Περίπου μία ώρα μετά από την πρώτη μας χειραψία, οπότε και με μιαν ανάσα ο Κώστας Χατζής ρώτησε αν είναι καλά η οικογένειά μου και αν έχω παιδιά (όπως ακριβώς έκανε, γιατί προφανώς ο κ.Χατζής είναι ένας ευγενής οικογενειάρχης, και με τον Γεράσιμο Δομένικο, πριν αρχίσει να φωτογραφίζει), παρατήρησε, λίγο πριν με αποχαιρετήσει, το κράνος μου και είπε χαμογελώντας πλατιά «αφού δεν έχεις ακόμη παιδιά, η ζωή σου είναι λοιπόν “η βέσπα μου, το κορίτσι μου κι εγώ. Τι ωραία!”».

Δεν είναι κάτι πολύ σημαντικό, είναι όμως ενδεικτικό της οξύνοιας του πνεύματος και της δύναμης του μνημονικού ενός ανθρώπου που γεννήθηκε στη Λιβαδειά πριν από 83 χρόνια αλλά σήμερα νιώθει ότι διανύει τη μέση ηλικία του. «Είναι μια εξίσωση που δε μπορώ να βρω τη λύση της. Έχω 64 χρόνια σε αυτό το χώρο. Πώς γίνεται όμως να είμαι 51 στα 50; Για να γελάς, δεν σε πείθω» λέει με μια φωνή μπάσα και βαθιά και ήρεμη, χωρίς τις γωνίες της χαρακτηριστικής του βραχνάδας που «ξυπνάει» όταν στέκεται πίσω από ένα μικρόφωνο, ώσπου τελικά να γελάσει και ο ίδιος γιατί «ο αυτοσαρκασμός είναι κάτι πάρα πολύ σπουδαίο» και γιατί από τον Αριστοφάνη έμαθε ότι όταν αυτοσαρκάζεσαι, περνάς τα ωραιότερα μηνύματα.

Ως φορείς μηνυμάτων αντιλαμβάνεται και τα τραγούδια του και μάλιστα μηνυμάτων που σε μεγάλο βαθμό έχουν να κάνουν με την ταξική του συνείδηση και τη φυλετική του καταγωγή. «Αυτόν τον χώρο τον αγάπησα για να αναφερθώ στα προβλήματα αυτά. Να μιλάω για τον συνάνθρωπό μου. Να μιλάω για τον Δημιουργό μου. Να μιλάω για την αγάπη» λέει και πάνω-κάτω αυτά είναι τα μηνύματα που στέλνει, με αφορμή τις εμφανίσεις του στο Half Note (3-6 Μαΐου), σε όσους διαβάσουν τη συνέντευξη που παραχώρησε στην Popaganda. Ακόμη και σε αυτούς που δεν θα συμφωνήσουν μαζί του. Δεν θα χαλάσει δα κι ο κόσμος. Η ζωή σε κάθε περίπτωση θα συνεχιστεί.

«Ο αυτοσαρκασμός είναι κάτι πάρα πολύ σπουδαίο. Μου άρεσε πάντοτε να το κάνω. Κι επιμένω»

Μπήκα σε αυτό τον χώρο μόνο και μόνο γιατί εγώ γεννήθηκα και από παιδί ένιωσα ότι είμαι περιθωριακός κι όχι μόνο γιατί είμαι από άλλη φυλή. Ήταν και η τάξη μου τέτοια…

Τις τάξεις τις έκαναν οι άνθρωποι, δεν τις έκανε ο Θεός. Οι άνθρωποι έκαναν να υπάρχει η τάξη των πλουσίων, η μεσαία τάξη, οι φτωχοί και οι πιο φτωχοί, δηλαδή η κατώτερη τάξη ανθρώπων, οι πληβείοι. Εγώ λοιπόν δεν ήμουν απλά φτωχός, ήμουνα πληβείος. Αλλά ήμουνα και γύφτος. Άρα ήμουν υπάνθρωπος. Έτσι μεγάλωσα.

