Οι ευρωεκλογές ήταν παραδοσιακά οι εκλογές «πολυτελείας» (Κεντροδεξιά εναντίον Κεντροαριστεράς με τους Πράσινους στο ρόλο του μαιντανού), η χαλαρή περιοδική κατοχύρωση μιας ωραίας, αλλά ασφαλώς απόμακρης ιδέας (της ενωμένης Ευρώπης). Οι καιροί είναι χαλεποί όμως και οι φετινές εκλογές μοιάζουν με ρέκβιεμ όχι μόνο για τη νομισματική αλλά και για την πολιτισμική ενοποίηση της Γηραιάς (και εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσης) Ηπείρου. Οι ευρωεκλογές της Κυριακής δικαίως έχουν χαρακτηριστεί εκλογές αμφισβήτησης, διαμαρτυρίας, ανατροπής, τιμωρίας.
Δικαιολογημένο εν μέρει το μένος των Ευρωπαίων ψηφοφόρων, ειδικά στο Νότο και ειδικότερα στη χώρα μας, όχι μόνο για τη βάναυση περικοπή εισοδημάτων και την ανεργία αλλά και για το δυσανάλογο βάρος ευθύνης όσον αφορά στη διαχείριση του τεράστιου θέματος της εισόδου μεταναστών χωρίς άδεια (στα δικά μας νερά πνίγονται εξάλλου). Συνδυασμός δυσβάσταχτος όπως και αν το δει κανείς: Εσένα βορειοευρωπαίε ποια είναι η δικαιολογία όταν ψηφίζεις φασίζοντες «ευρωσκεπτικιστές» και αντιδημοκράτες ημιπαράφρονες εθνικιστές; Δεν είμαστε μόνο εμείς φυσικά που μας ξέφυγε το αφιονισμένο ψυχάκι που κρατούσαμε κλεισμένο στη σοφίτα και τώρα τρέχουμε και δεν φτάνουμε.
Είναι προφανώς πολύ δύσκολο να υποστηρίξεις την «πολιτική τάξη» και τις ανεξέλεγκτες κερδοσκοπικές ελίτ αλλά και οι «αντι – ευρωπαϊστές» απ΄όλο το πολιτικό φάσμα κι από όλες τις χώρες, προκαλούν βαθιά θλίψη (όταν τελειώσει η πλάκα) με τις ακραία εσωστρεφείς και συχνά ακραία αυταρχικές θέσεις τους. Δύσκολα θα ξαναδούμε την καθολική σχεδόν επικράτηση των ευρωβουλευτών που στελεχώνουν το Λαϊκό και το Σοσιαλιστικό κόμμα στο ευρωκοινοβούλιο. Οι δύο παραδοσιακοί σχηματισμοί θα βρεθούν από τη Δευτέρα σε θέση άμυνας, που θα τους εξαναγκάσει στο μέλλον να συμμαχήσουν για να περάσουν συγκεκριμένους νόμους και για να μη φρενάρει η διαδικασία από το αντιευρωπαϊκό μπλόκο (το οποίο κάποιοι κατονομάζουν αγγλιστί με τον όρο «wreckers», λέξη που μπορεί άνετα να αποδοθεί στα ελληνικά ως «μπάχαλα»), επιβεβαιώνοντας όμως αναπόφευκτα έτσι τις θεωρίες περί κατεστημένου, διευθυντήριου των Βρυξελλών κλπ.
Εκεί όμως που θα πέσει το γέλιο (πριν πέσει το κλάμα) θα είναι με τις ζυμώσεις και τη διερεύνηση συμμαχιών ανάμεσα στους ευρωβουλευτές που εκπροσωπούν ακροδεξιά / εθνικιστικά / ξενοφοβικά σχήματα. Αυτό που τους ενώνει (όχι ότι είναι αμελητέο) είναι το μίσος ενάντια στην Ε.Ε. και τους μετανάστες (όπως και ο πανταχού παρών σε τέτοιους χώρους αντισημιτισμός). Οι στόχοι τους όμως (και οι «εχθροί» τους) δεν είναι ακριβώς κοινοί. Ο Βρετανός Φάρατζ του UKIP και η Λεπέν ας πούμε, έχουν στοχοποιήσει κυρίως τους μετανάστες από την Ανατολική Ευρώπη, γεγονός που αποκλείει (μάλλον) κάθε σύμπραξη με ακροδεξιά σχήματα όπως το ουγγρικό Jobbik ή το βουλγαρικό Ataka (ωραία ονόματα που θυμίζουν video game «μαζικής εξολόθρευσης»). Σε θέση προνομιούχου παρατηρητή, ο Βλαντιμίρ Πούτιν (ξέρω, ξέρω, σε ευρύτατα κοινωνικά στρώματα της χώρας μας δεν θεωρείται και τόσο κακούλης) επιχαίρει πιθανότατα μ ‘όλο αυτό το μπάχαλο και δεν τον χαλάει όταν ενισχύεται η ατζέντα του από φερέλπιδες ηγέτες της «νέας Ευρώπης των λαών» σαν τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος από τη Μόσχα κατήγγειλε την Ε.Ε. ότι θέλει υποτελείς χώρες όπως η Ελλάδα και η Ουκρανία (!).
