Τις τελευταίες εβδομάδες ζω μια από τις πιο αβέβαιες περιόδους της ζωής μου. Οι μέρες μοιάζουν τόσο ίδιες η μια με την άλλη, αλλά και τόσο διαφορετικές συνάμα. Κάθε μέρα περιμένω να ακούσω κάτι που μπορεί είτε να καλυτερεύσει την ζωή μου, είτε να με βάλει σε μια διαδικασία που καθόλου δεν θέλω να ζήσω. Όλο αυτό το διάστημα ακούω από διάφορες μεριές, πολύ καλοπροαίρετα πως πρέπει να σκέφτομαι θετικά και να είμαι αισιόδοξη, είναι γεγονός όμως, πως όση αισιοδοξία κι αν επιδείξω και όσα good vibes κι αν στείλω στο σύμπαν, τίποτα δεν είναι στο χέρι μου.
Εσείς πόσες φορές ακούσατε όλους αυτούς τους μήνες της πανδημίας, της καραντίνας και της αβεβαιότητας, την φράση «Σκέψου θετικά και όλα θα πάνε καλά»; Και πόσες φορές έπιασε; Πήγαν όντως καλά τα πράγματα; Ή απλά συνειδητοποιήσατε πως όσο θετικά κι αν σκεφτήκατε, όσοι αισιόδοξοι κι αν ήσασταν, κάποια πράγματα απλά δεν είναι στο χέρι σας. Κάποιες καταστάσεις θα εξελιχθούν και άσχημα. Είναι η φυσική ροή των πραγμάτων. Φαίνεται όμως, πως τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να δημιουργείται μια κουλτούρα τοξικής θετικότητας, όπου συναισθήματα όπως το άγχος, η λύπη ή η στεναχώρια αντιμετωπίζονται ως εγγενώς κακά, ενώ στην πραγματικότητα αποτελούν απλώς μέρος της ανθρώπινης υπόστασης.
«Όλοι οι άνθρωποι χρειαζόμαστε την αναγνώριση της συναισθηματικής μας εμπειρίας, όποια και αν είναι αυτή· είναι απαραίτητο για να ζούμε το σήμερα και να είμαστε συναισθηματικά διαθέσιμοι. Οι κοινές παρερμηνείες για τη ζωή, που λένε ότι “πρέπει” να είμαστε ευτυχισμένοι ή ότι η ζωή “πρέπει” να είναι όπως θέλουμε χωρίς να είναι ακατάστατη, αβέβαιη ή επώδυνη, είναι που επιδεινώνουν και τη ψυχική και συναισθηματική μας δυστυχία. Με αυτόν τον τρόπο, η προσπάθεια αποφυγής του πόνου, δημιουργεί πόνο. Η κονσερβοποιημένη αναζήτηση της ευτυχίας συχνά μας οδηγεί στην δυστυχία», εξηγεί η ψυχολόγος Ελεονώρα Τάγη. «Η τοξική θετικότητα ορίζεται ως μια υπερβολική και μη παραγωγική υπερ-γενικευμένη θετική διάθεση που μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την άρνηση και την απόρριψη της αυθεντικής, ανθρώπινης, συναισθηματικής εμπειρίας. Παραδείγματα εκφράσεων τοξικής θετικότητας αποτελούν: «τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι και χειρότερα», «μην το σκέφτεσαι και προσπάθησε να παραμείνεις θετικός» ή «όλα γίνονται για κάποιο λόγο». Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η τοξική θετικότητα αφορά το πως μπορεί να αντιμετωπίζουμε τον εαυτό μας, τους άλλους αλλά και το πως οι άλλοι μπορεί να αντιμετωπίζουν εμάς», συνεχίζει.
Έρευνα του 2018 μάλιστα, λέει πως το αντίθετο είναι μάλλον καλύτερο. Το να αποδεχτείς δηλαδή, τα αρνητικά σου συναισθήματα, αντί να τα απορρίψεις αμέσως, θα λειτουργήσει πιο ευεργετικά για την ψυχική σου υγεία στο απώτερο μέλλον. Η έρευνα κατέδειξε πως όσοι επέλεγαν να αγνοήσουν τις αρνητικές καταστάσεις, κατέληγαν να αισθάνονται χειρότερα. «Οι περισσότεροι άνθρωποι προσπαθούμε να αποφύγουμε τον συναισθηματικό πόνο αλλά και αυτών των ανθρώπων γύρω μας που νοιαζόμαστε. Όμως η αποφυγή είναι μάταιη, μιας και ο συναισθηματικός πόνος είναι αναπόφευκτο μέρος της ζωής και αναπόσπαστο κομμάτι του να είσαι άνθρωπος. Ο τρόπος που επιλέγουμε ωστόσο να ανταποκριθούμε σε αυτόν τον πόνο είναι που καθορίζει το αν είμαστε σε θέση να τον ξεπεράσουμε ή να τον εντείνουμε», τονίζει η Ελεονώρα Τάγη.