Αυτός ο χώρος μου αρέσει γιατί μπορώ και αναφέρομαι στη φυλή μου και μπορώ να γκαρίζω, γιατί δεν έχω καμία φωνή ποιοτική. Ο Αλέξανδρος (σ.σ. το ένα από τα τέσσερα παιδιά που απέκτησε ο Κώστας Χατζής από τον πρώτο του γάμο) έχει ποιοτική φωνή. Έχουμε την ίδια χροιά αλλά όχι την ίδια ποιότητα. Τι θέλω να πω με αυτό; Εγώ υπηρετώ τον λόγο. Και αυτό κάνω 64 χρόνια.

Είναι μια εξίσωση που δε μπορώ να βρω τη λύση της. Έχω 64 χρόνια σε αυτό το χώρο. Πώς γίνεται όμως να είμαι 51 στα 50; Για να γελάς, δεν σε πείθω…

Δεν είμαι αυτόφωτος. Ετερόφωτος είμαι. Ό,τι κι αν έκανα, το ‘χω κλέψει και το ‘χω γράψει από που πήρα τον τάδε στίχο, πού πάτησα και έκανα μια ανάπτυξη. Δεν θα μπορούσα ποτέ να πω ότι αυτό που έχω κάνει, δεν το ‘χει κάνει άλλος. Αυτά είναι σαχλαμάρες. Αυτό που έχω κάνει είναι να τραγουδήσω για τη δική μου συνείδηση, για τον δικό μου καημό και πόνο, για ό,τι έχω ζήσει.

Για ό,τι κι αν μου πεις, έχω ένα τραγούδι. Για οτιδήποτε συζητήσουμε, έχω ένα τραγούδι.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ
Δυο-τρία πράγματα που έμαθε η ζωή στην Αλέκα Κανελλίδου

Όλα αυτά τα χρόνια είχα στο πλάι μου ποιητές. Τους λέμε στιχουργούς, αλλά για μένα ήταν ποιητές. Μπορεί να μου πει κάποιος ποια είναι η διαφορά του στιχουργού από τον ποιητή; Δηλαδή είναι αστείο. Ήταν μια μεγάλη φυσιογνωμία που λεγόταν Λυμπερόπουλος… Ήταν μια μεγάλη ποιήτρια που λεγόταν Σώτια Τσώτου… Ή η Σάρα Ναχμία, μια σπουδαία ποιήτρια… Όλοι αυτοί οι άνθρωποι με γέμισαν. Αν με αγάπησε ο Έλληνας, το χρωστάω σε αυτούς τους ποιητές.

Υπάρχουν καλλιτέχνες και τραγουδιστές σε διάφορους χώρους. Υπάρχουν και αυτοί που υπηρετούν μόνο τη διασκέδαση. Φτάνει να το κάνεις με τάξη και με αρχές.

Φυσικά διασκεδάζω τον κόσμο κι εγώ. Όμως πως; Με το να βάζω τον κόσμο να τραγουδήσει συνθέτες οι οποίοι μας έδωσαν τόσα και τόσα. Και λέω συνθέτες, για να μην πω μουσουργούς. Γιατί ο Χατζιδάκις μουσουργός ήταν. Ο Θεοδωράκης μουσουργός ήταν – και είναι δηλαδή. Ο Μαρκόπουλος μουσουργός είναι. Ή ο Ξαρχάκος, ο Κατσαρός, ο Λεοντής… Όλοι αυτοί είναι φοβερές προσωπικότητες κι έχουν δώσει πάρα πολλά στο χώρο του πολιτισμού.

