Κάτι σαν γέφυρα είναι η Σκουφά. Μια γέφυρα που συνδέει δύο από τις πιο «φορτισμένες» περιοχές της πρωτεύουσας, τα Εξάρχεια με το Κολωνάκι που μοιάζουν με τις δύο αλληλοσυμπληρούμενες πλευρές του Γιν Γιανγκ του αστικού, αθηναϊκού σύμπαντος. Και μιας και αρχίσαμε τις μεταφορές, ας συνεχίσουμε κατά τον ίδιο τρόπο, λέγοντας ότι σε αυτό το σύμπαν, ο πιθανότατα πιο εμβληματικός γαλαξίας βρίσκεται στο νούμερο 34 της Σκουφά, ακούει στο όνομα Φίλιον (οι παλιοί το θυμούνται και ως Dolce): ένα καφενείο που μαζεύει από αυτόφωτους ήλιους μέχρι διάττοντες αστέρες.

Αυτοί που ξέρουν θα καθίσουν στα τραπεζάκια έξω, ιδανικά με την πλάτη στον τοίχο, όχι απαραίτητα για να αποφύγουν τα «φίλια πυρά» αλλά κυρίως για να χαζέψουν τα όμορφα κορίτσια. Και ναι, «τα πιο όμορφα κορίτσια της Αθήνας περνούν από εδώ» όπως λέει χαμογελώντας ο σκηνοθέτης Λάκης Παπαστάθης, τακτικός θαμώνας του Φίλιον εδώ και δέκα χρόνια, μιας και ξέρει ότι εδώ θα βρει τους φίλους του χωρίς να χρειάζεται να κλείσει ραντεβού: «Εδώ είναι η μεσημεριανή μου έξοδος και κάποιες φορές μάλιστα τρώω κιόλας εδώ. Έχει την ωραιότερη σπανακόπιτα της χώρας και καταπληκτικά γλυκά. Το Φίλιον λειτουργεί ως φιλολογικό αλλά και πολιτικό καφενείο. Η δικιά μου παρέα είναι περισσότερο φιλολογική και κάποιες ιδέες που δεν είναι ακόμη έτοιμες να γραφτούν, τις ρίχνουμε εδώ και περιμένουμε την αντενέργεια των υπολοίπων κι έτσι γινόμαστε όλοι ακροατές και ομιλητές. Όσοι είναι μοναχικοί έρχονται εδώ και επικοινωνούν». Εδώ, στο Φίλιον που κάποτε λεγόταν Dolce, αλλά κανείς από τους…Φίλους του δε μπορεί να προσδιορίσει ακριβώς πότε άνοιξε για πρώτη φορά η πόρτα του τη δεκαετία ’60, τότε που όσοι τελείωναν ανώδυνα τα ραντεβού τους με τους γιατρούς του Κολωνακίου, φρόντιζαν να το γιορτάσουν απολαμβάνοντας μία από τις ξακουστές και εκτός του κέντρου πάστες του.

FILION13

Πάντως από τα μέσα της δεκαετίας του 70 στο Dolce αρχίζουν να συναντιούνται ο Γιώργος Κοτανίδης με τον Κωνσταντίνο Τζούμα – ο οποίος Τζούμας, μάλιστα, κάνει μια στάση εδώ σχεδόν σε καθημερινή βάση. «Στη δεκαετία του ’70 ήταν αμιγώς καλλιτεχνικό στέκι, στα 80s ήρθαν οι Πασόκοι που ήθελαν να δείξουν ότι συχνάζουν σε έναν τέτοιο χώρο και μετά ήρθαν οι δημοσιογράφοι, που μας το χάλασαν τελείως γιατί το μετέτρεψαν σε κέντρο εξουσίας και δεν τους γουστάραμε καθόλου» λέει ο Γιώργος Κοτανίδης. «Θέλαμε να γίνονται συζητήσεις και κάποιοι πολιτικοί είχαν όντως τέτοια διάθεση αλλά από ένα σημείο και μετά ερχόντουσαν φάτσες τελείως διαπλεκόμενες και υπήρχε μια άτυπη κόντρα με τους δημοσιογράφους και τους πολιτικούς».