Το πιο δυσάρεστο δε, είναι ότι η τάση προς απομονωτισμό, εσωστρέφεια και οπισθοδρόμηση εμφανίζεται και στα αριστερά σχήματα, που αναγκάζονται να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα, επιστρατεύοντας όχι μόνο παλαιοκομμουνιστικούς δογματισμούς αλλά υιοθετώντας (είτε χύμα είτε στη ζούλα) όλο και πιο ξενοφοβική ρητορική.
Πέρα από την επιπολαιότητα ευκαιριακών και ανέξοδων σλόγκαν, όλοι οι άνθρωποι που δεν έχουν εγκαταλείψει την κοινή λογική προς χάριν ενός μισαλλόδοξου απομονωτισμού, συμφωνούν ότι η Ε.Ε. οφείλει να πλησιάσει το ταλαιπωρημένο εκλογικό σώμα για να γίνει η «Ευρώπη των λαών» πραγματικότητα. Πριν από λίγες μέρες, έγραφε ο Φρανσουά Σερζάν, αναπληρωτής διευθυντής της «αριστερής» Λιμπερασιόν: «Οι εκλογές για το κοινοβούλιο του Στρασβούργου θα σημαδευτούν από ένα έντονο αντιευρωπαϊκό λαϊκιστικό κύμα καθώς και από μαζική αποχή. Πρόκειται για ξεκάθαρη έκφραση της βαθιάς δυσπιστίας προς την Ε.Ε., αυτόν τον μυθικό Λεβιάθαν, που έχει γίνει αντικείμενο μιας διάχυτης παράνοιας. Αυτά τα εθνικιστικά / λαϊκιστικά κινήματα πρέπει να παταχθούν με κάθε μέσο. Το μίσος που εκπέμπουν δεν έχει στόχο μόνο τους “ξένους”. Απορρίπτουν συλλήβδην την έννοια της αλληλεγγύης όχι μόνο ανάμεσα στα κράτη – μέλη της Ε.Ε., αλλά και σε εθνικό επίπεδο. Όσο όμως σαθρά και αν είναι τα επιχειρήματά τους, η Ευρώπη και οι Βρυξέλλες – από τους κομισιονάριους ως τους εκπροσώπους του Τύπου- δεν μπορούν πλέον να αρκούνται στην αλλαζονική απόρριψη αυτού του κύματος διαμαρτυρίας. Και οι πολιτικοί που χρησιμοποιούν τις Βρυξέλλες ως αποδιοπομπαίο τράγο οφείλουν να αναρωτηθούν σοβαρά γιατί η Ευρώπη -η οποία πλέον συνδέεται συνειρμικά με την ανεργία και τη λιτότητα- είναι τόσο αντιδημοφιλής. Είναι καιρός για την Ευρώπη να επανεφεύρει τον εαυτό της ως Ευρώπη των λαών: δημοκρατική και κοντά στους πολίτες της…».
Ο χαρακτηρισμός «Λεβιάθαν» μοιάζει κολακευτικός. Η Ε.Ε. στα μάτια πολλών Ευρωπαίων ψηφοφόρων μοιάζει με απελευθερωμένο Γκοτζίλα, ένα τερατούργημα του εργαστηρίου κυνικών γραφειοκρατών που εδρεύει στις Βρυξέλλες και χειραγωγείται από το Βερολίνο. Στην αντίπερα όχθη, η αντιευρωπαιϊκή ρητορεία θυμίζει σκηνή ταινίας με τους χωρικούς να οδεύουν με πυρσούς και τρίαινες προς το πύργο που κατοικεί το Τέρας. Με όλα αυτά, φαίνεται να περνά στη λήθη η άξια ιδέα της Ευρώπης του κράτους πρόνοιας, της ανοχής και του απόλυτου σεβασμού των ατομικών ελευθεριών. Το πιο δυσάρεστο δε, είναι ότι η τάση προς απομονωτισμό, εσωστρέφεια και οπισθοδρόμηση εμφανίζεται και στα αριστερά σχήματα, που αναγκάζονται να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα, επιστρατεύοντας όχι μόνο παλαιοκομμουνιστικούς δογματισμούς αλλά υιοθετώντας (είτε χύμα είτε στη ζούλα) όλο και πιο ξενοφοβική ρητορική. Το θέμα τελικά δεν είναι πόσες έδρες θα πάρουν στη νέα Ευρωβουλή οι απανταχού «εθνικοτρελάρες», αλλά ότι ελέγχουν πλέον την ευρωπαϊκή ατζέντα.