«Όταν ανεβαίνω απάνω εκεί, στη σκηνή, σκέφτομαι πώς αυτά που λέω θα ακουμπήσουν τον κόσμο. Αυτό με κάνει χαρούμενο»

Ποιες δάφνες να απολαύσω; Το βρίσκω λίγο αστείο. Είμαστε σε κάποιο στάδιο και τρέχουμε; Τρέχω για να φτάσω πρώτος; Σε μένα, αν έρθεις στο σπίτι μου, δεν θα δεις ούτε χρυσούς δίσκους, ούτε βραβεία. Αν έπρεπε να δώσουν σε κάποιους βραβεία, ξέρεις που θα έπρεπε να τα δώσουν; Σε κάποιον Αντύπα, που ήταν διευθυντής στη Phillips. Σε κάποιον Πατσιφά, που ήταν στη Lyra. Σε κάποιον Μάτσα… Αν δεν είχαμε όλους αυτούς τους ανθρώπους, θα είχαμε Καζαντζίδη; Θα είχαμε Θεοδωράκη; Θα είχαμε Χατζιδάκι; Θα είχαμε Μαρκόπουλο; Θα είχαμε Μπηθικώτση; Θα είχαμε Πουλόπουλο; Θα είχαμε τόσους καλλιτέχνες που ήταν δάσκαλοι για εμάς από το ’40 και μετά; Θα είχαμε Πολυμέρη, Γούναρη, Μαρούδα, Παναγόπουλο; Όλοι αυτοί γέμισαν τη χώρα με μελωδίες. Τέρατα μουσικής!

Εγώ; Ιερό τέρας εγώ; Όχι αγόρι μου, για όνομα του Θεού! Αν με αντιλαμβάνεται κάποιος έτσι, είναι δικαίωμά του. Αλλά εγώ θα ήμουν αστείος αν το πίστευα αυτό για τον εαυτό μου.

Εγώ δεν νομίζω ότι όλοι οι καλλιτέχνες υπηρετούμε την τέχνη. Διαιωνίζουμε τη διαφθορά. Μην ξεχνάς ότι εμείς οι καλλιτέχνες είμαστε κομπλεξικά άτομα. Έπιασε το φτυαράκι μας λίγο νερό και ξεχάσαμε ότι χθες σκυλοπεινάγαμε. Σαν ο Μπετόβεν να μην πιάνει τίποτα μπροστά μας. Δεν έχουμε όμως καταλάβει πως ό,τι κι αν πετυχαίνουμε, πρόκειται για συλλογική επιτυχία. Δηλαδή αφού εγώ είμαι τόσο σπουδαίος, γιατί δεν τα κάνω όλα μόνος μου; Να σερβίρω, να κάνω τον ταξιθέτη, να ανάψω τον ήχο, τα φώτα, να τακτοποιήσω τους μουσικούς… Υπάρχει λοιπόν περίπτωση να γίνουν όλα αυτά χωρίς όλους αυτούς τους ανθρώπους στα πόστα τους; Άρα όλη αυτή η ομάδα, οι σερβιτόροι, οι ταξιθέτες, οι μουσικοί, ο ήχος, τα φώτα, οδηγούν σε μία επιτυχία συλλογική. Είναι μια φρατζόλα ψωμί την οποία πρέπει να τη σεβόμαστε όλοι, γιατί αν τη μολύνουμε, όλοι θα μολυνθούν.

Δεν μπορώ να πω ότι δεν είχα ή δεν έχω κόμπλεξ. Αλλά αυτόν τον χώρο τον αγάπησα μόνο και μόνο για να αναφερθώ στα προβλήματα αυτά. Να μιλάω για τον συνάνθρωπό μου. Να μιλάω για τον Δημιουργό μου. Να μιλάω για την αγάπη.

Εσύ έχεις αγάπη, δικαιοσύνη, η σύντροφός σου το ίδιο, εγώ το ίδιο… Ο Θεός δεν έχει αγάπη. Είναι αγάπη. Ούτε έχει δικαιοσύνη. Είναι δικαιοσύνη. Θα μου πεις τότε γιατί υπάρχει τόση δυστυχία; Γιατί ο Θεός αφήνει έτσι τα πράγματα; Άμα ερευνήσεις τη Γραφή, θα βρεις τις απαντήσεις.

