Όποιος έχει βρεθεί στο κινηματογραφικό φεστιβάλ των Κανών έστω κι ως περαστικός, πέρα απ’ τη διαρκή αναμπουμπούλα της εκκωφαντικής κοσμοσυρροής, κι αυτό το συνεχές τρίψιμο της ανελέητης γκλαμουριάς με τη βλαχομπαρόκ κιτσερέλα, πέρα απ’ τις καλλίπυγους κυρίες με τις εντυπωσιακές τουαλέτες και τους ευθυτενής πιγκουΐνους συνοδούς τους, έχει και μια άλλη εικόνα που παίρνει μαζί του στην επιστροφή: Η αγέρωχη οθόνη στην παραλία του Cinema de la Plage, ακόμη και για τους επαγγελματίες που βρίσκονται εκεί, αποτελεί την υπόσχεση ενός καταφυγίου χαλάρωσης, ηρεμίας και αποστασιοποίησης απ’ όλη την παράνοια του φεστιβάλ, ένα ατάραχο τοτέμ που εκπέμπει ζεν, και περιμένει να σε μεταφέρει σ’ ένα σύμπαν γαληνέματος και αγαλλίασης. Το ίδιο δηλαδή που περιμένει να σου κάνει και το σινεμά το ίδιο, αν του αφεθείς.
Είναι πολύ δύσκολο να αντισταθείς στη γοητεία αυτής της συγκεκριμένης οθόνης ακριβώς πάνω στην παραλία της Κρουαζέτ, κι ο Βασίλης Κεκάτος, ανερχόμενος σκηνοθέτης με υπερεντυπωσιακό ξεκίνημα ως μικρομηκάς (είχε κρεμάσει σαγόνια με την Κιουμπρική του οπτική πέρσι στη Δράμα), μάλλον επηρεάστηκε λίγο παραπάνω απ’ τους περισσότερους., και μάλλον ευτυχώς. «Όταν το 2011 επισκέφτηκα το Φεστιβάλ Κανών, δυστυχώς ως θεατής, μου τράβηξε την προσοχή ένα παράλληλο τμήμα του Φεστιβάλ, ονόματι Cinéma de la Plage» διηγείται στην Popaganda, όταν τον ρωτάμε πώς του ήρθε η ιδέα να στήσει μια οθόνη σε μια παραλία της Κεφαλονιάς, και να αρχίσει να προβάλει ταινίες μέσα στον Αύγουστο του 2015, των bank runs, των capital controls και των δημοψηφισμάτων.
«Σκέφτηκα πως θα ήθελα να αναβιώσω αυτή την εμπειρία και φυσικά να τη μοιραστώ με όσους περισσότερους μπορώ, αξιοποιώντας το χρόνο των καλοκαιρινών διακοπών χωρίς να χρειαστεί να τις περάσω μακριά από το νησί μου, την Κεφαλονιά», συνεχίζει, κι έτσι, με κύριους συνεργάτες βασικά την παρέα του, εγένετο το SeaNema Open Air Film Festival. Μια διοργάνωση που ξεκίνησε με μια οθόνη κι έξι ταινίες, και τώρα, ετοιμάζεται για τη δεύτερη χρονιά της με 20 ταινίες, μυστικές προβολές, διαγωνιστικό πρόγραμμα, παράλληλες δράσεις και μπόλικες εκπλήξεις.
Φαντάζομαι πως η υλοποίησή της ιδέας αυτής δε θα ήταν ό,τι ευκολότερο. Ποιες ήταν οι μεγαλύτερες προκλήσεις στο στήσιμο; Η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίσαμε, θα έλεγα πως ήταν η εύρεση του κατάλληλου χώρου, εφόσον δε θέλαμε να χρησιμοποιήσουμε κάποια παραλία που να έχει συνυφανθεί, στο υποσυνείδητο της τοπική κοινωνίας, με το όνομα κάποιου ιδιώτη. Αυτό το κριτήριο μας οδήγησε στον Πλατύ Γιαλό, μια παραλία σε απόσταση περιπάτου από το κέντρο της πόλης, η οποία άνηκε στο Δήμο επί 30 συνεχόμενα χρόνια και κατά κάποιο τρόπο ο κόσμος αισθανόταν ότι του ανήκει. Στην παραχώρηση του χώρου φυσικά βοήθησε ο Δήμος Κεφαλονιάς, ο οποίος, μαζί με την ΠΕΔΙΝ και την Α’ Περιφέρεια Κεφαλονιάς και Ιθάκης, είναι οι μεγάλοι συνδιοργανωτές του Φεστιβάλ και που χωρίς αυτούς, όπως άλλωστε και χωρίς τους ντόπιους χορηγούς, θα έπρεπε μάλλον να έρθουμε αντιμέτωποι και με τη μεγαλύτερη πρόκληση από όλες, και ίσως τον μεγαλύτερο κατασταλτικό παράγοντα σε κάθε δράση που σχετίζεται με τον πολιτισμό, που είναι η εύρεση πόρων.
