Όταν σκεφτόμαστε την ακαταστασία, μας έρχονται στο μυαλό βρώμικες κάλτσες που έχουν πεταχτεί στο πάτωμα, άπλυτα πιάτα με απομεινάρια φαγητού στο νεροχύτη, ψίχουλα στον πάγκο της κουζίνας. Η ακαταστασία από μόνη της είναι κάτι που εντοπίζεται εύκολα, αλλά τα πρότυπα συμπεριφοράς που την ακολουθούν είναι λίγο πιο συγκεκριμένα. Στην ουσία, η ακαταστασία χωρίζεται σε δυο μέρη: την δημιουργία ακαταστασίας και βρωμιών σε έναν χώρο και, στη συνέχεια, τον μη καθαρισμό τους.
Υπάρχει μια ευρέως διαδεδομένη πεποίθηση ότι τα αγόρια – και αργότερα, οι άντρες – είναι ιδιαίτερα ακατάστατα. Υπάρχουν κάποιοι λόγοι που ίσως δικαιολογούν αυτό το στερεότυπο, αλλά το φύλο δεν είναι ένας από αυτούς ούτε συνδέεται βιολογικά με την ακαταστασία. «Δεν υπάρχουν ενδείξεις για έμφυτες, διαφορές στην καθαριότητα ή την ακαταστασία που να έχουν να κάνουν με το βιολογικό φύλο κάποιου», λέει η Σούζαν ΜακΧέιλ, καθηγήτρια ανθρώπινης ανάπτυξης και οικογενειακών σπουδών στο Penn State. «Οι έμφυτες προτιμήσεις για την τάξη μπορεί να ποικίλλουν από παιδί σε παιδί, αλλά οι πολιτισμικοί παράγοντες έχουν σημαντική επιρροή και αξίζει να δούμε τι προκαλεί αυτή την ανισότητα στα φύλα όσο αφορά την ακαταστασία».
Δεν έχει μελετηθεί ευρέως ο λόγος για τον οποίο οι άνθρωποι τείνουν να είναι ακατάστατοι, αλλά φαίνεται πως το φύλο δεν είναι μια αρκετά σημαντική αιτία. «Όσο σπούδαζα, ήθελα να φύγω από την εστία που έμενα, επειδή το κοινόχρηστο μπάνιο των κοριτσιών ήταν αηδιαστικό», δηλώνει η Αμάντα Ροντρίγκεζ, συγγραφέας πίσω από το μπλογκ “Dude Mom”, το οποίο απευθύνεται σε γονείς και μητέρα τριών εφήβων αγοριών. «Νομίζω ότι τα κορίτσια μπορούν να είναι εξίσου ακατάστατα με τα αγόρια».
Μένει όμως να απαντηθεί το δεύτερο μισό της εξίσωσης της ακαταστασίας: ποιός είναι πιθανότερο να καθαρίσει το όποιο «χάος» έχει δημιουργηθεί; Καθώς οι ερευνητές έχουν μελετήσει τις ανισορροπίες μεταξύ των φύλων στον τρόπο με τον οποίο τα ζευγάρια κατανέμουν τις δουλειές του σπιτιού, ένας συνηθισμένος αλλά σχετικά αδύναμος εξορθολογισμός που ακούνε σύχνα από στρέιτ άνδρες είναι πως οι γυναίκες έχουν υψηλότερα πρότυπα καθαριότητας ή είναι απλά καλύτερες στη διαχείριση των οικιακών εργασιών, οπότε τους είναι φυσικό ότι οι σύντροφοί τους θα ασχοληθούν περισσότερο με την καθαριότητα του σπιτιού. Για παράδειγμα, ο Ντάρσι Λόκμαν, συγγραφέας του “All the Rage: Mothers, Fathers, and the Myth of Equal Partnership”, παραθέτει έναν μπαμπά που σκέφτεται την συνεισφορά του στην οικογένεια, κάπως έτσι: «Όσον αφορά στο πλύσιμο των ρούχων των παιδιών, θα μπορούσα να έχω πιο ενεργή συμμετοχή, αλλά εγώ λειτουργώ με τους δικούς μου χρόνους. Έτσι, η γυναίκα μου καταλήγει να βάζει περισσότερα πλυντήρια. Αν με αφήσει να το κάνω όπως και όταν θέλω εγώ ευχαρίστως να το κάνω, αλλά αν πρόκειται να μου δίνεις οδηγίες, τότε κάν’ το μόνη σου».
