Είναι παράξενες οι εμπειρίες. Κυρίως γιατί βιώνονται εύκολα και πολύ δύσκολα περιγράφονται. Πριν μερικές μέρες βίωσα μια τέτοια εμπειρία στην μυθική Αβησσυνία, στην μητρόπολη της υπόλοιπης ανά τον κόσμο ορθοδοξίας, μέσα στους λαξευμένους βράχους της Λαλιμπέλα, στην ήπειρο που χάθηκε ο Ρεμπώ, έμπορος όπλων -λένε-, στην μουσουλμανική Χαράρ στο δρόμο για την Ερυθραία, στην Αιθιοπία της ανθρωπιστικής βοήθειας του Μπομπ Γκέλντοφ, στην γενέτηρα του ρασταφαριανισμού, θρησκεία του Μπομπ Μάρλευ. Όλα εκεί. Στη μυσταγωγική Αιθιοπία, στη χώρα που σήμερα έχουν 2011, ο καινούργιος χρόνος έρχεται στις 11 Σεπτεμβρίου, τα Χριστούγεννα 7 Γενάρη, και οι μήνες είναι 13.
Σε αυτήν την απερίγραπτη χώρα υπάρχουν και άλλες τελετουργίες, μυσταγωγίες, αποκρυφισμοί. Κάμποσα από αυτά τα αρχετυπικά δρώμενα θα τα βρεις αν κατέβεις την κοιλάδα του Όμο, εκεί που το μεγάλο ρήγμα προφυλάσσει τους ανθρώπους – γεωφυσικά – από την παγκοσμιοποίηση. Στην κοιλάδα που μένουν πλήθος φυλές με ονόματα που διεγείρουν μια άγρια περιέργεια. Οι Μούρσι, οι Σούρμι, οι Ντανάσεκ, οι Κόνσο, οι Κάρο, οι Χάμερ. Άλλοτε ντυμένοι, άλλοτε γυμνοί, άλλοτε με δέρματα ζώων (από κατσίκια και βόδια που βρίσκονται παντού στην Αιθιοπία), άλλοτε με φλούο μπλουζάκια με στάμπες αθλητικών ομάδων από υπαίθριες αγορές, άλλοτε με ρετάλια και κουβερτάκια φορεμένα σαν χιτώνες σε στυλ tribal (κινέζικα ζέρσεϊ και φλις με animal print κυρίως), βρίσκονται μέσα στις ερήμους, δίπλα στις λίμνες, πάνω σε βουνά, μέσα σε ποτάμια στη συντροφιά των κροκοδείλων, σε «νεκρές» ζώνες δίπλα στα σύνορα της Κένυας και του Νότιου Σουδάν, εκεί που χωρίσαν τις φυλές τα σύνορα του 20ου αιώνα. Άλλοι νομάδες, άλλοι σταθεροί, φυλές διάσπαρτες στη διαδρομή του ανθρώπινου σαφάρι των δυτικών σε αναζήτηση της μιας και μόνης αλήθειας (δεν υπάρχει!), σε υποδέχονται -χωρίς να ασχολούνται μαζί σου-, με ξεναγούς, με φύλακες με όπλα, με σέλφις στα κινητά τους, με τσούρμο μικρά απιδιά που ζητάνε χαρτζιλίκι για να σου ποζάρουν. Μια εμπειρία σύντομη, γεμάτη απορία και κυρίως γεμάτη «κλικ» της κάμερας, έναντι αντιτίμου, αλλιώς δεν είσαι ευπρόσδεκτος.
Μετά, η περιοχή του Τούρμι. Εκεί, έναντι υψηλού κομίστρου, άρα χωρίς περιορισμό στα κλικ, μπορέσαμε να παρακολουθήσουμε μια τελετή ενηλικίωσης της φυλής Χάμερ. Ναι, αυτά που βλέπουμε στο National Geographic, είναι διαδικασίες ανθρώπων που είναι (κατά την ερμηνεία του νόμου) πολίτες μιας χώρας, υποχρεούνται να πάνε σχολείο (αν και δεν υπακούν στην υποχρέωση), δικαιούνται να πάνε στο νοσοκομείο (αλλά εκεί θα αποκτήσουν ηλικία/πράξη γεννήσεως), ξέρουν κάποια αγγλικά (συνήθως οι πρωτότοκοι γιοι). Εκεί πας με το αυτοκίνητό σου, αρκεί να είναι τζιπ. Οι κάτοικοι αυτών των περιοχών, που είναι άδειες από δέντρα και ξερές σαν τη σαβάνα, με το ηλιοβασίλεμα να ξεκινά από τις πέντε μα να μην σβήνει, με την ασύλληπτο αφρικανικό ουρανό να καλύπτει κάθε άλλη αίσθηση τοπίου, ξεκινούν τη γιορτή ενηλικίωσης κατά τις δυο. Μαζεύονται, οι ντόπιοι από την προηγούμενη που κερνιούνται ένα κοπάδι κατσίκια, κοντά στο σύμπλεγμα καλυβών της οικογένειας του αγοριού, που είναι στο ηλικιακό φάσμα 13-18. Οι Χάμερ δεν ξέρουν ακριβώς πόσο χρονών είναι, δεν είναι καταγεγραμμένη η γέννησή τους, έχουν άλλα κριτήρια για την έλευση του χρόνου.
