Έχετε αναρωτηθεί πώς θα ήταν να έρθουν να πάρουν τη γη σας και να σας διώξουν από το σπίτι σας; Φανταστείτε, λοιπόν, πώς νιώθουν δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι στην Αφρική. Η Rebeca Mabui, πρόεδρος της τοπικής Ένωσης παραγωγών της Μανίσα, βρέθηκε στις Βρυξέλλες την προηγούμενη εβδομάδα με αφορμή τη Συνάντηση Κορυφής Ευρωπαϊκής Ένωσης και Αφρικής. Λίγες μέρες αργότερα, ήρθε στην Αθήνα για την προβολή του ντοκιμαντέρ της Action Aid “Countries for sale?” που αφορά την αρπαγή γης από πολυεθνικές εταιρείες στη Μοζαμβίκη και μίλησε για το πρόβλημα στη χώρα της.
«Απ’ τη στιγμή που άρχισε η συζήτηση περί ανάπτυξης των αφρικανικών χωρών, οι αγρότες άρχισαν να υφίστανται τις επιπτώσεις της αρπαγής γης από τους επενδυτές. Με αυτές τις επενδύσεις πλουτίζει εν τέλει η κυβέρνηση, ενώ λειτουργούν εις βάρος του απλού κόσμου και των αγροτών».
Το εντυπωσιακό είναι πως υπάρχει μεν πολύ καλή νομοθεσία που προστατεύει τους μικρούς αγρότες, αλλά δεν εφαρμόζεται.
«Κατά την παράδοσή μας, η γη έχει κατανεμηθεί με βάση την οικογένεια, δηλαδή σε κάθε οικογένεια έχει δοθεί ένας κλήρος. Όταν, λοιπόν, έρχεσαι και εισβάλλεις σ’ αυτόν, καταπατάς τα βασικά δικαιώματα όλων των μελών της. Σύμφωνα με τον νόμο, έχουν ίδια δικαιώματα και ο μικροκαλλιεργητής που έχει τον μικρό του κλήρο και ο μεγάλος επενδυτής που θα αγοράσει, με βάση ένα συμβόλαιο, τις μεγάλες εκτάσεις. Επειδή, όμως, το κεντρικό κράτος στην ουσία τού δίνει το δικαίωμα, καταπατά και τη γη των αγροτών, ενώ κανονικά θα έπρεπε να έχει προηγηθεί διαβούλευση με την κοινότητα κατά πόσον τα μέλη της θέλουν να δώσουν και δικό τους κλήρο. Δεν γίνεται τίποτα τέτοιο. Η κεντρική κυβέρνηση, ενώ θα έπρεπε να επεξεργάζεται αυτό το θέμα μαζί με τις κοινότητες, δεν το κάνει. Ο κάθε μεγαλοεπενδυτής εμφανίζεται και καταπατά αυθαίρετα τη γη των μικροκαλλιεργητών».
Το πρόβλημα ξεκίνησε, περίπου το 2006-2007, με την εμφάνιση των ευρωπαϊκών πολυεθνικών εταιρειών που είχαν σκοπό την παραγωγή βιοκαυσίμων. Η Rebeca ξεκίνησε να ασχολείται με το κίνημα των αγροτών μια δεκαετία νωρίτερα και από το 2001 άρχισε να εκλέγεται ως αντιπρόσωπός τους. Έχει λάβει, μάλιστα, παραδικαστική συμβουλευτική για να γνωρίζουν και να μπορούν οι αγρότες να διεκδικούν τα δικαιώματά τους.
«Ξεκίνησα να αγωνίζομαι, γιατί πραγματικά θέλησα να ενισχύσω όσο μπορούσα τις οργανώσεις των αγροτών και να τους βοηθήσω να συνειδητοποιήσουν τι συμβαίνει, γιατί πρέπει να παλέψουν. Το 2008 στη Μανίσα τριάντα ασχολούμασταν με τη δράση, ενώ τώρα ξεπερνάμε τους πενήντα. Υπάρχει και μια δεύτερη οργάνωση πια, αποκλειστικά για γυναίκες, στις οποίες, επίσης, έγινε ανάλογη εκπαίδευση».
Όσο δύσκολο φαντάζει να είσαι γυναίκα στην Αφρική, είναι ακόμη περισσότερο να είσαι ακτιβίστρια που πολεμά τη διεφθαρμένη κυβέρνηση και τις πανίσχυρες πολυεθνικές. Η Rebeca έχει πολλάκις απειληθεί και κινδυνεύσει, αλλά δεν υπαναχώρησε ποτέ.
«Ήρθαν χαράματα στο σπίτι μου και χτυπούσαν για να με πάρουν. Εγώ είχα ήδη φύγει για να πάω στο κτήμα μου. Ήρθαν και με βρήκαν εκεί, με κατεδίωξαν, με συνέλαβαν και με πήγαν στον κυβερνήτη της περιοχής, ο οποίος με απείλησε. Με καταδίωξαν, γιατί ήξεραν ότι είχα τη δυνατότητα να κινητοποιήσω πολύ κόσμο για να σταματήσουμε τις πρακτικές τους. Με κατηγορούσαν ότι είμαι κατά της ανάπτυξης της περιοχής, προσπαθώντας να με ακυρώσουν για να μην γίνουν οι κινητοποιήσεις που θα ήταν υπέρ όλης της κοινότητας. Στην πορεία που θέλαμε να κάνουμε, μας εμπόδισε και η αστυνομία και ο στρατός. Τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα, αλλά συνεχίσαμε , δεν λυγίσαμε. Με τον αγώνα μας, όταν έρχονται και μας παίρνουν τη γη και μας βγάζουν από τα σπίτια μας για να μας εγκαταστήσουν αλλού, απαιτούμε να μας αποζημιώσουν με το δίκαιο αντίτιμο. Ορίζεται από τον νόμο ότι για να φύγουμε από τον κλήρο και το σπίτι μας, πρέπει να πάρουμε ένα ποσό ως αποζημίωση και αυτήν διεκδικούμε. Όταν έρχεται η κυβέρνηση και μου ζητάει να απομακρυνθώ για να κάνει κάποια έργα, έχω το δικαίωμα να ζητήσω αποζημίωση και δη, δίκαιη».