Συνήθως όσοι μεταχειρίζονται τη συγκεκριμένη μέθοδο, έχουν πραγματικά καλό σκοπό. Θέλουν να βοηθήσουν κάποιον άνθρωπο για τον οποίο νοιάζονται και πιστεύουν πως έτσι τα καταφέρνουν. Ωστόσο, αυτό που καταλήγουν πολλές φορές να κάνουν, είναι να ελαχιστοποιήσουν την εμπειρία του απέναντί τους, ο οποίος ίσως να θέλει απλά να γκρινιάξει, να παραπονεθεί, να πει τον πόνο του. Όλοι αυτό μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την καταπίεση των συναισθημάτων, που ίσως κάποια στιγμή οδηγήσει σε δυσανάλογη έκρηξη. «Αν αισθανόμαστε για παράδειγμα, θλιμμένοι ή θυμωμένοι, τα συναισθήματα αυτά χρειάζονται να βρουν κάποια υγιή διέξοδο, ώστε να μην θαφτούν βαθιά μέσα μας. Είναι σημαντικό να αναγνωρίζουμε τα συναισθήματα μας λεκτικά και με αυτόν τον τρόπο να τα εξωτερικεύουμε και να τα αποβάλουμε από το σώμα μας. Μελέτες έχουν αποδείξει ότι η απόκρυψη ή η άρνηση των συναισθημάτων μας μπορεί να οδηγήσει σε άγχος, κατάθλιψη ή ακόμα και σε μια σωματική ασθένεια», λέει η Ελεονώρα Τάγη.
Σε όλο αυτό έχουν συμβάλλει αμέριστα και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αλλά και βιβλία αυτοβοήθειας που κηρύττουν πως όλα εξαρτώνται από την ενέργειά μας. Στα social media, όλοι μοιάζουν να χαμογελούν σε μόνιμη βάση και να περνούν πάντα καλά. Αυτή τη στιγμή στο instagram το #staypositive μετρά πάνω από δέκα εκατομμύρια αναρτήσεις, ενώ όλους αυτούς τους μήνες δεκάδες σελέμπριτις και ινφλουένσερς μας καλούν να παραμείνουμε θετικοί και να μην χάσουμε το χαμόγελό μας, παρόλο που ο κόσμος δεν μοιάζει καθόλου με αυτόν που ξέραμε. Βέβαια, είναι πιο εύκολο να χαμογελάς σε μια έπαυλη στο Μαλιμπού παρά σε ένα δυάρι στα Σεπόλια.
Η πικρή αλήθεια είναι πως δεν μπορείς να κάνεις κάποιον να αισθανθεί καλύτερα λέγοντας του πως θα πρέπει να είναι ευγνώμων για όσα έχει ή πως άλλοι βιώνουν χειρότερες καταστάσεις και κυρίως δεν μπορείς να τους κάνεις και πάλι ευτυχισμένους, λέγοντας, «Χαμογέλα και όλα θα πάνε καλά». Το καλύτερο που μπορούμε ίσως να κάνουμε είναι απλά να ακούσουμε. Να δώσουμε προσοχή σε όσα μας λέει ο απέναντί μας και να του δείξουμε πως τα αισθήματά του έχουν βάση και πως είναι σημαντικά, όποια κι αν είναι αυτά. «Η δυνατότητά μας να αναγνωρίσουμε τα πραγματικά μας συναισθήματα και να αφεθούμε δίνοντας στον εαυτό μας την ”άδεια” να τα αισθανθεί σε αντίθεση με το να σπαταλάμε ενέργεια προσπαθώντας να τα καταπιέσουμε είναι που οδηγεί και στην αποδοχή του συνόλου της συναισθηματικής μας ζωής. Αυτή είναι η ουσία της αυτο-αποδοχής. Μόνο όταν καταφέρουμε να δεχθούμε αληθινά τον εαυτό μας – το φως και το σκοτάδι, το καλό, το κακό και το εντελώς άσχημο, μπορεί να εξυγιανθεί το σώμα και η ψυχή. Την επόμενη φορά λοιπόν, αντί για σκέψεις “positive vibes only’”οι οποίες καλύπτουν το πρόβλημα αλλά δεν το αντιμετωπίζουν, ας ανταποκριθούμε στους ανθρώπους που αγαπάμε ή ακόμα και στον ίδιο μας τον εαυτό με εκφράσεις όπως: «καταλαβαίνω ότι αυτό που περνάς είναι δύσκολο», «είμαι εδώ για εσένα αν θέλεις να μιλήσεις», «η ζωή είναι δύσκολη αλλά δεν είσαι μόνος», καταλήγει η Ελεονώρα Τάγη.