Όταν οι άντρες κάνουν τέτοιους είδους σχόλια, αποκρύπτουν βολικά την πραγματικότητα με δύο τρόπους. Ο πρώτος αποδείχθηκε σε μελέτη του 2019 που ζήτησε από περίπου 600 ερωτηθέντες να αξιολογήσουν την εικόνα ενός δωματίου καθαρού και ενός ακατάστατου δωματίου. Με βάση αυτές τις εκτιμήσεις, οι ερευνητές έγραψαν ότι «οι άνδρες και οι γυναίκες που απάντησαν δεν διαφέρουν στις αντιλήψεις τους για το πόσο βρώμικο είναι ένα δωμάτιο ή πόσο επείγον είναι να καθαριστεί». Έτσι, οι άνδρες φαίνεται να αναγνωρίζουν το χάος το ίδιο εύκολα και καθαρά με τις γυναίκες.
Μια σημαντική διαφορά, ωστόσο, ήταν ο τρόπος με τον οποίο οι συμμετέχοντες αξιολόγησαν τον υποθετικό κάτοικο του δωματίου. Οι περισσότεροι είχαν την τάση να πουν πως το καθαρό δωμάτιο έμοιαζε πιο ακατάστατο όταν τους γινόταν γνωστό πως ανήκε σε γυναίκα, παρά όταν νόμιζαν ότι ανήκε σε άνδρα. Επιπλέον, πίστευαν ότι μια γυναίκα θα υπόκειται σε αυστηρότερη κριτική από τους επισκέπτες της βάσει της κατάστασης του χώρου διαβίωσής της – γεγονός που σύμφωνα με τους ερευνητές, αντικατοπτρίζει τις ευρύτερες «κοινωνικές κυρώσεις» που μπορεί να υποστούν οι γυναίκες αν δεν ανταποκρίνονται στα πρότυπα που έχουν επικρατήσει για το φύλο τους.
Ο δεύτερος τρόπος με τον οποίο αποκρύπτεται η πραγματικότητα, είναι το γεγονός πως πολλοί από τους ίδιους άντρες που υποτίθεται ότι είναι λιγότερο ικανοί να κάνουν δουλειές του σπιτιού, θεωρούν πως μπορούν να χειριστούν πλήρως πιο βαριές οικιακές εργασίες. Όταν η Άλισον Ντέιμιντζερ, διδακτορική φοιτήτρια στο Χάρβαρντ, πήρε συνέντευξη από ζευγάρια που φοιτούσαν στο κολέγιο σχετικά με τις δουλειές του σπιτιού, παρατήρησε πως τα χαρακτηριστικά που βοήθησαν πολλούς από τους άνδρες με τους οποίους μίλησε να πετύχουν στον επαγγελματικό τομέα, εξαφανίζονταν όταν επέστρεφαν σπίτι. Ένας χειρουργός, για παράδειγμα, της είπε ότι μπορεί να του πάρει πολύ καιρό να συνειδητοποιήσει πως πρέπει να αλλάξει μια καμμένη λάμπα. Ξεκαθάρισε πολύ γρήγορα όμως, πως αυτό συνέβαινε μόνο σε ό, τι είχε να κάνει με το σπίτι και όχι στη δουλειά.
«Μπορούν να διευθύνουν επιχειρήσεις, αλλά δεν μπορούν να καταλάβουν πως χρησιμοποιείται μια σφουγγαρίστρα», λέει η Τζίλ Γιαρόβσκι, κοινωνιολόγος στο UNC Charlotte. «Αυτό φυσικά δεν έχει να κάνει με την έλλειψη δεξιοτήτων, αλλά με τα προνόμια που τους παρέχει το φύλο τους και που τους επιτρέπουν να αποφεύγουν τις όποιες δουλειές στο σπίτι».
Το εάν οι άνδρες θεωρούνται ή είναι γενικά πιο βρώμικοι από τις γυναίκες, έχει τη ρίζα του στο γεγονός πως η κοινωνία θεωρεί δεδομένο πως το βάρος των οικιακών εργασιών πρέπει να πέφτει αμέσως στις γυναίκες. Στις ΗΠΑ, οι γυναίκες περνούν κατά μέσο όρο περίπου μία ώρα την ημέρα καθαρίζοντας και πλένοντας ρούχα, ενώ οι άνδρες αφιερώνουν μόλις είκοσι λεπτά. (Εν τω μεταξύ, οι άνδρες έχουν κατά μέσο όρο περίπου μισή ώρα περισσότερο ελεύθερο χρόνο μέσα στη μέρα τους από τις γυναίκες.)
Δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη έρευνα που να μελετά τα επίπεδα ακαταστασίας ανάλογα με το φύλο στις παιδικές ηλικίες, αλλά πολλοί επιστήμονες συμφωνούν πως ο διαχωρισμός ξεκινά όσο τα παιδιά είναι ακόμα μικρά. Μελέτη διαπίστωσε πως ο διαχωρισμός αυτός ανάμεσα σε αγόρια και κορίτσια ξεκινά περίπου σε ηλικία 8 ετών. Ανάλυση του ερευνητικού κέντρου Pew έδειξε πως κατά τη διάρκεια του σχολικού έτους, τα κορίτσια ηλικίας 15 έως 17 περνούν κατά μέσο όρο περίπου 4,4 ώρες την εβδομάδα κάνοντας δουλειές του σπιτιού, σε σύγκριση με τα αγόρια που αφιερώνουν μόλις 2,8 ώρες. «Αυτό συμβαίνει παρά το γεγονός ότι τα αγόρια και τα κορίτσια σε αυτές τις ηλικίες τείνουν να έχουν παρόμοιους χρονικούς περιορισμούς, κάτι που αλλάζει όσο περνούν τα χρόνια. Στον γάμο ας πούμε οι άνδρες τείνουν να αφιερώνουν περισσότερο χρόνο στην αμειβόμενη εργασία», εξηγεί η Γιαρόβσκι.
