Η σπουδαία Αμερικανίδα χορεύτρια και χορογράφος, Judith Jamison, γνωρίζει καλά πως «Αν κοιτάξουμε έναν χορευτή στη σιωπή, το σώμα του θα γίνει η μουσική. Αν ενεργοποιήσουμε τη μουσική, το σώμα του θα γίνει προέκταση αυτού που ακούμε». Στην όψη του Στέφανου Δημουλά, σκιαγραφείται κάθε σπιθαμή αυτής της φράσης. Ο διεθνής, βραβευμένος Έλληνας χορευτής με καταγωγή από τον Βόλο και έδρα το Λονδίνο, έχει βρεθεί να χορεύει σε μεγάλες παγκόσμιες σκηνές όπως η Royal Opera House στο Covent Garden, το Mastercard Theatres στη Σιγκαπούρη, το Welsh Millenium Center στην Ουαλία καθώς και το Sadler’s Wells Theatre στο Λονδίνο.
Σήμερα, σε ηλικία 27 ετών, υλοποιώντας το όνειρό του να ζήσει ως επαγγελματίας χορευτής, ο Στέφανος Δημουλάς δουλεύει την πρώτη αποκλειστικά δική του χορευτική παραγωγή που θα πάρει σάρκα και οστά στη γενέτειρά του το Βόλο. Επιλέγοντας την πρόκληση της συγκλονιστικής τραγωδίας του Αισχύλου, συνθέτει γύρω από τον μύθο του Προμηθέα το σύμπαν του Titan Prometheus υπό τον ρόλο του χορογράφου, δραματουργού, σκηνοθέτη και χορευτή, με την παράσταση να πραγματοποιείται στο πλαίσιο του θεσμού «Όλη η Ελλάδα ένας Πολιτισμός – Πρόγραμμα 2021» του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού.
Πριν από μερικές ημέρες, συνάντησα τον Στέφανο στον Μπλε Παπαγάλο στο Μεταξουργείο, ένα απόγευμα που το θερμόμετρο σχεδόν άγγιζε τους 40 βαθμούς. Εγκάρδιος και εκφραστικός, κάθε του λέξη συνοδευόταν και από μία έντονη κίνηση των χεριών, υποσχόμενη να σε παρασύρει μεθυστικά σε μία όαση χορευτικών φιγούρων. Έχοντας ολοκληρώσει μία ακόμη πρόβα, παραγγέλνουμε ένα ice tea και αρχίζουμε να μιλάμε με ενθουσιασμό για την επερχόμενη παραγωγή του. «Το Titan Prometheus, είναι η πρώτη μου παραγωγή τόσο στην Ελλάδα, όσο και γενικότερα. Είναι η πρώτη φορά που κουβαλάω τόσο βάρος στους ώμους μου, καθώς όλες οι ευθύνες ξεκινούν από ‘μένα και τελειώνουν σε ‘μένα. Θεωρώ πως το πιο σημαντικό κομμάτι σε μία παραγωγή είναι η ομάδα. Στο Λονδίνο έχω δουλέψει και ως χορογράφος και ως χορευτής, ποτέ όμως δεν ήρθε ένα Υπουργείο Πολιτισμού ή ένας μεγάλος οργανισμός όπως τώρα, να μου δώσει την ευκαιρία να αναλάβω τη δική μου παραγωγή».
Πριν από ενάμιση περίπου χρόνο, όταν συνειδητοποίησε κατά τη διάρκεια της καραντίνας πως τα θέατρα θα συνεχίσουν να παραμένουν κλειστά, αποφάσισε πως δεν μπορεί να περιμένει από κάποιον να του πει πότε θα δουλέψει. Έτσι, ξεκίνησε μια μεγάλη έρευνα για το πώς μπορεί ένας κρατικός φορέας στην Ελλάδα ή στην Ευρώπη, να προσφέρει υλική υποστήριξη σε μια παραγωγή, ώστε να μπορέσει ο ίδιος να προσλάβει συντελεστές και συνεργαστεί μαζί τους με τον τρόπο που επιθυμούν και επιθυμεί – όπως άλλωστε θα ήθελε κι εκείνος να τον αντιμετωπίσουν σε μια δουλειά ως χορογράφο ή χορευτή.
