Ο Φρήντριχ Βίλχελμ Νίτσε [Friedrich Wilhelm Nietzsche] (1844-1900) υπήρξε Γερμανός φιλόσοφος και κριτικός του πολιτισμού.
-
Γεννήθηκε σε μια μικρή πόλη της πρωσικής επαρχίας της Σαξονίας. Η πρώιμη παιδεία του ήταν στραμμένη στα θρησκευτικά, στις κλασικές γλώσσες και στη λογοτεχνία.Ύστερα από ένα χρόνο στο Πανεπιστήμιο της Βόννης, πήγε στη Λειψία, όπου επιδόθηκε στις κλασικές σπουδές. Εκεί βρέθηκε στα χέρια του το έργο του Schopenhauer, Ο Κόσμος ως βούληση, και παράσταση, το οποίο επηρέασε βαθιά τα μετέπειτα ενδιαφέροντά του και την πρώιμη φιλοσοφική σκέψη. Ωστόσο έγινε καθηγητής κλασικής φιλολογίας στο πανεπιστήμιο της Βασιλείας, προτού καν λάβει το διδακτορικό του, στην εκπληκτικά πρώιμη ηλικία των εικοσιτεσσάρων ετών.
-
Στα πρώτα χρόνια ήταν στενά συνδεδεμένος με το συνθέτη Richard Wagner, κάτι που φαίνεται στα πρώτα έργα του. Αργότερα απομακρύνθηκε απ’αυτόν ειδικά μετά το έργο Η υπόθεση Βάγκνερ(1888), όπου έγινε με επώδυνο τρόπο. Ενώ αρχικά τον έβλεπε σαν μια δημιουργική ιδιοφυία που έδειχνε το δρόμο για μια πολιτιστική και πνευματική ανανέωση, ο Νίτσε κατέληξε να βλέπει αυτόν και την τέχνη του ως την επιτομή του βασικού προβλήματος με το οποίο ασχολούνταν όλο και περισσότερο. Το πρόβλημα αυτό ήταν η σαρωτική πνευματική και πολιτιστική κρίση την οποία ο Νίτσε αργότερα χαρακτήρισε ως “θάνατο του Θεού” και έλευση του “μηδενισμού”.
-
Το βασικό ενδιαφέρον του Νίτσε έγινε η ανακάλυψη μιας εναλλακτικής αντιμετώπισης που να καταφάσκει τη ζωή, απέναντι στη ριζικά απαισιόδοξη αντίδραση του Schopenhauer, στην απογοήτευση από την παρακμή του πολιτισμού.
-
Στις αρχές της δεκαετίας του 1880, όταν έγραψε το Τάδε έφη ο Ζαρατούστρα, ο Νίτσε κατέληξε σε μια αντίληψη της ανθρώπινης ζωής και δυνατότητας- και μαζί με αυτήν της αξίας και του νοήματος- που πίστευε ότι μπορούσε να υπερβεί την απαισιοδοξία και το μηδενισμό του Schopenhauer, τις οποίες θεωρούσε συνέπειες της κατάρρευσης των παραδοσιακών τρόπων θρησκευτικής και φιλοσοφικής ερμηνείας.
-
Αυτό που ο Νίτσε ονόμασε “θάνατο του Θεού” ήταν τόσο ένα πολιτισμικό γεγονός- η παρακμή και ο επικείμενος θάνατος της “χριστιανικής ηθικής” ερμηνείας της ζωής και του κόσμου- όσο και μια φιλοσοφική εξέλιξη: Η εγκατάλειψη κάθε πράγματος που έμοιαζε με την υπόθεση του Θεού (εδώ συμπεριλαμβάνονται και όλα τα ημιθεϊκά απόλυτα). Ως πολιτισμικό γεγονός αποτελούσε ένα φαινόμενο που έπρεπε να εξεταστεί και μια πηγή έντονου προβληματισμού διότι φοβόταν μια μηδενιστική αντίδραση. Ως φιλοσοφική εξέλιξη αποτέλεσε το σημείο αναφοράς, στο οποίο βασίστηκε για να διεκδικήσει μια ριζική αναθεώρηση των πάντων, από τη ζωή, τον κόσμο και την ανθρώπινη ύπαρξη και τη γνώση ως την αξία και την ηθική.