«Είναι μια εξίσωση που δε μπορώ να βρω τη λύση της. Έχω 64 χρόνια σε αυτό το χώρο. Πώς γίνεται όμως να είμαι 51 στα 50; Για να γελάς, δεν σε πείθω…»

Διαβάζω νομικά και γίνομαι γιατρός. Γίνεται; Λέει κάποιος ότι είναι κομμουνιστής. Έχει διαβάσει Μαρξ, Έγκελς, Λένιν; Λέει κάποιος ότι είναι χριστιανός. Έχει διαβάσει τη Γραφή;

Όταν ο Μαρξ είπε ότι το όπιο του λαού είναι οι θρησκείες, δεν αναφερόταν στο Θεό, στον Χριστό. Αναφερόταν στις οργανώσεις. Ποιες είναι οι οργανώσεις; Ορθόδοξοι, Καθολικοί, Προτεστάντες, Διαμαρτυρόμενοι, Μάρτυρες του Ιεχωβά, όπως είμαι εγώ. Κι όλοι λέμε «εμείς έχουμε τον Θεό». Επιτέλους, ποιος τον έχει; Ο Μαρξ λοιπόν για τις οργανώσεις μιλούσε. Που η κάθε μία έχει τους θρησκευτικούς της ηγέτες.

Το σπουδαιότερο βιβλίο για μένα, που είναι το προσπέκτους της ζωής, φτάνει να μην αφήνουμε θρησκευτικούς ηγέτες να το ερμηνεύουν, είναι η Αγία Γραφή. Η ίδια η Αγία Γραφή ερμηνεύει τον εαυτό της.

Βαφτίζεσαι, πληρώνεις. Παντρεύεσαι, πληρώνεις. Πεθαίνεις, πληρώνεις. Δεν μπορεί να είναι έτσι ο Θεός.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ
Ο ορισμός του Σταύρου Τσιώλη

Αν δεν υπήρχε ο Καποδίστριας, δεν θα υπήρχε σήμερα η Ελλάδα. Όμως από το 1844 (σ.σ. τότε διακηρύχτηκε το πρώτο σύνταγμα της Ελλάδας), βρες μου μια πολιτεία που δεν πρόδωσε. Μπορεί μερικοί να ήταν λεβέντες, αλλά ανάμεσα στα σάπια μήλα, ακόμη και το μήλο το γερό τελικά θα διαβρωθεί.

Εγώ ως γύφτος ξέρω μέρος του καταστατικού της Δημοκρατίας. Αν ρωτήσεις έναν Έλληνα, δεν θα ξέρει. Μα είναι δυνατόν να το ξέρει ο γύφτος και να μην το ξέρει ο Έλληνας;

Αν στην υδρόγειο υπάρχουν δυο-τρεις λαοί που ξεχωρίζουν, οι Έλληνες είναι ανάμεσά τους. Ωραιότερος λαός από τον Έλληνα δεν υπάρχει. Δεν είχε βέβαια ποτέ παιδεία. Αλλά παρά το ότι δεν είχε παιδεία, έχει κάνει μερικά καταπληκτικά πράγματα.

Στο Half Note θα είμαστε ένα γκρουπ, με μαέστρο τον Γιώργο Παγιάτη, που αποτελείται από τέσσερις μουσικούς και στο τραγούδι είναι η Μαρία Αλεξίου και η Αντωνία Χατζίδη. Σαν κερασάκι στην όλη αυτή υπόθεση θα είναι η κόρη μου. Είναι το έκτο μου παιδί. Είναι σαν όλη η γυφτιά να πήγε σ’ αυτό. Περπατάει και νομίζεις ότι χορεύει. Της αρέσει το τραγούδι και θέλει να υπηρετήσει αυτόν τον χώρο που υπηρετώ κι εγώ με τα τραγούδια μου, τα οποία αναφέρονται στα ανθρώπινα δικαιώματα, στα ανθρώπινα καθήκοντα και καταγγέλουν την πολιτεία – πάντα όμως με σεβασμό. Της κόρης μου της αρέσει αυτό το είδος, αλλιώς της αρέσει και το ρομαντικό τραγούδι. Έχει πολύ ενδιαφέρον ως άτομο. Είναι 15 ετών αλλά είναι κιόλας σχηματισμένη γυναίκα, που λένε. Έχει αυτό το τσιγγάνικο… Η συμβουλή που της δίνω είναι ό,τι κι αν κάνει, να το αγαπήσει και να το υπηρετήσει χωρίς να συμβιβαστεί.