«Ανακάλυψα πως μπορώ να δημιουργήσω μια δική μου Μη Κερδοσκοπική Εταιρεία. Μολονότι δυσκολεύτηκα με την γραφειοκρατική διαδικασία στην Ελλάδα, πλέον διαθέτω την Culture Select, έναν πολιτιστικό μη κερδοσκοπικό οργανισμό, που δραστηριοποιείται μεταξύ Ελλάδας και Αγγλίας. Αν αντιστρέψεις τις λέξεις, το “select culture” εκφράζει για μένα αυτό ακριβώς το οποίο εκπροσωπώ σαν επαγγελματίας. Στη ζωή μου, επέλεξα την κουλτούρα, τον χορό και τον πολιτισμό ως τρόπο διαβίωσης και όχι μόνο ως μία δραστηριότητα. Το να με αντιμετωπίσουν ως επαγγελματία, ήταν σκοπός ζωής για μένα. Ερχόμενος στην Ελλάδα με αφορμή την παράσταση, ένιωσα πραγματικά πώς είναι να σε αντιμετωπίζουν ως επαγγελματία στον κλάδο σου. Κάτι που είχα εξαρχής αναφέρει στον Άρη Λάσκο, τον υπεύθυνο παραγωγής και Γενικό Γραμματέα του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών, είναι πως θέλω όλοι οι συντελεστές του Titan Prometheus να πληρωθούν δίκαια. Δεν θέλω κανείς να εργαστεί εθελοντικά».
Όπως εξηγεί με πάθος, το Titan Prometheus, «είναι για μια αμιγώς χορευτική παράσταση, με τη συμμετοχή έξι χορευτών, εκ των οποίων η μία είναι η Natasha Trigg από τα Εθνικά Μπαλέτα της Αγγλίας και θα βρεθεί στην Ελλάδα για τις δύο παραστάσεις μας, στις 10 και 11 Σεπτεμβρίου στο Αρχαίο Θέατρο Δημητριάδος στο Βόλο. Η αλήθεια είναι πως η δουλειά που έχουμε ρίξει όλοι μαζί ως ομάδα αξίζει να επεκταθεί και εκτός Βόλου, κάτι το οποίο σταδιακά θα ήθελα να προσπαθήσω πολύ».
Τα σκηνικά και τα κοστούμια της παράστασης, έχουν γίνει διά χειρός Ιλένιας Δουλαδίρη, ενώ τη μουσική έχει επιμεληθεί ο Ερμής Γεραγίδης. Ο Στέφανος έχει βρεθεί στο studio του για πολλές ώρες, δουλεύοντας μαζί του τη μουσική του έργου. Η μουσική τον εμπνέει πολύ, αγαπάει τη δραματικότητα και τους βιομηχανικούς ήχους. Στο έργο επικρατούν οι στοιχειωμένοι ήχοι, τα λυρικά βιομηχανικά τοπία και το ορχηστρικό κομμάτι.
