«Κάθε φορά που βλέπω ένα τυπογραφικό λάθος», έγραφε ο Γκαίτε, «αναρωτιέμαι αν έχει εφευρεθεί κάτι καινούριο».

Στην εποχή του ψηφιακού πολιτισμού είναι αλήθεια γράφουμε περισσότερο απ’ ό,τι θα μπορούσαν να προβλέψουν ακόμα και οι πιο αισιόδοξοι γκουρού των Νέων Μέσων. Άλλωστε, με τον όρο «ψηφιακός πολιτισμός» δεν εννοούμε μόνο τον τρόπο διακίνησης πολιτιστικών προϊόντων αλλά εκείνη τη δύναμη που παράγει νέες μορφές στο πεδίο του πολιτισμού.

Τα μονοτροπικά κείμενα γρήγορα παραχώρησαν τη θέση τους στα πολυτροπικά που μπορούν να συνδυάζουν ήχο, εικόνα και κείμενο. Μιλάμε για πρωτοφανέρωτες κειμενικές πραγματικότητες οι οποίες με τη σειρά τους δημιουργούν καινούργιες μορφές γραμματισμού, καθώς και ποικίλες αλλαγές στις αναγνωστικές συμπεριφορές του ανθρώπου. Τα Νέα Μέσα έχουν αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο αλληλεπιδρούμε, αλλά όπως κάθε αλλαγή, έτσι και αυτή δεν γίνεται χωρίς κανένα απολύτως πρόβλημα.

«Γράφω, γράφεις, γράφει, γράφουμε, γράφετε, διαβάζουν» ακατάπαυστα και παντού. Στον ύπνο και στον ξύπνιο μας. SMS στο κινητό και σχόλια στα social media.  Και σίγουρα η ταχύτητα που επιβάλλει, καθιστά “αρετή” την προχειρολογία αλλά συχνά και την ανορθογραφία. Ψιλά γράμματα θα πεις. ΟΚ! σημασία έχει η ευκολία και η ταχύτητα της επικοινωνίας.


Οι απόψεις κι εδώ διίστανται. Από καχυποψία μέχρι ελπίδα. Από φόβο για το μέλλον της γλώσσας μέχρι πίστη στις καινοτομίες που φέρνει το νέο μέσο.

Από τη μία, συναντάμε τους τεχνοφοβικούς που βλέπουν παρακμή της γλώσσας, ανεπίτρεπτες ανορθογραφίες, γλωσσική πενία, εκτεταμένη χρήση της αργκό, «σκελετοποίηση» της γλώσσας με τον εξοβελισμό των φωνηέντων λόγω ανάγκης εξοικονόμησης χώρου.

Αν τα greeklish ήταν, για πολλούς, η «παιδική αρρώστια» της νέας εποχής, οι ανορθογραφίες, οι βαρβαρισμοί και οι σολοικισμοί της γλώσσας αποτελούν εξαπλούμενη λοιμική που προσβάλλει αυτούς που έχουν ήδη εγνωσμένες αδυναμίες στη γραπτή έκφραση, ανθρώπους όλων των ηλικιών, των ιδιοτήτων και των ενασχολήσεων.

Τα Νέα Μέσα δεν είναι αυτά που δημιουργούν το πρόβλημα, απλώς μαζί με τη δημοκρατικοποίηση της πληροφορίας, «δημοσιοποιούν» και την ελλιπή γνώση της γλώσσας (και της ορθογραφίας των λέξεων), μέσω της άμεσης διάχυσης των γραπτών μηνυμάτων. Στην π.ψ.ε. (προ-ψηφιακή εποχή) η τήρηση των ορθογραφικών κανόνων και μάλιστα σε δημόσια έγγραφα περιποιούσε μέγιστη τιμή στον γράφοντα και απέδιδε σεβασμό στον παραλήπτη του κειμένου.