-
Ήταν βίαια επικριτικός με τους περισσότερους παλιότερους ή και σύγχρονους φιλοσόφους και έκοψε κάθε δεσμό με αυτούς και τις ιδέες τους, κηρύσσοντας το θάνατο όχι μόνο της θρησκευτικής και μεταφυσικής σκέψης, αλλά και της ίδιας της φιλοσοφίας.
-
Ο Νίτσε αναμφίβολα επέμενε στον ερμηνευτικό χαρακτήρα κάθε ανθρώπινης σκέψης· και απεύθυνε έκκληση προς “νέους φιλοσόφους”, οι οποίοι θα τον ακολουθούσαν στρεφόμενοι σε πιο συνειδητές και πνευματικά υπεύθυνες προσπάθειες για την αξιολόγηση και τη βελτίωση της ανθρώπινης ζωής. Επίσης, ενδιαφερόταν βαθιά για το πώς αυτά τα ζητήματα θα μπορούσαν να αξιολογηθούν καλύτερα, καθώς και για τις αξίες με τις οποίες ζουν οι άνθρωποι και μέσω των οποίων θα μπορούσαν να ζήσουν καλύτερα. Έτσι, τόνισε την ανάγκη για μια επαναξιολόγηση όλων των παραδεδομένων αξιών και έστρεψε την προσοχή του στα προβλήματα της φύσης, του status και των κριτηρίων της αξίας και της αξιολόγησης.
-
Τόνισε ακόμη τον προοπτικό χαρακτήρα κάθε σκέψης και τον απλώς υποθετικό χαρακτήρα της κάθε γνώσης, απορρίπτοντας την ιδέα ότι είναι δυνατή μια απόλυτη γνώση που να υπερβαίνει ολες τις προοπτικές.
-
Το είδος φιλοσοφίας που προτείνει, το οποίο χαρακτηρίζει fröhliche Wissenschaft (χαρούμενη επιστήμη), ασχολείται με διάφορα θέματα μέσω μιας πληθώρας “προοπτικών” προσεγγίσεων. Έτσι, για το Νίτσε δεν υπάρχει μία “αλήθεια”, με την έννοια της αντιστοιχίας αυτού που λέμε ή σκεπτόμαστε με το “ον”, ούτε και ένας “αληθής κόσμος του όντος” στον οποίο αντιστοιχούν ή δεν αντιστοιχούν οι σκέψεις μας· δεν υπάρχει καμία γνώση βασισμένη σε αυτές τις αντιλήψεις περί αλήθειας και πραγματικότητας. Και δεν υπάρχει καμία απολύτως γνώση-ακόμη και του εαυτού μας και του κόσμου του οποίου είμαστε μέρος- που να είναι απόλυτη, μη προοπτική και βέβαιη.
-
Οι στοχασμοί του Νίτσε για την επανεννοιολόγηση της αλήθειας και της γνώσης, επομένως, στοχεύουν στην κατεύθυνση μιας φυσιοκρατικής γνωσιολογίας με την οποία θα αντικαθιστούσε τις αντιλήψεις περί αλήθειας και γνώσης των παλαιοτέρων στοχαστών και θα γέμιζε το μηδενιστικό κενό που έμοιαζε να αφήνει η χρεοκοπία τους. Αφιέρωσε τις βασικές του προσπάθειες στα ύστερα κείμενά του σε αυτό το έργο ερμηνείας και “επαναξιολόγησης”.