«Πρόκειται για μια παράσταση που επιθυμεί να αναδύσει δυνατά συναισθήματα. Θέλουμε οι άνθρωποι να έρθουν και να φύγουν κλαίγοντας και γελώντας ταυτόχρονα. Αποφάσισα η πρώτη μου παραγωγή να ανέβει στην πόλη μου, τον Βόλο, καθώς τόσο εγώ όσο και το Υπουργείο Πολιτισμού που την υποστηρίζει, θέλουμε να ενδυναμώσουμε την αποκέντρωση και να δώσουμε την ευκαιρία στον κόσμο που βρίσκεται στην επαρχία και τα νησιά να παρακολουθήσει ενδιαφέροντα πολιτιστικά δρώμενα. Παρ’ όλο που δυσκολεύτηκα αρκετά – καθώς στον Βόλο δεν υπάρχουν συντελεστές και τα κοστούμια για παράδειγμα έπρεπε να γίνουν στην Αθήνα – έμεινα πιστός στην απόφασή μου. Επίσης, θεωρώ πως όταν ανεβάζεις μια καινούργια παραγωγή, είναι καλό να ανεβαίνει στην επαρχία (ή σε μια άλλη χώρα αντίστοιχα, όταν πρόκειται για ξένη παραγωγή), καθώς είναι σημαντικό να την παρατηρείς και να τη μελετάς σε «μικρότερη κλίμακα» ώστε να μπορέσεις ύστερα να κάνεις τις απαραίτητες αλλαγές και στην πορεία να την παρουσιάσεις αρτιότερα σε μεγαλύτερο κοινό».
Ο Στέφανος εκφράζει τακτικά πως εκτιμάει πολύ τη φιλία, η οποία είναι για εκείνον ισάξια του έρωτα. Έχει νιώσει πολύ τυχερός στη ζωή του, καθώς ήρθαν φίλοι που έχουν μείνει μέχρι και σήμερα. Φίλοι των οποίων τα χέρια ξέρει πως θα κρατάει μέχρι την τελευταία του ανάσα. Στην Αγγλία συνάντησε επαγγελματίες που του δίδαξαν πάρα πολλά, στην Ελλάδα όμως απέκτησε αληθινούς φίλους – που φυσικά του δίδαξαν και εκείνοι πολλά, σε διαφορετικές συνιστώσες.
Η απόφασή του να σπουδάσει στο εξωτερικό διαμορφώθηκε σταδιακά από τα 15 του, με την παρότρυνση των γονιών του και της καθηγήτριάς του στον χορό, Άντζελας Καλαντζή (που είναι και η Καλλιτεχνική Διευθύντρια στο Δήμο Βόλου και βοηθός χορογράφου στο Titan Prometheus). «Στην Ελλάδα δεν υπάρχει πτυχίο Χορού που να αναγνωρίζεται ως επαγγελματικό, όπως συμβαίνει με άλλους κλάδους στους οποίους παίρνεις ένα μπάτσελορ σε κάποιο ΑΕΙ και μπορείς να συνεχίσεις με ένα μάστερ για παράδειγμα. Πρόκειται για ένα μεγάλο μίασμα του ελληνικού χορευτικού χώρου. Εάν δηλαδή σε προσλάβουν κάπου στην Ελλάδα αφού τελειώσεις την Κρατική σου Σχολή, αμείβεσαι ως απόφοιτος Λυκείου».
«Παράλληλα βέβαια, οι γονείς μου έκριναν σωστό να έχω ένα Plan B, όπως άλλωστε επιθυμούσα κι εγώ. Έτσι, έκανα και τα φροντιστήριά μου, έδωσα Πανελλήνιες και πέρασα στο Τμήμα Επικοινωνίας και Μ.Μ.Ε στο Καποδιστριακό. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την ημέρα που είχα πάει στο Πανεπιστήμιο για να δηλώσω διακοπή φοίτησης και ένας κύριος μου είπε “πού θες να πας τώρα, κάτσε στην Ελλαδάρα”. Τότε συνειδητοποίησα πως είχα πάρει τη σωστή απόφαση. Δεν θέλω να γίνω τέτοιος άνθρωπος, δεν θέλω να είμαι η “Ελλαδάρα”, η “Αγγλάρα”. Δεν με αφορά να γίνω καμία κρατομηχανή. Αγαπώ ωστόσο πάρα πολύ την παράδοση, τον μύθο, την αρχαία Ελλάδα και εμπνέομαι από αυτή. Μου αρέσει να μαθαίνω για διαφορετικούς ανθρώπους, να εκτιμώ διαφορετικούς πολιτισμούς και συμμερίζομαι οποιαδήποτε μορφή διαφορετικότητας».