Ο αντίλογος έρχεται από τους «ΑΠΟ-ενοχοποιηθείτε». Και μάλιστα δριμύς. «Η γλώσσα» λένε «δεν είναι μαθηματικά». «Σε δουλειά να βρισκόμαστε… σχολαστικισμός και μιζέρια» θα πουν. Σημασία έχει να γράφουμε και όχι πώς το γράφουμε. Άλλωστε το texting συνιστά έναν κώδικα εργαλειακής χρήσης της γλώσσας και φατικής λειτουργίας της γλώσσας τόσο στην διαπροσωπική επικοινωνία όσο και στη δημόσια σφαίρα. Συντροφιά, αμεσότητα, κουβεντούλα. Μια ανάγκη hic et nunc επικοινωνίας. Όπως συνέβαινε παλαιότερα με τα τηλεγραφήματα που «καταβρόχθιζαν» τις προθέσεις και τα άρθρα. Εδώ μιλάμε για μια νέα συμμετοχική διαδικασία! Στην ορθογραφία και στους κανόνες θα κολλήσουμε;


Το texting έχει το δικό του «πρωτόκολλο»: λεξιλόγιο, κώδικες και συντομογραφίες, νεολογισμούς, νέα «ορθογραφία». Με τρία ή τέσσερα γράμματα και αριθμούς ψηφίζεις για κάποιο γεγονός, χωρίς πολλή σκέψη και πολυλογίες. Μόνο κωδικοί χρειάζονται που δηλώνουν άποψη και προτίμηση. Η σκέψη είναι περιττή πολυτέλεια. Εδώ βέβαια ελλοχεύει ο εξής κίνδυνος: η νομιμοποίηση της προχειρογραφίας (και ανορθογραφίας) να γενικευτεί σε όλα τα περιβάλλοντα γραπτής επικοινωνίας.

Δεν χρειάζεται να είμαστε ούτε οπτιμιστές ούτε πεσιμιστές. Η γραπτή επικοινωνία των sms επιβάλλει το δικό της ύφος ανάλογα με τις προθέσεις του πομπού. Ωστόσο, δεν αποκλείεται ακόμα και οι πιο εξοικειωμένοι με το texting να υποπέσουν σε σωρεία λαθών που καθιστούν δυσχερή την επικοινωνία με τον παραλήπτη του μηνύματος. Γι’ αυτό καλό είναι να τηρούμε έναν κώδικα δεοντολογίας: Μην κάνουμε κατάχρηση γραπτών μηνυμάτων, όταν φλερτάρουμε… Σ’ αυτή την περίπτωση τα πάσης φύσεως λάθη ξενερώνουν τον παραλήπτη. Αν δεν είμαστε σίγουροι για την ορθογραφία μιας λέξης, καταφεύγουμε σε  ένα ηλεκτρονικό λεξικό ή γράφουμε το μήνυμα πρώτα σε έναν κειμενογράφο.

Η γλώσσα μας (η κάθε γλώσσα), μαζί με την ορθογραφία της, τις λέξεις της, τη σύνταξη και τους κανόνες της, είναι πρωτίστως ζωντανός οργανισμός που δεν υπόκειται σε λογικές Outlet καταστημάτων.


Η σκόπιμη παρέκκλιση από τους κανόνες, τα λάθη πληκτρολόγησης, η συστηματική εγκατάλειψη του τονισμού, η απουσία στίξης, η κατάργηση της αποστρόφου και πολλά άλλα δηλώνουν όχι απελευθέρωση από δεσμεύσεις, αλλά πλήρη υποταγή στη νοοτροπία του εφήμερου, του επιφανειακού, του ανάλαφρου.

Η τυπωμένη λέξη δεν είναι μόνο σημαίνον και σημαινόμενο. Είναι εικόνα και αισθητική. Πολυσήμαντη ανθρώπινη λειτουργία και όχι απλό παραγωγικό εργαλείο. Κι όπως έλεγε και ο Χρόνης Μίσσιος (που πολλά γράμματα ουδέποτε έμαθε), «κάθε περιορισμός στη γλώσσα σημαίνει περιορισμός στη σκέψη, στη φαντασία, στο συναίσθημα, στην παρόρμηση».

Η αισθητική δεν αφορά μονάχα τις λέξεις αλλά τη βαθύτερη σχέση με τον ίδιο μας τον εαυτό και τον τόπο γύρω μας. Είναι ολέθριο να εθίζεται κανείς στις ανορθογραφίες. «Με ταράζουν» έλεγε ο Ελύτης. «Νιώθω σαν ν’ ανακατώνονται τα γράμματα στο ίδιο μου το επώνυμο, να μην ξέρω ποιος είμαι, να μην ανήκω πουθενά».

O Δημήτρης Χριστόπουλος είναι καθηγητής δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και συγγραφέας.