Τώρα μόλις πέρασε μπροστά από το μαγαζί μία απαστράπτουσα πράσινη Φεράρι τελευταίας τεχνολογίας, ο κινητήρας μούγκριζε ονειρεμένα σαν νηστικός αλλά παντοδύναμος πάνθηρας, οι καμπύλες της ήταν σαν τα κορίτσια στους πίνακες του Αμεντέο Μοντιλιάνι, το αλογάκι στο καπό ήταν ένα μικρό έργο τέχνης, το στερεοφωνικό έπαιζε πολύ δυνατά κάτι άσματα απευθείας από τα βάθη του πονεμένου και αλύτρωτου ελληνισμού του Πόντου, από αυτά που δεν καταλαβαίνεις λέξη, αλλά νιώθεις υπερήφανος για τους άγριους και δυνατούς αγώνες των προγόνων σου και των προγόνων τους, κι ας είσαι από την Σαντορίνη ή το Μέτσοβο. Σκέφτηκα ότι οι υπόλοιποι Φεραριστές του την πούλησαν πράσινη για να γελάνε με τον Πόντιο στις μυστικές μαζώξεις τους ,εκεί που μαζεύονται και τρέχουν με 800 χιλιόμετρα μέχρι να τελειώσει η βενζίνη, αλλά ξαφνικά πέρασε μια μαύρη Λαμποργκίνι με την Γωγώ Τσαμπά στην διαπασών και αποφάσισα να σβήσω όλα τα MP3 των Pink Floyd από το λάπτοπ γιατί κάποιο περίεργο μέρος του μυαλού μου τα συνέδεσε με το γεγονός ότι κυκλοφορώ με ένα παλιό Βιτάρα χωρίς δεξιά πόρτα και με τέσσερα παλιά τρακαρίσματα.