Έχει ενδιαφέρον επίσης ότι το φεστιβάλ γεννήθηκε ακριβώς στις μέρες του δημοψηφίσματος και των capital controls… Όντως, μια περίοδος μεγάλου αναβρασμού, η οποία στάθηκε αιτία να ακυρωθούν αρκετά, ακόμη και εδραιωμένα, πολιτιστικά δρώμενα της χώρας. Στη δική μας περίπτωση, ο αποκαρδιωτικός χαρακτήρας της δεδομένης χρονικής στιγμής λειτούργησε ως κινητήριος δύναμη ώστε να βάλουμε τα δυνατά μας, και διαχειριζόμενοι τα μέσα που διαθέταμε, να δημιουργήσουμε κάτι όμορφο και να το προσφέρουμε στον κόσμο.
Ακόμη και οι αγαθότερες των προθέσεων μπορούν να πάνε περίπατο αν δεν αγκαλιαστούν από τις τοπικές τους κοινωνίες, πώς είναι η ανταπόκριση του κόσμου στην δική σας πρωτοβουλία; Λαμβάνοντας ως δείγμα την περσινή διοργάνωση, μπορώ να πω με βεβαιότητα πως η ανταπόκριση του κόσμου ήταν ανέλπιστα υψηλή, εφόσον στις τρεις μόνο μέρες του Φεστιβάλ, οι επισκέπτες ξεπέρασαν τους 1.400. Βέβαια αυτό θα μπορούσε να οφείλεται και στην απουσία εισιτηρίου. Ακόμη, όμως, και το γεγονός ότι καταφέραμε να στήσουμε ένα κινηματογραφικό φεστιβάλ, και φέτος μπορούμε να το επαναλάβουμε, δίχως να βασιζόμαστε στα έσοδα από τα εισιτήρια, οφείλεται στην συνεισφορά της τοπικής κοινωνίας, η οποία με τις άλλοτε μικρές, άλλοτε μεγάλες, αλλά πάντοτε πολύτιμες χορηγίες της, μας στήριξε και συνεχίζει να μας στηρίζει.
Το να απευθύνεσαι τόσο ανοιχτά σε όλον τον κόσμο ενός νησιού, λειτουργεί περιοριστικά, ή απελευθερωτικά στο στάδιο του προγραμματισμού των ταινιών; Νομίζω πως λειτουργεί και με τους δύο τρόπους. Αρχικά, εφόσον πρόκειται για ένα φεστιβάλ με ελεύθερη είσοδο, λειτουργεί κάπως περιοριστικά επειδή αναγκαζόμαστε να περάσουμε το πρόγραμμα των ταινιών από ένα είδος ήπιας αυτολογοκρισίας, φροντίζοντας ώστε να μην προσβληθεί μέρος του κοινού μας, είτε λόγω κάποιου ευαίσθητου θέματος που πιθανόν να θίγει κάποια ταινία, είτε λόγω ακαταλληλότητας, αφού απευθυνόμαστε σε όλες τις ηλικίες. Παράλληλα όμως, επιλέγοντας ταινίες που –χωρίς να σημαίνει ότι έχουν συντηρητικό χαρακτήρα–, χρήζουν καθολικής αποδοχής, δε ζούμε με το άγχος της κατακραυγής. Επίσης, λειτουργεί απελευθερωτικά διότι μας κάνει πιο δημιουργικούς. Για παράδειγμα, στη φετινή διοργάνωση, αποφασίσαμε να φιλοξενήσουμε στο πρόγραμμα μας μια αρκετά τολμηρή ταινία, και για να μπορέσουμε να το κάνουμε οργανώσαμε σε έναν πολύ ιδιαίτερο χώρο μια μεταμεσονύκτια προβολή, η οποία ίσως αποτελέσει και το εντυπωσιακότερο κομμάτι του φεστιβάλ.
