βασικό μας πρόβλημα η ονομασία του νέου κράτους. Επιμείναμε στον στρουθοκαμηλισμό να το αποκαλούμε με το όνομα της πρωτεύουσάς του, όταν χρειάστηκε στυλώσαμε τα πόδια για να μη δεχθούμε ενδιάμεση συμβιβαστική λύση, κι αν τους αντιμετωπίζαμε σε κανένα Ευρωμπάσκετ αφήναμε κενή τη θέση του ονόματος τους (σε μια μεγάλη στιγμή νεοελληνικού δαιμονίου) στην κάρτα που πληροφορεί για το σκορ. Και σταδιακά ανοίξαμε παρτίδες μαζί τους. Με φθηνές εκδρομές, ταξίδια-αστραπή για ψώνια κι άφθονες -καμιά φορά πονηρές- επισκέψεις στα καζίνο τους. Η ζωή σε αυτές τις περιπτώσεις επιβάλλεται.
Η στάση μας, φυσικά, είχε δώσει νόημα στην ανάγκη των πρώην Γιουγκοσλάβων ή/ και Δημοκρατών ή/ και Μακεδόνων (να ξέρετε, η παρτίδα δε θα χαθεί στις γραμμές τούτου δω του ταπεινού κειμένου) να αποκτήσουν ταυτότητα. Συσπείρωσαν τη νεοπαγή τους εθνική συνείδηση απέναντι στον «εχθρό» που λεγόταν Ελλάδα, ψήφισαν πολιτικούς ηγέτες όπως ο Γκρουέφσκι που ανατράφηκαν ως τέτοιοι μέσα από τον ολόφρεσκο εθνικισμό που στηρίχθηκε σε έναν παλιού τύπου βαλκανικό αλυτρωτισμό. Παραδόθηκαν στο κιτς και την καθυστέρηση, γεμίζοντας τις πλατείες τους με αγάλματα του Μεγάλου Αλεξάνδρου και προσπαθωντας να διεκδικήσουν πολιτισμικά το κομμάτι της ιστορίας που τους αναλογεί στο επίπεδο του σουβενίρ, φτιάχνοντας π.χ. μαγνητάκια για το ψυγείο με τον Βουκεφάλα. Και, φυσικά, δεν είπαν ποτέ όχι στα ζεστά ευρώ που έρχονταν από την άλλη πλευρά των συνόρων, εκεί που ο Βάρνταρ λέγεται Αξιός. Σταδιακά, και ο εθιμοτυπικά απότομος έλεγχος στη Γευγελή χαλάρωσε. Είπαμε, η ζωή έχει τον τρόπο να επιβάλλεται, συνήθως δια της οικονομίας.
Η επίλυση του «Μακεδονικού» μαζί με την «έξοδο από το Μνημόνιο» και την συνταγματική αναθεώρηση συνιστούν το χατ τρικ με το οποίο η κυβέρνηση σκοπεύει να ελαχιστοποιήσει τη φθορά της σκληρής, όχι και τόσο «αριστερής», πολιτικής που εφαρμόζει, προκειμένου να ξαναπάει στις κάλπες κάποια στιγμή τους επόμενους 20 μήνες. Στο πλαίσιο της μετριοπαθούς αποτελεσματικότητας που αποτελεί τη νέα αφήγηση του ΣΥΡΙΖΑ, πολύ μακριά από τον ριζοσπαστισμό και τις υποσχέσεις ανατροπής της περιόδου 2012-15. Η κουβέντα και η φασαρία γύρω από το θέμα μάλλον τον βολεύει, αφού δεν κουνιέται από την θέση του. Ειδικά, όταν σε κάποιες –μέχρι πρότινος- κρίσιμες κοινοβουλευτικές ψηφοφορίες, όπως της προηγούμενης εβδομάδας για το κλείσιμο της τρίτης αξιολόγησης, η πλειοψηφία βγαίνει ενισχυμένη και όχι αποδυναμωμένη.
Υπάρχει, φυσικά, ο υπερπατριώτης (και) «Μακεδονομάχος» Πάνος Καμμένος. Το έργο όμως μάλλον το έχουμε ξαναδεί. Ο αρχηγός των ΑΝΕΛΛ θα φωνάξει, θα σφυρίξει παληκαρίσια για να μαγέψει την εκλογική του πελατεία, αλλά την κυβερνηση δε θα τη ρίξει. Γιατί, μάλλον ορθά, φοβάται ότι θα έχει την τύχη του Γιώργου Καρατζαφέρη που πια συγκινεί μόνος, πληγωμένος κι αξύριστος τους λίγους τηλεθεατές του ΑΡΤ TV. Αντίθετα, το «Μακεδονικό» ερεθίζει την αξιωματική αντιπολίτευση. Όσο μένει υποχρεωμένη στο «πατριωτικό καθήκον» και ο Κυριάκος Μητσοτάκης διπλώνει χάρτες μεγαλώνει η απόστασή του από το «κέντρο» και παρουσιάζεται αγκυλωμένος στα πιο συντηρητικά δεξιά αντανακλαστικά…
Κάποια στιγμή μέχρι το καλοκαίρι, το «Μακεδονικό» θα επιλυθεί. Η νέα, πιο μετριοπαθής ηγεσία της πΓΔΜ θα παρουσιάσει την εξέλιξη ως αναδρομική επικύρωση της νίκης με ευρωπαϊκή προοπτική για το μικρό κράτος των 2 εκατομμυρίων κατοίκων και ο διαμεσολαβητής του ΟΗΕ, Μάθιου Νίμιτς, επιτέλους θα αλλάξει αντικείμενο καθημερινής εργασίας. Σε όποιο από τα «Νέα», «Βόρεια», «Άνω», «των Σκοπίων» ή «του Βαρδάρη» (αν κρίνω από το τι κυκλοφορεί στα σόσιαλ, αυτό είναι το μόνο όνομα που θα καταπιούμε με γεύση χρυσωμένου χαπιού) κάτσει η μπίλια, όλος ο κόσμος «Ματσεντόνια» θα εξακολουθήσει να λέει τη γείτονα. Κι αυτό θα επηρεάσει τη ζώη ή την εδαφική ακεραιότητά μας, όσο την επηρέασε τα τελευταία 25 χρόνια. Δηλαδή, καθόλου. Με τα ταξίδια μας, με τα καζίνο μας, με τα όλα μας.