Σε αυτό συμφωνεί και ο Άλκης Παναγιωτίδης, έρχεται εδώ από τη δεκαετία του ’80 καθώς πιο πριν ζούσε στο εξωτερικό, που θεωρεί ότι πλέον καλύτερα που δεν έρχονται τόσοι πολλοί πολιτικοί όσο παλιότερα. «Εγώ έρχομαι τόσα χρόνια γιατί μένω εδώ παραπάνω. Πού να πάω; Ε, κι εδώ βρίσκω τους φίλους μου. Τα μεσημέρια συζητάμε πιο πολύ για τα πολιτικά, να τώρα εδώ δίπλα σχολιάζουν τον Φλαμπουράρη, το βράδυ είναι πιο φιλοσοφικές και υπαρξιακές οι κουβέντες. Πολλές φορές τρώω εδώ, είναι καλό το φαγητό». Και οι δύο θυμούνται ένα περιστατικό, πέρυσι το καλοκαίρι, όταν κάποιοι επιτέθηκαν λεκτικά στον Νίκο Φίλη και ο κ. Κοτανίδης ξεκαθαρίζει: «Τα πράγματα δεν ήταν ποτέ επιθετικά εδώ ακόμη και επί ακραίων αντιπαραθέσεων επί ΠΑΣΟΚ, αλλά αυτό το πραγματικά δυσάρεστο γεγονός καταδικάστηκε από όλους. Θέλουμε να κρατήσουμε καθαρό τον χώρο, να υπάρχει επίπεδο. Έχει συμβεί και σε εμάς, να φωνάξουμε ο ένας από την μια πλευρά και να απαντήσει ο άλλος από την άλλη άκρη, όμως δεν θέλουμε τραμπουκισμούς». Βέβαια από παλιά «η κριτική γινόταν προς την εξουσία κυρίως. Θαβόμασταν και λίγο μεταξύ μας, από συνήθεια. “Μα πάλι καινούριο κοστούμι ο Τζούμας;” και τέτοια. Έτσι από Φίλιον γινόταν λίγο Έχθριον αλλά πάντα με στιλ» διευκρινίζει, ενώ ο  Λάκης Παπαστάθης συμπληρώνει: «Τσακωνόμαστε αλλά πάντα κρατιέται ένα όριο, δεν φτάνουμε ποτέ στην προσωπική προσβολή».

Πάντως το πάλαι ποτέ Dolce και μετέπειτα Φίλιον, λειτούργησε εξαρχής ως το πιο αντιπροσωπευτικό σημείο αναφοράς όσων (υποτίθεται ότι) προσβεύει ως δρόμος η Σκουφά. Το κοσμοπολίτικο και ελευθεριάζον Κολωνάκι που σταδιακά «αποπνευματοποιήθηκε» ήρθε να συναντήσει τα αταξικά Εξάρχεια και το Φίλιον ένωσε δύο κόσμους που έχουν τελικά περισσότερα κοινά από όσα θέλουν να παραδεχτούν. Σε αυτή την ένωση συνέβαλαν τα μέγιστα οι πολιτικοποιημένες μεν αλλά κομματικά ανένταχτες καλλιτεχνικές παρέες που επωάστηκαν εδώ. Και μετά ήρθε το «βαθύ ΠΑΣΟΚ», οι δημοσιογράφοι που προσπαθούσαν να ξεκλέψουν την είδηση μεταξύ δεύτερου και τρίτου καφέ και ο Λαλιώτης.

«Η βιασύνη δεν ταιριάζει σε έναν καφενόβιο. Εδώ υπάρχει μια τεμπελιά, στοιχείο απαραίτητο της τέχνης. Το Φίλιον δεν μοιάζει με τα καφενεία των γέρων» – Λάκης Παπαστάθης

Όση ώρα μιλάμε κάμποσα όμορφα κορίτσια, το ένα μετά το άλλο, περπατούν στα πεζοδρόμια της Σκουφά κι αυτό παίρνει μακριά τη συζήτηση για το «βρώμικο ‘89». Τελικά ένα ζευγάρι καλλίγραμμες γυναικείες γάμπες είναι ικανό να ξεπλύνει το μυαλό από κάθε πολιτική αντιπαράθεση. Συγχωρέστε με εάν σας ακούγεται σεξιστικό, εγώ σαν ωδή στην ομορφιά το εκλαμβάνω και χαίρομαι που οι άνδρες του Φίλιον αντί να είναι κολλημένοι στις οθόνες των κινητών τους, κοιτάζουν με «ανοιξιάτικο» βλέμμα «αυτές που περνάνε», όπως τραγουδάει και ο Δεληβοριάς. «Παλιότερα το καμάκι ήταν εδώ μια κατάσταση πλούσια σε επικοινωνία αλλά και με κάποιο στιλ» θυμάται ο Γιώργος Κοτανίδης πίνοντας άλλη μια γουλιά από τον lungo espresso του.

