Ήταν σαν μια παραγγελιά από τα κεντρικά της 90s σημειολογία η δουλειά της τριπλετίτσας Nan Goldin – Larry Clark – Terry Richardson: ωμές λήψεις, «άτεχνο» φως, κάδρα μακριά από το «καλογυαλισμένο» που απαιτούσε η μόδα και μοντέλα που είχαν απωθήσει από πάνω τους τη λάμψη των editorials. Έτσι ήταν τα 90s γενικώς, όμως, κυρίως αν τα δεις κάποια χρόνια μετά. Ήταν η τελευταία μικρή επανάσταση της ποπ κουλτούρας, που σνόμπαρε το γκλάμουρ, ενθρόνισε το grunge και έφερε στα σαλόνια της Vogue τα waifs. Η φωτογραφία ακολούθησε και αυτή τον δρόμο των αφρόντιστων παραγωγών και ο Terry Richardson έφερε τον άσπρο τοίχο στην πρώτη γραμμή: Όταν δεν έκανε καμπάνιες και editorials, για να τις κλασικές «φωτογραφίες Ρίτσαρντσον» αρκούσε αυτός ο τοίχος και ένας άνθρωπος στημένος μπροστά του, έτοιμος να κάνει σχεδόν τα πάντα.
Συνήθως ο άνθρωπος ήταν γυναίκα. Οι φωτογραφίες του Τέρι δεν πολυσόκαραν στην αρχή – είπαμε, ήταν δεκαετία ’90 και πραγματικά αμφιλεγόμενο ήταν το heroin chic, υπόθεση πιο σοβαρή από τον υπερβολικό αισθησιασμό στις εικόνες του Τέρι – άλλωστε η μόδα και το σεξ δεν ήταν ποτέ πράγματα ξένα μεταξύ τους. Όμως, ο καιρός περνούσε, το χόντρυνε το πράγμα και ο ίδιος, και οι φωνές αμφισβήτησης της «αισθητικής» του πύκνωναν: ο Τέρι φωτογραφίζει τα κορίτσια με έναν τρόπο ενοχλητικά σεξουαλικό (και δεν είναι ότι δεν είμαστε συνηθισμένοι στη σεξουαλικότητα σε φωτογραφίσεις μόδας!), ο Τέρι φωτογραφίζει τόπλες την ανάπηρη μάνα του, ο Τέρι εξωραΐζει το concept “homemade porn” στις λήψεις του, ο Τέρι αντιμετωπίζει τα θηλυκά μοντέλα του αποκλειστικά ως σκεύη ηδονής με πρόφαση τη μόδα (… μην ξεχνάμε ότι στην αρχή της καριέρας του οι φωτογραφίες που τώρα έχουν βρει άπειρους μιμητές είχαν απορριφθεί ως «φτωχές, ερασιτεχνικές, και με ελάχιστη σχέση με μόδα»). Με όλα αυτά, φυσικά, μπορούσε κανείς και να διαφωνεί, ανάλογα με το πόσο του άρεσαν οι συγκεκριμένες φωτογραφίες – δεν μπορείς να βάλεις στο ζύγι το προσωπικό γούστο.
Αυτό άλλαξε λίγο αργότερα, όταν η αισθητική δεν ήταν το κεντρικό θέμα συζήτησης, και τη θέση της πήρε η σεξουαλική παρενόχληση, πράγμα που δεν μπορούσε να αγνοηθεί, ούτε είχε σχέση με το υποκειμενικό μου αρέσει/δεν μου αρέσει». Οι καταγγελίες των μοντέλων που είχαν δουλέψει με τον Richardson δεν ήταν πια μόνο μισόλογα σαν αυτά στα οποία κατέφυγε η Coco Rocha («έχουμε δουλέψει μαζί, αλλά δεν θα το ξαναέκανα γιατί δεν ένιωθα άνετα»), όταν ρωτήθηκε περί του συνεργάτη της μετά από αυτήν την πόζα, για την οποία σημειολογήθηκε ότι αναφερόταν σε bukkake. Μια μικρή χιονοστιβάδα λεπτομερειών που κυμαίνονταν από ελαφρώς ενοχλητικές έως ανατριχιαστικές έπαιρνε σβάρνα τον φωτογράφο που ζητούσε από τα μοντέλα να τον φωνάζουν «θείο Τέρι.» Άρχισε να δημιουργείται η υποψία πως επρόκειτο, ξερά, για έναν άντρα που εκμεταλλευόταν τη θέση του για να ικανοποιεί τις φαντασιώσεις του και που δεν δίσταζε, άρρητα και με περίτεχνο τρόπο, να αποσπά σεξουαλικές χάρες από τις συνεργάτιδές του προκειμένου να τιμήσει το πορτφόλιο τους με την υπογραφή του. Γλαφυρές λεπτομέρειες όπως το ότι ζήτησε από μοντέλο να του δώσει το ταμπόν της (!) και ότι συνηθίζει να γδύνεται για να κάνει τα κορίτσια να νιώσουν πιο άνετα έκαναν τον γύρο της ειδησεογραφίας και να στέλνουν ρίγη στις σπονδυλικές στήλες και των πιο καλόπιστων, εκείνων που είδαν ως ακομπλεξάριστη θηλυκότητα το βίντεο όπου η Kate Upton χορεύει για τον Τέρι (και όλους τους χρήστες του youtube) το Cat Daddy, και όχι ως ένα περιστατικό κατά το οποίο ένας άντρας βάζει μια γυναίκα με μεγάλο στήθος και αντιστρόφως ανάλογο μαγιό ( όσο πιο μικρό γίνεται) να κουνηθεί μπροστά από τις κάμερες, ενώπιον ενός ολόκληρου συνεργείου και, στη συνέχεια, του ίντερνετ. Γιατί ναι, υπήρχε συναίνεση, αλλά και μια αμήχανη Upton που καλύπτει το στήθος με τα χέρια της φωνάζοντας «δεν έχει άλλο» στο τέλος του μονόλεπτου βίντεο που κατέβασε το ίδιο το youtube για να ξαναανεβάσει λίγο αργότερα.