Και τότε γιατί το κουράζουμε; Γιατί βγήκε πάλι το Τσίρκο Μεντράνο των Ελλαδέμπορων στο χθεσινό συλλαλητήριο; Γιατί πλημμύρισε το timeline μας με αποκριάτικες στολές πριν την ώρα τους; Γιατί διέσχισαν οι ηρωικοί μαντιναδόροι από την Κρήτη όλη την Ελλάδα για να τραγουδήσουν στον Λευκό Πύργο; Γιατί, αν όχι απόλυτα, σχεδόν σύσσωμες οι κοινοβουλευτικές ομάδες της ΝΔ και των ΑΝΕΛΛ στη βόρεια Ελλάδα, ο περιφερειάρχης Απόστολος Τζιτζικώστας και η Εύα Καϊλή έδωσαν θεσμική υπόσταση στο συλλαλητήριο δίπλα στον μητροπολίτη Άνθιμο και τους βουλευτές της Χρυσής Αυγής; Γιατί πόζαραν όλο νάζι στο φακό ο Παναγιώτης Ψωμιάδης και η Ευγενία Μανωλίδου; Γιατί δέχθηκε επίθεση με μολότοφ η κατάληψη Libertatiα ενώ βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη το συλαλλητήριο; Γιατί το πρωί έγινε «Πολυαρχιερατική Θεία Λειτουργία, χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης Ανθίμου και πλήθους Ιεραρχών για τη Μακεδονία»; Γιατί, νωρίτερα μέσα στην εβδομάδα, ο πρωθυπουργός συναντήθηκε με τον αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο στο πλαίσιο, όχι του διαχωρισμού, αλλά της καλύτερης συνεργασίας Κράτους κι Εκκλησίας σε ζητηματα εξωτερικής πολιτικής; Γιατί ο ΠΑΟΚ, του Ιβάν Σαββίδη, «πάει μαζί με Άρη και Ηρακλή συλλαλητήριο»; Γιατί έπρεπε να ασχοληθούμε και πάλι με το όνομα Φράγκος Φραγκούλης;
Η απάντηση δεν είναι για να σώσουμε, «ως άλλη κουκλίτσα αληθινή», τη «Μακεδονία μας». Αλλά, γιατί στην παραλία της Θεσσαλονίκης, σύμφωνα με την αστυνομία, μαζεύτηκαν 90.000 πελάτες της βιομηχανίας του «Μακεδονικού». Μιας βιομηχανίας που εδώ και 25 χρόνια επιβάλλεται στο δημόσιο λόγο και δεν μπορεί (ή δεν έχει το θάρρος) κανένας να την αγνοήσει. Υπενθυμίζοντας ότι ο πατριωτισμός, ως τελευταίο καταφύγιο των απατεώνων, μπορεί να είναι εξαιρετικά επικερδής. Έχτισε πολιτικές καριέρες πάνω στη «λεβεντιά» και την «αδιαλλαξία» που σε κάνουν μέχρι και πρωθυπουργό (ή, στη χειρότερη, κυβερνητικό εταίρο). Ταλαιπώρησε εκατοντάδες ανθρώπους στα δικαστήρια μέσα από την παρακείμενη βιομηχανία των μηνύσεων. Κατέστρεψε τις ζωές ή έδωσε βορά στην αρένα τις υπολήψεις όσων αποφάσισαν να ορθώσουν το ανάστημά τους προκειμένου να υπερασπιστούν τον ορθό λόγο και την πρόοδο (και είδαν δίκτυα απόστρατων, ΚΥΠατζήδων και λαμόγιων να τους ξεσκίζουν). Συντήρησε το φανατισμό, τη μισαλλοδοξία, την υποταγή στο ράσο και τη διαιώνιση των απεχθέστερων εθνικών μύθων. Και φυσικά έστρωσε το χαλί για τους 18 Χρυσαυγίτες εντός Βουλής, και την οριζόντια επέλαση του χρυσαυγιτισμού εκτός αυτής…
Με το συλλαλητήριο, που ήδη μετριοπαθή ΜΜΕ καλύπτουν ως «συγκλονιστικό», η βιομηχανία των Ελλαδέμπορων ανανέωσε το λόγο ύπαρξής της. Κι έκανε κι επίδειξη δύναμης. Οι πελάτες της ξέδωσαν, οι επικριτές τους χλεύασαν αφ’ υψηλού (ομολογώντας σιωπηλά την ήττα τους). Κι όλοι μαζί μαζεύτηκαν γρηγορα , εν’ όψει και της επιδείνωσης του καιρού, για να προλάβουν την επιστροφή του Survivor στη μικρή οθόνη, οργανώνοντας το επόμενο weekend στα Σκόπια για φθηνή βενζίνη και ρουλέτα…