Τον γνώρισα σε ένα δείπνο με εκλεκτούς φίλους στα μέσα του Γενάρη του 2016. Ανάμεσα σε καλλιτεχνικές φιγούρες όπως αυτές της Λιζέτας Νικολάου, της Ανθής, του Μωυσή Ασέρ, του Σπύρου Θεοδόση και του Μιχάλη Μητρούση, ο Σπύρος Μπιμπίλας , μικροκαμωμένος και αναπάντεχα νεανικός, έκλεβε τις εντυπώσεις και ήταν η ψυχή της παρέας. Πετούσε από τραπέζι σε τραπέζι και από θέμα σε θέμα, τσούγκριζε το ποτήρι του και γελούσε με την καρδιά του.

Λίγες μέρες μετά, βρίσκομαι σε ένα αθηναϊκό σαράι, λίγα λεπτά από το Μετρό του Αγίου Ιωάννη, για να κουβεντιάσω μαζί του περί όσων θα προλάβαινε να μοιραστεί, δεδομένου του ελάχιστου ελεύθερου χρόνου του. Όσο βράζει ένα αρωματικό τσάι βοτάνων, ακούγονται ο παπαγάλος και τα love birds που γεμίζουν ήχους το μπαλκόνι του. 

Ο Σπύρος Μπιμπίλας δεν έχει προφτάσει να ξεστολίσει το χριστουγεννιάτικο δέντρο, ενώ, δεν είναι λίγες οι φορές που το βαστά όλο το χρόνο με αλλαγές διακόσμησης από αγιοβασιλιάτικης σε αποκριάτικη κι έπειτα σε πασχαλινή. Καμία παραφωνία, όμως: ο χώρος μπαρόκ και γεμάτος χρυσόσκονες, διακοσμητικά, λούτρινες καρδούλες και κάδρα.

Ο διάδρομος έξω από την εξώπορτά του είναι σχεδόν συγκινητικός: φωτογραφίες από τον Σπύρο Μπιμπίλα μωρό κι έπειτα νεαρό καλλιτέχνη και ύστερα αναγνωρίσιμο ηθοποιό. Ο ίδιος, πρόθυμος να διηγηθεί την ιστορία πίσω από κάθε στιγμιότυπο, δεν πρέπει να έχει χάσει σταλιά από το νεανικό του ενθουσιασμό. 

Για πολλούς, ο Σπύρος Μπιμπίλας είναι ένας εξαντρίκ καλλιτέχνης ο οποίος παίζει κυρίως σε κωμωδίες και φλερτάρει με το cult. Γι’ αυτούς που ξέρουν, όμως, ο Σπύρος Μπιμπίλας είναι ένας εξαιρετικός ηθοποιός, με πολυετή και συνεπέστατη παρουσία στο θέατρο, το σινεμά και την τηλεόραση, αλλά και ένας ενεργός πολίτης που αγωνίζεται για τα δικαιώματά του και δεν ξεχνά τη σημασία της ανθρωπιάς.

10.

Αυτή την περίοδο, εκτός του ότι κάνει πρόβες για την παράσταση «Άννα Καρένινα» που θα παίζεται από 3 Μάρτη στο Εθνικό κάνει, όπως πάντα άλλωστε, ένα σωρό άλλα πράγματα: δουλεύει για την ταινία «Έξοδος», διδάσκει θέατρο στην Αθηναϊκή Σκηνή και το ΙΕΚ ΑΚΜΗ, και προετοιμάζει τον βραβευμένο μονόλογο «Το παγκάκι», ο οποίος έχει κάνει ήδη αίσθηση, για παρουσίαση στο φεστιβάλ -αντρικών φέτος- μονολόγων του Θεάτρου Τζένη Καρέζη. Το πιο ξεχωριστό, όμως, είναι πως, εδώ και καιρό, γράφει ένα μυθιστόρημα κατά βάση αυτοβιογραφικό που θα κυκλοφορήσει σύντομα από τις εκδόσεις Άγκυρα. Μου αποκαλύπτει πως αγαπά το γράψιμο, γενικώς, κυρίως ποίηση και πεζό, όχι θεατρικό κείμενο. Έχει αποπειραθεί, πάντως, να μεταφράσει και την Αντιγόνη του Σοφοκλή.