«Θεωρώ πως είναι λάθος να μας περιμένουν οι γονείς μας και η κοινωνία να αποφασίσουμε στα 16-17 τί θα κάνουμε επαγγελματικά για το υπόλοιπο της ζωής μας. Στην ηλικία αυτή καλείσαι να διαχειριστείς πολλές ελευθερίες που ξαφνικά σου δίνονται, όπως την είσοδο σε μαγαζιά, την κατανάλωση αλκοόλ, το δικαίωμα στη ψήφο κλπ. Τα πράγματα έχουν αλλάξει. Χρειάζεται χρόνος πολλές φορές για να κατασταλάξεις στο τί θέλεις να κάνεις. Δεν είμαστε σαν τους γονείς μας που γίνονταν καθηγητές, δικηγόροι και γιατροί και παρέμεναν σε μία δουλειά για τα επόμενα 40 χρόνια».
Έχοντας δώσει οντισιόν μέσω dvd σε 4-5 διαφορετικές σχολές χορού, ο Στέφανος έμαθε πως είχε περάσει στην Βασιλική Ακαδημία Μπαλέτου της Σκωτίας. Στις 12 Σεπτεμβρίου του 2012, σε ηλικία 18 ετών, προσγειώθηκε στη Γλασκώβη. Η προσαρμογή ήταν περίεργη, όπως μου λέει, καθώς έφυγε από την Ελλάδα με μία μεγάλη επιθυμία να αποκτήσει φίλους και στο εξωτερικό. Ωστόσο, συνειδητοποίησε πως οι άνθρωποι στη Σκωτία ήταν αρκετά κλειστοί. Οι φιλίες και οι σχέσεις «χαλούσαν» πολύ εύκολα και γρήγορα. Δεν υπήρχε η σταθερότητα την οποία αποζητούσε και τον εξέφραζε στη ζωή του.
«Μετά τις σπουδές μου, πήγα στην Αγγλία όπου και ζω μέχρι σήμερα. Η πρώτη μου αμιγώς επαγγελματική στιγμή, ήταν το 2016, όταν συνεργάστηκα για ένα διαφημιστικό με την Kate Moss. Είχα αποφοιτήσει μόλις το 2015 και έκανα μικρές δουλειές έως τότε. Στο project με την Kate Moss, με επέλεξαν μαζί με εννέα ακόμη χορευτές, ανάμεσα σε δεκάδες άτομα. Κάθε φορά που με επιλέγουν για μια δουλειά, μου είναι ακόμα δύσκολο να καταλάβω τί ακριβώς βλέπει ο άλλος σε μένα. Τότε ήταν η πρώτη φορά που ένιωσα επαγγελματίας χορευτής. Ήρθαν με αυτοκίνητο από το σπίτι μου, με οδήγησαν στα γυρίσματα. Εκεί κατάλαβα πώς λειτουργούν οι παραγωγές και πώς φέρονται σε έναν χορευτή. Διασταυρώθηκα με χορευτές του Wayne McGregor οι οποίοι είναι «ιερά τέρατα» στο χώρο. Στο διάλειμμα πίναμε καφέ με την Kate Moss. Εννοείται πως έχουν ανάγκη από επικοινωνία οι διασημότητες, είναι κι αυτοί άνθρωποι».