Συναίνεση και αμηχανία, και αμφιταλαντεύσεις: Μα ο Τέρι δεν πίεσε κανέναν, τι κακό έκανε; Και όμως, η ιστορία έδειξε ότι το να μην υπάρχουν ποτέ αποδείξεις για το αν ο Ρίτσαρντσον είχε κάνει ή όχι κάτι μεμπτό, ήταν ένας στόχος του οποίου την επιτυχία εξασφάλιζαν σχεδόν χειρουργικώς μελετημένες κινήσεις. Γιατί τα κορίτσια που εμφανίζονται η μια μετά την άλλη σαν σαλιγκάρια μετά τη βροχή, ισχυρίζονται ότι βοηθός και συνεργάτες καθοδηγούν με μαεστρία τα νεαρά μοντέλα, και ότι το περιβάλλον που έχει δημιουργηθεί τις «πιέζει ευγενικά» (ελλείψει καλύτερης έκφρασης) να ποζάρουν γυμνές, να φωτογραφίσουν τον Ρίτσαρντσον γυμνό ή ακόμα και να τον «χαϊδέψουν» εκεί που φαντάζεσαι. Όλα αυτά χωρίς ο ίδιος να ζητάει κάτι ευθέως, ώστε να μπορεί να ευσταθεί σαφής κατηγορία εναντίον του – και αυτό είναι το σημαντικό στην υπόθεση (και ταυτόχρονα αυτό που προσωπικά με φρικάρει περισσότερο), πως όλα είναι τόσο καλοζυγισμένα, και με πρόθυμους αρωγούς τους ανθρώπους που αποτελούν το crew του φωτογράφου, ώστε εξαναγκάζουν μαλακά το κορίτσι να μπει σε ένα προαποφασισμένο κλίμα, όπου το «όχι» δεν είναι αποδεκτό.
Ξέρω ότι μερικοί ίσως έχετε πολλές ενστάσεις περί «ευθύνης» της γυναίκας εκείνης απέναντι από τον φακό ή περί «ματαιοδοξίας» – όμως η σεξουαλική παρενόχληση στον χώρο εργασίας έχει συγκεκριμένες δυναμικές και ισορροπίες, και case study της είναι ακριβώς αυτή η περίπτωση: Έχει στη μια πλευρά έναν άνθρωπο με επιρροή, στην περίπτωσή μας έναν φωτογράφο που του έχει ποζάρει μέχρι και ο Πρόεδρος, και στην άλλη έναν άνθρωπο που ανέρχεται στον συγκεκριμένο χώρο και ως πιο αδύναμος είναι πιο εύκολο να εξαναγκαστεί να πάρει αποφάσεις ευρισκόμενος αντιμέτωπος με άδικα διλήμματα. Σύμφωνα με τα τελευταία νέα, η Vogue δηλώνει μέσω εκπροσώπου ότι «δεν σκοπεύει να ξανασυνεργαστεί με τον Ρίτσαρντσον στο μέλλον» και η Lena Dunham που στήθηκε πρόσφατα μπροστά από την αμφιλεγόμενη κάμερα παραδέχεται ότι «δεν θα έλεγε πως είναι φίλοι με τον εν λόγω». Ο ίδιος έχει φυσικά αρνηθεί όλα όσα του προσάπτουν με πύρινες επιστολές και δηλώνει ότι ο κόσμος είναι έτοιμος ανά πάσα στιγμή να κυνηγήσει μάγισσες και να κατηγορήσει χωρίς στοιχεία. Μια κατηγορία πάντως (η ελάχιστη μετά από όσα διάβασες) που σίγουρα δεν μπορεί να ανασκευάσει είναι η έλλειψη τακτ όταν αποφάσισε να φωτογραφίσει τη Lindsay Lohan κατ’ αυτόν τον τρόπο, ενώ οι εικασίες για το μέλλον της οργίαζαν και τα περί εθισμών και αδυναμιών της ήταν καθημερινά στα εξώφυλλα.