Τα ψώνια στη λαϊκή αγορά της Καλλιδρομίου στα Εξάρχεια για τους κατοίκους του κέντρου ήταν πάντα μια αγαπημένη βόλτα, που μετά από έναν χρόνο κλεισούρας, έχει αναβαθμιστεί σε κοινωνικό event. Ένας από τους πρώτους πάγκους είναι αυτός με τα φυτά της Στέλλας, αλλά οι περισσότεροι τον αφήνουν για το τέλος, γιατί ξέρουν ότι είναι σχεδόν βέβαιο πως φεύγοντας θα κουβαλάνε μια γλάστρα.
Η Στέλλα καλημερίζει τους πάντες, πολλούς τους ξέρει με το μικρό τους όνομα. Μου συστήνει την κυρία Σταυρούλα που είναι πελάτισσα 20 χρόνια. Λίγο μετά έρχεται μια οικογένεια, μου λέει με περηφάνια ότι έχουν έρθει από τον Πειραιά αποκλειστικά για εκείνη και χαρούμενη κάνει δώρο στον μικρό γιο ένα παχύφυτο, σε κόκκινο γλαστράκι γιατί είναι Ολυμπιακός.
Παρατηρεί τα πάντα, δεν της ξεφεύγει τίποτα και δίνει την εντύπωση ότι έχει μεγαλώσει σε φυτώρια. “Εγώ ήμουν κομμώτρια. Άρχισα πριν 20 χρόνια να βοηθάω τον άντρα μου από ανάγκη, αλλά τώρα πια τα φυτά είναι η ζωή μου. Ψάχνω συνέχεια και oι ιδέες είναι δικές μου, αλλά χωρίς το άντρα μου δεν θα γινόταν τίποτα. Αυτός είναι το στήριγμά μου. Από τις 3 το πρωί έχει έρθει για να στήσει”.
Αν πριν μερικά χρόνια πήγαινες επίσκεψη κρατώντας μια γλάστρα, θα σε αντιμετώπιζαν σαν κομπάρσο σε σειρά του Δαλιανίδη. Τώρα ο οικοδεσπότης θα κοιτάξει το φυτό πιο λάγνα και από το -διαχρονικά άχαστο- προφιτερόλ. “Τα τελευταία 3-4 χρόνια η ζήτηση είναι πολύ μεγαλύτερη. Εγώ είδα τεράστια διαφορά εδώ και έναν χρόνο που έφτιαξα λογαριασμό στο instagram. Μια πελάτισσά μου στη λαϊκή της Καλλιθέας μου έλεγε να μπω στο instagram γιατί τα φυτά μου δεν τα είχε ξαναδεί. Στην αρχή νόμιζα ότι με δούλευε, αλλά έκανα πολύ καλά που ακολούθησα τη συμβουλή της”.
Ο κόσμος που έρχεται στον πάγκο της είναι ετερόκλητος: γιαγιάδες που επιμένουν στα γεράνια, μαγείρισσες που θέλουν ρίγανη και θυμάρι σε γλαστράκια, κύριοι που μαζί με τα ψώνια της λαϊκής θέλουν να πάρουν ένα λουλούδι για τη γυναίκα τους και φυσικά οι χίπστερ της χλωροφύλλης που αναζητούν με μανία μονστέρες και καλαθέες για να ανεβάσουν στο instagram τον αστικό τους κήπο με hashtag #plantgram.
Μου δείχνει στο instagram της τη φωτογραφία μιας δίχρωμης μονστέρας που δεν έφερε μαζί της γιατί ο καιρός ήταν άστατος και δεν ήθελε να την ταλαιπωρήσει. Μου εξηγεί πόσο δυσεύρετες είναι στην Ελλάδα, καθώς μια παραγωγή με 2.000 μονστέρες, θα βγάλει 2-3 δίχρωμες και επειδή είναι πολύ ακριβές, θα προωθηθούν σε μέρη που το χρήμα ρέει και όχι στην Ελλαδίτσα μας.
“Μπορώ και φέρνω σπάνια είδη γιατί στην αγορά με ξέρουν και με εμπιστεύονται. Έχω πρόσωπο, που λέμε. Πολλές φορές, όταν έχουν φέρει κάποιο πολύ σπάνιο φυτό, είμαι η πρώτη που παίρνουν τηλέφωνο και αν δεν το θέλω εγώ, τότε το δίνουν σε άλλους. Ξέρεις πόσο χαρούμενη με κάνει αυτό;”
Πιστεύει ότι ο κόσμος την προτιμά όχι μόνο για την σπάνια πραμάτεια της, αλλά και επειδή είναι ειλικρινής και πολύ αφοσιωμένη στη δουλειά της. “Με παίρνουν τηλέφωνο, μου στέλνουν μηνύματα και απαντάω σε όλες τις απορίες, ακόμα και για φυτά που δεν έχουν αγοράσει από ‘μένα. Δεν πρόκειται να αφήσω φυτό να μαραθεί, επειδή το αγόρασαν από αλλού”.
Όσο περνάει η ώρα, ο κόσμος πληθαίνει και καταφθάνουν για βοήθεια τα παιδιά της. “Τα παιδιά τα έχουμε βάλει από μικρά στη δουλειά. Εγώ πιστεύω πως η δουλειά σε μαθαίνει πολλά, σε κάνει άνθρωπο. Τα παιδιά μας είδαν από μικρά πόσος κόπος χρειάζεται για να έχουν όσα τους προφέρουμε και έμαθαν να εκτιμούν”.
Παρατηρώντας το πάθος της για τα φυτά, φαντάζομαι πως το σπίτι της θα είναι μες στην πρασινάδα, αλλά με προσγειώνει απότομα. “Είναι αδύνατον να φροντίζω όλα τα φυτά που πουλάω και να έχω και στο σπίτι, δεν μπορείς να τα κάνεις και τα δύο σωστά. Με ενδιαφέρει στο σπίτι να ασχολούμαι με τα παιδιά μου”.
Η Στέλλα εξυπηρετεί, απαντά σε απορίες, σημειώνει παραγγελίες, βγάζει φωτογραφίες για το instagram και θυμάται συνεχώς περιστατικά με πελάτες. Μετά από τόσα χρόνια έχει αναπτύξει σχέσεις φιλικές. “Ξέρεις πόσες νοικοκυρές φτιάχνουν γλυκά και μου τα φέρνουν; Αλλά και εγώ δεν τις αφήνω παραπονεμένες. Μια μέρα που είχε πολύ κρύο και δεν πήγα στη λαϊκή, με πήρε τηλέφωνο μια πελάτισσα που γνωριζόμαστε χρόνια. Εκείνη την ώρα έφτιαχνα ψωμί και της έτρεξαν τα σάλια. Μόλις ψήθηκε, το τύλιξα σε μια λαδόκολλα και της το έστειλα με ταξί. Τρελάθηκε από τη χαρά της”.