Ο εξηντατετράχρονος, σήμερα, Patrick Cockburn έχει περάσει τη μισή του ζωή και κάτι παραπάνω ως ανταποκριτής στη Μέση Ανατολή – δεν είχε καν κλείσει τα 30 όταν οι Financial Times του ανέθεσαν εν έτει 1979 το πρώτο του πόστο, ενώ πλέον τα άρθρα του δημοσιεύονται στην Independent. Θεωρείται μία από τις πιο νηφάλιες «δυτικές φωνές» στη διαχρονικά πιο «καυτή» ζώνη του πλανήτη, και ταυτόχρονα μία από τις πιο δηκτικές των κακώς κειμένων, όχι μόνο των διαφόρων κυβερνήσεων και καθεστώτων της ευρύτερης περιοχής, αλλά και των ως επί το πλείστον αναποτελεσματικών παρεμβάσεων της Δύσης, κατά βάση δηλαδή των Αμερικανών και κατ’ επέκταση της «συμμαχίας των προθύμων» (και μη). Στο νέο του βιβλίο Η επιστροφή των τζιχαντιστών, Το Ισλαμικό Κράτος και η νέα εξέγερση των Σουνιτών, (εκδ. Μεταίχμιο) καταγράφει με σταράτα λόγια όσα έχουν γίνει τον τελευταίο χρόνο στο Ιράκ και τη Συρία, μα το πιο σημαντικό είναι ότι επισημαίνει χωρίς περιστροφές τους πραγματικούς λόγους που οδήγησαν στην κατά τα φαινόμενα εδραίωση, μέχρι νεωτέρας τουλάχιστον, του ISIS. Και όλα αυτά, αποφεύγοντας ακόμη και έναν συγκρατημένο συναισθηματισμό, που δεν θα ήταν παράλογο να προέρχεται από ένα δημοσιογράφο «ψημένο» στον πόλεμο, που μπορεί μέχρι σήμερα να έχει δει πολλούς συναδέλφους του να χάνονται, αλλά δεν είχε δει κανέναν να μετατρέπεται στις τελευταίες στιγμές της ζωής σε σε θύμα μιας νοσηρής καμπάνιας τρόμου, που διαδραματίζεται (και) στο παγκόσμιο διαδικτυακό γήπεδο.
Στο βιβλίο σας γράφετε ότι η αναποτελεσματικότητα του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας» και η ισχυροποίηση της Αλ Κάιντα οφείλονται πρώτα και κύρια στο ότι οι ΗΠΑ, μετά την 11η Σεπτεμβρίου παραδόξως δεν συμπεριέλαβαν στην ατζέντα τους τη Σαουδική Αραβία και το Πακιστάν, δηλαδή τις δύο χώρες, που αποδεδειγμένα είχαν τη μεγαλύτερη εμπλοκή στην επίθεση κατά των δίδυμων πύργων. Ήταν λοιπόν μία εκστρατεία εκ προοιμίου καταδικασμένη να αποτύχει; Ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας ήταν η άμεση αντίδραση των ΗΠΑ στην 11η Σεπτεμβρίου. Θα περίμενε, λοιπόν, κάποιος αν μη τι άλλο να κάνουν κάτι και για όσους ήταν άμεσα αναμεμιγμένοι σε όσα έγιναν εκείνη τη μέρα. Ο Μπιν Λάντεν ήταν Σαουδάραβας, όπως και η πλειοψηφία των αεροπειρατών. Οι έρευνες κατέστησαν προφανές ότι τα χρήματα για την υλοποίηση των επιθέσεων προήλθαν από ιδιώτες Σαουδάραβες. Οι Αμερικανοί όμως δεν έκαναν τίποτα για τους Σαουδάραβες. Ούτε για το Πακιστάν, που ουσιαστικά ήλεγχε τους Ταλιμπάν, παρόλο που η Αλ Κάιντα ήταν βασισμένη στο Αφγανιστάν. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που οργανώσεις σαν την Αλ Κάιντα κέρδισαν έδαφος. Φυσικά δεν είναι ο μόνος. Είναι αλήθεια ότι η Σαουδική Αραβία ασκεί τεράστια επιρροή στο mainstream Ισλάμ. Μία από τις πιο σημαντικές τάσεις της εποχής μας, στην οποία λίγοι δίνουν τη δέουσα προσοχή, είναι ότι ο ουαχαμπισμός, μία ιδιαίτερα σκληροπυρηνική εκδοχή του Ισλάμ – θεωρεί για παράδειγμα πολίτες δεύτερης κατηγορίας τις γυναίκες – έχει φτάσει να κυριαρχεί. Αυτό συμβαίνει κυρίως γιατί υποστηρίζεται από ισχυρά οικονομικά κέντρα της Σαουδικής Αραβίας. Αν θες, ας πούμε, να χτίσεις ένα τζαμί στο Μπαγκλαντές και χρειάζεσαι 20 χιλιάδες δολάρια, κάποιος Σαουδάραβας θα το χρηματοδοτήσει. Πρακτικές σαν και αυτές θεωρώ ότι έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη γιγάντωση της Αλ Κάιντα και του Ισλαμικού Κράτους.
Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά σημεία της γενικότερης αποτυχίας της Δύσης ως προς την αντιμετώπιση του Ισλαμικού Κράτους, είναι ο διασυρμός του ιρακινού στρατού, για τη δημιουργία του οποίου οι ΗΠΑ ξόδεψαν δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια. Πράγματι, είναι εντυπωσιακό. Δε μπορώ να σκεφτώ άλλη ιστορική περίσταση κατά την οποία ένας τόσο μεγάλος στρατός – περίπου 350 χιλιάδες άντρες – να κατατροπώθηκε από έναν τόσο μικρό αριθμό μαχητών, γύρω στους 1500. Στο Βιετνάμ, για παράδειγμα, ο στρατός των νοτίων ηττήθηκε γιατί του επιτέθηκαν οι Βόρειοι, που είχαν τρομακτική δύναμη. Ο ιρακινός στρατός είναι εντελώς σάπιος από τη διαφθορά. Όταν ζήτησα τη γνώμη ενός απόστρατου στρατηγού μετά την πτώση της Μοσούλης, μου είπε απλά τρεις λέξεις: «Διαφθορά, διαφθορά, διαφθορά». Κάθε Ιρακινός αξιωματικός πλήρωσε για να αποκτήσει τη θέση του, με σκοπό φυσικά να βγάλει λεφτά, με αρκετούς τρόπους. Ένας από αυτούς είναι οι «στρατιώτες-φαντάσματα». Ο Ιρακινός πρωθυπουργός πριν από μερικές εβδομάδες είπε ότι ανακάλυψε 50 χιλιάδες τέτοιες περιπτώσεις. Οι μισθοί αυτών των «φαντασμάτων» είχαν πληρωθεί, τους είχαν καταχρασθεί οι αξιωματικοί. Ας πούμε ότι είσαι ταγματάρχης του ιρακινού στρατού. Το τάγμα σου υποτίθεται ότι πρέπει να έχει 600 στρατιώτες, οπότε πληρώνεσαι για τόσους. Στην πραγματικότητα έχεις μόνο 200, οπότε οι μισθοί και οι προμήθειες μπαίνουν στην τσέπη σου. Φυσικά πρέπει να λαδώσεις πολύ κόσμο, αλλά και πάλι βγάζεις αρκετά. Αν θέλεις, λοιπόν, να γίνεις αξιωματικός, μπορεί να ξοδέψεις 200 χιλιάδες δολάρια για να αγοράσεις τα γαλόνια, αλλά θα κάνεις απόσβεση. Επιπλέον οι δρόμοι του Ιράκ είναι γεμάτοι με σημεία ελέγχου. Κάθε φορτηγό που περνάει, πληρώνει μίζα. Ο Ιρακινός στρατός λειτούργησε απλώς ως μηχανή παραγωγής χρήματος για ορισμένους που δεν είχαν πατήσει ποτέ το πόδι τους σε πεδίο μάχης.