«Ένα αγόρι γεννιέται στον Πειραιά, σε ένα περιβάλλον μεσοαστικό και βαθιά συντηρητικό. Βλέπει όμως όλα αυτά που συμβαίνουν στην κοινωνία και βρίσκεται στην απέναντι όχθη. Μπαίνει σ’ ένα ρεύμα αριστερό και τοποθετείται πιο… αναρχικά απέναντι στην ζωή. Εγκαταλείπει ακόμα και τη θρησκεία. Και τραβάει το δρόμο του. Αυτό το αγόρι είμαι εγώ. Ξεκίνησα να γράφω μια ιστορία που είναι, στην ουσία, η δική μου ιστορία. Ήμουν ένα παράξενο παιδί. Μου άρεσε πολύ η δουλειά και η δράση, από 15 χρονών δούλευα, όπως επίσης και τα δυο μου αδέλφια. Μικρός, σχεδίαζα ρούχα και μου τα έραβε μετά η μάνα μου. Μου άρεσε πολύ η μόδα και, βέβαια, η αρχαιολογία. Αν δεν είχα γίνει ηθοποιός, θα είχα ακολουθήσει κάτι από αυτά τα δυο. Ενώ προέρχομαι από μια οικογένεια που δεν είχε λεφτά, γιατί τα χάσανε όλα στον πόλεμο, εγώ λεφτά έκανα, και μάλιστα από τη μεγάλη μου αγάπη, την ηθοποιία. Χάρη στα χρήματα αυτά, γύρισα τον πλανήτη. Αυτό ήταν το όνειρό μου από παιδί: το θέατρο και τα ταξίδια. Οι άνθρωποι, ξέρεις, που πραγματοποιούν  τα παιδικά τους όνειρα είναι οι πιο ευτυχισμένοι.»

Κι αυτός ευτυχισμένος είναι. Φαίνεται. Ζητώ να μάθω πώς ξεκίνησε να χαράζει τον δρόμο του σε σχέση με το θέατρο και είμαι βέβαιη πως έχει χρειαστεί να απαντήσει στην ίδια ερώτηση πολλές φορές. Πόσοι, όμως, είναι αυτοί που το γνωρίζουν στ’ αλήθεια; Το ενδιαφέρον των media ευρείας κατανάλωσης-βλέπε τηλεόραση- για τον Σπύρο Μπιμπίλα μοιάζει να έχει εξαντληθεί σε όλα τα υπόλοιπα εκτός από τη τέχνη του. Μια αυθόρμητη στιγμή γλεντιού σε ένα οριεντάλ μαγαζί στο Μπουρνάζι, πριν χρόνια, έκανε πλούσιο τον ιδιοκτήτη του που πούλησε σε όλα τα κανάλια ένα βίντεο με τον ηθοποιό να χορεύει ενδεδυμένος χανουμάκι. Ο Μπιμπίλας όμως είχε κάνει κάτι αντίστοιχο  χρόνια νωρίτερα μετά από επιταγή του ίδιου του Μάνου Χατζιδάκι.

8.