Η κουβέντα μας φτάνει στη γνωστοποίηση του σεξουαλικού του προσανατολισμού και στον τρόπο με τον οποίο αυτή διαμόρφωσε τη σχέση με τους γονείς του. «Ο κόσμος πια είναι πιο ανοιχτός στο να ξεστομίζει την αλήθεια του. Εγώ δεν έκανα ποτέ το “coming out” μου στους γονείς μου. Θεωρούσα από μικρός πως οι γονείς είναι γονείς και οι φίλοι, φίλοι. Επέλεγα να μοιράζομαι τα προσωπικά μου με τους καλούς μου φίλους. Οι γονείς μου νοιάζονταν για ‘μένα. Μου είχαν πει πως εάν ποτέ μου προκύψει κάποιο ιατρικό ζήτημα, για παράδειγμα, να μη διστάσω να τους το πω. Υπήρξαν βέβαια στιγμές στην παιδική μου ηλικία που ήταν σαν «αγκάθια», όπως για παράδειγμα οι φορές που ίσιωνα τα μαλλιά μου και ο μπαμπάς μου έλεγε «πώς θα πας έτσι στο σχολείο;». Πράγματα σαν κι αυτό με κρατούσαν πίσω από το να τους μιλήσω πιο ανοιχτά. Είμαι όμως πολύ τυχερός γιατί έχω σκεπτόμενους γονείς. Καθώς μεγάλωνα και περνούσε ο καιρός, άρχισε να αναπτύσσεται μία αμφίδρομη σχέση μεταξύ μας. Οι γονείς δεν σπουδάζουν να γίνουν γονείς, μαθαίνουν να γίνονται όσο το παιδί μεγαλώνει. Η σχέση μας λοιπόν χτίστηκε με έναν φυσικό τρόπο, δεν υπήρξε κάποια συγκεκριμένη συζήτηση τύπου coming out».
«Όταν κάναμε με τον πατέρα μου το 2019 τη φωτογράφιση για το εξώφυλλο του βρετανικού LGBTQ περιοδικού Attitude, με θέμα την αποδοχή από κάποιο αγαπημένο πρόσωπο, μου μίλησε ανοιχτά για πράγματα για τα οποία δεν είχαμε συζητήσει έως τότε. Όταν έγινε η πρόταση για τη φωτογράφιση, ήθελα να φωτογραφηθώ με τον πατέρα μου, θεωρώντας πως η στιγμή αυτή αποτελεί μία πολύ ισχυρή καθολική δήλωση. Δεν είχα ιδέα ότι θα έπαιρνε τέτοια έκταση, όμως πρόκειται για ένα μεγάλο κοινωνικό μήνυμα και χαίρομαι πολύ που έχουν περάσει δυόμισι χρόνια και ακόμα οι άνθρωποι ενδιαφέρονται να μιλήσουν γι’ αυτό και να εκμαιεύσουν πληροφορίες. Θα μου άρεσε πολύ να δω και στην Ελλάδα ένα εξώφυλλο με αντίστοιχη θεματική».
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Συζητώντας για τον πολιτικό γάμο και την από κοινού τεκνοθεσία από ομόφυλα ζευγάρια, μου εξηγεί πως τα πράγματα στην Αγγλία είναι πολύ διαφορετικά απ’ ότι στην Ελλάδα. Κάθε φορά που βγαίνει είτε ένα πολιτικό πρόσωπο είτε μία επιτροπή – όπως η επιτροπή Εθνικής Στρατηγικής για την Ισότητα των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων που συστάθηκε πρόσφατα – ο Στέφανος πιστεύει πως σημειώνεται ένα σημαντικό βήμα. Ακόμη και αν κάποιες ενέργειες γίνονται για το φαίνεσθαι, ο ίδιος επικεντρώνεται στο ότι μέσα από αυτές αρχίζουν και ακούγονται κάποια πράγματα παραπάνω. «Όσο περισσότερο βλέπεις και ακούς κάποια πράγματα, τόσο τα οικειοποιείσαι και τα ομαλοποιείς. Το Pride για παράδειγμα, όσο κι αν έχει εμπορευματοποιηθεί, είναι σημαντικό να υφίσταται διότι δίνει την ευκαιρία μέσα από πολύ όμορφες δράσεις και πλατφόρμες, να υπάρξει ορατότητα για την ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα».