O σκηνοθέτης Λάκης Παπαστάθης πηγαίνει στο Φίλιον 3-4 φορές την εβδομάδα.

O σκηνοθέτης Λάκης Παπαστάθης πηγαίνει στο Φίλιον 3-4 φορές την εβδομάδα.

Άλλος ένας θαμώνας του μαγαζιού, ο Χρήστος Χωμενίδης, παραδέχεται ότι συχνά έκλεινε εδώ τα ραντεβού του: «Και στα κορίτσια άρεσε γιατί ήταν κάτι το μη αναμενόμενο. Πέρασα 15 χρόνια της ζωή μου εδώ. Έχω κόψει Πρωτοχρονιάτικη πίτα εδώ και μια χρονιά, νομίζω το 1995, ζήτησα και μου το άνοιξαν αργά το βράδυ για να κάνω πάρτυ τα Χριστούγεννα για τη γιορτή μου». Ο Χωμενίδης ερχόταν εδώ από εποχής Dolce, τον είχε κάτω από τις φτερούγες του ο Τάσος Φαληρέας του θρυλικού δισκάδικου Pop 11, άρχισε όμως να τον χαλάει η συνθήκη όταν ξεκίνησε να έρχεται άσχετος κόσμος γιατί «άρχισε κάτι να σημαίνει ότι έρχεσαι στο Φίλιον, όλα τελικά έγιναν πολύ πιο ποζεράτα και τα τελευταία 10 χρόνια δεν είμαι πια τόσο τακτικός. Ίσως γιατί έπαψα να έχω κι εγώ την ανάγκη να έχω ένα στέκι», λέει και παραγγέλνει μια πλούσια σαλάτα με σολομό και ξεκινάμε να συζητάμε για την Κέρκυρα, ενώ στο διπλανό τραπέζι κάθεται ο Κερκυραίος Τηλέμαχος Χυτήρης και ξαφνικά από το πουθενά ξεκινάει μια συζήτηση για τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στην Κέρκυρα το 1994, και μαθαίνουμε ότι ο Γιέλτσιν έμενε σε σκάφος και ο Μιτεράν σε αγροικία.

Χαζεύω τους υπόλοιπους θαμώνες. Ένας κύριος με κοστούμι διαβάζει το ΦΩΣ, μια πολύ ηλικιωμένη κυρία ψάχνει για μια σκιερή θέση και τη θαυμάζω γιατί ενώ δείχνει σίγουρα πάνω από 80 ετών φοράει μπερέ, βραχιόλια, σιέλ καλσόν, και είναι άψογα μακιγιαρισμένη, αναγκάζοντάς με να παραδεχτώ σιωπηλά ότι είμαι πολύ λιγότερη περιποιημένη από εκείνη. Πιάνω την κουβέντα με έναν πελάτη, γιατρό στο επάγγελμα, που επισκέπτεται τακτικά εδώ και τρεις δεκαετίες το Φίλιον, αποτελεί μία από τις σταθερές της καθημερινότητάς του. «Δεν μου πολυαρέσει το φαγητό, μου αρέσει όμως να χαζεύω τον κόσμο και να παρατηρώ γύρω μου», λέει. «Νομίζω ότι τα μεγαλύτερα ευτράπελα έγιναν την περίοδο εκείνη που σχολίαζαν εδώ έντονα το ΠΑΣΟΚ άνθρωποι που ήταν άσχετοι και χωρίς ενημέρωση για τον χώρο του ΠΑΣΟΚ, προσωπικά τους ονομάζω “αριστερούς θολοκουλτουριάρηδες”. Bέβαια, δεν είναι όλοι τέτοιοι, υπάρχουν καλλιτέχνες που ξεχωρίζουν εδώ» και μου δείχνει τον Γιώργο Κοτανίδη που κάθεται μερικά τραπέζια πιο πέρα.