«Σαν παιδί μεγαλωμένο την δεκαετία του ’60, ο κινηματογράφος με μάγευε. Κάθε Σαββατοκύριακο μας πήγαινε ο μπαμπάς μας στο Πασαλιμάνι, εκεί όπου όλα τα σινεμά ήταν παρατεταγμένα στη σειρά. Εγώ ήθελα να φύγω από την θέση μου και να μπω μέσα στην οθόνη. Ποτέ δεν μπορούσα να φανταστώ ότι μετά από τόσα χρόνια, οι άνθρωποι που θαύμαζα θα γινόντουσαν η οικογένειά μου, οι φίλοι μου. Ο Κώστας Βουτσάς, η Μάρθα Καραγιάννη, η Ζωή Λάσκαρη, η Σαπφώ Νοταρά, ο Θανάσης Βέγγος… Από μικρός έλεγα πως θέλω να γίνω σαν τον Βέγγο, που είναι για μένα από τους κορυφαίους ηθοποιούς που έχουν περάσει. Ένας τραγικός ηθοποιός, που έβγαζε το δράμα του μέσα από την κωμωδία και την φάρσα. Τους ρόλους κι εγώ τους προσεγγίζω τραγικά, κατά βάση. Άλλωστε, ξεκίνησα την πορεία μου με δραματικά έργα. Είχαμε δημιουργήσει οι απόφοιτοι της δραματικής σχολής του Πειραϊκού Συνδέσμου θεατρική ομάδα, με το όνομα «Ασκητικό Θέατρο», μια από τις λίγες που υπήρχαν τότε, και δίναμε παραστάσεις κυρίως στον Πειραιά. Μια φορά τον χρόνο, μαζί και με τους καθηγητές μας. Θυμάμαι είχαμε παίξει όλοι μαζί, εγκαινιάζοντας το Πυθαγόρειο Θέατρο της  Σάμου. Κάποια στιγμή, παίξαμε τον Αγαμέμνονα του Αισχύλου, μόνο άνδρες ηθοποιοί. Εγώ έκανα την Κασσάνδρα. Όταν το είδαν οι τότε θεατράνθρωποι, ενθουσιάστηκαν κι εντυπωσιάστηκαν. Μας έδωσαν σημασία και, κυρίως, χρήματα, οπότε πήγαμε σε φεστιβάλ του εξωτερικού. Έγινε ένας ντόρος γύρω από αυτό! Αυτά συνέβησαν τέλη δεκαετίας ’70. Το 1981, ο Χατζιδάκις ετοίμαζε την θρυλική του Πορνογραφία, ένας σκηνοθέτης, ο Γιάννης ο Διαμαντόπουλος που με είχε προσέξει από τις παραστάσεις της ομάδας, μου είπε να πάω να με δει ο Χατζιδάκις, γιατί είχε φύγει από τον θίασο ο Γαρδέλης, ο οποίος θα υποδυόταν μία νεαρή γκέισα, μια πριγκίπισσα. Δεν πήγα στην οντισιόν, πήγα μερικές μέρες μετά κι όπως άνοιξα την πόρτα, ο Χατζιδάκης που στεκόταν απέναντί μου, χωρίς να με αφήσει να μιλήσω, είπε: Να η γκέισα! Του έκανα ταμάμ. Έκανα την κόρη της Σαπφούς Νοταρά, η οποία υποδυόταν τον πατέρα μου, τον αυτοκράτορα. Φοβερές αναμνήσεις. Ο Χατζιδάκις είχε ένα πνεύμα ανοιχτό, νεανικό και στάθηκε για μένα οδηγός. Χάρη στη συμμετοχή μου στην Πορνογραφία, με είδαν πολλοί άνθρωποι και γρήγορα μεταπήδησα από το θέατρο των ομάδων, στο θέατρο το επαγγελματικό, το εμπορικό. Πάντα, όμως, δούλευα και στα θέατρα των ομάδων και το συνεχίζω ακόμα.»

Ο Μπιμπίλας, όμως, παράλληλα με όλα αυτά, ολοκλήρωνε και τις σπουδές του στη Νομική. Μάλιστα, άσκησε για κάποιο διάστημα το επάγγελμα, το οποίο νικήθηκε ολοσχερώς από τον έρωτά του για την υποκριτική.

«Από τη δικηγορία αποχώρησα-πώς αλλιώς;- επεισοδιακά. Πάνω στη γραφομηχανή, στην οποία έγραφα τις δικογραφίες, άφησα μια μέρα επίτηδες εννοείται ένα διήγημα που, με λίγα λόγια, περιέγραφε τον εαυτό μου να αυτοκτονεί και να πέφτει από τον έβδομο όροφο, αγκαλιά με νομικά συγγράμματα. Ο ξάδερφός μου, που ήταν κι αυτός στο γραφείο, τη διαβάζει και τα λέει όλα στη μάνα μου. Δεν με άφησαν να πάω ξανά, νόμιζαν θα αυτοκτονήσω στ’ αλήθεια! Ευτυχώς , όμως, που τελείωσα τα νομικά και, ακόμα και αν δεν τα άσκησα παρά για σύντομο χρονικό διάστημα, με έχουν βοηθήσει στη ζωή μου. Είμαι ο καλύτερος μάρτυρας στα δικαστήρια, σε υποθέσεις συναδέλφων και φίλων! Ποτέ δεν έχω ψευδομαρτυρήσει και αυτό είναι που παίζει ρόλο, τελικά. Η ειλικρίνεια και η απλότητα.»

Ο Σπύρος Μπιμπίλας προέρχεται από οικογένεια κάτοχο γραφείου κηδειών. Στα κάδρα οι γονείς του πατέρα και οι γονείς της μητέρας του.