Αυτά τα μοτίβα σχηματίζονται καθώς τα παιδιά αρχίζουν και υιοθετούν τους ρόλους που η κοινωνία επιβάλει στο φύλο τους. Τα κορίτσια, λέει η Γιαβόρσκι, γενικά ενθαρρύνονται να είναι περισσότερο τακτοποιημένα και να υπερηφανεύονται τόσο για την εξωτερική τους εμφάνιση όσο και για την εμφάνιση του σπιτιού τους, ενώ τα αγόρια συνήθως αναμένεται να είναι περισσότερο ανέμελα, τραχιά και να αδέξια – έχοντας «πιο σημαντικά πράγματα που πρέπει να ασχοληθούν». Τόσο για τα αγόρια όσο και για τα κορίτσια όμως, η απόκλιση από αυτούς τους κανόνες μπορεί να επιφέρει κοινωνικές κυρώσεις.
Υπάρχουν όμως και γονείς που θέλουν να φέρουν την αλλαγή. Η Σαμάνθα Αλόνς, μια 36χρονη σεφ από την Νέα Υόρκη, λέει πως δεν θέλει ο έξι μηνών γιος της να μεγαλώσει και να γίνει ακόμα ένας ακατάστατος άντρας. «Με όποιον και να μένει, θα πρέπει να είναι σε θέση να καθαρίζει το σπίτι του και να το φροντίζει, έτσι ώστε να μην χρειάζεται να το κάνει κάποιος άλλος γι’ αυτόν».
Υπάρχουν πια μερικές ενδείξεις που δείχνουν πως η προσπάθεια της μάλλον θα στεφθεί με επιτυχία. Η πρώτη έχει να κάνει με το γεγονός πως η συμπεριφορά των παιδιών σε ό, τι έχει να κάνει με τις οικιακές εργασίες, φαίνεται να διαμορφώνεται από τους ίδιους τους γονείς τους, σε κάποιο επίπεδο. Συχνά, αυτό σημαίνει ότι τα κορίτσια ξοδεύουν περισσότερο χρόνο μαγειρεύοντας και κάνοντας δουλειές στο σπίτι με τις μαμάδες τους, και τα αγόρια ξοδεύουν περισσότερο χρόνο κάνοντας μερεμέτια ή δραστηριότητες αναψυχής με τους μπαμπάδες τους, αλλά οι γονείς θα μπορούσαν να καταβάλουν επιπλέον προσπάθεια για να μην πέσουν σε αυτές τις παγίδες. Επιπλέον, τα αγόρια που μεγαλώνουν με εργαζόμενες μητέρες τείνουν να κάνουν περισσότερες δουλειές ως ενήλικες. Η δεύτερη ένδειξη έχει να κάνει με το γεγονός πως αν και οι ανισότητες όσο αφορά στις δουλειές του σπιτιού τείνουν να προκύπτουν στην παιδική ηλικία, αυτό δεν σημαίνει πως πρέπει να κρατήσουν μια ολόκληρη ζωή. Έρευνα δείχνει ότι ο χρόνος που αφιερώνουν οι γυναίκες κάνοντας δουλειές στο σπίτι τείνει να μειώνεται, όσο περισσότερο συνεισφέρουν στο εισόδημα του νοικοκυριού τους και ότι ο χρόνος που αφιερώνουν οι άνδρες κάνοντας δουλειές στο σπίτι, σε νοικοκυριά διπλού εισοδήματος τείνει να αυξάνεται, όταν βρίσκονται σε τηλεργασία.
Πολλά από αυτά τα νέα δεδομένα είναι ενθαρρυντικά για γονείς όπως η Αλόνς, αλλά σε μια κοινωνία όπου αγόρια και κορίτσια (και έπειτα άνδρες και γυναίκες) λαμβάνουν συνεχή μηνύματα σχετικά με το ποιος πρέπει να διατηρεί τακτοποιημένους χώρους, το να μην είναι ακατάστατοι είναι ένα πρότζεκτ που μπορεί να κρατήσει μια ολόκληρη ζωή και οι άνδρες μπορούν να αποφασίσουν ανά πάσα στιγμή να είναι μέρος αυτού του πρότζεκτ, ακόμα κι αν είναι χειρουργοί.