Δεν θέλω να καυχηθώ ή τίποτα τέτοιο, δεν είμαι από αυτούς του πρώτου γκρουπ, που είναι κάθε μέρα προπόνηση, που το πατάνε και κάνουνε Υμηττό κάτω από τριανταπεντάλεπτο. Ούτε σαν αυτούς που τους πιάνει εμμονή με τις θερμίδες και την αποκατάσταση. Ένας απλός Τζον Σμιθ είμαι και καβαλάω για την παρέα, τον χαβαλέ και την αλητεία της φάσης. Μερικές φορές υπάρχουν και αυτές οι εμπειρίες όμως που σε κάνουν να νιώθεις ότι συμβαίνει κάτι εξαιρετικό, κάτι λάιφ-τσειντζινγκ που λένε. Και αυτό θα ήθελα να διηγηθώ.
Ήμασταν μακριά από την Αθήνα με μερικούς φίλους για ένα διήμερο με ποδήλατο, κάμπινγκ και παρέα. Τα χιλιόμετρα δεν ήταν λίγα (περίπου 125 εκείνη την ημέρα) και τα υψομετρικά ακόμα πιο απαιτητικά, 2200 χλμ (όσους από εσάς το βρίσκουν αυτό ευκολάκι, τους παραπέμπω στην πρώτη παράγραφο), το χειρότερο όμως ήταν η ζέστη. Ήμασταν δίπλα στη θάλασσα για το περισσότερο της ημέρας, αλλάζοντας ρολόϊ και δίνοντας αέρα ο ένας στον άλλο όπως προστάζει ο κώδικας ευγένειας οποιουδήποτε πελοτόν και μετά από ένα break στην Ερμιόνη αρχίσαμε να ανηφορίζουμε το βουνό μπροστά μας. Καθώς περάσαμε την πρώτη κορυφή το θαλασσινό αεράκι εξαφανίστηκε και η κλίση της ανηφόρας αγρίεψε. Τριγύρω το απόλυτο τίποτα. Αυτοκίνητα – τίποτα, τρακτέρ – τίποτα, δέντρα – τίποτα, σπίτια – τίποτα, σκιές – τίποτα, ζώα – τίποτα. Ήμασταν σε ένα απόλυτο φαρ-ουέστ με στάχυα, κοτρόνες, άντε καμιά σαύρα να κουνιέται και απλά ντάλα ήλιο. Δεν μπορώ να καταλάβω πως έγινε αυτό αλλά ήταν 4 το απόγευμα και απλά δεν υπήρχε τίποτα εκεί πέρα εκτός από κάψα. Έριχνα νερό από το παγούρι στο κεφάλι μου αλλά και αυτό ήταν βραστό.
Τότε και αφού η μέση ωριαία ταχύτητα μας είχα πέσει κατακόρυφα στα τάρταρα των ποδηλατικών επιδόσεων (αν μας έβλεπε από καμιά μεριά ο Eddy Merckx θα μας έριχνε την χλιαρή σαμπάνια που του είχε περισσέψει από το podium στα μούτρα) κατάλαβα ότι κάτι πολύ πιο σοβαρό συνέβαινε. Ο φίλος Π. άρχισε να μένει αισθητά πίσω και αυτό δεν ήταν καλό καθώς είχαμε ακόμα τουλάχιστον άλλα 60 χλμ μπροστά μας. Ο ήλιος, τα χιλιόμετρα, η άπνοια έπαιξαν τον ρόλο τους και να που βρισκόμασταν τώρα στο σαλονάκι της κόλασης και αντί για frozen yoghurt μας πάσαραν ηλίαση. Το μόνο πράγμα που έδινε σκιά τριγύρω ήταν ένας θάμνος και εκεί κουρνιάσαμε όλοι μαζί πίνοντας ζεστό νερό από τα παγούρια και βλέποντας τον Π. να μπαίνει στην ζώνη «δεν την παλεύω».
Κακό πράγμα αυτή η ζώνη γιατί δεν βγαίνεις εύκολα από εκεί. Πρέπει να βρεις τα ψυχικά αποθέματα να φτάσεις βαθιά στον πυθμένα της σούρας και απαλεψιάς, να κοιτάξεις τον εαυτό σου κατάματα και να αποφασίσεις αν είσαι quiter. Είναι ένα μάθημα που αργά ή γρήγορα και ανεξαρτήτου ηλικίας και επιπέδου το ποδήλατο θα στο μάθει. Το κρατάει εκεί για την στιγμή που θα παίξεις το χαρτί του γαμάουα, όταν θα παραγίνεις αυτάρεσκος και επιδειξιομανής, όταν θα το παίξεις υπερ-κουλ και υπεράνω τότε θα σου συμβεί και το πρώτο σοκ είναι μεγάλο. «Εγώ; Αφού κάνω προπόνηση κάθε ημέρα!» «Δουλεύω δίσκο για πλάκα στην ανηφόρα» «Τα χιλιόμετρα τα έχω!» κτλ κτλ.
Το μόνο μάθημα που διδάσκει το ποδήλατο είναι το γνώθι σαυτόν. Κάπως σαν την ζωή κυλάει και όταν για τον οποιοδήποτε λόγο κολλήσει πρέπει να ανταπεξέλθεις. Να φας το χαστούκι και να κρατήσεις το χτύπημα, να μην τα παρατήσεις, να μαζέψεις το κεφάλι και τα κομμάτια σου, να δουλέψεις και να το ξανασηκώσεις νικητής. Γιατί όπως και στην ζωή δεν έχει σημασία πόσες φορές πέφτεις αλλά ότι πάντα ξανασηκώνεσαι και προχωράς.
Και κάπως έτσι με αυτές τις σκέψεις βγήκαμε από τον θάμνο και ξανακαβαλήσαμε όλοι προστατευτικά τριγύρω από τον Π που βογκούσε και «ψόφαγε» όπως μας είπε μέχρι που η απέραντη ανηφόρα έφτασε στον τέλος και ο κρανίου τόπος έδωσε τη θέση του σε ένα πανέμορφο τοπίο με πεύκα και βελανιδιές και η θάλασσα μακρυά στον ορίζοντα φαινόταν σαν οπτασία καθώς ο ήλιος είχε γλυκάνει δίνοντας αυτό το χρυσαφένιο χρώμα σε όλη την φύση και έτσι αρχίσαμε να κατηφορίζουμε προς τον Αργολικό κάμπο και πεταλούδες άρχισαν να πετάνε γύρω μας ενώ περνάγαμε εξηνταρίζοντας στις φουρκέτες και μην μου πείτε ότι δεν υπάρχουν νεράιδες στην Ελλάδα γιατί εγώ τις είδα εκεί πέρα και το ξέρω ό,τι και να λέτε.
Και καπως έτσι ο Π σήκωσε το κεφάλι ξανά και κοίταξε τον ορίζοντα μπροστά χαμογελώντας.
*Ο Άγις Κολύβας είναι ιδιοκτήτης του καταστήματος fixed gear 48×17 Cycles (Βεΐκου 2, Κουκάκι, 2109225488, 48×17.com).