Ο Σπύρος Μπιμπίλας προέρχεται από οικογένεια κάτοχο γραφείου κηδειών. Στα κάδρα οι γονείς του πατέρα και οι γονείς της μητέρας του.

Έτσι είναι ο Σπύρος Μπιμπίλας, και το παραδέχεται και ο ίδιος: Ειλικρινής, καλός σε σημείο βλακείας καμιά φορά, ήρεμος, χωρίς φόβο. Αν δει κανείς μες στα τεράστια γαλάζια μάτια του, πείθεται αμέσως για όλα αυτά. Είναι γεγονός πως τον συμπαθείς από την πρώτη στιγμή και αυτή η πρώτη εντύπωση μοιάζει να διαρκεί.

«Νομίζω πως είναι και η αίσθηση του χιούμορ και η ντομπροσύνη σημαντικές αρετές. Ίσως είναι αυτά μου τα στοιχεία που με κάνουν αγαπητό στους ανθρώπους. Με σταματάνε και μου λένε πως τους αρέσει όπως τα λέω κι ας μη συμφωνούνε μαζί μου. Από μικρός σκεφτόμουν πολύ για την κοινωνική δικαιοσύνη, για ιδέες όπως η ισότητα και η δικαιοσύνη. Για παράδειγμα, δε δέχομαι να υπάρχει ένα σημείο πάνω στη γη, όπου να απαγορεύεται η είσοδος στον μισό πληθυσμό της! Μέχρι να αρθεί αυτή η απαγόρευση, εγώ δεν πάω Άγιο Όρος. Όπως, επίσης, δεν πάω Γερμανία και Τουρκία και θα πήγαινα μόνο αν με πληρώνανε, γιατί αυτά τα  έθνη δεν έχουν ζητήσει συγγνώμη για το κακό που έχουν κάνει στην ανθρωπότητα και, βέβαια, στην Ελλάδα. Δεν είμαι στην πραγματικότητα, αλλά αισθάνομαι Μικρασιάτης. Αν βρεθώ ειδικά στα παράλια της Μικράς Ασίας, νομίζω ότι θα ακούσω ανθρώπινες κραυγές. Tα αγαπημένα μου ταξίδια είναι αυτά που έχω κάνει στη Σκανδιναβία. Θεωρώ τον τρόπο ζωής των ανθρώπων εκεί υποδειγματικό. Ένας υπέροχος συνδυασμός σοσιαλισμού, δημοκρατίας και καθαριότητας. Είχα την τύχη να ταξιδέψω σε πλούσια και σε φτωχά μέρη. Εννοώ ακραία πλούσια και ακραία φτωχά. Στην Κεντρική Αφρική ο κόσμος πεθαίνει από την πείνα. Εκεί πέρα επιβεβαιώθηκα πως Θεός δεν υπάρχει. Δεν μπορεί να υπάρχει και να ζει έτσι η μισή γη! Δικοί μου θεοί είναι η αγάπη και η αλληλεγγύη, αυτές μπορούν στ’ αλήθεια να μας σώσουν.»

Και ο Σπύρος Μπιμπίλας έχει αρχαιοελληνικό προφίλ. Μικρό παράπονό του, πως δε γυρίστηκε ποτέ μια ταινία όπου θα ενσάρκωνε τον Μέγα Αλέξανδρο.

Και ο Σπύρος Μπιμπίλας έχει αρχαιοελληνικό προφίλ. Μικρό παράπονό του, πως δε γυρίστηκε ποτέ μια ταινία όπου θα ενσάρκωνε τον Μέγα Αλέξανδρο.

Μιλά γρήγορα, το μυαλό του τρέχει πυρετωδώς μέσα στις λέξεις. Έχει συναισθήματα και φαίνεται. Η πιάτσα ξέρει και λέει πως ο Σπύρος δεν έχει σταθεί σε λίγους ηθικά και οικονομικά, και δεν μιλάμε μόνο για συναδέλφους του ηθοποιούς.

