Zeffyri-2

Σε ένα ελεύθερο και λαχθαριστόν Σεφφύρι. Οι αρχούθθες ήρθαν, και μασσί τους όλοι είναι ξύπνιοι και ανήσυχοι. Σιχχανά αρχίσσουν τις φόλτες. Πέρα στο πισσαρίο κοιτάνε με θρησχευτική προσήλωση τα φρέδδο και τα δόναςς και τα αφράτα φινιρλί. Περνούν από την ταφφέρνα «Παρλαπάς» και δεν σταματάνε ούτε για λίγο και συνεχίσσουν προς την ήσυχη λίμνη και δίπλα στην βαθθιά αλλάζουν πορεία προς το φεσσινάδικο και ακόμα πιο πέρα και πλησιάζουν τι φθέρες και το χασσόν όπου και διαλοχχίζονται κάτω από τα ομιχλώθθη σύνεφφα. Οι περαστικοί τις ακολουθούν και σκέφτονται πώς θα ήταν ο χόσμος τους χωρίς αρχούθθες, χωρίς πισσαρίο, χωρίς φθέρρες. Χωρίς Σεφφύρι και χωρίς την Ρούσσα. Και με ένα άλλο κασσίνο, και χωρίς αρχηχείο, με ένα άδειο χθίριο διοιχύσσης, και για στιχχμές μόνον φαίνεται ο ήλιος, και έτσι ντροπαλός που είναι σήμερα γινότται όλα πιο δδροπαλά. Και έτσι λαμπρός όπως πάντα είναι, γινόμεθα και εμείς λαμπροί, αλλά στο τέλος της ημέρας είμαστε ίδιοι : εμείς, οι αρχούθθες, ο «Παρλαπάς», περαστικοί, και το χασσόν και ο ήλιος. Και το Σεφφύρι είναι κάπως αλλαγμένο αλλά  πάδδα θα είναι ένα Σεφφύρι.