Οι ανοιχτές, δωρεάν προβολές, και δη οι επαναλαμβανόμενες, έχουν την τάση να εγείρουν πάθη και αντανακλαστικά ανταγωνισμού στους επαγγελματίες του χώρου, συναντήσατε αντίστοιχες αντιρρήσεις στην περίπτωση της Κεφαλονιάς; Στην Κεφαλονιά λειτουργεί μόνο ένας κινηματογράφος τα καλοκαίρια. Πρόκειται για ένα ιστορικό θερινό σινεμά που βρίσκεται στο κέντρο του Αργοστολίου και το οποίο ομορφαίνει τα βράδια μας στο νησί εδώ και σχεδόν είκοσι χρόνια. Εκεί πηγαίνω από παιδί και τολμώ να πω πως έχει παίξει και μεγάλο ρόλο στην αγάπη που έχω για το σινεμά, όπως και στην αδυναμία που έχω στους θερινούς. Κατά την περσινή διοργάνωση, δε συναντήσαμε κάποια ιδιαίτερη αντίδραση εκ μέρους του ιδιοκτήτη του. Θέλω να ελπίζω πως δε θα συναντήσουμε ούτε φέτος, όπως επίσης θέλω να ελπίζω πως ο ιδιοκτήτης του κινηματογράφου διαβάζει Popaganda και αυτή η παραγραφούλα δε θα τον αφήσει ασυγκίνητο.
Ποια είναι τα εξελικτικά βήματα της διοργάνωσης απ’ την πρώτη στη δεύτερή της χρονιά, για τα οποία είστε περισσότερο περήφανος; Αρχικά, κυρίως για το γεγονός πως από πέρυσι που στο Φεστιβάλ προβλήθηκαν έξι ταινίες, φέτος φιλοξενούμε περισσότερες από είκοσι, ενώ πολλές από αυτές θα προβληθούν παρουσία των συντελεστών. Επίσης, για τη σύσταση εθνικού διαγωνιστικού τμήματος ταινιών μικρού μήκους, το οποίο πήγε αναπάντεχα καλά από άποψη συμμετοχών, δεδομένου ότι είναι η πρώτη φορά που πραγματοποιείται. Περισσότερο από όλα, όμως, θα έλεγα πως η ομάδα του SeaNema Festival είναι περήφανη για τον πολυποίκιλο χαρακτήρα του προγράμματος, που φέτος, πέρα από τις προβολές ταινιών που θα λαμβάνουν χώρα στις παραλίες και στα άλλα, ειδικά διαμορφωμένα σημεία του νησιού, θα περιλαμβάνει εκθέσεις φωτογραφίας, συναυλίες, ομιλίες, και Land Art installations.
Κατά τη διάρκεια της πρώτης, πιλοτικής μάλλον διοργάνωσης, υπήρξε μια συγκεκριμένη στιγμή όπου νιώσατε περισσότερο από κάθε άλλη, πως άξιζε τον κόπο όλο το κουπί που τραβήξατε για να στήσετε όλο αυτό το πράγμα; Κάποια στιγμή, κατά τη διάρκεια μιας προβολής την πρώτη νύχτα του φεστιβάλ, είδα ένα νεαρό ζευγάρι να βρίσκεται μέσα στο νερό και να παρακολουθεί από εκεί την ταινία, ενώ διέκοπτε ανά τακτά χρονικά διαστήματα μόνο για να φιληθεί. Η συνειδητοποίηση ότι με το SeaNema Open Air Film Festival προσφέραμε σε αυτά τα δύο παιδιά μια τόσο ιδιαίτερη εμπειρία που δεν έχουν ξαναζήσει και που θα θυμούνται για πολλά χρόνια ακόμη, με έκανε να σκεφτώ πως άξιζε τον κόπο όλο το κουπί που τραβήξαμε και για την τότε διοργάνωση, αλλά και για όλες τις διοργανώσεις που θα ακολουθήσουν στο μέλλον.
Το SeaNema Open Air Film Festival θα λάβει χώρα στην Κεφαλονιά από 8 εως 11 Αυγούστου, κι η Popaganda θα είναι εκεί, για να καταγράφει τους χαλαρωτικούς κυματισμούς μιας απ’ τις πιο δροσερές κινηματογραφικές εκδηλώσεις του καλοκαιριού.