Ο ενθουσιασμός του για τις δύο επερχόμενες παραστάσεις του Titan Prometheus είναι διάχυτος, όση ώρα πίνουμε το ice tea μας κάτω από τον καυτό ήλιο. Ο Στέφανος εξομολογείται πως ο μύθος του Προμηθέα τον είχε εξιτάρει αρκετά από όταν ήταν μικρός. Η εξουσία του Δία, έδινε στους ανθρώπους «τόσα όσα» για να ζήσουν και όχι αυτά με τα οποία οι άνθρωποι θα μπορούσαν να εξελιχθούν και να οδηγηθούν στην ευημερία. Ο Προμηθέας, κλέβοντας τη φωτιά από τον Δία, τη δώρισε στους ανθρώπους επιθυμώντας να τους δώσει δύναμη. Στη συνέχεια ωστόσο, έγινε υπόλογος και έπρεπε να υποστεί τους βασανισμούς του Κράτους ως τιμωρία για την πράξη του. «Μικρός ένιωθα ως ένας “άλλος Προμηθέας”. Θυμάμαι από το δημοτικό ακόμη, να θέλω να βοηθάω τους ανθρώπους να νιώσουν καλύτερα. Η γενιά μας μεγάλωσε πηγαίνοντας σε τάξεις που χωρίζονταν στους “καλούς”, τους “κακούς” και τους “προβληματικούς” μαθητές. Αυτό αρχίζει να αλλάζει. Τα αυτιστικά παιδιά για παράδειγμα, έχουν κοντά τους ανθρώπους ειδικής αγωγής, με κατάλληλες γνώσεις. Όταν πήγαινα στο δημοτικό, ήμουν από τα άτομα που αντιλαμβάνονταν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των υπολοίπων συμμαθητών που τους καθιστούσαν ευάλωτους στα μάτια των άλλων. Η παιδική μου ψυχή τα αφουγκραζόταν και ήθελε να προστατέψει αυτά τα παιδιά».
«Θυμάμαι ένα κορίτσι, που είχε μια νοητική δυσλειτουργία και δυσκολευόταν στα μαθήματα. Υπήρχαν πολλά παιδιά που της ασκούσαν bullying. Θυμάμαι τα παιδιά να τη σπρώχνουν – ήταν ένα εύσωμο κορίτσι – κι εγώ έμπαινα μπροστά. Με τη δική μου «ιδιαιτερότητα» σαν παιδί, διέθετα ενσυναίσθηση. Ήμουν αρκετά δυναμικός, δεν μπορούσα να ανεχτώ τέτοιες συμπεριφορές και αντιδρούσα. Στο σχολείο μας υπήρχε διαφορετικότητα. Υπήρχαν παιδιά διαφορετικής καταγωγής, διαφορετικού χρώματος δέρματος – και η καθημερινότητα ήταν αρκετά επώδυνη για εκείνα. Τη διαφορετικότητα την ευχαριστήθηκα πραγματικά στα σχολεία στο Λονδίνο, καθώς εκεί υπάρχει αποδοχή η οποία ξεκινάει από την οικογένεια. Εδώ ακόμη επικρατούν τα πατριαρχικά πρότυπα στην ανατροφή ενός αγοριού για παράδειγμα. Εγώ μεγάλωσα προχωρώντας στο δρόμο και ακούγοντας χαρακτηρισμούς που τελείωναν σε “-άρα”. Νόμιζα εκείνη την εποχή πως είναι φυσιολογικό να με αποκαλούν έτσι και γι’ αυτό απέφευγα να αντιδράσω. Πλέον, με όλα όσα συμβαίνουν και αναδύονται στην επικαιρότητα – από την έμφυλη βία και τις γυναικοκτονίες μέχρι την καταπίεση των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων – τα πράγματα έχουν αλλάξει, ο κόσμος αντιδράει».