Έχει περάσει η ώρα, παραγγέλνω ένα ποτήρι κρασί και μια τυρόπιτα, με σερβίρει ο νεότερος από τους δύο Ηλίες, για τον οποίο ο Λάκης Παπαστάθης θα πει ότι «είναι ένα υπέροχο δημοτικό τραγούδι αυτό το παιδί, που έρχεται από ένα χωριό της Άρτας». Πράγματι ο Ηλίας είναι ευγενέστατος, εξυπηρετικός, χαμογελαστός και σπιρτόζος. «Εργάζομαι εδώ σχεδόν 11 χρόνια και νιώθω τυχερός γιατί συναναστρέφομαι συγγραφείς, ηθοποιούς, ζωγράφους και μαθαίνω πράγματα κοντά τους. Πιο πολύ απ’ όλους συμπαθώ τους ηθοποιούς, λένε ωραίες ατάκες». Πάντως «το καφενείο είναι ένας αταξικός χώρος, όλοι εδώ είναι ισότιμοι» όπως σωστά επισημαίνει ο Λάκης Παπαστάθης. «Δεν έχει σημασία από πού προέρχεσαι, σημασία έχεις να είσαι διατεθειμένος να συζητήσεις. Το καφενείο είναι ένας χώρος αυτογνωσίας γιατί δοκιμάζεσαι καθώς συναναστρέφεσαι τους υπόλοιπους της παρέας».

Πώς όμως διαμορφώνονται οι παρέες; Μάλλον αυτή είναι η πιο δύσκολη απ’ όλες τις ερωτήσεις. Ο Χατζιδάκις έλεγε ότι για να μπει κάποιος στην παρέα του Λουμίδη ή του Βυζάντιον περνούσε από ιεροτελεστία δοκιμασίας και αναλόγως τις αντοχές του γινόταν δεκτός ή όχι. Εδώ αυτή η ιεροτελεστία προκύπτει τελικά αβίαστα. Ο Γιώργος Κοτανίδης θυμάται κι άλλα θρυλικά στέκια που μάζευαν τις δικές τους παρέες, όπως το Picollo στην Πατριάρχου Ιωακείμ, όπου σύχναζαν «τα πιο κακά παιδιά, οι ξενύχτηδες, αυτούς που αποκαλούσα εγώ “Ο Κύκλος των Χαμένων Κορμιών”, δηλαδή άνθρωποι γνήσιοι και πραγματικά απελευθερωμένοι κοινωνικά, όπως ο Ισίδωρος Οδυσσέως του Rock ‘n’ Roll, ο Βλάσσης Μπονάτσος, ο Δημήτρης Πουλικάκος. Εμείς ήμασταν οι Ντολτσιστές και όταν έκλεισε το Dolce, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, μας έμεινε μόνο ο Μπόκολας κι αν δεν κάνω λάθος και το Picollo και πηγαίναμε ως πρόσφυγες του Dolce. Το θρηνήσαμε το Dolce αλλά μετά από ένα χρόνο άνοιξε το Φίλιον και πλέον ήμασταν οι “Ντολτσιστές-Φιλιονιστές” κατά το “Μαρξιστές-Λενινιστές”, όπως έλεγε χαριτολογώντας ο Χρήστος Βακαλόπουλος που ερχόταν εδώ καθημερινά».

FILION6

«Το Φίλιον είναι ανοιχτό πανεπιστήμιο όπως κάθε καφενείο. Απλώς εδώ θα βρεις σωστούς κύριους» – Άλκης Παναγιωτίδης

Το Φίλιον έχει, προφανώς, τη δική του ανθρωπογεωγραφία. Δεν είναι βέβαια πολύ αυστηρά τα πράγματα γιατί όταν έχει πολύ κόσμο θα κάτσεις τελικά εκεί που υπάρχει άδειο τραπέζι αλλά κατά κανόνα οι καλλιτεχνικές παρέες κάθονται στα αριστερά όπως κοιτάς τον δρόμο και οι πολιτικοί στα δεξιά. Και λέω όπως κοιτάς τον δρόμο γιατί όπως είπαμε το επίκεντρο είναι το Φίλιον και όχι ο δρόμος. Το Φίλιον είναι που σηματοδοτεί την περιοχή και όχι τα νούμερα της οδού. Όπως και να ‘χει η ανθρωπογεωγραφία αυτή αναστατώνεται τα Σάββατα που έχει γάμο ή βαφτίσια στον παρακείμενο Άγ. Διονύσιο, οπότε οι κλασικοί θαμώνες της υπόλοιπης εβδομάδας μπορεί να χρειαστεί να «ξεσπιτωθούν». Επίσης τα Σάββατα έρχονται περισσότεροι δημοσιογράφοι, κάποια στελέχη της πρώην ΔΗΜΑΡ αλλά και Αθηναίοι που κατεβαίνουν στο κέντρο μόνο για τα ψώνια τους.

Ο Άλκης Παναγιωτίδης, ο Ηλίας και η δημοσιογράφος της Popaganda

«Τα μεσημέρια συζητάμε πιο πολύ για τα πολιτικά, το βράδυ είναι πιο φιλοσοφικές και υπαρξιακές οι κουβέντες» – Άλκης Παναγιωτίδης.