Έχεις δει κάποια γυναίκα που να γεννήθηκε πόρνη; Οι άντρες είμαστε που τις κάναμε πόρνες. Σήμερα έχουμε πολλά νέα κορίτσια στο τραγούδι που έχουν καταπληκτικές φωνές. Αντί όμως να παρουσιάζουν τα φωνητικά τους προσόντα, παρουσιάζουν σωματικά προσόντα. Δε φταίνε αυτά. Αυτά βγήκαν με άλλα όνειρα. Και τους τα πνίγει ο κάθε ένας από εμάς τους σαλιάρηδες που βλέπουν αυτά τα κορίτσια σαν σεξουαλικά εργαλεία.

«Ποιες δάφνες να απολαύσω; Το βρίσκω λίγο αστείο. Είμαστε σε κάποιο στάδιο και τρέχουμε; Τρέχω για να φτάσω πρώτος;»

Όταν ρωτούσαν τον Σωκράτη να πει τον ορισμό της μορφώσεως, δεν αναφερόταν καθόλου σε γνώσεις. Γιατί το λέω αυτό; Για να εξηγήσω ότι στη ζωή μου δεν διάβασα τόσα βιβλία για να έχω γνώσεις. Διάβασα για να μπορώ, όταν με ρωτήσει κάποιος «γιατί το έγραψες αυτό;», να ξέρω να του απαντήσω. Να μπορώ να υποστηρίζω αυτά που λέω.

Μένω στην Ηλιούπολη. Για πολλά χρόνια όμως έμενα στη Βόρεια Εύβοια. Είκοσι χρόνια, από το 1981 μέχρι το 2000. Καταπληκτικά ήταν. Εκεί ήταν τα ωραιότερά μου χρόνια. Είχα αποσυρθεί από τη δουλειά. Είχα εκεί κατσίκια, πρόβατα, γελάδια, φασιανούς, τι να σου πω, δεν πάει το μυαλό σου τι έζησα εκεί. Γύρισα στην Αθήνα για το παιδί μου. Κι έχασα τη γυναίκα μου, έφυγε από τη ζωή και δεν μπορούσα άλλο να μείνω εκεί, είχα πολλές αναμνήσεις. Εδώ στην Αθήνα παντρεύτηκα πάλι κι έκανα δύο υπέροχες κόρες. Ξέρεις, είχα την τύχη να γνωρίσω δυο γυναίκες καταπληκτικές. Η μία ήταν Γερμανίδα και η δεύτερη είναι Γαλλίδα. Γιατί το όνειρό μου ήταν να γεμίσω την Ευρώπη με γύφτους.

Ο Αριστοφάνης μου έμαθε ότι όταν αυτοσαρκάζεσαι, περνάς τα ωραιότερα μηνύματα. Ο αυτοσαρκασμός είναι κάτι πάρα πολύ σπουδαίο. Μου άρεσε πάντοτε να το κάνω. Κι επιμένω.

Όταν ανεβαίνω απάνω εκεί, στη σκηνή, σκέφτομαι πώς αυτά που λέω θα ακουμπήσουν τον κόσμο. Αυτό με κάνει χαρούμενο. Ειδικά σήμερα που όλα έχουν ισοπεδωθεί.


Ο Κώστας Χατζής επιστρέφει στο Half Note από την Παρασκευή 3 έως και τη Δευτέρα 6 Μαΐου. Την ορχήστρα διευθύνει ο μαέστρος Γιώργος Παγιάτης. Τραγούδι: Μαρία Αλεξίου-Αντωνία Χατζίδη. Διεύθυνση Ορχήστρας-Ενορχηστρώσεις-Πιάνο: Γιώργος Παγιάτης. Φλάουτο-σαξόφωνο-κλαρινέτο: Ρήγας Σαριτζιώτης. Τύμπανα-κρουστά: Χρήστος Αλεξόπουλος. Κοντραμπάσο: Αλέξανδρος Πάντζος.
Περισσότερες πληροφορίες: halfnote.gr