-
Μιλώντας για το θάνατο του Θεού, ο Νίτσε είχε στο νού του όχι μόνο την εγκατάλειψη της υπόθεσης του Θεού (την οποία θεωρούσε παντελώς “ανάξια πίστης”, καθώς αποτελεί αποκλειστικό προϊόν της αφέλειας, της πλάνης, των καθαρά ανθρώπινων αναγκών, και των υστερόβουλν κινήτρων), αλλά και την παρακμή όλων των μεταφυσικών της υποκαταστάτων.
-
Στη θέση αυτών των παραδοσιακών οντολογικών κατηγοριών και ερμηνειών, ο Νίτσε συνέλαβε τον κόσμο σαν ένα παιχνίδι δυνάμεων δίχως κάποια εσωτερική δομή ή τελικό σκοπό. Οργανώνεται και επανοργανώνεται ακατάπαυστα, καθώς η θεμελιώδης ορμή που ο Νίτσε ονόμασε θέληση για δύναμη γεννά τις διάφορες μορφές σχέσεων ισχύος: “Αυτός ο κόσμος είναι η θέληση για δύναμη- και τίποτε άλλο”, “και εσείς οι ίδιοι είστε αυτή η βούληση για δύναμη- και τίποτε άλλο!”.
-
Ο Νίτσε αντιμετώπισε την ανθρώπινη φύση με τρόπο φυσιοκρατικό, με αναφορά στη θέληση για δύναμη και τα αποτελέσματά της κατά τη συγκρότηση και έκφραση των περίπλοκων συστημάτων δυναμικών ενεργειακών ποσοτήτων από τα οποία συνίστανται οι άνθρωποι. Συγχρόνως τόνισε τη σημασία των κοινωνικών σχέσεων και αλληλεπιδράσεων για την ανάπτυξη των ανθρώπινων μορφών συνείδησης. Επίσης, υπογράμμισε τη δυνατότητα ανάδυσης μιας μορφής εξαιρετικών ανθρώπων ικανών να είναι δημιουργικοί και ανεξάρτητοι, σε τέτοιο βαθμό. Έτσι, τόνισε τη διαφορά μεταξύ “ανώτερων ανδρών” και “κοπαδιού” και μέσω του Ζαρατούστρα υποστήριξε πως ο Übermensch (υπεράνθρωπος) είναι το “νόημα της γης”, προκειμένου να παρουσιάσει το ιδεώδες της υπέρβασης του “πάρα πολύ ανθρώπινου”και του πληρέστερου δυνατού “εμπλουτισμού της ζωής”.
-
Ηθική: Επιμένοντας στο γεγονός πως οι ηθικές απόψεις καθώς και οι άλλοι παραδοσιακοί τρόποι αξιολόγησης πρέπει να αποτιμηθούν “στην προοπτική της ζωής”, υποστήριξε πως οι περισσότερες από αυτές ήταν αντίθετες στον εμπλουτισμό της ζωής, αντικατοπτρίζοντας τις όλως ανθρώπινες ανάγκες και αδυναμίες και τους φόβους των λιγότερο ευνοημένων ανθρώπινων ομάδων και τύπων. Είδε τη σύγχρονη ηθική ως μια “ηθική αγελαίων ζώων”, προσαρμοσμένη στις απαιτήσεις και στις μειονεξίες της μετριότητας που συγκροτεί τον ανθρώπινο κανόνα, όμως περιοριστική και επιζήμια για την ανάπτυξη των δυνητικών εξαιρέσεων του κανόνα αυτού.
-
Περί Τέχνης: Η Τέχνη, για το Νίτσε, είναι θεμελιωδώς δημιουργική (και όχι γνωστική) και είχε σκοπό της την προετοιμασία για την ανάδυση μιας αισθητικότητας και ενός τρόπου ζωής που να αντικατοπτρίζουν τις ανώτατες δυνατότητες των ανθρώπων.
Πηγή: Το Φιλοσοφικό Λεξικό του Cambridge, εκδ. Κέδρος