«Δεν ήθελα να θηκιάζω λεφτά, για ποιο λόγο; Έβγαζα όσα έβγαζα-κάποτε οι ηθοποιοί πληρωνόμασταν καλά- και ήμουν οργανωμένος, δεν ξόδευα αλόγιστα. Όπου μπορούσα, έδινα κι αυτό για μένα ήταν πιο σημαντικό. Έχω πληρώσει δυο εγγυήσεις δανείων κι έχω δανείσει ούτε κι εγώ ξέρω πού. Βέβαια, τα περισσότερα, δανεικά κι αγύριστα κι εξ ου βρέθηκα τώρα να χρωστάω 200.000 σε στεγαστικό δάνειο. Ευτυχώς, όμως, είμαι σε θέση να το πληρώνω. Το γεγονός ότι συνταξιοδοτούμαι σε λίγο καιρό, με γεμίζει ευτυχία, γιατί μπορώ να κοιτάξω πίσω σε όμορφα χρόνια δουλειάς, την ίδια ώρα που νιώθω πως κάνω μια νέα αρχή. Τώρα, θα κάνω περισσότερα πράγματα. Πάντως, αστεία αστεία, δε νοείται με 15.000 ένσημα να πάρω ίδια χρήματα με κάποιον που έχει μαζέψει 6.000. Θεωρώ ότι πρόκειται περί κλοπής, γιατί εγώ αυτά τα χρήματα τα έχω πληρώσει στο κράτος. Μπορεί να ακούγεται λίγο κάπως, αλλά, ναι, μου κόβουν τα όνειρα. Τα όνειρα για ταξίδια σε μέρη που δεν έχω προλάβει, για πράγματα άλλα που σχεδιάζω… Αυτός ο συλλογισμός που μόλις μοιράστηκα μαζί σας, είναι ακόμα ένα δείγμα του πόσο κομμουνιστής δεν είμαι, παρά τις αριστερές μου απόψεις. Γιατί δεν πιστεύω ότι είμαστε όλοι ίδιοι. Απλώς ότι πρέπει να έχουμε τις ίδιες ευκαιρίες και κάποια βασικά αγαθά.»

Ο Σπύρος Μπιμπίλας ξέρει πως ζει σε μια ζόρικη χώρα και έχει επίγνωση της πραγματικότητας, απέναντι στην οποία, όμως, δε στέκεται με τα χέρια σταυρωμένα και καρτερικός. Εκτός από ηθοποιός, είναι και ταμίας του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών εδώ και δέκα χρόνια, αλλά και Πρόεδρος του Ταμείου Αλληλοβοήθειας Ηθοποιών.(Χώρια οι ιδιότητές του ως μέλους του στον Οργανισμό Εταιρικών Θιάσων, στον Οργανισμό Διόνυσο, που ασχολείται με τα συγγενικά δικαιώματα από τις τηλεοπτικές επαναλήψεις, στο Σπίτι του Ηθοποιού και στον Οργανισμό Σκηνοθετών «Αθηνά»)

9.

«Λεφτά δεν υπάρχουν. Κι έχω ενοχληθεί από τις καταστάσεις που βιώνουμε. Και με το Σωματείο τα βγάζουμε πέρα δύσκολα, δεν παίρνουμε πλέον επιδόματα και τέτοια. Προσπαθώ να σκέφτομαι δημιουργικά και μέσω χορηγιών να έρχονται μερικά χρήματα για να μπορούν να συνεχίζουν μερικά πράγματα, που άλλοτε θεωρούσαμε απλά, όπως την ενοικίαση κοστουμιών ας πούμε από βεστιάρια. Όλα σε αυτή τη χώρα είναι δύσκολα-πολλώ δε μάλλον η Τέχνη! Πατρίδα μου, όμως,  είναι η Ελλάδα, δεν το κουνάω ρούπι από εδώ πέρα. Θεωρώ πως έτσι θα έρθει η καταστροφή: αν αρχίσουμε να φεύγουμε. Βέβαια, πιστεύω πως σε οι αυριανοί Έλληνες θα είναι αυτοί που τώρα έρχονται ως πρόσφυγες. Για κάποιο λόγο, δεν με ενοχλεί αυτό. Η Ελλάδα είναι οι ομορφιές της: έχω πάει παντού σχεδόν και αυτόν τον μαγικό συνδυασμό υγρού και ξηρού στοιχείου δεν το έχω βρει πουθενά. Οι θάλασσες, οι λίμνες, τα βουνά και τα χωριά μας …το κάτι άλλο. Τα αστικά μας κέντρα, μονάχα, πάσχουν και γι’ αυτό φταίει κυρίως η κυβέρνηση Καραμανλή.»

