Οποιονδήποτε μπλεγμένο στη «μπίζνα» του web κι αν ρωτήσει κανείς για τη δουλειά του, μία λέξη ή μάλλον ένα αρκτικόλεξο είναι αυτό για το οποίο θα βαρεθεί να ακούει: SEO. Το περίφημο Search Engine Optimisation, SEO ή ελληνιστί η βελτιστοποίηση ενός site ούτως ώστε αυτό να γίνει περισσότερο αρεστό στις μηχανές αναζήτησης –δηλαδή στη Google. Ο λόγος; Προφανής. Όντας ένα site στημένο ακριβώς όπως το θέλει η Google (διότι όταν μιλάμε για search engines, μιλάμε για τη Google), τότε αυξάνονται οι πιθανότητες να βγει ψηλότερα αυτό στις αναζητήσεις των χρηστών. Βέβαια ένα site οφείλει πρωτίστως να είναι φτιαγμένο για τον ίδιο τον χρήστη και όχι για τη Google. Αυτό είναι που αντιλήφθηκαν στον αμερικανικό κολοσσό και αρχής γενομένης από πέρυσι ξεκίνησαν μια σειρά από συντονισμένες κινήσεις προκειμένου να αναδείξουν τα πραγματικά σχετικά sites έπειτα από μία αναζήτηση ενός χρήστη.
Στην ουσία θα μπορούσε να πει κανείς ότι το SEO ισοδυναμεί με cheating, με κλεψιά, αφού αποσκοπεί στο να ξεγελάσει τη μηχανή αναζήτησης προκειμένου η τελευταία να θεωρήσει ότι αυτό είναι που πρέπει να δείξει πάνω-πάνω, ακριβώς κάτω από τις πληρωμένες διαφημιστικές θέσεις. Ως εκ τούτου, το SEO έγινε η μαγική λέξη που πλήρωνε αδρά στον κόσμο του internet. Πρακτορεία, εταιρείες και ιδιώτες «γκουρού» διατείνονταν πως ήταν σε θέση με τεχνικές και μεθόδους που γνώριζαν οι ίδιοι να φέρουν ένα site από την αφάνεια στην πρώτη σελίδα του Google Search Engine. Πρώτη, ούτε μία πιο κάτω. Όπως λέει και το ρητό «αν θέλεις να κρύψεις κάτι για πάντα, κρυψ’ το στη δεύτερη σελίδα του Google, κανείς δεν ψάχνει εκεί». Και δεν έχει άδικο.
Στη Google φυσικά την ψυλλιάστηκαν τη δουλειά και αποφάσισαν να δράσουν γρήγορα ξεκινώντας να προσαρμόζουν τον περίφημο αλγόριθμο επάνω στον οποίο βασίζεται ολόκληρη η μηχανή αναζήτησής τους –ένα από τα καλύτερα κρυμμένα σύγχρονα μυστικά που έχει να επιδείξει η ανθρωπότητα πέρα από κάθε υπερβολή. Έπειτα από διαρκείς αλλαγές, τα κριτήρια της Google έχουν αλλάξει. Πλέον δεν αρκεί ένα site να περιλαμβάνει απλά τα κατάλληλα keywords στη σωστή ποσότητα. Η Google έχει και άλλα, αυστηρότερα κριτήρια: θέλει το περιεχόμενο να είναι πρωτότυπο και σωστά δομημένο, με παραγράφους και εικόνες. Θέλει το site να ανανεώνεται τακτικά και με σταθερό ρυθμό, να παραπέμπουν σε αυτό κι άλλες, εγνωσμένης αξίας σελίδες, να έχει ξεκάθαρο sitemap και ιστορία στον χώρο (όσο παλιότερο, τόσο το καλύτερο). Αν ο συντάκτης είναι και μέλος του Google+ ακόμα καλύτερα. Η Google έπαψε να εξετάζει μόνο τις λέξεις κλειδιά και «βούτηξε» στο περιεχόμενο. Από τη «σάλτσα» στην ουσία.
«Και τώρα αυτό καλό είναι;», ίσως αναρωτηθεί εύλογα κάποιος. Και όμως, ναι. Μπορεί ουσιαστικά η Google σταδιακά να «ξεβολεύει» πολύ κόσμο που είχε καλομάθει στα χρηστά ήθη και έθιμα SEO, μακροπρόθεσμα ωστόσο η κίνησή της αυτή θα ωφελήσει κάθε πλευρά: τους χρήστες που στις αναζητήσεις τους θα βλέπουν πρώτα-πρώτα τα καλύτερα κατά περίπτωση αποτελέσματα, τα sites που θα απαλλαγούν σταδιακά από τον βραχνά του bounce rate (όλους εκείνους δηλαδή που κατά λάθος φτάνουν στη σελίδα για να ξαναφύγουν αμέσως μετά) και θα μπορούν να υπερηφανεύονται ότι οι επισκέπτες τους είναι «πιστοί» και βέβαια την ίδια τη μηχανή αναζήτησής της αφού θα είναι σε θέση να δίνει πιο «to the point» αποτελέσματα. Κυρίως όμως φέρνει μια νέα τάξη πραγμάτων στον ψηφιακό κόσμο του ίντερνετ αφού το SEO διαδέχεται το περιεχόμενο: «content is the king» που λένε και εκτός από βασιλιάς, το πρωτότυπο και σωστά δομημένο περιεχόμενο είναι και μονόδρομος προς την πρώτη σελίδα του Google.
Και άρα την επιτυχία.