Άρα η παταγώδης ήττα τους ήταν αναπόφευκτη; Όχι απλώς γύρισαν από την άλλη πλευρά όταν είδαν τον εχθρό να πλησιάζει, αλλά γύρισαν από την άλλη πλευρά ακριβώς για να μην τον δουν, αν με καταλαβαίνεις. Η ευθύνη, όμως, δεν είναι αποκλειστικά των βαθμοφόρων. Στη Μοσούλη υποτίθεται ότι βρίσκονταν 60 χιλιάδες στρατιώτες. Στην πραγματικότητα, δεν ήταν πάνω από 15. Κάποιοι από αυτούς ήταν πολίτες που ναι μεν κατατάχθηκαν στο στρατό, αλλά πληρώνοντας ένα μεγάλο μέρος του μισθού τους στους ανωτέρους τους, δεν έπιασαν ποτέ όπλο. Εκτός από τους «στρατιώτες-φαντάσματα», δηλαδή, υπήρχαν και οι απόντες στρατιώτες. Πως να αντισταθούν, λοιπόν, στους τζιχαντιστές, που είναι πολεμοχαρείς και τόσο φανατισμένοι ιδεολογικά;
Οι βαρβαρότητες των μαχητών του Ισλαμικού Κράτους είναι σχεδόν σε καθημερινή βάση ανάμεσα στα πρώτα θέματα των ΜΜΕ. Η πραγματικότητα για τους απλούς πολίτες είναι τόσο σκληρή όσο πιστεύει σύσσωμη η Δύση; Ακριβώς έτσι είναι. Έχουν αναπτύξει αυτή τη στρατηγική του τρόμου, με σκοπό να πλήξουν το φρόνημα των αντιπάλων τους. Ένας Σιίτης που κατατάχθηκε στον Ιρακινό στρατό για να βγάλει ένα μεροκάματο, το τελευταίο πράγμα που θα ήθελε είναι να πολεμήσει, πόσω μάλλον ενάντια σε τέτοιους μαχητές. Για κάθε ένα τέτοιο φαντάρο που οι τζιχαντιστές έβρισκαν και σκότωναν εν ψυχρώ, πολλοί περισσότεροι έτρεχαν τρομοκρατημένοι. Και ξέρουν πως να χρησιμοποιούν την τεχνολογία τόσο για να τρομοκρατήσουν τους αντιπάλους τους, όσο και ως μέσο προπαγάνδας, για να προσηλυτίσουν κόσμο.
Υπάρχει κάποια ιδεολογική βάση στις τάξεις των υποστηρικτών τους, ή το κάνουν απλά και μόνο φοβούμενοι για τη ζωή τους; Η δική τους εκδοχή του Ισλάμ μπορεί να μη φαντάζει ελκυστική στα μάτια των περισσοτέρων Σουνιτών, ορισμένους όμως τους γοητεύει. Η αντιμετώπιση των γυναικών ως ιδιοκτησία που μπορούν να την κάνουν ό,τι θέλουν, είναι μία ούτως ή άλλως υπαρκτή άποψη σε κάποιο βαθμό. Εκτός αυτού, σε μια πόλη σαν τη Μοσούλη, η ζωή είναι πολύ σκληρή. Ρεύμα έχουν μόνο όσοι διαθέτουν γεννήτριες που βέβαια απαιτούν καύσιμα, που είναι πολύ ακριβά. Το πόσιμο νερό είναι δυσεύρετο. Όταν, λοιπόν, το Ισλαμικό Κράτος εξασφαλίζει πολύ χαμηλές τιμές σε είδη πρώτης ανάγκης όπως το ψωμί ή τα λαχανικά, είναι λογικό να κερδίζει υποστηρικτές ανάμεσα στα φτωχά τμήματα του πληθυσμού. Εκτός αυτού, ορισμένοι