Είναι βράδυ, είμαι στο Netflix και βλέπω να φιγουράρει στο #1 το νέο limited series των Ryan Murphy και Ian Brennan, «Monster: The Jeffrey Dahmer Story». Δεν έχουν προλάβει να περάσουν τρεις μέρες από την κυκλοφορία του και η αφήγηση της ζωής και των εγκλημάτων του διαβόητου κατά συρροή δολοφόνου του Μιλγουόκι, Jeffrey Dahmer, έχει προσελκύσει με πρωτόγνωρους ρυθμούς το ενδιαφέρον των θεατών.
Πατάω χωρίς δεύτερη σκέψη το play. Πέρα από το ψυχολογικού τύπου ενδιαφέρον μου για τις περιπτώσεις των serial killers, το γεγονός ότι ο Evan Peters – που μια αδυναμία του έχω – ενσαρκώνει τον Dahmer στη σειρά, συμβάλει τα μέγιστα.
Η ιστορία, ειδικά στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού, γνωστή. Ξεδιπλώνεται μεταξύ του 1978 και 1991, όταν ο Dahmer αφαίρεσε με φρικτό τρόπο τη ζωή 17 αθώων ανδρών, αφού πρώτα τους προσκαλούσε σπίτι του με σκοπό να «κάνουν παρέα» και να τους φωτογραφίσει, υποσχόμενος πως θα τους ανταμείψει με μερικά δολάρια. Τα θύματα ήταν αποκλειστικά άντρες από τους οποίους ελκυόταν σεξουαλικά.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, δεν δίσταζε να ανοίξει τρύπες στο κεφάλι τους όσο ήταν ακόμη ζωντανοί, σε μία προσπάθεια να τους μετατρέψει σε «ζόμπι», ενώ διατηρούσε σε σημεία του σπιτιού του, πολλά από τα κρανία των θυμάτων του αφού τα τεμάχιζε. Τα εγκλήματά του αφορούσαν επίσης περιπτώσεις νεκροφιλίας και κανιβαλισμού.
Η σειρά δολοφονιών του βεβαίως θα μπορούσε να λάβει τέλος πιο νωρίς, αν οι αρχές αποφάσιζαν να δώσουν μια δεύτερη ευκαιρία στις καταγγελίες της γειτόνισσάς του Glenda Cleveland η οποία έβλεπε τις περίεργες κινήσεις του, σχεδόν από την αρχή που μετακόμισε κοντά της.
Αποκορύφωμα της απάθειας των αρχών στις «φωνές της», ήταν ο τραγικός θάνατος του Konerak Sinthasomphone, ενός 14χρονου αγοριού ασιατικής καταγωγής, που υπήρξε και το νεότερο σε ηλικία θύμα του Dahmer. Η Glenda κάλεσε την αστυνομία αφού οι κόρες της εντόπισαν τον 14χρονo να βγαίνει από την πολυκατοικία όπου έμενε ο Dahmer, γυμνός και αιμόφυρτος.
Όταν η αστυνομία έφτασε στο σημείο, ο Dahmer ισχυρίστηκε στους δύο αστυνομικούς, τον John A. Balcerzak και τον Joseph P. Gabrish, ότι ο έφηβος ήταν «ο ενήλικος εραστής του που είχε πιει λίγο παραπάνω, με αποτέλεσμα να χάσει την ισορροπία του και να χτυπήσει». Πιστεύοντας την ιστορία του, οι αστυνομικοί επέτρεψαν στον Sinthasomphone να επιστρέψει στο σπίτι του Dahmer.
Η Glenda επικοινώνησε ξανά με την αστυνομία μετά το περιστατικό, προτρέποντάς τους να κάνουν κάτι, ωστόσο εκείνοι απέρριψαν τους ισχυρισμούς της. Ο αστυνομικός Balcerzak, ο οποίος συνταξιοδοτήθηκε το 2017, είχε δηλώσει σχετικά με το συμβάν: «Η κα. Cleveland δεν ήταν παρούσα στο συμβάν. Ένιωσα ότι οι γνώσεις μου για το περιστατικό ήταν πιο επαρκείς από αυτό που είχα ακούσει από κάποιον άλλο».
