Ας ξεκαθαριστεί από την αρχή ότι οι skinheads δεν είναι απαραίτητα (ή πάντα) οι φασίστες που έχεις δει στο American History X, και πως ναι μεν τα ξυρισμένα κεφάλια φέρουν πλέον μαζί τους μια συνοδεία φρικτών συνειρμών, αλλά αυτό δεν συνέβαινε ανέκαθεν. H φιλοσοφία του «κινήματος» αρχικά δεν είχε να κάνει με πολιτική και ακραίες θέσεις, αλλά με μόδα, μουσική και lifestyle, και εκεί φαίνεται να επιστρέφει. Όπως ήταν επόμενο, αυτό δεν μπορεί παρά να εξαγριώνει ελαφρώς τους «ενεργούς εδώ και 30 χρόνια, αληθινούς skins, που πολεμούν πάντα την αστυνομία και τον φασισμό» και οι οποίοι είναι στα αλήθεια τόσοι και τόσο ενεργοί, ώστε να οργανώνουν ετήσια reunions στο Brighton για να γιορτάζουν την επιβίωση μιας “φυλής” για την οποία έχουν ακουστεί πολλά και η οποία, όπως λένε, έχει διαβληθεί πολύ από τα media.
Μπορεί μεν να μην είναι αθώο πια το ξύρισμα γουλί, και στο εξής θα συνοδεύεται πάντα από μια καχυποψία, όμως το κίνημα των παιδιών της εργατικής τάξης που αναγνώριζε κανείς στα 70’s από τις αρβύλες και τα στενά τζιν ήταν αρχικά αντίδραση στις απλησίαστες, για εκείνα, μόδες της εποχής με τον σημειολογικό υπερτονισμό της ταξικής τους προέλευσης. Αυτή η αντι-μόδα που ερχόταν από τα estates, την αληθινά επαναστατική νεολαία της εποχής και το στομάχι της βρετανικής κοινωνίας, τη στιγμή που η καρδιά της χτυπούσε σε ρυθμούς Beatles και Stones, επανέρχεται ως αναβίωση και μάλιστα με κεντρικό πρόσωπο τον Mike Skinner, τραγουδιστή των Streets.
Hitmaker των zeroes και παιδί και ο ίδιος της εργατικής τάξης ο Skinner συνεργάζεται με την DocMartens, την υπογραφή που έχει περισσότερο από οτιδήποτε άλλο συνδεθεί στη συλλογική αισθητική με την εν λόγω υποκουλτούρα, για την ένα φιλμάκι μικρού μήκους που αποτελεί τον πυρήνα της νέας καμπάνιας της φίρμας παπουτσιών που ονομάζουν Spirit of ’69. Μπορεί ο Skinner λόγω και της ιδιότητάς του ως μουσικού να ενθουσιάζεται κυρίως με το ότι οι skinheads, για πρώτη φορά στα βρετανικά χρονικά, επηρέασαν με τη “λευκή” τους μουσική τη μαύρη κουλτούρα, αλλά το revival στην ποπ κουλτούρα αγγίζει κυρίως τα ρούχα: πόλο μπλουζάκια, καρό κοντομάνικα πουκάμισα, ψηλοκάβαλα τζιν με τιράντες και οι αρβύλες περί ων ο λόγος επιστρέφουν μαζί με hardcore μπάντες από τους Agnostic Front ως τους Gallows.
Η σταδιακή υποχώρηση του μετροσέξουαλ προτύπου από τη μόδα και τη διαφήμιση φαίνεται πως αρχίζει ευνοεί ένα πιο «αρρενωπό» (καλύτερα αγορίστικο) και «επαναστατικό», σε εισαγωγικά πάντα μοντέλο άντρα, με απώτερο στόχο προφανώς την κατανάλωση, και φαίνεται ότι η υποκουλτούρα αυτή έδωσε μια ιδέα/μια λύση στις αναζητήσεις της μόδας και του lifestyle που έχει τις τέτοιου είδους επαναφορές στην ημερήσια διάταξη. Φυσικά, αυτές τις εξελίξεις τις αντιμετωπίζουν με ειρωνικά μειδιάματα οι skins που πρόλαβαν το κίνημα εν τη γενέσει και το είδαν να δημιουργείται μέσα από την πίεση κοινωνικών συνθηκών – και η αλήθεια είναι πως κατά βάθος κανείς δεν πολυπιστεύει πως κάτι αυθεντικό πρόκειται να βγει από αυτό. Ο Mike πάντως δεν φαίνεται και να θεωρεί ότι πρόκειται για μια εντελώς επιφανειακή φούσκα των editorials και της σελιδοποίησης: λέει πως όλη αυτή η δραστηριότητα και οι προβολείς που πέφτουν πάνω στο ska, τους mods και τους skinheads ίσως είναι αφορμή για να γνωρίσουν οι νεότεροι λίγη καλή μουσική και να αρθεί η παρεξήγηση που ακολουθεί την κουλτούρα και τους ανθρώπους της – μια μικρή ιστορική αποκατάσταση, που είναι τώρα δυνατή λόγω της δύναμης μιας mainstream φίρμας.
Όσο για το πραγματικό μέλλον όλων των subcultures από τις οποίες στις δύσκολες στιγμές της η μόδα καταφεύγει για να αντλεί στοιχεία που ενσωματώνει εμμονικά στη μαζική κουλτούρα, αν τα τισερτάκια Ramones είχαν στόμα θα μπορούσαν να πουν πολλά – όπως ότι το να φέρεις κάτι underground στη θαλπωρή του mainstream, απεκδυμένο από τις αισθητικές και κοινωνικές του διακλαδώσεις το καθιστά κουλ για μικρό διάστημα, γραφικό για μεγαλύτερο.
Κείμενα της Χρύσας Οικονομοπούλου θα το βρείτε στο www.fashionism.gr