O Διόνυσος στην Αφρική
Στην αρχή της γιορτής, αυτή που τουλάχιστον επιτρέπεται στο αδιάκριτο και παμφάγο βλέμμα του τουρίστα, μια μεγάλη ομάδα γυναικών όλων των ηλικιών, αλλά κυρίως των νεότερων, έρχεται χορεύοντας σε μια αλάνα, που θα είναι και το κέντρο της τελετουργίας γνωστό ως «το πήδημα του ταύρου». Οι γυναίκες χορεύουν ένα κυκλικό αργόσυρτο χορό, είναι ξυπόλητες, έχουν στα ρούχα τους, ένα συνδυασμό από προβιές, χάντρες και κινέζικα φανελάκια ομάδων ποδοσφαίρου ή αυτοσχέδια σουτιέν, κουδουνάκια, με πλάτες εκτεθειμένες. Στα μαλλιά τους δημιουργούν μικρά μικρά κοτσιδάκια, αλειμμένα με βούτυρο (αν είναι παντρεμένες) που τα βάφει ένα ροδαλό ροζ, σαν το χρώμα των εσωτερικών των τρυφερών μερών του σώματος. Στις ζώνες έχουν χάντρες, φυσίγγια και κινητά. Μερικές θα κρατάνε καραμπίνες ως το τέλος της γιορτής. Δεν σε κοιτάνε, κανείς δεν σε κοιτάει, δεν αισθάνονται καμιά υποχρέωση να σε συμπεριλάβουν, δεν ποζάρουν, δεν επιδεικνύονται, δεν τους αφορά η παρουσία σου εκεί. Η δική τους όμως μετράει. Έρχεται από τα πυρηνικά σημεία του κόσμου μας, ο ρυθμός, η φωνή, η αρμονία, έχει μια συγκλονιστική ποιότητα, βαθιά, επίμονη, σκοτεινή. Πιάνονται από τη μέση κάνουν κύκλους ομόκεντρους, φυσικούς κύκλους χωρίς χορογραφία, εκεί που δημιουργείται το κέντρο της σπείρας, μετά ανοίγουν, απομακρύνονται, ξαναέρχονται, μετά αποσύρονται στην μεγάλη ομάδα, μερικά μέτρα πιο κάτω, όπου οι γηραιότεροι άντρες και τα πολύ μικρά παιδιά βρίσκονται κάτω από μια τέντα, δίπλα σε καζάνια που χοχλάζουν.
Μετά δειλά δειλά πας και εσύ εκεί, και καταλαβαίνεις ότι παντού μυρίζει αλκοόλ, από τα καζάνια, τα στόματα, τα ρούχα, τα μπανανόφλουδα και τα χόρτα στρωμένα στη γη, που θυμίζει την Κρήτη, την μυρωδιά του παππού μου που ερχόταν από τα πρόβατα, με το φρέσκο βούτυρο στο χαρτί, τα χνώτα των προβάτων πάνω του και το φλασκί με τη ρακί. Ναι αυτό είναι… Η ρακί. Λέγεται αρέκε και κάποιοι στη σκιά, «ποτίζουν» έναν έναν τους συνδετημόνες από πλαστικά μπουκάλια (πετάμενα από εμάς, τους άλλους, στις λεωφόρους)… ακόμα λίγο, όλους, ανεξαιρέτως, αλλά όχι εμάς, από τα μικρά παιδιά ως τους γέρους που τους σηκώνουν στα χέρια για να περπατήσουν. Οι γυναίκες πάνε και έρχονται σε διάφορα σημεία του ορίζοντα, εμείς ακολουθούμε, στήνουν χορό, τον διαλύουν. Καταλήγουν ξανά εκεί, στη μάζωξη του χωριού κοντά στα καζάνια με το αλκοόλ, είναι η ώρα που έχουν επιστρέψει από το τοπικό παζάρι οι νέοι άντρες, για να παρακολουθήσουν το χορό. Η ατμόσφαιρα εντείνεται. Οι μεγαλύτερες γυναίκες βρίσκονται σε μανία, σπρώχνουν τις νεότερες, η κοινότητα τις απομακρύνει, επιστρέφουν, επιβάλλονται.