Δυστυχώς, πολλές φορές δεν δικαιώνονται και οι μετακινήσεις οξύνουν το υπάρχον πρόβλημα για τους κατοίκους.
«Μας διώχνουν από τους οικισμούς μας, για να τους ισοπεδώσουν και να τα κάνουν χωράφια. Μας υπόσχονται ότι θα μας μετακινήσουν σε έναν καινούργιο οικισμό για το καλό μας, καθώς εκεί θα έχουμε καλύτερα σπίτια και θα βοηθήσει την ανάπτυξή μας. Το θέμα είναι ότι μας διώχνουν απ’ τα σπίτια μας, που στο κάτω-κάτω είναι τα σπίτια μας, και μας πηγαίνουν να κατοικήσουμε σε μέρη με πρόχειρες κατασκευές που σε τρεις μήνες με μια βροχή αρχίζουν και χαλάνε.
Ουσιαστικά, μας κοροϊδεύουν. Η ζωή μας δυσκολεύει πάρα πολύ, γιατί δεν υπάρχουν βασικές δομές. Οι επενδυτές δεσμεύονται να χτίσουν το πολύ ένα δημοτικό, αλλά δεν υπάρχει γυμνάσιο. Σ’ αυτά τα μέρη δεν υπάρχει οδικό δίκτυο για να έχουμε πρόσβαση στην αντίστοιχη μικρή πόλη της περιοχής, άρα και σ’ ένα νοσοκομείο, αν χρειαστεί».
Η βασική πηγή εισοδήματος είναι οι καλλιέργειές τους, άρα, κατ’ αυτό τον τρόπο, χάνουν την αυτάρκειά τους. Το αίτημά τους είναι απλό.
«Παρακαλούμε την Ευρωπαϊκή Ένωση, από τη στιγμή που δίνει χρήματα για την ανάπτυξή μας, να ελέγχει πού πάνε, τι έργο γίνεται, αν αποδίδουν κυρίως για τον απλό κόσμο, για τους αγρότες και όχι να τα ιδιοποιείται μια κυβερνητική ελίτ. Όταν έρχονται οι επενδυτές, που υποτίθεται ότι αναλαμβάνουν κάποιες δεσμεύσεις απέναντί μας, να ελέγχεται ότι όντως υλοποιούνται.
Μας ανησυχεί το γεγονός ότι, ενώ παράγουμε τόσα προϊόντα, δεν επωφελούμαστε ως ντόπιος πληθυσμός. Η παραγωγή φεύγει αμέσως στο εξωτερικό. Θα σας δώσω μερικά παραδείγματα. Η ενέργεια, για την οποία καλλιεργούμε όλα αυτά τα βιοκαύσιμα για να έχετε εσείς την «καλή» ενέργεια, για εμάς είναι κακής ποιότητας και ακριβή. Καλλιεργούμε ζάχαρη, η οποία φεύγει από εμάς, πάει στη Νότιο Αφρική και μετά, μας την μεταπωλούν σε εξωφρενική τιμή.
Ο αγρότης, αφού κάνει τη συγκομιδή του, θα πουλήσει το μεγαλύτερο μέρος, αλλά θα κρατήσει τους σπόρους για την επόμενη χρονιά. Οι επενδυτές μάς πιέζουν να πουλάμε όλη μας την παραγωγή, ώστε την επόμενη χρονιά να αναγκαστούμε να αγοράσουμε σπόρους. Κάτι που είναι δυσβάσταχτο οικονομικά, αλλά ανησυχούμε και ότι μπορεί αυτοί οι σπόροι να είναι μεταλλαγμένοι».
Οι συναντήσεις με τους ευρωβουλευτές στις Βρυξέλλες της έδωσαν κάποια αισιόδοξα μηνύματα, αλλά είναι επιφυλακτική, φοβούμενη πως τελικά θα επικρατήσουν τα συμφέροντα της μειοψηφίας αδιαφορώντας για τους ανθρώπους.
«Μην θεωρείτε ότι η Αφρική είναι μια ερημοποιημένη ήπειρος. Υπάρχουν άνθρωποι εκεί, δεν είναι μια έρημος που πας και κάνεις ό, τι θέλεις. Όταν θέλουν να έρθουν να κάνουν έργα ή επενδύσεις, να έρχονται οπωσδήποτε σε επαφή και με τις κοινότητες, με τους ανθρώπους που ζουν σ’ αυτές τις χώρες. Αυτοί ξέρουν τι χρειάζονται και τι είναι καλό για τον τόπο τους. Είναι πολύ σημαντικό οι ευρωπαϊκές πολιτικές να αφουγκράζονται τις ανάγκες των λαών της Αφρικής, τις δικές μας. Εμείς δεν είμαστε Ευρώπη, έχουμε άλλες ανάγκες».