Ο ηθοποιός Γιώργος Κοτανίδης και η συντάκτρια της Popaganda Λίνα Ρόκου

«Στη δεκαετία του ’70 ήταν αμιγώς καλλιτεχνικό στέκι, στα 80s ήρθαν οι Πασόκοι που ήθελαν να δείξουν ότι συχνάζουν σε έναν τέτοιο χώρο και μετά ήρθαν οι δημοσιογράφοι, που μας το χάλασαν τελείως γιατί το μετέτρεψαν σε κέντρο εξουσίας και δεν τους γουστάραμε καθόλου» – Γιώργος Κοτανίδης.

«Η βιασύνη δεν ταιριάζει σε έναν καφενόβιο. Εδώ υπάρχει μια τεμπελιά, στοιχείο απαραίτητο της τέχνης. Επιπλέον το Φίλιον δεν μοιάζει με τα καφενεία των γέρων» παρατηρεί εύστοχα ο Λάκης Παπαστάθης. «Περνάω έξω από αυτά τα κλασικά καφενεία και βλέπω τους μελαγχολικούς, κλεισμένους στον εαυτό τους ανθρώπους που δεν μιλάνε, περιμένουν να αρχίσει το ματς στην τηλεόραση». Ο Άλκης Παναγιωτίδης, που τρώει τους γίγαντες της κουζίνας του Φίλιον, το χαρακτηρίζει «ανοιχτό πανεπιστήμιο όπως κάθε καφενείο. Απλώς εδώ θα βρεις σωστούς κύριους» και ο Γιώργος Κοτανίδης λέει ότι λόγω της άμεσης επαφής του με τον δρόμο («σχεδόν όλους τους μήνες έξω καθόμαστε, σπάνια μέσα») θεωρεί ότι έχει έναν γνήσια «αγοραίο χαρακτήρα».

Και όταν κάποιος από την παρέα λείψει περισσότερες μέρες απ’ ότι συνήθως, τι γίνεται; «Α, μας ψάχνουν ανήσυχοι. Ήμουν άρρωστος μια εβδομάδα και άρχισε να με παίρνει τηλέφωνα η παρέα από το Φίλιον και να με ρωτά τι συμβαίνει. Ναι, ένας λόγος ύπαρξης μου στην κοινωνία είναι και αυτοί οι φίλοι που θα με αναζητήσουν» λέει ο Λάκης Παπαστάθης και οι υπόλοιποι κουνάνε καταφατικά το κεφάλι.

Πίνω το κρασί μου, το αυτί μου πιάνει σπαράγματα από διάφορες φράσεις («αν του παραιτηθεί ο Τσακαλώτος», «πάλι απεργία οι δημοσιογράφοι;», «διάβασες το τελευταίο μυθιστόρημα του;») που διασταυρώνονται στον αέρα, παρατηρώ τη νεκροκεφαλή στο α λα Keith Richards δαχτυλίδι του Παναγιωτίδη, τα λευκά κοκάλινα γυαλιά του Τζούμα, το «ΦΩΣ» που με τυφλώνει, μυρίζω την ωραιότερη σπανακόπιτα της Αθήνας. Νιώθω σχεδόν να ζαλίζομαι από την άναρχη βαβούρα που προκύπτει από λέξεις, γεύσεις, καρέκλες που αγγίζουν η μία την άλλη κι από συζητήσεις που γλιστρούν με ευκολία από τη χαοτική πολιτική κατάσταση της χώρας στο πόσο όμορφα κοκκινίζουν τα μάγουλα μιας γυναίκας. Αν είσαι πρωτάρης στο Φίλιον θα νιώσεις σαν να βρίσκεσαι στη μέση μιας πλούσιας ζούγκλας γεμάτης ενδιαφέρουσα μονοπάτια με απότομες στροφές. Αν το Φίλιον αποφασίσει ότι του ταιριάζεις, οι θαμώνες του θα μοιραστούν μαζί σου τον χάρτη που διαμορφώνουν συνεχώς τα τελευταία σαράντα χρόνια. Απόλαυσέ το. Αλλά μη βιαστείς. Άλλωστε σε καφενείο βρίσκεσαι. Έχεις όλο τον χρόνο του κόσμου με το μέρος σου.


Φίλιον, Σκουφά 34, τηλ. 21 0360 8468

Δείτε όλο το φωτορεπορτάζ στην ακόλουθη gallery