Από τον Σεπτέμβριο, ο Στέφανος επιθυμεί να ξεκινήσει να παρακολουθεί μαθήματα αυτοπροστασίας, μία ιδέα την οποία εμπνεύστηκε από το φετινό Athens Pride. Συμμετέχοντας σε ένα online συνέδριο με ανθρώπους που ασχολούνται με την αυτοπροστασία, επικοινώνησε στη συνέχεια μαζί τους μέσω Facebook και τους εξέφρασε πως θα ήθελε να ξεκινήσει μαθήματα. Με αφορμή αυτή την κίνηση, μου επισημαίνει και πάλι τη σπουδαιότητα των Pride. Τα Pride υπάρχουν για την προάσπιση του δικαιώματος του ανθρώπου να μην κακοποιείται και να μην συλλαμβάνεται γι’ αυτό που θέλει να είναι. Τα Pride, όπως μου λέει συγκινημένος, πρέπει να συνεχίσουν να υφίστανται για να μην περπατάμε στο δρόμο με φόβο.
Λίγο πριν ολοκληρώσουμε την κουβέντα μας – που παίρνει τη μορφή ενός απογευματινού καφέ με κάποιον φίλο – και αφήσω τον Στέφανο να ξεκουραστεί, ανατρέχουμε σε μία από τις σπουδαιότερες για εκείνον στιγμές της έως τώρα πορείας του. «Βρισκόμουν στο μετρό στο Λονδίνο, όταν μου δόθηκε η δουλειά στο Royal Opera House που βρίσκεται στο Covent Garden. Ήταν η πρώτη φορά που είχα πάει για να μου δώσουν το πάσο μου, ώστε να μπαίνω στην όπερα ως υπάλληλος, να πηγαίνω στο στούντιο και να κάνω τη δουλειά μου. Όταν σταμάτησε το μέτρο και αντίκρισα την περιοχή, σκέφτηκα πως δεν έρχομαι αυτή τη στιγμή εδώ για να πάω στα μαγαζιά ή για να πάω για έναν καφέ, αλλά έρχομαι γιατί δουλεύω! Γιατί μου δόθηκε μία ευκαιρία σε ένα από τα μεγαλύτερα θέατρα του κόσμου, να χορέψω πάνω στη σκηνή του. Όταν έγινε αυτό, υπήρξε μία στιγμιαία αναδρομή στο πώς ξεκίνησα. Είναι σημαντικό καθώς ο χρόνος περνάει να αναλογίζεσαι τα βήματα που έχεις κάνει και να μην ξεχνάς από πού ξεκίνησες. Δεν κατηγορώ τους ανθρώπους οι οποίοι μπορεί να την “ψωνίσουν” στην πορεία, γιατί μπορεί να μην έχουν δίπλα τους ανθρώπους που θα τους “κρατήσουν”, όπως είχα την τύχη να συμβεί σ’ εμένα».
«Αυτό που με γοητεύει και με τροφοδοτεί στη δουλειά μου, είναι το ανέλπιστο. Ένας χορευτής, δεν γνωρίζει πότε είναι η επόμενη φορά που θα του πουν το «ναι» σε μία δουλειά. Διανύω μία πολύ συναισθηματική περίοδο λόγω των όμορφων πραγμάτων που μου συμβαίνουν. Εκτιμώ αφάνταστα το ότι βρέθηκε μία κριτική επιτροπή μεγάλων ονομάτων στην Ελλάδα, οι οποίοι την πρότασή μου, είδαν κάτι σε ‘μένα και είπαν “αυτόν τον ξεχωρίζουμε ανάμεσα στις υπόλοιπες προτάσεις, θέλουμε να δούμε το έργο του, να το στηρίξουμε”. Το εκτιμώ μάλιστα δέκα φορές παραπάνω καθώς μπαίνω σε ένα στούντιο και γνωρίζω πως υπάρχουν χορευτές οι οποίοι θα βιοποριστούν από την παράσταση. Νιώθω ευγνώμων».