Ο ίδιος, υπήρξε τομεάρχης πολιτισμού του ΣΥΡΙΖΑ-προτού αποχωρήσει για ιδεολογικούς λόγους- και είναι εμφανές ότι διέπεται από ριζοσπαστικές απόψεις. Στο δείπνο όπου είχαμε γνωριστεί θυμάμαι πως διαφωνούσε ανοιχτά με τους συνδαιτημόνες μας, η πλειοψηφία των οποίων τασσόταν κατά της υιοθεσίας παιδιών από ομοφυλόφιλους και μου είχε κάνει εντύπωση η επιμονή του.

«Καλό το σύμφωνο συμβίωσης, αλλά είναι βασικό να ξεκαθαριστεί και το φλέγον ζήτημα της υιοθεσίας από μεριάς ομόφυλων ζευγαριών. Ως προς το ζήτημα της υιοθεσίας από τα gay ζευγάρια, είμαι απολύτως υπέρ. Οι περισσότεροι gay τεκνοποιούν-άμα είναι να τους πάρουν τα παιδιά. Δεν καταλαβαίνω γατί να μην μπορούν να υιοθετήσουν κιόλας!» 

Ο ίδιος δεν θεωρεί ότι η σεξουαλικότητά του έπαιξε ρόλο στην πορεία της καριέρας του. Άλλωστε, ποτέ δεν έχει προβάλει τις ερωτικές του επιλογές, ούτε έχει σκορπίσει δηλώσεις που ο ίδιος θεωρεί ανούσιες. Η αλήθεια, βέβαια, είναι πως έχει καθιερωθεί μέσα από gay περσόνες που έχει υποδυθεί ανεπανάληπτα, αλλά και μέσα από εκκεντρικές μεταμφιέσεις, με τη θρυλική του εμφάνιση στο Bravo της Κορομηλά ως Ρόζα Εσκενάζυ-να τα πάλι τα χανούμικα!- να ξεχωρίζει.

Οι γονείς του Σπύρου Μπιμπίλα. Ο πατέρας του έφυγε πολύ νέος.

Οι γονείς του Σπύρου Μπιμπίλα. Ο πατέρας του έφυγε πολύ νέος.

«Με αυτά και με αυτά, στη συνείδηση του Νεοέλληνα θεατή έχω καθιερωθεί ως ο gay-καρικατούρα του Κωνσταντίνου και Ελένης, μετά από τόσες πολλές επαναλήψεις. Για μερικά χρόνια με φωνάζανε και μάλιστα με καλά χρήματα να κάνω μικρούς και χαρακτηριστικούς gay ρόλους και κάπου κι εγώ το δεχόμουνα, γιατί με διασκέδαζε κιόλας η φάση. Αλλά, τώρα έχω βάλει στοπ σε αυτό. Όσο για τις μεταμφιέσεις μου σε γυναίκα νομίζω ότι είναι πολύ ξεχωριστές. Μια φορά έκατσα πλάι στο Νίκο Ρίζο ντυμένος με γυναικεία ρούχα, έκανα μια τραβεστί. Εσύ κοπέλα μου, πώς λέγεσαι; με ρωτά. Καλέ, ο Σπύρος είμαι, του λέω! Τρελά γέλια. Γενικά, μεταμορφώνομαι στους ρόλους μου και αυτό είναι μια διαδικασία που μου αρέσει. Επειδή μοιάζω πολύ με τη μάνα μου, είδε η γυναίκα κάποια στιγμή μια φωτογραφία μου που με έδειχνε ντυμένο και βαμμένο σα γυναίκα αι νόμισε πως ήταν αυτή και πάλευε να θυμηθεί πότε την είχε τραβήξει!»

Καθώς συζητάμε, στην τηλεόραση προβάλλεται το σήριαλ «Οι Ιερόσυλοι», που έχει να παιχθεί από το 1983. Τα τηλέφωνα χτυπούν και φίλοι του παίρνουν να μοιραστούν τον ενθουσιασμό τους.  Ο Σπύρος Μπιμπίλας, 60 χρονών πια, έχει παίξει σε πάνω από 100 σήριαλ και σε πάνω από 200 παραστάσεις. Έχει δώσει τη φωνή του σε αγαπημένους ήρωες μικρών και μεγάλων και, όπως δηλώνει, έχει τις περισσότερες ώρες μεταγλώττισης από όλους τους Έλληνες ηθοποιούς. Αυτό φαίνεται μέσω των απολαβών που δικαιούται με βάση τα πνευματικά δικαιώματα.