Όπως βγήκε στην επιφάνεια από το ιατροδικαστικό ιστορικό, όταν οι αστυνομικοί αποχώρησαν από το χώρο και «επέστρεψαν» τον 14χρονο στον Dahmer, αυτός τον σκότωσε, τον βίασε, τον διαμέλισε και τον έφαγε – εν μέρη.
Το «Monster: The Jeffrey Dahmer Story» είναι η δεύτερη απεικόνιση της ζωής και των εγκλημάτων του Jeffrey Dahmer που κυκλοφόρησε τα τελευταία πέντε χρόνια και η τρίτη εντός των τελευταίων δύο δεκαετιών. Το 2017, ο Ross Lynch πρωταγωνίστησε στον ομώνυμο ρόλο στην ταινία My Friend Dahmer, ενώ πριν από 20 χρόνια, ο Τζέρεμι Ρένερ τον υποδύθηκε στη μεγάλη οθόνη.
Η σειρά έχει γίνει μια από τις πιο δημοφιλείς της πλατφόρμας από την ημέρα που έκανε το ντεμπούτο της στις 21 Σεπτεμβρίου και η κριτική για την όποια αξία της έχει αναπτυχθεί τόσο γρήγορα όσο και η δημοτικότητά της.
Κύρια ένσταση: η ανάγκη ή όχι επανεξέτασης της ιστορίας ενός κατά συρροή δολοφόνου με συγκεκριμένη στόχευση θυμάτων. Οι νεαροί άνδρες, Αφρικανικής και Ασιατικής κυρίως καταγωγής, εξυπηρετούσαν τη δράση του, καθώς ο συστημικός ρατσισμός που τοποθετούσε στην αφάνεια τα θύματα και τις κοινότητές τους, η ομοφοβία και οι θεσμικές αποτυχίες της αστυνομίας, του «επέτρεπαν» να συνεχίζει να σκοτώνει.
Αν και κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα τι ήταν αυτό που οδήγησε τον Dahmer σε αυτά τα φρικιαστικά εγκλήματα, τόσο ο ίδιος όμως όσο και ο πατέρας του, Lionel, ισχυρίζονται πως η ανατροφή του είναι αυτή που έπαιξε σημαντικό ρόλο. Σε συνδυασμό με τη φαρμακευτική αγωγή που έπαιρνε η ψυχικά ασθενής μητέρα του, Joyce Dahmer, όταν ήταν ακόμη έγκυος σ’ εκείνον.
Η κατάσταση γενικότερα της ψυχικής της υγείας την απομάκρυνε από την ενασχόληση με τον γιο της, ενώ οι καβγάδες με τον σύζυγό της μπροστά στα μάτια του Dahmer, ήταν συχνοί και έντονοι.
Όταν εκείνος ενηλικιώθηκε και έχοντας ήδη πάρει διαζύγιο με τον Lionel, αποφάσισε εν μία νυκτί να πάρει τον μικρό αδελφό του (την επιμέλεια του οποίου είχε εξολοκλήρου κερδίσει) και να φύγουν από το σπίτι, αφήνοντας ένα ολόκληρο καλοκαίρι τον Dahmer μόνο του εν αγνοία του πατέρα του, ο οποίος πλέον ζούσε σε άλλο σπίτι με τη νέα του σύζυγο.
Ήταν τότε που διέπραξε τον πρώτο του φόνο, πίσω στο 1978, τρεις μόλις εβδομάδες αφότου είχε αποφοιτήσει από το σχολείο.
Η εγκατάλειψη που βίωνε από τη μητέρα του από τη μέρα που γεννήθηκε, σε συνδυασμό με «τις περίεργες συνήθειες» στις οποίες στράφηκε με τον πατέρα του γεμίζοντας το κενό της μητρικής φιγούρας, αλλά και η καταπίεση των σκέψεών του κάθε φορά που ο Dahmer προσπαθούσε να πει στον πατέρα του ότι είναι ομοφυλόφιλος και πως «κάτι δεν πηγαίνει καλά με το μυαλό του», λειτούργησαν επιβαρυντικά στο δρόμο για την ενηλικίωσή του, ιδίως σε μία εποχή που η ομοφυλοφιλία θεωρείτο ψυχική ασθένεια.
Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι ο πατέρας του δεν έφυγε στιγμή από το πλευρό του Dahmer, ακόμη κι όταν καταδικάστηκε σε 15 φορές ισόβια κάθειρξη. «Ήσουν, είσαι και θα είσαι ο γιος μου», του λέει με δάκρυα στα μάτια λίγο αφότου μαθαίνει για τα εγκλήματά του, σε μία πατρική εξομολόγηση.
Και είναι αυτή η στάση μαζί με την παρουσίαση του background της οικογένειας του, που οδήγησε πολλούς να κατηγορήσουν τη σειρά πως «εξανθρωπίζουν» τον Dahmer και απομακρύνουν την εστίαση του κοινού από τα θύματά του, πράγμα το οποίο οι δημιουργοί του διαψεύδουν.
Βρισκόμαστε πίσω στο 1960. Μια μαύρη οικογένεια από το Μιλγουόκι γιορτάζει τον ερχομό ενός βρέφους. Σύντομα όμως η χαρά συνοδεύεται και με άλλα συναισθήματα καθώς η μητέρα ανακαλύπτει ότι λόγω μιας φαρμακευτικής αγωγής που είχε λάβει κατά την εγκυμοσύνη, ο γιος της είναι κωφός.
Το επεισόδιο αυτό είναι αφιερωμένο σε αυτό το κωφό παιδί. Τον Tony Hughes, που παρά τις δυσκολίες με τις οποίες ήρθε αντιμέτωπος στη ζωή του, δεν έπαψε ποτέ να ονειρεύεται και να φιλοδοξεί να γίνει μοντέλο σε κάποια μεγάλη πόλη της Αμερικής. Μέχρι δηλαδή η ζωή του να διακοπεί ξαφνικά όταν συναντά τον Jeffrey Dahmer.
Από την αρχή του επεισοδίου και καθώς αυτό ακολουθεί την -ενήλικη πλέον- ζωή του Hughes, το κοινό έχει συνειδητοποιήσει ότι αυτός ο χαρακτήρας είναι καταδικασμένος. Σκοπός της λεπτομερούς σκιαγράφησης του συγκεκριμένου θύματος, δεν είναι μόνο να διεγείρει συναισθηματικά το κοινό, αλλά να τονίσει πώς καθένα από αυτά τα θύματα είχε όνειρα, μια οικογένεια και έναν σκοπό στη ζωή, το δικαίωμα στη διεκδίκηση του οποίου του αφαιρέθηκε πολύ νωρίς.
Ο Tony γεννήθηκε τη δεκαετία του ’60, όταν το να είσαι μαύρος αποτελούσε από μόνο του ένα εμπόδιο στη διεκδίκηση πολλών ευκαιριών. Δεδομένου ότι πέρα από μαύρος ήταν ομοφυλόφιλος και κωφός, όχι μόνο βίωνε εντονότερα τον ρατσισμό γύρω του, αλλά αντιμετώπιζε και περισσότερους κινδύνους εντός της καθημερινότητάς του – παρά το γεγονός ότι ορισμένα κλαμπ και μπαρ λειτουργούσαν ως ασφαλές καταφύγιο για πολλούς ομοφυλόφιλους.
Σε ένα από εκείνα τα μπαρ άλλωστε, σύχναζε ο Dahmer χρησιμοποιώντας το ως μέσο για να «ψαρέψει» και να παρασύρει τους άντρες στο διαμέρισμά του, όπως συνέβη και με τον Tony.
Η ομορφιά του εν λόγω επεισοδίου έγκειται στο ότι οι δημιουργοί του δεν αρκέστηκαν στην παρουσίαση του εφιαλτικού τρόπου με τον οποίο ο Dahmer αφαίρεσε τη ζωή του θύματός του. Αντιθέτως, προσπάθησαν να μας μεταφέρουν στον κόσμο του Tony και να μας κάνουν για λίγο «να μπούμε στα παπούτσια του», μέσα από σημαντικές σκηνές στις οποίες οι ήχοι δεν υφίστανται.