Σύντομα αρχίζει μια νέα τελετουργία: δυο νεαροί, που πρόσφατα πέρασαν την τελετή ενηλικίωσης είναι οι σημερινοί πρωταγωνιστές. Θα πιούνε πρώτη φορά καφέ – παραδοσιακό προϊόν για την Αιθιοπία -, θα τους βάψουν περίτεχνα το πρόσωπο και το σώμα και θα μπούνε σιγά σιγάς τη μέση του κύκλου των γυναικών που στο μεταξύ έχουν μαζέψει και κρατούν βέργες από τους θάμνους και τα δέντρα της περιοχής. Οι δυο αυτοί νεαροί έχουν την ιερή αποστολή να μαστιγώσουν με τις βέργες τις γυναίκες, ενώ αυτές χορεύουν. Η διαδικασία ξεκινάει με το ράπισμα των συγγενών, τις αδελφές, ξαδέλφες κ.ο.κ. που προκαλούν το νεαρό προτάσσοντας του τη βέργα, με γιουχαΐσματα, ότι δεν μπορεί να μα στιγώσει αρκετά δυνατά, τόσο που να ματώσει η πλάτη της. Το μαστίγωμα είναι μια σαφής ένδειξη αγάπης και από για δυο μέλη, και το μέγεθος της ουλής, που όταν επουλώνεται αφήνει τεράστια σημάδια είναι ένδειξη αγάπης, θάρρους και υπεροχής και, φυσικά, σύμβολο ομορφιάς.
Η ατμόσφαιρα γίνεται πιο πυκνή, οι άντρες κάνουν ένα μεγάλο κύκλο γύρω από τον κύκλο των γυναικών και οι φίλοι του εφήβου πάνε στα μαντριά να φέρουν τους ταύρους. Έχουν περάσει ήδη 4 ώρες με αδιάκοπο χορό, τραγούδι, αρέκε, ράπισμα, αρέκε, ράπισμα, χορό και ο ήλιος αρχίζει και δύει. Ανάμεσα σε όλες αυτές τις διαδικασίες, τώρα με κόσμο σαφώς μεθυσμένο, κάθιδρο, ματωμένο, και εμφανώς σε τρανς, έρχονται οι ταύροι, βίαια, με ράπισμα και αυτοί. Οι νέοι της φυλής, όλοι βοσκοί και εξομοιωμένοι με τη φύση, τους τραβάνε από τις ουρές και τα κέρατα για να κάνουν μια σειρά. Εκείνη την ημέρα ήταν 12 και ένας μικρούλης, σαν σκυλάκι… Ο νέος αναβάτης, σε αυτά τα περίεργα ταυροκαθάρψια, ήταν όλες αυτές τις ώρες και ο μόνος που δεν έπινε. Αλλά τώρα είναι η σειρά του να πρωταγωνιστήσει. Οι ταύροι στη σειρά, οι γυναίκες ακόμα τραγουδώντας και χορεύοντας, πολύ δυνατά όλα πια, οι φίλοι μαζεμένοι, οι τουρίστες σε έναν περιμετρικό κλοιό, χωρίς κανείς να τους κοιτάζει, κανείς να τους προσκαλεί, κανείς να τους εντάσσει, αλλά ως όρθιοι και ενεργοί θεατές μιας περίεργης αρχαίας τελετουργίας, εκεί να στέκουν με τις μηχανές στολίδι, ενιαίοι στη δύναμη μιας ανθρώπινης ορμής.
Αυτός πρέπει να ακροβατήσει τέσσερις φορές πάνω στις ράχες των ζώων, να τα εξουσιάσει, χωρίς να πέσει. Αν δεν τα καταφέρει θα το ξανακάνει του χρόνου. Με εκ νέου έξοδα της οικογένειας. Για γάμο ούτε να το συζητάμε. Προς το παρόν η νύφη έχει οριστεί και θα ανακοινωθεί σε άλλη τελετή. Την επόμενη – που θα φοράει δύο και όχι έναν μόνο τεράστιο χαλκά στο λαιμό – μπορεί να την διαλέξει, μα θα είναι υπηρέτρια της πρώτης. Ο νέος ξεντύνεται. Ανάμεσα μας είναι ο μόνος γυμνός. Περνάει πάνω από τους ταύρους. Φαίνεται θεόρατος. Οι άλλοι νεαροί τραβάνε τους ταύρους από τα κέρατα και τις ουρές και οι ταύροι ακινητοποιούνται.
Ξανά. Ξανά. Ξανά. Ξανά. Ο νέος δεν χάνει καμιά προσπάθεια. Η γιορτή λήγει. Απροειδοποίητα. Έτσι, απλά. Οι ταύροι αφήνονται ελεύθεροι και με ποδοβολητά φεύγουν από την αλάνα. Τους περιμένουν κάποιο, πιο πέρα, που τους μαντρώνουν και πάλι. Ο νεαρός ντύνεται και χάνεται στο πλήθος. Είναι περίπου 1,60 και καμιά 50αρια κιλά. Εμάς μας περιμένουν τζιπ. Εκείνοι πάνε να μεθύσουν το νεαρό αναβάτη.
Είναι ο Διόνυσος στην Αφρική; Στους Χάμερ; Ανάμεσά τους;
Είναι αυτός ο νέος ο Διόνυσος; Είμαι άραγε εγώ που είπα την ιστορία;
Στην επιστροφή μίλησα με μια κυρία από την Καλιφόρνια, με πατερίτσες στην αρχή, μετά με αμαξίδιο, στην τελετή σε ένα σκαμνάκι. ‘Ηρθε στα 93 της, να το δει αυτό το θέαμα. Μου είπε: πρόλαβα. Της είπα: και εγώ. Να λάβω την εικόνα του κόσμου, που δεν γράφεται σε στίχους.