τους στηρίζουν γιατί η εναλλακτική τους φαίνεται ακόμη χειρότερη. Τις προάλλες μιλούσα με έναν Σουνίτη, κάτοικο της Μοσούλης, και μου έλεγε ότι φοβούνται περισσότερο την ιρακινή κυβέρνηση από τους τζιχαντιστές. Δεν είναι αβάσιμος αυτός ο φόβος. Σε ορισμένες πόλεις και χωριά που ανακαταλήφθηκαν από τους Κούρδους και από Σιίτες στρατιώτες, όσοι Σουνίτες δεν είχαν προλάβει να φύγουν, τιμωρήθηκαν και εκδιώχθηκαν με βίαιο τρόπο. Νομίζω ότι η αποδοχή των τζιχαντιστών από αρκετούς Σουνίτες, ήταν κατά κάποιο τρόπο μία συμφωνία με τον διάβολο. Όπως όμως έχει αποδειχτεί πολλές φορές, όταν κάνεις συμφωνία με το διάβολο, δύσκολα ξεμπλέκεις.
Πιστεύετε ότι η κατάσταση θα χειροτερέψει πολύ ακόμη, μέχρι κάποια στιγμή να βελτιωθεί; Όχι, πιστεύω ότι θα χειροτερέψει πολύ και μετά θα χειροτερέψει κι άλλο, κι άλλο, κι άλλο. Δε μπορώ να είμαι αισιόδοξος. Το Ισλαμικό Κράτος δεν έχει καμία διάθεση να συμβιβαστεί με τον οποιονδήποτε. Με ρωτάνε συχνά: «αν τους επιτεθούν όλοι τους οι αντίπαλοι, δεν θα καταρρεύσουν;» Αμφιβάλλω. Όλα τα στοιχεία υποδεικνύουν το αντίθετο.
Η αντιμετώπιση της Δύσης απέναντι στο Ισλαμικό Κράτος, ακολουθεί κατά κάποιο τρόπο τη λογική της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων, μια λογική του παραλόγου δηλαδή, όπως σημειώνετε και στο βιβλίο σας. Είναι πολύ περίεργο. Ειδικά στην περίπτωση της Συρίας ο Ομπάμα έχει επανειλλημένα δηλώσει ότι στόχος του είναι να κατατροπώσει τους τζιχαντιστές. Αυτό θα προϋπόθετε κάποιας μορφής προσέγγιση με τον βασικό αντίπαλο του ISIS, που είναι η κυβέρνηση της Συρίας. Αλλά όχι, οι Αμερικανοί προσπαθούν να ξεφορτωθούν και τον Άσαντ. Αποδυναμώνοντας, όμως τον Άσαντ ποιος κερδίζει; Οι τζιχαντιστές. Τους οποίους βομβαρδίζουν την ίδια στιγμή. Είναι εντελώς αντιφατική η πολιτική τους. Οι Αμερικανοί δηλαδή δεν έχουν αποφασίσει τι ακριβώς θέλουν να κάνουν. Ταυτόχρονα προσπαθούν να διατηρήσουν καλές σχέσεις με συμμάχους τους, όπως είναι η Τουρκία και η Σαουδική Αραβία, που ουσιαστικά βοήθησαν στην ισχυροποίηση του ISIS, στην προσπάθειά τους να πλήξουν τον Άσαντ, παρόλο που δηλώνουν ότι είναι ο μεγαλύτερός τους εχθρός. Δεν αντιλέγω ότι το μπορεί να το εννοούν, νομίζω όμως ότι τους αρέσει κιόλας που οι τζιχαντιστές τρομοκρατούν τους Σιίτες.
Στην επόμενη σελίδα: Πως θα είναι τα πράγματα σε ένα χρόνο από τώρα;