Πριν από μερικές μέρες, το Netflix αφαίρεσε την ετικέτα LGBTQ από τη σειρά, για την οποία είχε κατηγοριοποιηθεί – μεταξύ άλλων – αφού επικρίθηκε από τους θεατές. Αν και τα εγκλήματα του Dahmer έχουν διερευνηθεί σε αρκετά ντοκιμαντέρ, ταινίες, βιβλία και άρθρα, εκείνο στο οποίο μέχρι σήμερα δεν είχε δοθεί ιδιαίτερη έμφαση, είναι ότι πολλά από τα θύματά του ήταν έγχρωμοι άντρες της LGBTQ+ κοινότητας.
Παρά το γεγονός ότι αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο το Netflix προσέθεσε την ετικέτα στη σειρά, η κίνηση αυτή δεν άφησε ευχαριστημένους τους θεατές της κοινότητας. «Μας συνδέει με έναν αληθινό serial killer, νεκρόφιλο και κανίβαλο» σημειώνει ένας θεατής στο TikTok, «ο οποίος συχνά μαγείρευε και έτρωγε τα θύματά του. Ο Dahmer δεν είναι η queer αναπαράσταση που θέλουμε, ζητάμε ή χρειαζόμαστε».
Σε μια συνέντευξη στο Insider, η Rita Isbell, αδερφή του Errol Lindsey, είπε: «Είναι λυπηρό που κάποιοι άνθρωποι βγάζουν χρήματα από αυτή την τραγωδία. Αυτό είναι απλά απληστία». Και πρόσθεσε: «Ποτέ δεν επικοινώνησαν μαζί μου για τη σειρά. Θεωρώ ότι το Netflix θα έπρεπε πρώτα να ρωτήσει πώς νιώθουμε γι’ αυτό και αν είμαστε σύμφωνοι. Δεν με ρώτησαν τίποτα. Απλώς το έκαναν».
Άλλα μέλη των οικογενειών έχουν επίσης εκφράσει τη γνώμη τους κατά της σειράς, λέγοντας ότι η προβολή της τα έχει επανα-τραυματίσει ψυχικά.
Η συζήτηση γύρω από το πώς και πότε είναι εντάξει να παρουσιάζονται στη μικρή και μεγάλη οθόνη ιστορίες αληθινών εγκλημάτων, θα συνεχιστεί, όμως τα λόγια της Isbell είναι μια υπενθύμιση ότι αυτές οι ιστορίες πρέπει να αντιμετωπίζονται ως κάτι πολύ μεγαλύτερο από ορισμένα τηλεοπτικά και κινηματογραφικά προϊόντα, καθώς οι άνθρωποι που τις έζησαν στην πραγματικότητα αναβιώνουν τραυματικά συναισθήματα.
Η μητέρα του Dahmer πέθανε από καρκίνο του μαστού στα 64 της, το 2000, ενώ ο πατέρας του, ο οποίος έχει παραχωρήσει αρκετές συνεντεύξεις απ’ όταν ο γιος του φυλακίστηκε, βρίσκεται ακόμη εν ζωή.
Ο κατά έξι χρόνια μικρότερος αδερφός του, David, (μάλιστα ο Jeffrey επέλεξε το όνομά του όταν γεννήθηκε), αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο του Σινσινάτι, πριν ο Jeffrey συλληφθεί για τα εγκλήματά του το 1991. Έκτότε «έκοψε όλους τους δεσμούς» μαζί του και αρνήθηκε να παραστεί στη δίκη ή στις ακροάσεις του.
Ο Jeffrey Dahmer δολοφονήθηκε από συγκρατούμενό του στις φυλακές Columbia Correctional Facility στο Wisconsin, στις 28 Νοεμβρίου του 1994. Λίγους μήνες πριν πεθάνει στη φυλακή, ο Lionel έγραψε και κυκλοφόρησε ένα βιβλίο με τίτλο A Father’s Story, στο οποίο βυθίζεται στα περίπλοκα συναισθήματα που θρέφει για τον γιο του.