«Δεν μπορώ να διαλέξω τι προτιμώ: λατρεύω το θέατρο, την τηλεόραση, το σινεμά, την μεταγλώττιση, όλα το ίδιο. Παιδιά και νέοι μου λένε ότι έχουν μεγαλώσει με τη φωνή μου. Αμ, πώς; Αφού έχω κάνει Γκρινιάρη και Σκουντούφλη από τα Στρουμφάκια, Νιλς Χόλγκερσον, Κέρμιτ βάτραχο, Μπαγκς Μπάνι… Και βέβαια, στον Αλλαντίν έχω κάνει τον παπαγάλο Ιάγο και στον Βασιλιά των Λιονταριών τον Ζάζου. Όμως, λυπάμαι που έχουν χαθεί σημαντικές τηλεοπτικές δουλειές, όπως η Κάθοδος, ο Ζητιάνος, οι Πάνθεοι, οι Άθλιοι των Αθηνών, το Χάι Ροκ…  Γενικώς, τα κανάλια έχουν θάψει σοβαρές  ελληνικές σειρές, από τις πρώτες της ελληνικής τηλεόρασης, εξαιτίας ανθρώπων που δεν σκέφτονταν το μέλλον. Για λόγους οικονομίας-δηλαδή, έλεος- έχουν σβηστεί 15 χρόνια ελληνικής τηλεόρασης.»

Ο Σπύρος Μπιμπίλας, πάντως, δεν έχει κανένα συναίσθημα πικρίας απέναντι στη δουλειά του. Αισθάνεται εκπληρωμένος και τυχερός για όσα έχει πετύχει και έχει όρεξη να συνεχίσει ακόμα πιο σκληρά στο μέλλον.

«Μικροί και μεγάλου ρόλοι δεν με ένοιαξαν ποτέ. Τι κι αν δεν πρωταγωνίστησα ποτέ; Πάντα έκανα σωστά την δουλειά μου και αυτό είναι που μετράει, κι εγώ το πήρα εγκαίρως χαμπάρι. Άσε που σε τέτοια θέματα δεν μετράει πόσο καλός ηθοποιός είσαι. Μεγάλη διαπλοκή και δεν θα ήθελα να πω περισσότερα. Τώρα που είπαμε όμως για τον ηθοποιό τον καλό, αυτός λοιπόν είναι σαν κομπιούτερ. Το λέω και στους μαθητές μου: οι μηχανισμοί του συναισθήματος κάνουν τον ηθοποιό. Πού θα σιωπήσει και πού θα φωνάξει. Κυρίως, όμως, πόσο νιώθει τον ρόλο του και πόσο στα σοβαρά παίρνει αυτή τη δουλειά.  Η δουλειά μου, εμένα, είναι η ζωή μου και η ζωή μου είναι η δουλειά μου. Πρωτοχρονιές, γιορτές κι αργίες τις περνώ με συναδέλφους στα θέατρα, στα τραπέζια. Ποτέ δεν ένιωσα πως θυσιάζω κάτι για χάρη της δουλειάς. Ίσως τον ύπνο, αλλά σχεδόν από πάντα κοιμάμαι 4 ώρες ημερησίως και είμαι τυχερός που ο οργανισμός μου δεν μοιάζει να ζητά άλλη ξεκούραση. Τα πρωινά κολυμπώ στη θάλασσα, ύστερα η μέρα μου είναι γεμάτη πρόβες, συναντήσεις, παραστάσεις, γυρίσματα όταν υπάρχουν. Δεν μπορώ να μένω συχνά μέσα, μου αρέσει να βγαίνω! Φέτος είδα 120 παραστάσεις και συνεχίζω. Πολλές φορές εβδομαδιαίως πηγαίνω θέατρο, να βλέπω τους φίλους μου, αλλά και να παρακολουθώ τι ανεβαίνει, τι συμβαίνει. Και είμαι αισιόδοξος: γίνονται όμορφα πράγματα και θα γίνουν ακόμα ομορφότερα. Κάθε γενιά έχει τους δικούς της σπουδαίους και φωτεινούς. Δεν μου αρέσει αυτό που ακούω από συνομιλήκους μου ότι σαν τους παλιούς δεν έχει και τέτοια. Από τους νεότερους ηθοποιούς, έχω ξεχωρίσει τον Μακαλιά, τον θεωρώ σπουδαίο ταλέντο. Επίσης, ο Χρυσοστόμου και ο Πανταζάρας, νομίζω, ξεχωρίζουν. Είμαι περήφανος για πολλούς νέους καλλιτέχνες που δίνουν τον αγώνα τους με αξιοπρέπεια.»

6.

Όσο αισιόδοξος και αν είναι, ο Σπύρος Μπιμπίλας στέκεται σκεπτικός απέναντι σε φαινόμενα όπως αυτό με το… κατέβασμα του έργου «Ισορροπία του Nash» από την σκηνή του Εθνικού Θεάτρου. 

«Η Πηγή Δημητρακοπούλου ενέταξε στο έργο της αποσπάσματα  από το βιβλίο του Σάββα Ξηρού. Σιγά το πράγμα. Δεν είναι σοβαρό επιχείρημα ότι τα λεφτά των φορολογούμενων πολιτών πάνε στο Εθνικό. Εδώ από τους φόρους μας πληρώνεται η εκκλησία και η ΕΡΤ, το θέατρο μας πείραξε; Έχω την αίσθηση πως, αν συνεχίσουμε έτσι-μην ξεχνάμε και τα περιστατικά για το Corpus Cristi- θα ξεκινήσει μια εδραίωση επικίνδυνης και βλαβερής λογοκρισίας: αυτής που αφορά την τέχνη.»

Το τσάι κοντεύει να τελειώσει. Δεν με αφήνει να δω την περίφημη γκαρνταρόμπα του, γιατί τα έχει, λέει, ένα κουβάρι πάνω στο κρεβάτι.  Τι να κάνω που τον πέτυχα σε φάση τακτοποίησης της ντουλάπας του; Αλλάζει, όμως, στα γρήγορα σύνολο και ντύνεται φωτιά στα κόκκινα. Διαθέτει, σε κάθε κίνηση, τη στόφα του σταρ, αλλά δεν έχει ίχνος από τα συνήθη τουπέ τους. Χαμογελά στον φακό και απαντά πυρετωδώς στο κινητό του. Λίγο πριν φύγει για να πάει θέατρο, ανοίγουμε εν συντομία τα κεφάλαια του έρωτα και του θανάτου, που πάντοτε, με έναν τρόπο, σχετίζονται άμεσα με την Τέχνη και ειδικότερα με την τέχνη του Σπύρου Μπιμπίλα. 

«Έχω αγαπηθεί, έχω αγαπήσει… Και τώρα, αυτή την περίοδο υπάρχει ο έρωτας στη ζωή μου. Υδροχόος είμαι, ίσον πολύ, πολύ συναισθηματικός και εγκεφαλικός. Εξ ου και η εννιαετής αποχή από το σεξ που έκανα σε κάποια φάση της ζωής μου. Θέλω αυτή η πράξη να έχει ένα νόημα, ένα φορτίο.  Επίσης, δεν φοβάμαι τις αναμνήσεις μου. Σέβομαι τα όσα έχω ζήσει και αυτούς με τους οποίους τα μοιράστηκα, οπότε μπορεί να με δεις να κρατώ μέχρι και παλιές φωτογραφίες! Όσο για τον θάνατο… Θα ήθελα να πεθάνω όρθιος, σε ένα ταξίδι στη Χαβάη, που δεν έχω πάει ακόμα και θέλω πολύ. Έχω αφήσει παραγγελία να αποτεφρωθώ και μετά να δοθεί ένα μεγάλο πάρτυ, ένα φαγοπότι. Να θυμούνται απλώς ότι έφυγε ένα άνθρωπος που γελούσε και που αγαπούσε τη ζωή.»

Σπύρο Μπιμπίλα, είθε αυτή η παρτάρα να αργήσει πολύ, πάρα πολύ…

Info: Ο Σπύρος Μπιμπίλας συμμετέχει στην παράσταση «Άννα Καρένινα» του Εθνικού Θεάτρου. Η παράσταση θα ανέβει από τις 3 Μαρτίου (και έως τις 29 Μαΐου) στο Θέατρο Rex – Σκηνή «Μαρίκα Κοτοπούλη».